Η Σύνοδος Κορυφής του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης έδειξε πώς διαμορφώνονται οι σχέσεις Ρωσίας και Κίνας και η κατάσταση στην Κεντρική Ασία στο φόντο του πολέμου στην Ουκρανία
Η σύνοδος του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης στη Σαμαρκάνδη του Ουζμπεκιστάν ήρθε να υπογραμμίσει ότι ο κόσμος είναι αρκετά πιο σύνθετος από την εικόνα που κάποιες φορές διαμορφώνεται και προβάλλεται στη Δύση. Ταυτόχρονα, όμως, ανέδειξαν ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία ασκεί μια πραγματική επίδραση σε αυτές τις διεργασίες, ιδίως από τη στιγμή που παρατείνεται και αντικειμενικά έχει και ένα σημαντικό κόστος και για την ίδια τη Ρωσία.
Ευρασιατικές διεργασίες
Οι διεργασίες στη Σαμαρκάνδη έστειλαν ένα σαφές μήνυμα. Ένα σημαντικό μέρος του πλανήτη ενδιαφέρεται για οικονομικές και πολιτικές σχέσεις που δεν εντάσσονται στο πλαίσιο μιας σχηματικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στη Δύση και τους «εχθρούς» της και δεν θεωρεί ότι πρέπει να διαλέξει «στρατόπεδο».
Αρκεί να σκεφτούμε ότι εκτός από τις χώρες που είναι ήδη μέλη (Κίνα, Καζακστάν, Κιργιστάν, Ρωσία, Τατζικιστάν, Ουζμπεκιστάν, Ινδία, Πακιστάν) και το Ιράν που ουσιαστικά είναι πλέον μέλος, παρατηρητές είναι το Αφγανιστάν (αν και χωρίς αναγνώριση διπλωματική των Ταλιμπάν δεν έχει παρουσία), η Λευκορωσία, που υπέβαλε αίτηση να γίνει μέλος και η Μογγολία, ενώ εταίροι διαλόγου είναι η Σρι Λάνκα, η Τουρκία – εξ ου και η παρουσία του Ερντογάν – η Καμπότζη, το Αζερμπαϊτζάν, το Νεπάλ και η Αρμενία, ενώ ενδιαφέρον να αποκτήσουν καθεστώς εταίρου διαλόγου έχουν εκδηλώσει η Αίγυπτος, το Κατάρ και η Σαουδική Αραβία.
Βεβαίως πέραν της απλής συμμετοχής, αυτό που έχει μεγάλη σημασία είναι όλο το πλέγμα των σχέσεων που αυτό αντανακλά. Ουσιαστικά, ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης αντανακλά στην εξέλιξή του μια σειρά παράλληλες δυναμικές: τη σταδιακή σύγκλιση ανάμεσα σε Ρωσία και Κίνα, το παραδοσιακό ενδιαφέρον της Ρωσίας για χώρες της πρώην ΕΣΣΔ, την ανάδειξη της Κεντρικής Ασίας ως ενός κρίσιμου επίδικου χώρου, την προσπάθεια της Κίνας να αποκτήσει μια ευρύτερη επιρροή ιδίως από τη στιγμή που άρχισε να ξεδιπλώνει τη στρατηγική «Μία ζώνη, ένα δρόμος» που σε μεγάλο βαθμό έχει να κάνει ακριβώς αυτές τις χώρες, μια που από εκεί περνούν οι δυνητικοί «νέοι δρόμοι του μεταξιού», δηλαδή μεγάλοι διάδρομοι ταυτόχρονα μεταφορών αλλά και επενδύσεων.
Και μπορεί τα τελευταία χρόνια οι ΗΠΑ και η ΕΕ να έχουν μπει σε μια τροχιά ανάσχεσης ιδίως της κινεζικής οικονομικής παρουσίας, πέραν προφανώς της διαδικασίας ρήξης με τη Ρωσία, που ξεκίνησε ήδη από τις κυρώσεις για την Κριμαία το 2014, όμως δεν ισχύει το ίδιο για αρκετές άλλες χώρες.
Το παράδειγμα της Ινδίας είναι χαρακτηριστικό από αυτή την άποψη, παρά την προσπάθεια των ΗΠΑ να την προσεταιριστεί. Μάλιστα είναι ενδεικτικό ότι πρόσφατα Κίνα και Ινδία ουσιαστικά προχώρησαν σε μια αποκλιμάκωση της στρατιωτικής τους παρουσίας σε διαφιλονικούμενες συνοριακές περιοχές.
Και βεβαίως χαρακτηριστικό είναι και το παράδειγμα της Τουρκίας που την ώρα που είναι μέλος του στρατιωτικού «βραχίονα» της Δύσης, δηλ. του ΝΑΤΟ, υποστηρίζοντας μάλιστα την Ουκρανία, αναβαθμίζει τη συνεργασία με τη Ρωσία και είχε παρουσία στην Σαμαρκάνδη στο ανώτατο επίπεδο, αφού πήγε ο ίδιος ο Ερντογάν.
Η Κίνα σε αυτή τη διεργασία κυρίως προσπαθεί να θέσει τους όρους για να διευρύνει μια οικονομική επιρροή και να προωθήσει ακόμη μεγαλύτερα επενδυτικά σχέδια. Βεβαίως έχει και ένα γεωπολιτικό ενδιαφέρον για την Κεντρική Ασία, που πέραν όλων των άλλων έχει να κάνει και την κατάσταση με τη μειονότητα των Ουιγούρων, καθώς θέλει με κάθε τρόπο να αποφύγει την «εξαγωγή» μορφών πολιτικού ισλαμισμού – και δη ενόπλου – στις δικές της περιοχές.
Από την άλλη μεριά, η Ρωσία πέραν των οικονομικών ευκαιριών που βλέπει ως χώρα που εξάγει ενέργεια και οπλικά συστήματα, θέλει να εξασφαλίσει ότι κρίσιμες περιοχές στην περιφέρειά της παραμένουν συνδεδεμένες σε αυτή ως προς ζητήματα άμυνας και ασφάλειας και δεν επεκτείνεται η επιρροή της Δύσης.
Δυναμική και όρια της ρωσοκινεζικής συνεργασίας
Η Ρωσία και η Κίνα συγκλίνουν χωρίς να ταυτίζονται. Είναι σαφές ότι η Ρωσία έχει μια πιο «γεωπολιτική» και «εδαφική» θεώρηση των πραγμάτων, σε αντίθεση με την Κίνα που ενδιαφέρεται πολύ περισσότερο, σε αυτή τη φάση, περισσότερο για τις οικονομικές πλευρές της «παγκοσμιοποίησης».
Ωστόσο και οι δύο συγκλίνουν σε μια αντίληψη του κόσμου όπου υπάρχει ένας σεβασμός των όρων κυριαρχίας, όπου δεν υπάρχουν πολεμικές επεμβάσεις για ζητήματα που αφορούν την εσωτερική πολιτική ζωή μιας χώρα, το πόσο δημοκρατική είναι ή το εάν σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ας μην ξεχνάμε ότι η Κίνα αντιμετωπίζει ως περιοχή δική της ευθύνης τη Νότια Σινική Θάλασσα και βέβαια υπάρχει πάντα και το θέμα της Ταϊβάν όπου πρόσφατα είχαμε και την ένταση που προκάλεσε η επίσκεψη Πελόζι.
Σε ορισμένες πλευρές Ρωσία και Κίνα μπορούν να αλληλοσυμπληρώνονται. Η Κίνα προσφέρει την οικονομική ισχύ της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας του πλανήτη και η Ρωσία την ισχύ πυρηνικής υπερδύναμης που διαθέτει καθώς και την πολύ μεγαλύτερη εμπειρία να διαχειρίζεται διεθνείς κρίσεις. Μάλιστα, διάφορες συμβολικές κινήσει όπως τα κοινά στρατιωτικά γυμνάσια επιβεβαιώνουν μια συνεργασία και στο αμυντικό επίπεδο.
Όμως, ο πόλεμος στην Ουκρανία έθεσε αυτή τη σχέση σε μια ορισμένη δοκιμασία. Παρότι η Κίνα σε επίπεδο «αρχής» συγκλίνει με την ρωσική θέση ότι το ΝΑΤΟ προσπαθούσε να φτάσει επιθετικά στα σύνορά της και παρότι η κινεζική ηγεσία έχει κάνει σαφές ότι θεωρεί ότι η Δύση κινείται πιο επιθετικά απέναντί της, την ίδια στιγμή σε αυτή τη φάση προφανώς και η Κίνα δεν θα ήθελε μια τόσο βαθιά πλανητική διαίρεση που θα περιόριζε τη δική της παγκόσμια οικονομική παρουσία, παρότι ήδη έβλεπε να κλιμακώνονται και οι αμερικανικές οικονομικές πιέσεις απέναντί της (βλ. π.χ. τη μάχη των μικροτσίπ).
Οι κινεζικές ανησυχίες
Αυτή ακριβώς τη διάσταση αποτύπωσε και η δημόσια παραδοχή του ίδιου του Πούτιν ότι κατανοούν τις ανησυχίες της Κίνας για την κατάσταση στην Ουκρανία.
Προφανώς και δεν μιλάμε για μια αλλαγή στάση της Κίνας που έχει στηρίξει ουσιαστικά τη ρωσική κίνηση και κατηγορεί το ΝΑΤΟ για την κατάσταση, ούτε για μια μείζονα ρήξη.
Όμως, είναι σαφές ότι ο Πεκίνο, που έχει να αντιμετωπίσει πάντα και το ενδεχόμενο κυρώσεων σε βάρος κινεζικών επιχειρήσεων επειδή συναλλάσσονται με τη Ρωσία, υφίσταται κάποιες επιπτώσεις από τη συνεχιζόμενη πολεμική συγκυρία, έστω και εάν υποστηρίζει τη Ρωσία εκτός των άλλων και επειδή μια δυτική «ήττα» θα διαμόρφωνε έναν ευνοϊκότερο συσχετισμό. Δεν θα ήθελε, όμως, και να βρεθεί σε μια κλιμακούμενη αντιπαράθεση με τη Δύση, χωρίς να το επιλέξει η ίδια η κινεζική ηγεσία. Και ακόμη και εάν η Κίνα κάνει βήματα προετοιμασίας για έναν κόσμο πιο διαιρεμένο – π.χ. την προετοιμασία για μια ορισμένη «αποδολαριοποίηση» των συναλλαγών» – δεν σημαίνει ότι θα ήθελα να χάσει τον κεντρικό ρόλο που έχει σε σημαντικές εφοδιαστικές αλυσίδες που καταλήγουν στη Δύση.
Η Ρωσία και η Κεντρική Ασία
Την ίδια στιγμή το γεγονός ότι η Ρωσία έχει εμπλακεί σε μια παρατεταμένη πολεμική σύγκρουση στην Ουκρανία χωρίς εμφανή σύντομη διέξοδο, καθώς με την ενισχυμένη δυτική βοήθεια και καθοδήγηση η Ουκρανία μπορεί να πραγματοποιεί αντεπιθέσεις και άρα να παρατείνεται ο πόλεμος, έχει επίδραση στον τρόπο που μπορεί να διαχειρίζεται άλλες εστίες έντασης.
Το γεγονός ότι είχαμε αναζωπύρωση της σύγκρουσης ανάμεσα σε Αρμενία και Αζερμπαϊτζάν αλλά και συνοριακές αψιμαχίες Κιργιστάν και Τατζικιστάν (την ώρα που οι ηγέτες του ήταν στη Σαμαρκάνδη) δείχνει ότι και τον Καύκασο και στην Κεντρική Ασία υπάρχουν εστίες ένταση που απαιτούν την παρέμβαση και τη μεσολάβηση μιας Ρωσίας που την ίδια ώρα έχει να διαχειριστεί μια μείζονα πολεμική επιχείρηση στην Ουκρανία. Αποτυπώνουν επίσης ότι όσοι θεωρούν ότι είναι έστω και συγκυριακά αποδυναμωμένη θα προσπαθήσουν να εκμεταλλευτούν τη συγκυρία.
Η αντιφατική ανάδυση ενός πολυπολικού κόσμου
Όλα αυτά δείχνουν ότι η ανάδυση ενός πολυπολικού κόσμου είναι μια αρκετά πιο αντιφατική διαδικασία. Αποτελεί μια πραγματική δυναμική και τάσεις όπως η απροθυμία για τις κυρώσεις ή η επιθυμία διατήρησης σχέσεων με τη Ρωσία, το καταδεικνύουν. Όμως, αυτό δεν σημαίνει και μια αντίστοιχη επιθυμία για έναν κόσμο διαιρεμένο ή χωρισμένο σε μπλοκ και δη με όρους περιορισμού των οικονομικών συναλλαγών. Και βέβαια, πολλά θα κριθούν και από τον ίδιο τον συσχετισμό που θα διαμορφωθεί στο μέτωπο των μαχών στην Ουκρανία.