Ουκρανία: Μετά την πολιτικο-στρατιωτική, τώρα και… γλωσσική δικτατορία!!!

2262
ukranorama

Το πρωί της Πέμπτης 25/4, η Ανώτατη Ράντα (Βουλή) της Ουκρανίας υπερψήφισε τον Νόμο 5670-Δ «Περί της εξασφάλισης της λειτουργίας της ουκρανικής γλώσσας ως κρατικής».

Πίσω από αυτή την, σχετικά, ουδέτερη διατύπωση, κρύβεται στην πραγματικότητα ένα νομικό τερατούργημα, το οποίο ουσιαστικά απαγορεύει τη χρήση οποιασδήποτε άλλης γλώσσας, πλην της ουκρανικής, όχι μόνο στην εκπαίδευση και τις δημόσιες υπηρεσίες, αλλά και σε οποιονδήποτε δημόσιο και κοινωνικό χώρο και μάλιστα επί ποινή (πρόστιμο ή ακόμη και φυλάκιση)!!!

Σε μια χώρα, όπου ζουν 79 διαφορετικές εθνότητες, που μιλούν ισάριθμες γλώσσες και όπου μόνο η ρωσική εθνική μειονότητα αποτελεί περίπου το 25-30% του πληθυσμού της, καθιερώνεται στην πράξη η γλωσσική δικτατορία μίας και μοναδικής γλώσσας, την οποία μάλιστα δεν κατέχουν επαρκώς όλοι της οι πολίτες, κυρίως για αντικειμενικούς ιστορικούς λόγους.

Οι συνέπειες μιας τέτοιας πράξης στην κοινωνική ζωή της Ουκρανίας, ενδεχομένως να είναι πολύ εντονότερες και χειρότερες ακόμη και από αυτές της πολιτικο-στρατιωτικής δικτατορίας που βρίσκεται στην εξουσία από τις 22 Φεβρουαρίου του 2014.

Σε αδρές γραμμές, στον νόμο αυτό, που υπερψηφίστηκε από 278 εκ των 450 βουλευτών της ουκρανικής Βουλής, συμπεριλαμβάνονται οι παρακάτω διατάξεις:

  • Μοναδική επίσημη γλώσσα του κράτους είναι η ουκρανική.
  • Οποιαδήποτε προσπάθεια καθιέρωσης της πολυγλωσσίας στην Ουκρανία θα θεωρείται ως «απόπειρα βίαιης αλλαγής ή/και ανατροπής της συνταγματικής τάξης», αλλά και ως «απόπειρα προσβολής της ουκρανικής γλώσσας και του ουκρανικού πολιτισμού» και τιμωρείται από το νόμο (!!!).
  • Όσοι/-ες θελήσουν στο μέλλον να λάβουν την ουκρανική υπηκοότητα, θα πρέπει να δώσουν εξετάσεις επάρκειας στην ουκρανική γλώσσα, τα κριτήρια της οποίας θα ορίζει κρατική επιτροπή επιφορτισμένη με αυτή τη λειτουργία.
  • Θεσπίζεται θέση κρατικού επιτετραμμένου «για την υπεράσπιση της ουκρανικής γλώσσας», που θα ορίζεται και θα παύεται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου της χώρας.
  • Ορίζεται ο κύκλος των προσώπων που κατέχουν κρατικά αξιώματα και υποχρεούνται να γνωρίζουν επαρκώς την ουκρανική γλώσσα. Μεταξύ αυτών είναι ο Πρόεδρος, ο Πρωθυπουργός, τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου, ο Πρόεδρος της Βουλής και οι βουλευτές, ο επικεφαλής της Υπηρεσίας Ασφαλείας, ο Γενικός Εισαγγελέας κ.ά.
  • Η επιβολή της χρήσης της ουκρανικής γλώσσας γίνεται σε όλες τις σφαίρες της δημόσιας ζωής και όχι μόνο στην εκπαίδευση και στις δημόσιες υπηρεσίες. Ακόμη και όσοι/-ες εργάζονται στον τομέα της παροχής υπηρεσιών και τον τουρισμό (πχ εργαζόμενοι σε εστιατόρια, μπαρ, ξενοδοχεία, κοκ) υποχρεούνται από εδώ και πέρα να απευθύνονται στους πελάτες μόνο στα Ουκρανικά (!!!).
  • Την «τήρηση της τάξης» ως προς τη χρήση της ουκρανικής γλώσσας αναλαμβάνει Ειδικό Σώμα Επιθεωρητών που δημιουργείται γι’ αυτόν τον σκοπό. Τα μέλη αυτού του Σώματος θα έχουν δικαίωμα να εισέρχονται ανενόχλητοι σε οποιαδήποτε διαδικασία δημοσίου συμφέροντος (πχ συνεδριάσεις της Βουλής, των Δημοτικών Συμβουλίων ή άλλων δημόσιων οργανισμών), αλλά και σε οποιονδήποτε δημόσιο/κοινωνικό χώρο και να ελέγχουν τη χρήση της γλώσσας. Θα μπορούν, μάλιστα, να «κόβουν» και πρόστιμα ή να παραπέμπουν τους «ενόχους» σε αυτόφωρες δίκες για «παραβίαση του νόμου περί κρατικής γλώσσας» (!!!).
  • Καταργείται οριστικά μέχρι το έτος 2023 η εκπαίδευση σε οποιανδήποτε άλλη γλώσσα, πλην της ουκρανικής. Μέχρι τότε παραμένει η διδασκαλία μαθημάτων σε άλλη γλώσσα μόνο στις τάξεις του Δημοτικού. Όσα σχολεία μέχρι σήμερα είχαν αποκλειστική ή παράλληλη διδασκαλία μαθημάτων σε άλλες γλώσσες, μετατρέπονται, ουσιαστικά, δια της βίας σε «ουκρανόφωνα».
  • Η παραβίαση του «νόμου περί κρατικής γλώσσας» μπορεί να επιφέρει πρόστιμο έως και 11.900 ουκρανικές γρίβνες (περίπου 400 ευρώ) για χρήση άλλης γλώσσας, έως και φυλάκιση αρκετών ετών σε περίπτωση απόπειρας καθιέρωσης πολυγλωσσικού συστήματος στη χώρα (!!!).
  • Σχετικά χαλαρότερη είναι η αντιμετώπιση της χρήσης μόνο της κριμαιο-ταταρικής γλώσσας, όπως και των επισήμων γλωσσών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ειδικότερα αυτών που μιλιούνται από γηγενείς πληθυσμούς εντός της Ουκρανίας (Ούγγροι, Ρουμάνοι, Βούλγαροι, Πολωνοί, Σλοβάκοι κ.ά.). Ωστόσο η εκπαίδευση που λάμβαναν τα παιδιά που ανήκουν σε αυτές τις εθνικές μειονότητες στη μητρική ους γλώσσα καταργείται ούτως ή άλλως.

Ως πρώτα συμπεράσματα από την καθιέρωση ενός τέτοιου νόμου μπορούμε να αναφέρουμε τα παρακάτω:

  • Ο νόμος αυτός ψηφίστηκε βιαστικά στο μεσοδιάστημα ανάμεσα στη λήξη της θητείας του απερχόμενου «Προέδρου» της Ουκρανίας Πετρό Ποροσένκο και της ανάληψης των καθηκόντων από τον νεοεκλεγμένο στον «προεδρικό» θώκο ΒλαντίμιρΒολοντίμιρ, στα Ουκρανικά) Ζελένσκι, για να δημιουργήσει ένα είδος «τετελεσμένου» για τον δεύτερο. Ο νόμος αυτός, σε συνδυασμό με διάφορα άλλα «τερτίπια», που χρησιμοποιεί ο Ποροσένκο σε συνεργασία και με την (ελεγχόμενη, προσώρας, από τον ίδιο) Ανώτατη Ράντα, είναι η τελευταία απόπειρα του ολιγάρχη απερχόμενου «Πρόεδρου» να κρατηθεί ζωντανός στο εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι, κάνοντας – στο μέτρο των δυνατοτήτων του – εξαρχής τον «βίο αβίωτο» στον διάδοχό του. Μεταξύ των άλλων ενεργειών του, καταχωρείται και η προσπάθεια μετάθεσης της τελετής ανάληψης των καθηκόντων από τον Ζελένσκι όσο το δυνατόν αργότερα (σε 30 ή 40 μέρες από τον παρόντα χρόνο), ώστε εκείνος να μη μπορέσει να διαλύσει την Ανώτατη Ράντα και να προκηρύξει πρόωρες «εκλογές», υποχρεούμενος να ανεχθεί μέχρι τον προσεχή Οκτώβριο (όταν δηλαδή θα πρέπει να γίνουν κανονικά οι βουλευτικές «εκλογές» στη χώρα) ένα εχθρικό προς αυτόν ανώτατο νομοθετικό σώμα, με ό,τι αυτό και αν συνεπάγεται…
  • Ο νόμος αυτός είναι απολύτως βέβαιο, ότι θα βαθύνει το χάσμα ανάμεσα στους Ουκρανούς πολίτες διαφόρων εθνοτικών, γλωσσικών και πολιτισμικών καταβολών. Κυρίως όμως, το νομικό αυτό τερατούργημα διαμορφώνει ένα πλαίσιο ωμών διακρίσεων και καταπίεσης όσων πολιτών δεν είναι εθνοτικά Ουκρανοί και έχουν άλλη μητρική γλώσσα, πλην της ουκρανικής. Το μεγαλύτερο βαθμό καταπίεσης θα τον δεχθεί, όπως γίνεται κατανοητό, η μεγάλη ρωσική εθνική μειονότητα της Ουκρανίας, που αριθμεί περίπου 11 εκατομμύρια άτομα, δηλαδή πάνω από το 25% του σημερινού πληθυσμού της χώρας (Στγ: Στον πληθυσμό αυτό δεν υπολογίζουμε τους κατοίκους της Κριμαίας, η οποία αποτελεί πλέον de facto έδαφος της Ρωσικής Ομοσπονδίας, αλλά και των αυτονομημένων περιοχών του Ντονμπάς. Και στις δύο περιπτώσεις, οι εθνοτικά Ρώσοι αποτελούν τη συντριπτική πλειονότητα του ντόπιου πληθυσμού).
  • Όπως γίνεται κατανοητό, με την αποδοχή από την Ανώτατη Ράντα ενός τέτοιου νομοθετήματος, κάθε πιθανότητα ή φρούδα ελπίδα του ουκρανικού καθεστώτος να δει την περιοχή του Ντονμπάς να επιστρέφει (και μάλιστα… οικειοθελώς, όπως αφελώς θέλουν να πιστεύουν ή απλώς διαδίδουν οι «χουνταίοι» του Κιέβου) στη σύνθεση της Ουκρανίας, απλώς μηδενίζεται… Αντιθέτως, πολλαπλασιάζονται οι πιθανότητες της πλήρους αυτονόμησης της περιοχής, είτε ως ξεχωριστών κρατικών οντοτήτων με τη μορφή ομοσπονδίας («Νεορωσία»), είτε με την εθελοντική τους προσχώρηση στη σύνθεση της Ρωσικής Ομοσπονδίας, κατά τα πρότυπα της Κριμαίας. Η δεύτερη εκδοχή, πάντως, τουλάχιστον στην παρούσα φάση, είναι λιγότερο πιθανή από την πρώτη, για λόγους που θα εξηγηθούν σε ξεχωριστό άρθρο…
  • Πέρα, όμως, από την απίθανη, πλέον, επιστροφή του Ντονμπάς στις «αγκάλες» του Κιέβου, ο νόμος αυτός μπορεί να οδηγήσει μεσοπρόθεσμα ακόμη και στη διάλυση της Ουκρανίας ως κρατικής οντότητας, αφού όχι μόνο δεν ενισχύει την ενότητα του κράτους και των πολιτών του, αλλά δημιουργεί φυγόκεντρες τάσεις, ειδικά στις μειονότητες που κατοικούν στα σύνορα με τις χώρες-«μητροπόλεις» τους (Ουγγαρία, Ρουμανία, Σλοβακία, Πολωνία και, εννοείται, Ρωσία). Ήδη οι χώρες αυτές εδώ και μερικά χρόνια εφοδιάζουν τους ομογενείς τους που κατοικούν στην Ουκρανία με διαβατήρια και υπηκοότητα, προκειμένου να θωρακίσουν τα δικαιώματά τους ωσάν να επρόκειτο για δικούς τους πολίτες. Η Ρωσία έλαβε αυτή την απόφαση για τους κατοίκους του Ντονμπάς πριν από λίγες μέρες, προκαλώντας μεγάλες, όσο και απολύτως υποκριτικές αντιδράσεις όχι μόνο στην Ουκρανία, αλλά και στις μεγάλες χώρες της ιμπεριαλιστικής Δύσης.
  • Παρ’ όλες, ωστόσο, τις υποκριτικές κραυγές κατά της Ρωσίας (η οποία, εν παρόδω, έκανε κάτι αυτονόητο, που έχουν ήδη κάνει αρκετές άλλες χώρες, μεταξύ άλλων και μέλη της ΕΕ), η γραφειοκρατία των Βρυξελλών συνειδητοποιεί ότι στην περίπτωση της Ουκρανίας «πόνταρε σε κουτσό άλογο», αφού το φασιστικό καθεστώς του Κιέβου, έχοντας αποθρασυνθεί πλήρως, κάνει πράγματα που προκαλούν δυσφορία ακόμη και στους πιο θερμούς, μέχρι σήμερα, υποστηρικτές του εντός της ΕΕ. Φυσικά, οποιαδήποτε προοπτική για ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ, ακόμη και στο ΝΑΤΟ, είναι στην πραγματικότητα ανύπαρκτη… Η Ουκρανία χρειάζεται στην ιμπεριαλιστική Δύση ως χώρος και όχι ως χώρα. Κυρίως δε, χρειάζεται ως χώρος υλοποίησης του σχεδίου «αντι-Ρωσία» σε όλες του τις πτυχές, γεωστρατιωτικές, γεωπολιτικές, οικονομικές κοκ, χωρίς, όμως, να έχει ως χώρα τα όποια δικαιώματα προκύπτουν από μια πιθανή πλήρη ένταξή της σε οποιονδήποτε από αυτούς τους δύο Οργανισμούς.

Από εκεί και πέρα, το «μπαλάκι» περνάει πλέον στα χέρια του νικητή των πρόσφατων προεδρικών «εκλογών» και προσεχούς «Προέδρου» της χώρας, του Βλαντίμιρ Ζελένσκι, ο οποίος θα πρέπει ν’ αποφασίσει πολύ σύντομα εάν θα διατηρήσει όλον αυτόν τον νομικό «βόρβορο» που του κληροδοτεί η διοίκηση Ποροσένκο ή, αντίθετα, θ’ αποφασίσει να πάει κόντρα στο ακροδεξιό κατεστημένο της χώρας και θα επιχειρήσει κάποιου είδους εξομάλυνση της κατάστασης. Τα πρώτα δείγματα, πάντως, των αντιδράσεων του Ζελένσκι πάνω στα φλέγοντα ζητήματα της ουκρανικής κοινωνίας αφήνουν ελάχιστα περιθώρια αισιοδοξίας. Και αυτό γιατί, μέχρι στιγμής, ο ίδιος δείχνει να προσπαθεί να ισορροπήσει εντός του απολύτως ετερόκλητου εκλογικού του κοινού, που του έδωσε στις πρόσφατες προεδρικές «εκλογές» το ασύλληπτο 73,22% των ψήφων (έναντι μόλις 24,45% του Ποροσένκο) και όχι να υποστηρίξει μια ξεκάθαρη πολιτική ατζέντα προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση… Για τις τοποθετήσεις του Ζελένσκι, ειδικά τις τελευταίες ημέρες, ο χαρακτηρισμός «αντιφατικές» είναι, εν προκειμένω, ιδιαίτερα επιεικής

Ειδικά, μάλιστα, στο θέμα του «νόμου περί κρατικής γλώσσας» η τοποθέτησή του παραήταν «ήπια», αν και επικριτική, κυρίως όμως δεν έδωσε καμία δέσμευση ότι με την ανάληψη των καθηκόντων του θα καταργήσει το νομικό αυτό τερατούργημα…

Εν κατακλείδι, ο γράφων εξακολουθεί να πιστεύει, ότι ο πολύπαθος ουκρανικός λαός θα βρει, αργά ή γρήγορα, τη δύναμη να ξεσηκωθεί με πρόταγμα μια πραγματικά δημοκρατική και κοινωνικά ευαίσθητη πολιτική ατζέντα και θα στείλει αυτό το «παρά φύσει» νεοναζιστικό έκτρωμα, που τον τυραννά τα τελευταία 5 και πλέον χρόνια, στο μοναδικό μέρος, όπου αξίζει να βρίσκεται: στον σκουπιδοντενεκέ της Ιστορίας… Όπερ έδει, δείξαι…

*Ο Βασίλης Μακρίδης είναι δημοσιογράφος και μεταφραστής ρωσικής γλώσσας, απόφοιτος του Πανεπιστημίου του Ροστόβ-να-Ντονού (Ρωσία) και μέλος του Τμήματος Εξωτερικής Πολιτικής της ΛΑ.Ε.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας