Γιατί ο Μακρόν επιθυμεί συμμετοχή στη Σύνοδο των BRICS

1391

Η γαλλική έκφραση “se faire inviter”, θα μπορούσε να μεταφραστεί “εκμαιεύω πρόσκληση”. Και είναι αυτό ακριβώς που επιχειρεί ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν σε σχέση με τη Σύνοδο Κορυφής των Brics την οποία θα φιλοξενήσει στις 22-24 Αυγούστου στο Γιοχάνεσμπουργκ η προεδρεύουσα της ομάδας, Νότιος Αφρική.

Το επιβεβαίωσε αυτό τη Δευτέρα η Γαλλίδα υπουργός Εξωτερικών Κατρίν Κολονά, μετά από συνάντηση στην Πρετόρια με τη Νοτιαφρικανίδα ομόλογό της Ναλέντι Πάντορ, σημειώνοντας ότι “ο διάλογος είναι πάντα κάτι θετικό, ακόμη και αν δεν συμφωνούμε 100% σε όλα τα ζητήματα”.

Αν ο Μακρόν παραστεί εντέλει στη σύνοδο του Γιοχάνεσμπουργκ, ως παρατηρητής ή ειδικός προσκεκλημένος, θα είναι ο πρώτος ηγέτης χώρας της G7 που θα συμμετέχει στο θεωρούμενο ως κατεξοχήν ανταγωνιστικό προς τη δυτικοκεντρική τάξη πραγμάτων φόρουμ των αναδυόμενων οικονομιών.

Σημειώνεται ότι οι πέντε χώρες των Brics (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότιος Αφρική) συγκεντρώνουν πλέον άνω του 40% (3,24 δισ. άτομα) του παγκόσμιου πληθυσμού καθώς και το 31,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ, έναντι 30% της G7, ενώ για τη σχεδιαζόμενη διεύρυνση της ομάδας έχουν υποβάλει υποψηφιότητα άλλα 19 κράτη.

Το ενδιαφέρον του Μακρόν να ανοίξει διαύλους με τον πλανητικό Νότο μπορεί να ειδωθεί ως ένα ακόμη δείγμα της “στρατηγικής αυτονομίας” την οποία διεκδικεί το Παρίσι, επιδεικνύοντας παντοία κινητικότητα, εν μέσω αλλεπάλληλων εσωτερικών και εξωτερικών προκλήσεων. Ως προς τις τελευταίες αρκεί να αναφερθεί η αποδυνάμωση (ακόμη και στο επίπεδο των εντυπώσεων) του γαλλογερμανικού άξονα, καθώς και οι τριβές με διαδοχικές αμερικανικές κυβερνήσεις, είτε λόγω της απόσυρσης των ΗΠΑ από το Σύμφωνο των Παρισίων για το κλίμα επί Τραμπ, είτε λόγω της δέσμης προστατευτικών μέτρων που έλαβε ο Μπάιντεν στο πλαίσιο του νομοθετήματος για την καταπολέμηση του πληθωρισμού.

Η Πάντορ δήλωσε ότι εναπόκειται στον πολιτικό της προϊστάμενο, δηλαδή τον Νοτιοαφρικανό πρόεδρο Σίριλ Ραμαφόσα να λάβει τις αποφάσεις για την πρόσκληση ή μη του Μακρόν. Οι δύο πρόεδροι, σημειώνεται, θα έχουν την ευκαιρία να συναντηθούν αυτή την εβδομάδα στο Παρίσι, στο πλαίσιο της γαλλικής εμπνεύσεως συνόδου για ένα Νέο Παγκόσμιο Χρηματοπιστωτικό Σύμφωνο.

Αλλά η πιθανότητα πρόσκλησης του Μακρόν προκαλεί ήδη τριβές στο εσωτερικό των Brics – σαν να μην έφθαναν ήδη οι πιέσεις που δέχεται από τη Δύση η Νότιος Αφρική, ως χώρα συνυπογράψασα τη Συνθήκη της Ρώμης, να συλλάβει άμα τη αφίξει του τον Βλαντίμιρ Πούτιν, σε εφαρμογή των κατηγοριών που απήγγειλε εναντίον του Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. Το Πεκίνο, όπως αποκαλύπτουν οι αναλύσεις Κινέζων εμπειρογνωμόνων στην Λαϊκή Ημερησία και τους αγγλόφωνους Global Times, μάλλον κολακεύεται από την πρωτοβουλία του Γάλλου προέδρου και θεωρεί ότι πρέπει να ενθαρρυνθεί κάθε κίνησή του προς την κατεύθυνση της στρατηγικής αυτονομίας, την οποία αποδίδει στην “γκωλική παράδοση”.

Άλλωστε το Πεκίνο δεν ξεχνά την επίσκεψη που πραγματοποίησε τον Απρίλιο ο Μακρόν, συνοδευόμενος από την πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, σε έμπρακτη απόκρουση των φωνών (αρκετά ισχυρών στη Ουάσιγκτον) για “ανάσχεση” της Κίνας. Επίσης, η κινεζική ηγεσία θεωρεί ότι η Γαλλία, παρά τη σύμπλευσή της με τη γραμμή του ΝΑΤΟ στο ζήτημα της Ουκρανίας, θα μπορούσε να συμβάλει εποικοδομητικά στην ανάληψη ειρηνευτικών πρωτοβουλιών, όπως αυτές που έχει κατά νου το Πεκίνο. Και σε κάθε περίπτωση, αντιλαμβάνεται ότι η άρνηση του πλανητικού Νότου να ακολουθήσει τη Δύση στη θέσπιση κυρώσεων κατά της Ρωσίας, λειτουργεί διαπαιδαγωγητικά για τους πιο πραγματιστές ηγέτες, όπως ο Μακρόν.

Όμως η Ρωσία δεν αντιμετωπίζει διόλου θετικά την προοπτική παρουσίας του Μακρόν στη σύνοδο των Βrics. Χαρακτηριστικό είναι το ερώτημα που έθεσε η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα για ποιον λόγο επιθυμεί αυτή τη συμμετοχή το Μέγαρο των Ηλυσίων. “Θέλουν για μία ακόμη φορά να έχουν κάποια επαφή για να δείξουν τη δραστηριότητα του Παρισιού ή πρόκειται για ενός είδους Δούρειο Ίππο;” αναρωτήθηκε φωναχτά.

Προφανώς το γεγονός ότι η Γαλλία εξοπλίζει και στηρίζει πολιτικά την Ουκρανία την καθιστά “εχθρικό κράτος” στα μάτια της Μόσχας. Πολύ περισσότερο, όμως, η ρωσική ηγεσία έχει χάσει κάθε εμπιστοσύνη στο Παρίσι, αφότου αυτό δεν μπόρεσε να τιμήσει την υπογραφή του στις Συμφωνίες του Μινσκ.

Μία ιδιαίτερη όψη αυτής της αντιπαράθεσης δίνει όμως η γαλλο-ρωσική “μάχη για την Αφρική”. Οι δεσμοί που καλλιεργεί η Μόσχα, ευθέως ή δια των μισθοφόρων της Wagner, με κράτη του Σαχέλ, όπου άλλοτε κυριαρχούσε η γαλλική επιρροή, η αντιαποικιακή ρητορική με την οποία η ρωσική πλευρά επενδύει τον τελευταίο χρόνο τη σύγκρουσή της με τη Δύση, καθώς και σειρά πρόσφατων δηλώσεων της Ζαχάροβα το εικονογραφούν πειστικά. Πρόσφατα μόλις η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών υποστήριξε ότι “το Παρίσι επιλέγει συγκεκριμένες αφρικανικές χώρες στις οποίες είναι έτοιμο να παραβλέψει στρατιωτικά πραξικοπήματα και πολυάριθμες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων για όσο αυτές ακολουθούν τυφλά την επίσημη γαλλική γραμμή” και ότι “οι υποστηρικτές της νεοαποικιακής προσέγγισης” αδυνατούν να καταλάβουν πως οι αφρικανικοί λαοί “με την ιδιαίτερη ιστορία τους και τους αγώνες τους για ανεξαρτησία έχουν προ πολλού κερδίσει το δικαίωμα να αναπτύσσουν φιλία με όποιες χώρες και πολιτισμούς επιθυμούν, να υπερασπίζονται τα εθνικά τους συμφέροντα όπως κρίνουν, να αναπτύσσουν και να εκδημοκρατίζουν τις κοινωνίες τους χωρίς καμία έξωθεν πίεση”.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας