Μάνια Παπαδημητρίου: Κρατάμε την Ιστορία ζωντανή

2043
παπαδημητρίου

Ένα κείμενο της Μάνιας Παπαδημητρίου, όπως το διάβασε η ίδια στη συναυλία αλληλλεγγύης της ΚΕΕΡΦΑ στο Gagarin, στις 20 Γενάρη.
Σου είπαν ψέματα πολλά, 
ψέματα σήμερα σου λένε ξανά
κι αύριο ψέματα ξανά θα σου πουν, 
ψέματα σου λένε 
οι εχθροί σου
μα κι οι φίλοι σου, 
σου κρύβουν την αλήθεια.
Kράτα ψηλά το κεφάλι. Όταν γύρω σου ο φόβος σου κάνει τους πολίτες σκυφτούς. Στάσου όρθιος όσο γύρω σκύβουν όλοι στα τέσσερα. Λέγε τα ποιήματα. Λέγε οι λόγοι των μεγάλων ανδρών. Λέγε οι ιστορίες των γενναίων. Ο φόβος σφίγγει το στομάχι. Δεν είναι φόβος θανάτου ή βλάβης σωματικής. Είναι ο τρόμος των επιχειρημάτων των φασιστών και των υπερασπιστών τους μέσα στο δικαστήριο.
Eίναι ο τρόμος της απόγνωσης που σε πιάνει όταν ακούς γύρω σου τη γενικευμένη οργή λόγω φτώχειας και απελπισίας να παίρνει μορφές και λέξεις που ταιριάζουν στην εισαγωγή του ρατσιστικού λόγου. Γίνεται σιγά σιγά, γλυκά κι απαλά γλυστράει σαν σκόνη μέσα στο λεξιλόγιο και μετά εγκαθίσταται στην σκέψη. Και όταν πας να το ξεριζώσεις, νοιώθεις πως έχει βγάλει ρίζες τόσο δυνατές που γίνεται κορμός από πέτρα που σκοτώνει κάθε έλεος απέναντι στον άλλο. Που κρυβόταν τόση ημιμάθια, τόση άκριτη παράλογη οργή; Λες και ξαφνικά δεν βρίσκεις λέξεις να απαντήσεις.
Κι όμως. Κάποιοι μπορούν. Κάποιοι αντέχουν. Δεν χάνουν ποτέ τον στόχο. Εκεί, μέσα στο δικαστήριο την ώρα της κατάθεσης, οι μάρτυρες κατηγορίας της εγκληματικής οργάνωσης που κατάφερε να μπει μέσα στη Βουλή και να μιλάει εξ ονόματος μιας δήθεν μερίδας των συμπολιτών μας. Εκεί, μέσα στα μεγάλα έδρανα της ανεξάρτητης δικαιοσύνης, οι μάρτυρες κατηγορίας στέκουν αγέρωχοι και βρίσκουν λέξεις να απαντήσουν στον παράλογο χορό των επιχειρημάτων του αντιπάλου. Αξίζουν τον έπαινο και τον θαυμασμό μας. Κανείς δεν αντέχει τόσο φασιστικό μένος όσο ακούγεται κάτω από τις φράσεις των συνηγόρων υπεράσπισης των εγκληματιών. Μπορείς να σπάσεις κάθε στιγμή, να αρχίσεις να ουρλιάζεις από απόγνωση απέναντι στο άδικο και την ηθελημένη ανοησία.
Κοιτώ τα έδρανα, κοιτώ την Μάγδα Φύσσα, κοιτώ το μάρτυρα. Κοιτώ την ώρα, τις μέρες, τους μήνες που περνούν. Πότε θα βγει η καταδικαστική απόφαση για το αυτονόητο, για τις επιθέσεις και τους φόνους; Πότε όλες αυτές οι λέξεις θα βρούνε τον στόχο τους έτσι που να μην κινδυνεύει κανένας πολίτης πια να βρίσκεται σε ένα λεωφορείο στην Αλεξάνδρας και να του επιτίθενται τάγματα εφόδου μπροστά σε αδιάφορους, αμέτοχους αστυνομικούς; Πότε οι λέξεις θα πάψουν να κρύβουν και να κρύβονται πίσω από τη νομική ορολογία και θα μιλήσουν καθαρά; Είναι κάτι που γλυστράει σαν σκόνη. Τρυπώνει από τα παράθυρα και κάθεται πάνω στη συνείδηση.
Ατάραχους
Τάγματα εφόδου της Χρυσής Αυγής επετέθησαν σε δικηγόρο της πολιτικής αγωγής μπροστά στους ατάραχους αστυνομικούς. Της σπάσανε τη μύτη και μέσα στο κοινοβούλιο δεν άνοιξε μύτη. Όλη η Αθήνα από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης μάθαινε πως έγινε στα Εξάρχεια, τη γειτονιά μου. Όλα τα κακά στα Εξάρχεια. Η λεωφόρος Αλεξάνδρας δεν είναι Εξάρχεια! Είναι έξω από το Εφετείο, έξω από τη δίκη, την ώρα της δίκης. Και;
Τίποτα, τίποτα, τίποτα. Περίμενα να σηκωθεί το θέμα μέσα στη Βουλή. Τίποτα. Γλυστράει, γλυκά στον ύπνο των πολιτών η αίσθηση ότι κάποιοι, γενικά, επιτίθενται, στα Εξάρχεια, που ζούνε κάποιοι κακοί τρομοκράτες, οι αντιεξουσιαστές – μα αυτοί που χτύπησαν ήταν φασίστες! Το ίδιο κάνει, όλα ένα. Και η δικαιοσύνη βάζει λέξεις στην σειρά.
Και οι μάρτυρες καταγγέλουν βία. Συγκεκριμένο είδος βίας, οργανωμένο από συγκεκριμένα κέντρα, με στρατό. Και η Μάγδα Φύσσα ακούει. Και κουνάει το κεφάλι. Κάθε φορά που τα επιχειρήματα είναι ακλόνητα, κάθε φορά που η υπεράσπιση παγώνει. Πότε θα τελειώσει αυτή η διαδικασία που κάνει το φόνο να γίνεται λέξη και την επίθεση να γίνεται παράγραφος, το αίμα να γίνεται νερό;
Ήθελα να ουρλιάξω έλεος προχθές στο δικαστήριο όταν ο μάρτυρας, καλλιτέχνης με αναπηρία αναγκαζόταν να ακούει πως δήθεν η Χρυσή Αυγή δεν έχει κρυφή ατζέντα εναντίον των αναπήρων. Επειδή τρεις άνθρωποι από το 1,5 εκατομμύριο αναπήρους που ζούνε στην Ελλάδα, ανήκουν στις γραμμές της. Ήθελα να ουρλιάξω από την υποκρισία της υπεράσπισης να υποβάλει στην πρόεδρο ανάρτηση δήθεν του φέισμπουκ για την μάρτυρα Κατερίνα Θωίδου, τη δημοτική σύμβουλο από τη Νίκαια, ανάρτηση που δεν είχε κάνει ποτέ.
Ήθελα να ουρλιάξω, αλλά έβλεπα τη μάνα του Παύλου Φύσσα και δαγκώθηκα. Πώς αντέχει μια καρδιά να ακούει κάθε μέρα, επί τόσους μήνες, χρόνια, να σκοτώνουν και να ξανασκοτώνουν το παιδί της άσχετοι άνθρωποι που πληρώνονται για να σώσουν τους δολοφόνους του; Δεν ακούει κανείς τα ουρλιαχτά της δικής της καρδιάς; Φυσικά και τα ακούει. Εντέχνως τα αγνοεί. Γιατί οι λέξεις φόνος, αίμα, επίθεση, όσο απομακρύνονται από το γεγονός, γίνονται μόνο λέξεις.
Χρειάζεται όλοι μαζί να κρατήσουμε την ιστορία ζωντανή μέχρι να καταδικαστούν οι ένοχοι. Και μετά να κρατήσουμε την ιστορία ζωντανή μέχρι να εξασφαλιστεί ότι δεν θα ξαναγυρίσουν με άλλο πρόσωπο. Να κρατήσουμε, δηλαδή, την Ιστορία ζωντανή, για πάντα.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας