Ο κλάδος των δημοσιογράφων είναι ένας στιγματισμένος κλάδος. Πλην ολίγων εκ των επιφανών και πλην πολύ περισσότερων (αλλά πάντα ευάριθμων εν σχέσει με το πλήθος του κλάδου) τίμιων εργατών του Τύπου, ο υπόλοιπος κλάδος, η φασαριόζικη και φωνασκούσα πλειοψηφία του κλάδου, φέρει το στίγμα του Κάιν. Διότι έχει χύσει αδελφικό αίμα.
ΩΟι εξαιρέσεις δεν νικούν τον κανόνα. Και ο κανόνας είναι αποκρουστικός. Πριν από την κρίση, η πληθύς των δημοσιογράφων την προετοίμασε. Είτε από αμέλεια, είτε από ιδιοτέλεια, το μεγαλύτερο μέρος του κλάδου συμμετείχε στη φενάκη και τη χίμαιρα. Χωρίς τις «αργυρές λόγχες», ήγουν τις αργυρώνητες πένες, η οργάνωση της κρίσης και συνακολούθως η εκδήλωσή της θα ήταν αδύνατον να έχει συμβεί.
Στη συνέχεια, όταν η κρίση εκδηλώθηκε, αυτή η χρυσή ορδή υπερασπίσθηκε τα αποτελέσματά της, ωθώντας τις εργαζόμενες τάξεις μία-μία στον λάκκο τους. Προϊούσης της κρίσεως, πλήθος δημοσιογράφων άρχισε να πέφτει κι αυτό στον λάκκο που έσκαβε για τους άλλους. Στοιχειώδες. Αλλά το «στοιχειώδες» είναι σκέψη εν ανεπαρκεία για όσους έχουν «απελευθερωθεί» από τη δεοντολογία, την ηθική, τις υποχρεώσεις τους προς τον πλησίον τους, το καθήκον τους απέναντι στο πολίτευμα. Τώρα, θηρίο η κρίση,
τρώει αδιακρίτως δικαίους και αδίκους. Και αυτό στοιχειώδες. Η παθολογία που κατατρώει τον κλάδο μας και βλάπτει σοβαρά τους Ελληνες έχει μεγάλο βάθος στον χρόνο, στη σύγχρονη εκδοχή της όμως άρχισε να διαμορφώνεται στα χρόνια του «εκσυγχρονισμού», με την υποχώρηση των ιδεολογιών και την επικράτηση της «αλήθειας του καθενός». Με τη μετεξέλιξη του «εκσυγχρονισμού» σε «μνημονιακό καθεστώς», άρχισε ο «μεγάλος θερισμός». Τον οποίον ανέλαβαν να διεκπεραιώσουν εθελοντές ραγιάδες με μπροστοκρίαρα τους τζουτζέδες του κλάδου μας, προσκολλημένους ήδη από καιρό στα κόμματά τους και τις εταιρείες. Ανθρωποι με προστατευμένες καριέρες και συχνά φυτευτοί στα Μέσα όπου εργάζονταν, άλλοι αμόρφωτοι, άλλοι μορφωμένοι, αλλά όλοι το ίδιο κυνικοί, αμοραλιστές και αλαζονικοί, ώστε να τοποθετούν τον εαυτόν τους υπεράνω των φτωχοδιαβόλων και των αναλώσιμων.
Κι όσο βάθαινε η κρίση, τόσον και πιο πολύ η πλειοψηφία των δημοσιογράφων φερόταν σαν ένα κοπάδι που επαναλάμβανε την τύφλα του, την ιδιοτέλειά του και την εξάρτησή του από τα κόμματα καθώς και τα οικονομικά μεγαλοσυμφέροντα. Μια αγέλη σε πανικό, που διέσπειρε τον υπαγορευμένο τρόμο, αλλά και τον τρόμο που ο καθένας ξεχωριστά ένιωθε μέσα του, εν σχέσει με τη δική του επαγγελματική υπόσταση και τύχη. Καμιά
χειραγώγηση και καμία λογοκρισία δεν ήταν πια χρειαζούμενη για την πλειοψηφία ενός κλάδου που έγλειφε πλέον την αυτολογοκρισίαόπως το σάλιο του. Ελάχιστοι αντιστάθηκαν και απ’ αυτούς οι περισσότεροι όταν ήρθε ο ΣΥΡΙΖΑ εν τη βασιλεία του, έσπευσαν να πάρουν τη θέση των προηγουμένων, διεκδικώντας και καταλαμβάνοντας τα ίδια πόστα – στην ΕΡΤ, τα πρακτορεία, τα Γραφεία Τύπου Υπουργείων και Οργανισμών. Εν μια νυκτί
η γαλαζοπράσινη παθολογία έγινε παρδαλή, ροζομαυροπράσινη και ό,τι άλλο βάλει ο νους σας. Ιδιαιτέρως στο διαδίκτυο επεβλήθη ο πόλεμος των τρολ ή σε όποιο site «έμπαινε» ο ροζ γκαιμπελισμός, κάθε άλλη φωνή σιγούσε. Πολάκης και Γεωργιάδης, αυτοί έγιναν το μέτροστην επικράτεια της τρέλας των τρολ, αλλά και στον κανόνα του σοβαροφανούς δημοσίου λόγου. Οσο για τους
όλο και λιγότερους «Λακεδαιμονίους», είπαμε: δεν κάνουν οι εξαιρέσεις τη διαφορά, αλλά είναι η πλειοψηφία που κάνει τον κανόνα. Και ο κανόνας ήταν: το μελάνι που χύνεται να χύνει αίμα. Κανόνας που συνεχίζεται άπληκτος και κανοναρχεί αδιατάρακτος τον κλάδο σε φονικές συμπεριφορές. Την ίδια ώρα
που δολοφονείται και ο ίδιος. Οι εργασιακές σχέσεις στον χώρο μας έχουν γίνει Γης Μαδιάμ. Κι όμως, στις πρόσφατες εκλογές στην ΕΣΗΕΑ οι συνάδελφοι ψηφίσαμε μέσες-άκρες τους ίδιους (πλην του ΣΥΡΙΖΑ που αυτοκαταστράφηκε). Τους ίδιους που έφεραν τον κλάδο από πλευράς συνδικαλισμού σ’ αυτά τα χάλια ή που παρακολούθησαν το κακό να εξελίσσεται, χωρίς να κινούν ούτε το δαχτυλάκι τους.
Συνδικαλιστές επί τόσα πολλά χρόνια θητεύοντες, ώστε να ζουν πλέον σε έναν δικό τους κόσμο. Ωστε να ομιλούν πλέον μια δική τους γλώσσα, ακατανόητη στον υπόλοιπο Γαλαξία, κάτι περίεργα όντα
που δεν μπορούν να βγάλουν ούτε Πρόεδρο στην ΕΣΗΕΑ, των οικιών ημών εμπιμπραμένων. Το ασφαλιστικό σύστημα του κλάδου (ποτισμένο με ιδρώτα και αίμα) καταστράφηκε, με τους πολίτες ένα γύρω να ρίχνουν κατάρες πάνω στα καπνίζοντα ερείπια, λέγοντας «καλά να πάθετε». Με τον πολποτισμό ορισμένων Συριζαίων υπέρ της εξίσωσης προς τα κάτω να… δικαιώνεται! Με την κυβέρνηση να φτύνει πάνω στον μισοπεθαμένο ΕΔΟΕΑΠ, όπως από εποχής Βενιζέλου συνηθίζεται. Το ίδιο ανάλγητοι Τσίπρας, Κατρούγκαλος, Πετρόπουλος (η κυρία Αχτσιόγλου δεν λογίζεται λόγω τρομώδους ασχετοσύνης) έβγαλαν πάνω στους δημοσιογράφους και την ασφάλισή τους όλο το μένος και τα κόμπλεξ εκείνων που είναι ανίκανοι να διαχειρισθούν οτιδήποτε και ταυτοχρόνως είναι εντολοδόχοι των τεράτων που θέλουν να ελέγχουν το Προτεκτοράτο. Και βεβαίως όλα αυτά
υπό τα εγκώμια -ποιων άλλων;- των δημοσιογράφων, οίτινες αναπαράγουν μονίμως τον τρόμο και την αθλιότητα που κατατρώγουν αυτόν τον τόπο ανεξαρτήτως χρώματος (ή «προσήμου», όπως λένε οι ίδιοι όταν μηρυκάζουν τα κλισέ της εποχής).
Το τοπίο στα μέσα ενημέρωσης αλλάζει – αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας σήμερα. Η κυβέρνηση Τσίπρα στο θέμα της Διαπλοκής τα έκανε μαντάρα, όπως και σε όλα τα κρίσιμα θέματα. Στο νέο τοπίο που οι τυραννόσαυροι διαδέχονται τους δεινόσαυρους, υπάρχουν ορισμένες αχτίδες φωτός προς άλλες και από άλλες κατευθύνσεις, αλλά
η πληθύς των δημοσιογράφων συνεχίζει τα ίδια και χειρότερα. Παίζει το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω» με ακόμα πιο άγρια απελπισία και τρώει για μια ακόμα φορά το κεφάλι της. Μία από τα ίδια από την ίδια αηδία. Σαν να μην είδαν οι άνθρωποι αυτοί γύρω τους την Τροία να καίγεται, σαν να μην κατάλαβαν ότι όσα πρόδωσαν είχαν ένα τελευταίο όπλο εναντίον τους, την Νέμεσιν.
Ισως όμως έτσι να είναι η φύση των πραγμάτων. Ίσως να χρειάζονται επαναστατικές αλλαγές ευρύτερα στην κοινωνία για να μπορέσει ένας γερασμένος κλάδος, ένας εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσών κόσμος, να νίψει τα ανομήματά του όχι στη Σιλωάμ της Μυκόνου, καθώς το συνηθίζει, αναβαπτίζοντας το αίμα στο αίμα, αλλά στον μέλανα ζωμό μιας μελάνης καθαρής, νοθευμένης μόνο με μικρές αμαρτίες, συγχωρητέες.
Με την ευκαιρία, η στήλη θα ήθελε, έστω παλιομοδίτικα, να αποδώσει φόρο τιμής στους λίγους έστω, αλλά μεγάλης αξίας δημοσιογράφους που στάθηκαν δίπλα στον κόσμο και έτσι κόσμησαν την ψυχή τους με την ομορφιά της στάσης και του τρόπου τους – χωρίς αυτό το τελευταίο να είναι και τόσο σπουδαίο. Το σπουδαίο πάντα είναι η κοινότητα…
*Πηγή: enikos.gr