Το Krisenmodus, δηλαδή «Σε λειτουργία κρίσης», αναδείχθηκε Λέξη της Χρονιάς στη Γερμανία.
Προφανώς, απηχεί το κοινό αίσθημα, καθώς επίσης και την απογοήτευση που επικρατεί στη δημόσια σφαίρα της άλλοτε ατμομηχανής της Ευρώπης για την κατάσταση που επικρατεί στο εγχώριο πολιτικό και οικονομικό σύστημά της.
Ο σημερινός κυβερνητικός συνασπισμός έχει σχεδόν απολέσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, ωστόσο οι ηγέτες του είναι… αποφασισμένοι να κάνουν τα πράγματα χειρότερα για τη συντριπτική πλειοψηφία των Γερμανών.
Οι Πράσινοι πιέζουν για περισσότερο πόλεμο, οι Ελεύθεροι Δημοκράτες θέλουν περισσότερες περικοπές κοινωνικών δαπανών και ο καγκελάριος Olaf Scholz και το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα του (SPD) βρίσκονται στη μέση υιοθετώντας τις χειρότερες προτάσεις που διατυπώνονται και από τις δύο πλευρές, οδηγώντας τη χώρα, με μαθηματική ακρίβεια, στην καταστροφή.
Στο διεθνές μέτωπο, σύμφωνα με την Deutsche Welle, το 2024 «το Βερολίνο πρέπει να βρει τρόπους να αντιμετωπίσει δύο πολέμους: μια ολοένα πιο επιθετική Κίνα και μια παγκόσμια τάξη σε μετάβαση».
Με επικεφαλής την απαράδεκτη και αστοιχείωτη Annalena Baerbock η εξωτερική πολιτική της Γερμανίας αποδείχθηκε καταστροφική, γεγονός που έχει επιπτώσεις στην εσωτερική πολιτική κονίστρα.
Το Βερολίνο έχει αποκοπεί από τα ρωσικά ενεργειακά ταμεία… Την ίδια στιγμή, εκτός από τα χρήματα και τα όπλα που στέλνει στην Ουκρανία, θέλει να αυξήσει τις στρατιωτικές δαπάνες και να γίνει πιο παρεμβατικό.
Η δε ενεργειακή μετάβαση την οποία ευαγγελίζονταν οι Πράσινοι αποδείχθηκε μη ρεαλιστική, άρα πλήρως αποτυχημένη: Η βιομηχανία καταρρέει, οι καταναλωτές υποφέρουν από την ακρίβεια, η χώρα στρατικοποιείται, ενώ η τάση για λιτότητα εντείνεται.
Ο πληθωρισμός συνεχίζει να έχει αυξητικές τάσεις, η οικονομία συρρικνώνεται, οι εξαγωγές στην Κίνα μειώνονται, υπάρχει συνεχής πίεση από τους Ατλαντιστές, το βιοτικό επίπεδο μειώνεται, η πολιτική παράλυση επικρατεί στα περισσότερα θέματα εκτός από τις κοινωνικές περικοπές και άλλα.
Οι δε στρατιωτικές δαπάνες αυξάνονται, όπως και εισοδηματική ανισότητα… καθώς η χώρα βιώνει μια πρωτόγνωρη αποβιομηχάνιση.
Εσχάτως ενέσκηψε και το μέτωπο των αγροτών που διαδηλώνουν σε ολόκληρη τη χώρα εις απάντησιν στην απόφαση της κυβέρνησης να καταργήσει σταδιακά τη φορολογική ελάφρυνση στο γεωργικό ντίζελ.
Ο Scholz απέτισε φόρο τιμής στο krisenmodus στην πρωτοχρονιάτικη ομιλία του ξετυλίγοντας ένα παραμύθι ότι δήθεν οι κρίσεις της Γερμανίας είναι απλώς μια σειρά ατυχών γεγονότων, και όχι αποτέλεσμα της κυβερνητικής πολιτικής.
Κατέληξε δε με τα εξής: «Αν το συνειδητοποιήσουμε αυτό, αν συμπεριφερόμαστε ο ένας στον άλλον με σεβασμό, τότε δεν χρειάζεται να φοβόμαστε το μέλλον, τότε το έτος 2024 μπορεί να είναι μια καλή χρονιά για τη χώρα μας, ακόμα κι αν κάποια πράγματα εξελιχθούν διαφορετικά από το επιθυμητό».
Η κενού περιεχομένου ρητορική του Scholz είναι σημάδι πως γνωρίζει ότι η χώρα είναι καταδικασμένη, ωστόσο δεν σχεδιάζει τίποτα για να αλλάξει τη μοίρα της.
Θα καταρρεύσει η κυβέρνηση;
Παρότι η γερμανική νομοθεσία αποτελεί εχέγγυο βιωσιμότητας για τον σημερινό συνασπισμό ζόμπι, δεν είναι απίθανο αυτός να καταρρεύσει.
Όπως αναφέρει το Politico, προκειμένου να αποφευχθεί η επανάληψη πολιτικών εποχής της Βαϊμάρης, η οποία συνέβαλε στην άνοδο των Ναζί, οι συντάκτες του μεταπολεμικού Βασικού Νόμου της Γερμανίας προσπάθησαν να εξασφαλίσουν τη σταθερότητα δημιουργώντας ένα πολιτικό σύστημα που απαιτεί ταχεία επίλυση των συγκρούσεων με όσο το δυνατόν λιγότερη αναστάτωση.
Ως εκ τούτου, έθεσαν έναν υψηλό πήχη για τις πρόωρες εκλογές.
Μόνο ο καγκελάριος έχει την εξουσία να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης στο κοινοβούλιο και μόνο ο πρόεδρος μπορεί να προκηρύξει νέες εκλογές.
Γι’ αυτό οι ψήφοι εμπιστοσύνης στη Γερμανία είναι σπάνιες (μόνο πέντε) και είναι συνήθως κινήσεις τακτικής από καγκελαρίους που επιδιώκουν να ενισχύσουν την πολιτική τους θέση.
Η μόνη περίπτωση που ένας καγκελάριος απομακρύνθηκε άθελά του ήταν το 1982, όταν το FDP εγκατέλειψε τη συμμαχία με το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) του καγκελαρίου Helmut Schmidt, αναγκάζοντάς τον να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης και να ηττηθεί.
Πίσω στο παρόν, η κυβέρνηση Scholz μόλις μετά βίας πέρασε πρόσφατα ένα εμπόδιο που θα μπορούσε να την οδηγήσει σε πτώση.
Μέλη του υποτιθέμενου δημοσιονομικά-συντηρητικού FDP ψήφισαν να παραμείνει το κόμμα τους μέλος του συνασπισμού, σε εσωκομματική ψηφοφορία με αυτό το θέμα.
Ωστόσο, μόλις το 52% τάχθηκε υπέρ της παραμονής.
Το ότι συμμετέχει στην κυβέρνηση Scholz ήταν καταστροφικό για το FDP, που έχασε τα ερείσματά του στη γερμανική κοινωνία (δημοφιλία μόλις 5% από 11,5%).
Αν χάσει και το εναπομείναν 5%, μένει εκτός Bundestag – γι’ αυτό τον λόγο εστιάζει στις κρατικές δαπάνες.
Αυτό θα σημαίνει ακόμη μεγαλύτερη τριβή με τα άλλα δύο κόμματα του συνασπισμού.
Ο Scholz θα παραιτηθεί;
Στο μεταξύ, έκπληξη προκάλεσε η γερμανική Bild όταν ανέφερε ότι ο Sholz θα παραιτηθεί σύντομα λόγω της εμπλοκής του σε σκάνδαλα που προηγούνται της εποχής του ως καγκελαρίου.
Αυτή η κίνηση έγινε για να δώσει στους ψηφοφόρους την ψευδαίσθηση της αλλαγής ενώ οι κυβερνητικές πολιτικές επιταχύνονται.
Ο πιο δημοφιλής πολιτικός στη Γερμανία, ο υπουργός Άμυνας Boris Pistorius, ο οποίος είναι επίσης από το SPD, φέρεται να προαλείφεται για αντικαταστάτης του Scholz.
Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις απολαμβάνει υποστήριξη από το 55% των ψηφοφόρων του SPD, το 58% των ψηφοφόρων των Πρασίνων και το 48% των ψηφοφόρων του FDP, αλλά και το 56% των ψηφοφόρων από τον συνασπισμό της συντηρητικής αντιπολίτευσης CDU/CSU.
Η δημόσια στήριξη του Pistorius είναι γεγονός παρά τα προβλήματα στον Στρατό.
Ο Pistorius χαιρέτισε την μετεγκατάσταση μιας ταξιαρχία στρατιωτών στη Λιθουανία ως «ιστορική στιγμή».
Γρήγορα φάνηκε, ωστόσο, ότι η Γερμανία δεν έχει απλώς χαμηλού επιπέδου ανθρώπινο δυναμικό, αλλά αντιμετωπίζει πάμπολλες ελλείψεις: από οβίδες πυροβολικού έως σκηνές – ένα πρόβλημα που θα επιδεινωνόταν με την αποστολή εξοπλισμένης ταξιαρχίας στο εξωτερικό.
Τον Δεκέμβριο είπε στην Die Welt τα εξής:
«Κοιτάω μοντέλα, όπως το σουηδικό, όπου όλοι οι νέοι άνδρες και οι γυναίκες στρατολογούνται και μόνο λίγοι εκλεκτοί κάνουν τη βασική στρατιωτική τους θητεία.
Το αν κάτι τέτοιο θα ήταν επίσης κατανοητό εδώ είναι μέρος αυτών των συλλογισμών».
Η δεύτερη πιο δημοφιλής πολιτικός της Γερμανίας έχει την ίδια γραμμή σκέψης με τον Pistorius.
Η υπουργός Εξωτερικών Annelena Baerbock έχει από καιρό υποστηρίξει μια πιο παρεμβατική προσέγγιση για την εξωτερική πολιτική του Βερολίνου.
Από όλες τις τρομακτικές δηλώσεις της Baerbock, οι προσπάθειές της με να ντύσει τη φρίκη του πολέμου με τη φεμινιστική ενδυνάμωση μπορεί να είναι στην κορυφή της λίστας.
Αφιέρωσε μια ολόκληρη ομιλία σε αυτό πέρυσι: «Γιατί “αν οι γυναίκες δεν είναι ασφαλείς, τότε κανείς δεν είναι ασφαλής”.
Αυτό μου είπε μια Ουκρανή καθώς βρισκόμασταν κοντά στη γραμμή του μετώπου στα ανατολικά της Ουκρανίας – πριν από τις 24 Φεβρουαρίου 2022».
Χωρίς αμφιβολία οι γυναίκες και όλοι οι Ουκρανοί αισθάνονται πολύ πιο ασφαλείς τώρα, όπως και οι γυναίκες της Γάζας.
Πάντως, η δημοτικότητα των Pistorius και Baerbock προκαλεί σύγχυση επειδή το κοινό αντιτίθεται στις θέσεις τους.
Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη από το μη κερδοσκοπικό Ίδρυμα Körber τον Σεπτέμβριο, το 54% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι η Γερμανία πρέπει να είναι πιο συγκρατημένη όταν πρόκειται για διεθνείς κρίσεις.
Μόνο το 38% ήθελε μεγαλύτερη ανάμειξη — το χαμηλότερο ποσοστό από τότε που ξεκίνησαν οι έρευνες το 2017.
Επιπλέον, ένα επιβλητικό 71% των ερωτηθέντων ήταν κατά του να αναλάβει η Γερμανία ηγετικό στρατιωτικό ρόλο στην Ευρώπη.
Φαίνεται ότι οι Γερμανοί θέλουν ένα πράγμα πάνω από όλα: ησυχία.
Ο Pistorius και ο Baerbock υπόσχονται το αντίθετο, όπως και ο τρίτος πιο δημοφιλής πολιτικός, ηγέτης της αντιπολίτευσης Friedrich Merz, πρόεδρος της κεντροδεξιάς Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU), η οποία διατηρεί ισχυρό προβάδισμα στις δημοσκοπήσεις:
Περίπου ένας στους τρεις ψηφοφόρους θα έδινε την ψήφο του σε οποιοδήποτε από τα τρία κόμματα που κυβερνούν αυτή τη στιγμή.
Μια κυβέρνηση υπό την ηγεσία του CDU θα μπορούσε να είναι ακόμη χειρότερη από τον σημερινό συνασπισμό.
Θέλουν να συνεχίσουν να εξοπλίζουν τους Ουκρανούς για να σταλούν στη μηχανή του κιμά και ο Merz, ένας πρώην δικηγόρος που έχει συμμετάσχει σε πολλά διοικητικά συμβούλια εταιρειών, συμπεριλαμβανομένης της BlackRock Γερμανίας, πιθανότατα θα αποφάσιζε εύκολα υπέρ της στήριξης του Κιέβου.
Ο Merz έχει αποκλείσει κάθε είδους συνεργασία με την Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), αλλά αυτή η θέση μπορεί να αλλάξει.
Τον Σεπτέμβριο, οι Χριστιανοδημοκράτες και οι Ελεύθεροι Δημοκράτες χρειάζονταν ψήφους για να περάσουν ένα κρίσιμο νομοσχέδιο. Στράφηκαν στο AfD.
Μαζί κατάφεραν να πιέσουν για μια φορολογική ελάφρυνση στο κοινοβούλιο της Θουριγγίας ενάντια στις επιθυμίες του αριστερού συνασπισμού.
Ο Γενικός Γραμματέας του CDU Carsten Linnemann λέει ότι το κόμμα του παραμένει αντίθετο στον σχηματισμό συνασπισμού με το AfD.
Το AfD είναι ένα εθνο-εθνικιστικό κόμμα με νεοναζιστική παρουσία που λέει ότι θέλει να ακολουθήσει μια πολιτική του τύπου «Πρώτα η Γερμανία».
Το δε αφήγημα για τη δική τους Γερμανία μπορεί να μην περιλαμβάνει τα εκατομμύρια των μεταναστών στη χώρα.
Μεταξύ εκείνων που υπολογίζονται ως υποστηρικτές του AfD, τα άτομα με νεοναζιστικές συμπεριφορές αποτελούν περίπου το 13%.
Όσοι έχουν ακροδεξιές αυταρχικές συμπεριφορές αντιστοιχούν σε 43%, πράγμα που σημαίνει ότι το 44% όσων εκφράζουν υποστήριξη για το κόμμα το κάνουν χωρίς γενική ταύτιση με την ακροδεξιά πολιτική.
Προφανώς οι Γερμανοί θέλουν να δείξουν την αποδοκιμασία τους στο τρέχον πολιτικό status quo.
Παράγων AfD
H υποστήριξη στο AfD, η οποία είναι ισχυρότερη στην Ανατολική Γερμανία, μπορεί να εντοπιστεί κυρίως σε τρεις παράγοντες:
1. Στον νεοφιλελεύθερο «μεγάλο μετασχηματισμό», ο οποίος άλλαξε μαζικά την οικονομία της Ανατολικής Γερμανίας, αυξάνοντας το άγχος για τις οικονομικές προοπτικές.
2. Στη συνεχιζόμενη περιθωριοποίηση των Ανατολικογερμανών, που αισθάνονται ότι δεν έχουν πλήρως ενσωματωθεί μετά την επανένωση και αγανακτούν από τις φιλελεύθερες πολιτικές μετανάστευσης.
3. Τη βαθιά δυσαρέσκεια για τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος.
Το κράτος, αντί να αντιμετωπίσει την AfD με πραγματικές πολιτικές, το καταπιέζει… εκτοξεύοντας τη δημοφιλία του.
Στις αρχές Δεκεμβρίου, οι υπηρεσίες πληροφοριών της Γερμανίας χαρακτήρισαν το AfD «απειλή για τη δημοκρατία».
Αλλά οι ψηφοφόροι αρνούνται να λάβουν το μήνυμα.
Σε έρευνα που διεξήχθη από τις 18 Δεκεμβρίου έως την 1η Ιανουαρίου από το ινστιτούτο έρευνας κοινής γνώμης Civey και την εφημερίδα της Σαξονίας, Sächsische Zeitung φαίνεται πως το AfD αυξάνει συνεχώς τη δημοφιλία του, φτάνοντας στο 37% έναντι 33% του CDU.
Οι γερμανικές ελίτ πιθανότατα πιστεύουν ότι η απαγόρευση του AfD, που θα στερήσει ουσιαστικά στο ένα τέταρτο του πληθυσμού να επιλέξει το κόμμα της αρεσκείας του, θα φέρει σταθεροποίηση και θα επιτρέψει τη συνέχιση των τρεχουσών πολιτικών, αλλά είναι εξίσου πιθανό να οδηγήσει σε επιταχυνόμενη κατάρρευση και επίπεδα χάους τύπου Βαϊμάρης.
Και όμως μια τέτοια κίνηση θα ταίριαζε απόλυτα με την προεπιλεγμένη απάντηση στη Γερμανία (καθώς και σε ολόκληρη τη Δύση σήμερα), που είναι η δυσφήμιση του ψηφοφόρου ως ηλίθιου, ρατσιστή, φασίστα.
Δείτε τις διαμαρτυρίες των αγροτών που συμβαίνουν τώρα σε όλη τη Γερμανία.
Αντί να απαντήσει στα παράπονά τους, η απάντηση της κυβέρνησης ήταν σε μεγάλο βαθμό να τους δυσφημίσει ως ρατσιστές ή φασίστες.
Ο υπουργός Οικονομικών των Πρασίνων, Robert Habeck, είπε σχετικά με τις διαδηλώσεις: «Κυκλοφορούν τύποι με φαντασιώσεις πραξικοπήματος, σχηματίζονται εξτρεμιστικές ομάδες με εθνικιστικά σύμβολα».
Η προσπάθεια απαξίωσης των αγροτών βασίζεται στο γεγονός ότι το AfD υποστηρίζει τις διαμαρτυρίες.
Ωστόσο, ένα είναι σίγουρο: Οι υφέσεις που οδηγούνται από τη λιτότητα ενισχύουν τη δυσπιστία στο πολιτικό περιβάλλον.
Ελπίδα από Αριστερά;
Τη Δευτέρα, η Sahra Wagenknecht παρουσίασε το πολιτικό κόμμα της.
Η «Συμμαχία Sarah Wagenknecht (BSW) — Λόγος και Δικαιοσύνη» εστιάζει στα ζητήματα της εργατικής τάξης.
Η Wagenknecht είναι οξύς επικριτής της πολιτικής της ομοσπονδιακής κυβέρνησης στην Ουκρανία και των ενεργειακών κυρώσεων κατά της Ρωσίας.
Είναι υπέρ της εισαγωγής φθηνού φυσικού αερίου και κατά των υπερβολικά αυστηρών πολιτικών προστασίας του κλίματος.
Επίσης, υποστηρίζει τον περιορισμό της μετανάστευσης.
Έχει επανειλημμένα χαρακτηρίσει τους Πράσινους ως το πιο επικίνδυνο κόμμα.
Επιπλέον, δημοσκόπηση της Bild am Sonntag δείχνει ότι το 27% των πολιτών στη Γερμανία θα εξέταζαν το ενδεχόμενο να ψηφίσουν υπέρ του κόμματος της Wagenknecht.
Σε περίπτωση που η BSW αποδειχθεί δημοφιλής, η Wagenknefcht μπορεί να δυσφημιστεί περισσότερο από ό,τι έχει ήδη.
Το κόμμα δέχεται ήδη πυρά γιατί από περίπου 1,1 εκατ. ευρώ εισφορών, τα 75 ευρώ προήλθαν από τη Ρωσία (έναντι 7.086 ευρώ από τις ΗΠΑ).
Η Wagenknefcht έχει επίσης επικριτές στην Αριστερά.
Ο Oliver Nachtwey γράφει στο New Left Review ότι, «το αντιπρόγραμμα του Wagenknecht δεν προσφέρει τίποτα περισσότερο από μια απίθανη επιστροφή στη Χρυσή Εποχή του καπιταλισμού».
Το γεγονός ότι τόσο το AfD όσο και η Wagenknefcht εξακολουθούν να δέχονται επιθέσεις ως απολογητές του Putin υποδηλώνει ότι το krisenmodus θα χτυπήσει… κόκκινο.
Φυσικά, ο πιο εύκολος τρόπος για τη Γερμανία να συνέλθει είναι να κάνει το αδιανόητο: να τα ξαναβρεί με τη Ρωσία.