Ισχύει η γνωστή παροιμία: «Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει». Ναι να πάρουν οι δικαστές το 70-80% των παλαιών συντάξεών τους αλλά οι άλλοι συνταξιούχοι τι είναι; Συνταξιούχοι κάποιου κατώτερου θεού; Γιατί αυτή η διάκριση; Η μήπως είναι εξαγορά;
Η κυβέρνηση ενεθάρρυνε και καλύπτει το σκάνδαλο, γράφοντας στα παλιά της παπούτσια τους υπόλοιπους συνταξιούχους και ιδιαίτερα τους χαμηλοσυνταξιούχους!
Στα επίπεδα προ του 2012 επαναφέρει το Ελεγκτικό Συνέδριο τις συντάξεις των δικαστών, δικαιώνοντας σχετική προσφυγή. Η Ολομέλεια του Δικαστηρίου με πλειοψηφία 28-3 έκρινε πως οι συντάξεις των δικαστών επανέρχονται στα επίπεδα που ίσχυαν προ του 2012, με άλλα λόγια προ του καθεστώτος που είχε διαμορφωθεί πριν το νόμο 4093/2012.
Εκρινε ακόμα πως η σύνταξη υπόκειται μόνο στις περικοπές και τις κρατήσεις που δεν αντίκεινται σε υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες, σύμφωνα με όσα έχουν κριθεί από το Μισθοδικείο και το Ελεγκτικό Συνέδριο, ενώ τα ποσά που καταβάλλονται πρέπει να προσδιοριστούν σε επίπεδα πάνω του 60% των αποδοχών των εν ενεργεία συναδέλφων τους, όπως έχει αποφανθεί το Μισθοδικείο.
Πάντως, σύμφωνα με πληροφορίες, το ύψος των συντάξεων των δικαστών θα καθοριστεί μεταξύ του 70-80% των αποδοχών των εν ενεργεία συναδέλφων τους, χωρίς όμως να έχει ληφθεί οριστική κυβερνητική απόφαση, λόγω του μεγάλου κόστους επιβάρυνσης που θα υπάρξει.
Η επίμαχη απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου καταλαμβάνει μόνο όσους έχουν προσφύγει στο Ανώτατο Δημοσιονομικό Δικαστήριο. Για τους λοιπούς συνταξιούχους είναι θέμα της Κυβέρνησης τι θα πράξει, καθώς η καταβολή της αναδρομικής διαφοράς για όλους τους συνταξιούχους δικαστές είναι πολύ μεγάλη οικονομική επιβάρυνση. Πάντως, η μειοψηφία των τριών μελών της Ολομέλειας του ΕΣ, επισήμανε ότι πρέπει να δοθεί στην Κυβέρνηση ο απαιτούμενος χρόνος προσαρμογής προς την επίμαχη απόφαση.
Η προσφυγή
Το δικαστήριο με την υπ΄αριθμόν 1330/2023 απόφασή του δικαίωσε τον πρώην πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου Νίκου Αγγελάρα, που είχε προσφύγει υποστηρίζοντας ότι όφειλε η Πολιτεία να υπολογίσει τη σύνταξή του χωρίς τις περικοπές του νόμου Κατρούγκαλου (4387/2016) που ήδη είχαν κριθεί από το Μισθοδικείο ως αντισυνταγματικές. Το δικαστήριο έκρινε επ’ αυτού ότι είναι μη νόμιμη και ακυρωτέα η σιωπηρή άρνηση της διοίκησης-Πολιτείας για επανακανονισμό της σύνταξης του.
Έτσι, έκρινε πως για τον καθορισμό του ύψους των συντάξεων των πρώην δικαστών, εισαγγελέων και μελών Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ) εφαρμόζονται διατάξεις προ του “νόμου Κατρούγκαλου” (νόμος 4387/2016). Δηλαδή, οι συντάξεις των δικαστών επανέρχονται στα επίπεδα που ίσχυαν προ του 2012, με άλλα λόγια προ του καθεστώτος που είχε διαμορφωθεί πριν το νόμο 4093/2012.
Το δικαστήριο έκρινε πως οι διατάξεις του νόμου Κατρούγκαλου αντίκεινται, στις διατάξεις του άρθρου 26 του Συντάγματος και στις εξειδικεύουσες αυτές, ως προς τη δικαστική εξουσία, διατάξεις των άρθρων 87 παρ. 1 και 88 παρ. 2 του Συντάγματος, οι οποίες επιτάσσουν τη χορήγηση στους δικαστικούς λειτουργούς σύνταξης που να μην αποκλίνει ουσιωδώς από τις αποδοχές των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών, οι οποίοι έχουν τον βαθμό με εκείνον που κατείχαν οι συνταξιούχοι κατά την έξοδό τους από την ενεργό υπηρεσία, ώστε να διασφαλίζεται σε αυτούς επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης, ανάλογο με το κύρος και την αποστολή του λειτουργήματος που ασκούσαν.
Το Σύνταγμα
Όπως επισημαίνει στο Ε.Σ. σε ανάρτησή του “σε υποθέσεις συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών το Ελεγκτικό Συνέδριο υποχρεούται να σέβεται τις επί νομικών ζητημάτων κρίσεις του ειδικού κατά το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος Δικαστηρίου (Μισθοδικείου), που έχει τη σχετική πρωτογενή εκ του Συντάγματος δικαιοδοσία”.
Ακόμα, αναφέρει το Ε.Σ. ότι “η εκ του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος υποχρέωση για παροχή πλήρους δικαστικής προστασίας από την προσβολή των συνταξιοδοτικής φύσης δικαιωμάτων των δικαστικών λειτουργών και η εντεύθεν διασφάλιση της πρακτικής αποτελεσματικότητας του δικαιώματος του οποίου η προσβολή διαγνώστηκε με απόφαση του ειδικού Δικαστηρίου, επιβάλλει όπως η συνταξιοδοτική Διοίκηση, μετά τη δικαστική διάγνωση της αντισυνταγματικότητας μειώσεων σε σύνταξη δικαστικού λειτουργού, προβεί, εφ’ όσον τούτο ζητηθεί και ανεξαρτήτως αν η απόφαση του εν λόγω Δικαστηρίου αφορούσε στον ίδιο τον αιτούντα, σε νέο, σύμφωνο με το Σύνταγμα, υπολογισμό της σύνταξης, εκδίδοντας νέα εκτελεστή διοικητική πράξη· τυχόν δε άρνηση να ενεργήσει σχετικώς αποτελεί απορριπτική εκτελεστή διοικητική πράξη που προσβάλλεται με έφεση ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου”.