Για την κατασκευή δύο Αιολικών Πάρκων στα Άγραφα

2475
κίτρινων

Για την κατασκευή δύο Αιολικών Πάρκων στα Άγραφα

O Tάσος Σαραντής με ένα ενδιαφέρον και κατατοπιστικό του άρθρο δημοσιευμένο στην ‘Εφημερίδα των Συντακτών’[1] θέτει το ζήτημα της, στρατηγικού τύπου περιβαλλοντικής υποβάθμισης των Αγράφων, συνεπεία της διαφαινόμενης δημιουργίας Αιολικών Πάρκων[2], στα ‘σύνορα’ των νομών Ευρυτανίας και Καρδίτσας, και σε μία περιοχή ενταγμένη στο δίκτυο ‘Νatura’, σημασιοδοτώντας διαρκώς την ευρύτητα μίας πολιτικής προσέγγισης η οποία και δια-κρατεί, αφενός μεν τους όρους μίας εμπρόθετης απεικόνισης της χώρας και του χώρου της ως επενδυτική ‘ευκαιρία’, αφετέρου δε εντάσσει την συγκεκριμένη ενέργεια συγκρότησης Αιολικών Πάρκων στις υψηλές κορυφογραμμές των Αγράφων, σε ένα πλαίσιο που προσδιορίζεται πολιτικά και εννοιολογικά από την προσίδια ‘εκτακτότητα’ ή αλλιώς, από τις ‘έκτακτες συνθήκες’ που επέφερε η ίδια και μνημονιακή διαχείριση της εν Ελλάδι οικονομικής-κεφαλαιοκρατικής κρίσης. Εντός της συγκεκριμένης περίπτωσης, ενεργοποιούνται τάχιστες διαδικασίες προώθησης και εμβάθυνσης της στρατηγικής δημιουργίας Αιολικών Πάρκων[3] (διαδικασίες ‘fast track’ στην περιεχομενικότητα μίας γλώσσας που επανεπινοεί, συμβολικά, και μη, την κρισιακή ‘κατάσταση εκτάκτου ανάγκης’), επιτελούνται μορφές συνάρθρωσης του πολιτικού με το τεχνοκρατικό στοιχείο υψηλής εξειδίκευσης, νοηματοδοτούνται οι εκφάνσεις ανάδυσης μίας οικονομο-κεντρικής λογικής που διαλέγεται με την κεφαλαιοκρατική ‘επεκτασιμότητα’ και με την ‘παραγωγικότητα’, υπό το πρίσμα της βαθύτερης εμπλόκισης μίας κρατικής γραφειοκρατίας η οποία, αντλώντας διοικητική νομιμοποίηση από τον φορέα της εκτελεστικής εξουσίας (Υπουργείο Περιβάλλοντος & Ενέργειας), δύναται να δια-περάσει διοικητικές επι-καλύψεις, διαμεσολαβώντας λειτουργίες, μίας, κατά Νίκο Πουλαντζά, «κοινωνικής κατηγορίας»[4] που συστηματοποιεί τις προϋποθέσεις της ‘εκσυγχρονιστικής’ λειτουργίας, φέροντας παράλληλα την περιεχομενικότητα της τρέχουσας κυβερνολογικής, της κρισιακής κυβερνολογικής, με τον τρόπο-τροπικότητα αναπαραγωγής της και από την συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ[5]-‘ΑΝ.ΕΛΛ.’

Υπό αυτό το πρίσμα, η πρόθεση κατασκευής Αιολικών Πάρκων, ευρύτερα και σφαιρικά ‘επι-κοινωνεί’[6] με το έργο εκτροπής του Αχελώου ποταμού[7], τις προωθούμενες επενδύσεις στην περιοχή της Μονής Τοπλού[8] στην Κρήτη και πιο συγκεκριμένα στο Νομό εκεί όπου η εταιρεία Βρετανικών συμφερόντων ‘Loyalward L.T.D.’, σχεδιάζει την εκμετάλλευση της γης υπό τους πραγμολογικούς όρους της σωρευτικής και επιλεκτικής ‘τουριστικοποίησης’, σε ένα κρίσιμο όσο και κρισιακό σημείο το οποίο νοηματοδοτείται από τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά δόμησης επί της γης, καθώς και από μία στρατηγική μείζονος, τυπικά και άτυπα κανονικοποιημένης, ‘ιδιωτικοποίησης’ της: σε αυτό το πλαίσιο η γη, (συμβολική και περιβαλλοντική ‘χωρικότητα’), δύναται να κατατμηθεί σε μίκρο και σε μάκρο-εκτάσεις, μετονομάζεται ή ορθότερα ‘μετασχηματίζεται’ ολικά σε ‘πυλώνα’ μίας μαζικής ‘ανάπτυξης’ η οποία και αντιστρέφει τις όψεις της περιβαλλοντικής ισορροπίας, εκεί όπου πλέον σημαντικότητα αποκτά όχι αυτό καθαυτό το περιβάλλον αλλά η διαμέσου του περιβάλλοντος ‘εργώδης’ επιθυμία-επιδίωξη ΄μερισματοποίησης’ του υποδείγματος που προσιδιάζει σε ένα εκ νέου κοινωνιο-οντολογικό ‘έχειν’: ‘τα οφέλη θα καταστούν κοινά για όλους’.

Στο περιβάλλον της κρίσης και του προτάγματος μίας κεφαλαιώδους σημασίας συνδεσιμότητας της με ευρωπαϊκές ‘υπολογιστικές’ νόρμες, επιτελείται έκκεντρα μία διαδικασία υφαρπαγής γης που εναλλάσσεται με τα πλέγματα μίας βαθιάς περιβαλλοντικής αλλοίωσης και μεταβολής της μορφολογίας εδάφους της περιοχής, υφαρπαγή που ενίοτε ομνύει στην ‘παραδείσια ορμή’ ίδιας προστασίας του περιβάλλοντος, ενόσω επι-φέρει και αξιώνει την βαθυ-δομική εμπλόκιση μίκρο[9] και μάκρο-συμφερόντων[10], τους όρους μίας εμμενούς κεφαλαιακής, πρωταρχικής συσσώρευσης, καθώς και τα χαρακτηριστικά που παραπέμπουν στη δόμηση τοπικών κοινωνικών συμμαχιών με επίδικο το πάντα ‘καινοφανές’ μέρισμα..

Και η σχεδιαζόμενη κατασκευή των δύο Αιολικών Πάρκων’[11] στην περιοχή των Αγράφων, αίρει περιβαλλοντικούς κανόνες, τείνει στην ‘βιομηχανική’ παρεμβολή σε μία παρθένα δασική περιοχή, ανα-δομεί το ‘πράττειν’ ενός αριστερού κοινωνιο-περιβαλλοντικού ‘συμψηφισμού’, τείνει στην ‘βιομηχανική’ παρεμβολή σε μία παρθένα δασική περιοχή, κινείται με όρους μίας δεσπόζουσας και άμεσης ‘παρέκκλισης’ από την ιδιονομοτέλεια του φυσικού περιβάλλοντος της περιοχής, υποβαθμίζοντας στρατηγικά το περιβάλλον και την όλη μορφολογία της περιοχής.

Όπως αναφέρει με χαρακτηριστική ενάργεια ο Τάσος Σαραντής: «Οι ανησυχίες που γεννά η επικείμενη εγκατάσταση των αιολικών δεν περιορίζονται στο γεγονός ότι ο ορεινός όγκος της Πίνδου, στην καρδιά του οποίου βρίσκονται τα Άγραφα, είναι μια από τις καθαρότερες περιοχές της Ευρώπης. Αφορούν, εκτός της καταστροφής μεγάλων εκτάσεων δάσους από τα δίκτυα μέσης και υψηλής τάσης, και την καταστροφή μεγάλων εκτάσεων βοσκοτόπων και της κτηνοτροφίας, όσο και την αποκάλυψη του υπεδάφους των κορυφογραμμών με αποτέλεσμα τη διάβρωση από τις βροχές και τις πιθανές κατολισθήσεις στους οικισμούς που βρίσκονται κάτω από την περιοχή εγκατάστασης των αιολικών (Καμάρια, Νεράιδα, Μεγάλα Βραγγιανά, Κουστέσα, Καριά, Καρβασαράς). Στη συνέχεια, ελλοχεύει ο κίνδυνος της πλήρωσης με φερτές ύλες του ποταμού Καριτσιώτη και της λίμνης Πλαστήρα. Ανησυχίες υπάρχουν και για σημαντικό πλήγμα που μπορεί να επέλθει στην ορνιθοπανίδα, ειδικά στα αρπακτικά που χρησιμοποιούν τις κορυφογραμμές για την ανίχνευση της τροφής τους, για την ενδεχόμενη μείωση των θέσεων εργασίας στον τουρισμό, αλλά και για την καταστροφή της προοπτικής ήπιας ανάπτυξης των Αγράφων».[12]

Στη ‘μετα-μνημονιακή’[13] περίοδο της μνημονιακής κοινωνικότητας και επιτέλεσης, η δημιουργία των Αιολικών Πάρκων, νοηματοδοτεί εκ νέου την κατεύθυνση και τους άξονες άρθρωσης και επι-καρπίας της γαιοπροσόδου, κοινωνικά, πολιτικά και συμβολικά, αποτελώντας ‘μια νέου τύπου «περίφραξη των κοινών»[14], η αποστερεί από ντόπιους και επισκέπτες παλαιά δικαιώματα και αξίες χρήσης, στα οποία περιλαμβάνεται και η θέα», όπως τονίζει ο Κωστής Χατζημιχάλης..

Η γη[15] ‘θρυμματίζεται’ και επανεπινοείται εκ νέου, υπό τα επάλληλα πλέγματα της αξίας και της ‘υπεραξίας’ που εδύνατο να προσλάβει η χρήση της, η εγκόλπωση και η αξιοποίηση της από το ‘Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας, συμπυκνώνοντας όρους και όρια (οριακότητα) της ‘πατριαρχικής’ προόδου και της ‘ιδιωτικοποιημένης’ κυβερνολογικής επί της γης και του χώρου, της συρρίκνωσης και της ‘απ-αλλοτρίωσης’.

Εναντίον της δημιουργίας των Αιολικών Πάρκων δρουν κοινωνικά κινήματα[16] (περιβαλλοντικές οργανώσεις) και φορείς της περιοχής, δια-μφισβητώντας κινηματικά όσο και θεσμικά[17], διεκδικώντας την ίδια την γη ως περιώνυμη και ουσιώδη ‘αυταξία’ και αξιο-θεμελίωση ενός προτύπου που εξελίσσεται παράλληλα με τον περιβαλλοντικό περίγυρο, ανα-καλώντας το τι δύναται να σημάνει μία «οικολογική καταστροφή»,[18] για να χρησιμοποιήσουμε και έναν όρο της Πηνελόπης Παπαηλία..

Η δράση εναντίον της κατασκευής των Αιολικών Πάρκων στα Άγραφα και της συνακόλουθης περιβαλλοντικής τους υποβάθμισης, διεκδικεί την ορίζουσα του ‘τόπου’ και της ιστορίας του, την ίδια στιγμή που εκφέρει την αναγκαιότητα κτήσης της «ενεργητικής ιδιότητας»[19] του πολίτη, όπως τονίζει ο Etienne Balibar. Του πολίτη που εκκινεί από τα ‘σημεία-μηδέν’ του τόπου του.

*Ο Σίμος Ανδρονίδης είναι υποψήφιος διδάκτωρ στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ.

[1] Βλέπε σχετικά, Σαραντής Τάσος, ‘ «Σπέρνουν» ανεμογεννήτριες στα απάτητα Άγραφα’, ‘Εφημερίδα των Συντακτών’, 09/07/2018, http://www.efsyn.gr/arthro/spernoyn-anemogennitries-sta-apatita-agrafa.

[2]  Στη σημερινή περίοδο, δια-φαίνονται οι επάλληλες ‘ρίζες’ του ζητήματος. Ζήτημα κοινωνικό, πολιτικό, περιβαλλοντικό και ευρύτερα πολιτισμικό, ζήτημα που σημαίνει υπολογισμούς και  ‘οράματα’, πρακτικές και προσδοκίες.

[3] Για τα κενά και την ανεπάρκεια των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων που προηγήθηκαν  της έγκρισης κατασκευής των Αιολικών Πάρκων στα Άγραφα, βλέπε, Σαραντής Τάσος, ‘ «Σπέρνουν» ανεμογεννήτριες στα απάτητα Άγραφα…ό.π. Το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, έχει κινήσει τις διαδικασίες κατασκευής των Αιολικών Πάρκων στα Άγραφα. Στο περιβάλλον της ‘κρισιακής’ Ελλάδας, οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο χώρο των ‘Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας’ (ΑΠΕ), εκ-διπλώνουν την κίνηση και την δράση τους.

[4] Βλέπε σχετικά, Πουλαντζάς Νίκος, ‘Πολιτική Εξουσία και Κοινωνικές Τάξεις΄, τόμος β’, γ’ έκδοση, Μετάφραση: Χατζηπροδρομίδης Λ., Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 1982, σελ. 247. Στην Πουλαντζική αναλυτική η γραφειοκρατία εντός κεφαλαιοκρατικού κράτους και κρατικών μηχανισμών, η γραφειοκρατία ως «κοινωνική κατηγορία» μετουσίωσης του κρατικού σε άμεσα λειτουργικού, προσλαμβάνει την δική της ‘αυτονομία’ δράσης, διαμεσολαβεί τους ιδεότυπους του κοινωνικά ‘αναγκαίου’, τοποθετούμενη μεταξύ λειτουργίας και κοινωνικής τάξης, εκ-φέροντας την ‘σχέση’ ως λειτουργία, την ‘αυτονομία’ ως αναπαραγωγή λειτουργίας και συστηματοποίησης της διοικητικής οργάνωσης, δεικνύοντας παράλληλα τους δείκτες της κοινωνικής της πολυσθένειας και την ανα-κατασκευή της ως σημαίνουσα κοινωνικοπολιτική ‘ελίτ-κατηγορία’. Εν καιρώ μνημονιακής διαχείρισης της κρίσης του ελληνικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού, η κρατική υψηλή  γραφειοκρατία, γειωμένη στην περιεχομενικότητα της ίδιας κρίσης και της στρατηγικής ‘απόκλισης’ του ελληνικού ‘κοινωνισμού’ από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο, έφερε και αυτή, το βάρος της  εφαρμοσιμότητας των μνημονιακών νόμων, την διαρκή ‘εξειδίκευση’ τους, προβάλλοντας την ‘αυτονομία’ του διοικητικού-γραφειοκρατικού ως ‘επαγγελματική εξουσία’,  μετουσιώνοντας  τον νόμο και την ‘γλώσσα’ του νόμου σε κοινωνική, διοικητική πράξη, σε μνημόνιο κρατικής-γραφειοκρατικής ‘συνέχειας’.

[5] Το κόμμα του ‘Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς’ (ΣΥΡΙΖΑ), προσλαμβάνει το κοινωνικό, πολιτικό και ιδεολογικό γίγνεσθαι υπό τις εκφάνσεις ενός ιδιαίτερου και ιδιαίτερα ‘φορτισμένου’ αναγωγίστικου και συνωμοτικού ‘μανιχαϊσμού’, αρθρώνοντας τον και τις πολιτικές λογοθετικότητες του ‘θύματος’ που τίθεται ενώπιον και εναντίον του ‘θύτη’ που έχει θέσει στο στόχαστρο του το κόμμα, που θέτει διαρκώς προσκόμματα, που διαστρεβλώνει συστηματικά: ο ‘θύτης’ συνιστά γνωσιο-θεωρητικό υπόβαθρο αναγνώρισης του ΣΥΡΙΖΑ στο πεδίο της κομματικής, πολιτικής-ιδεολογικής δια-πάλης, αποτελεί συστηματική και εκ βάθρων συστηματική ‘απειλή’ ( ο λόγος της ‘διακινδύνευσης’) και ευρίσκεται ‘παντού, ωσάν προσίδια φασματικότητα δίχως μέτρο: στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, στα αντιπολιτευόμενα κόμματα (στο ‘παλαιό’ ως Μεταπολιτευτική ‘ταυτότητα), στο άρχον αστικό μπλοκ εξουσίας και στις ‘εναντιωτικές’ μερίδες του ως οργανική ‘διαπλοκή’ που συνυφαίνεται με το ‘παλαιό’ πολιτικό σύστημα, επιζητώντας έναν «καταναγκασμό της συμπόνιας», όπως το θέτει στην ανάλυση του ο Lee Edelman, ήτοι την συναισθηματική και θετική απόκριση στην μαρτυρία και στην ζώσα πραγματικότητα ενός πολιτικού ‘θύματος’ που επιγενόμενα  ‘διώκεται’, διαμέσου και της έκφρασης μίας «συμπόνιας» που τείνει στον ίδιο ‘απορριπτισμό’ της προς τον ορατό και αόρατο  ‘θύτη’ που επιθυμεί να ‘φονεύσει’, προς το  ‘παλαιό’ ως ‘κοινωνία’, νόρμα και ‘κοσμο-σύστημα’. Αναφέρεται στο: Αθανασίου Αθηνά & Μπάτλερ Τζούντιθ, ‘Απ-αλλοτρίωση. Η επιτελεστικότητα στο πολιτικό’, Μετάφραση: Κιουπκιολής Αλέξανδρος, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα, 2016, σελ. 167.

[6] Όπως και με τις πρακτικές της εταιρείας ‘Eldorado Gold’ στις Σκουριές Χαλκιδικής.

[7] Της κατασκευής του φράγματος της Μεσοχώρας.

[8] ‘Γεωγραφικοποιώντας’ το υπόδειγμα απ-αλλοτρίωσης της έκτασης στη Μονή Τοπλού, σημασιοδοτώντας θεωρητικά και πολιτικά ένα μοντέλο ανάπτυξης το οποίο και αναπαράγεται χωρικά και κεντρο-μόλα, επί της γης και της ακτής ως ‘βιομηχανικός τουρισμός’ και ως μορφή μίας φανερής καταστρεπτικότητας που δομεί την ‘Εστία’ του στο βάθος και στο σημείο-ένα του περιβάλλοντος, ο Κωστής Χατζημιχάλης προσθέτει: «Στη δυτικό Μεσόγειο το τουριστικό πρότυπο του σύνθετου συγκροτήματος με real estate και γκολφ- όπως αυτό στη Μονή Τοπλού- με τη βοήθεια σκανδαλωδών χωροταξικών πολιτικών από τοπικές περιφερειακές αρχές, έχει υφαρπάξει τεράστιες εκτάσεις καλλιεργήσιμης γης και υδάτινων πόρων, έχει καταστρέψει τις ισπανικές ακτές με την πυκνή δόμηση και έχει συνεισφέρει στη φούσκα των ακινήτων στην ίδια χώρα». Η γη μετασχηματίζεται σε ‘αυτό που δεν είναι’, εκεί όπου τίθενται οι βάσεις της ώσμωσης μίκρο-τοπικής και κεντρικής εξουσίας, οι βάσεις άρσης της περιβαλλοντικής ‘φραγής’: η εμμένεια συνίσταται στην διαρκή, κοινωνική, χωρική, οικονομική επέκταση. Βλέπε σχετικά, Χατζημιχάλης Κωστής, ‘Κρίση χρέους και υφαρπαγή γης’, Εκδόσεις ΚΨΜ, Αθήνα, 2014, σελ. 16.

[9] Η πτυχή των μίκρο-συμφερόντων και της ευρύτερης αξιοποίησης πολιτικών κατάτμησης (κοινωνικές συμμαχίες και ‘τιμαριθμοποίηση’ του ελληνικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού) γης από μίκρο-συμφέροντα, από υποκείμενα  της εργατικής και της μικροαστικής τάξης (στρατηγική ‘ωφέλεια’) δεν δύναται να υποτιμηθεί. Ευρύτερα ομιλώντας, μία επιστημολογική προσέγγιση (θεωρητικά και εμπειρικά) των όρων αναπαραγωγής της μικροαστικής τάξης στην κρισιακή-μνημονιακή περίοδο, των απωλειών που υπέστησαν, των αντιθέσεων-αντινομιών που συσσωρεύουν και των δυναμικών ‘ανθεκτικότητας’ και δράσης που αναπτύσσουν, πέραν των διχοτομικών, ‘τελεολογικών’ σχημάτων, προσφέρει η Βάλια Αρανίτου στο πόνημα της με τίτλο ‘Η Μεσαία τάξη στην Ελλάδα την εποχή των μνημονίων. Μεταξύ κατάρρευσης και ανθεκτικότητας’, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 2018.

[10] Τα μάκρο-συμφέροντα, υπό την μορφή ανωνύμων εταιρειών ή αστικών-ταξικών συμφερόντων, επαναπροσδιορίζουν τους όρους πρόσληψης και αναπαράστασης της γης, οικειοποιούνται την συσσώρευση ως ‘μοναδική’ τροπικότητα ανάδειξης και ανάπτυξης μίας περιβαλλοντικής περιοχής, κινούνται γύρω από τον άξονα μίας ‘πράσινης’ ανάπτυξης που συμπυκνώνει όρους, υπό το πρίσμα της διακυβέρνησης του ‘Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς’, διαμόρφωσης και επιτέλεσης νέων κοινωνικών συμμαχιών, τους όρους μίας ‘τεχνολογικοποιημένης’ και όχι ουδέτερης ‘πράσινης ανάπτυξης’ και κερδοφορίας, θέτοντας σε νέες βάσεις ενδο-αστικούς ανταγωνισμούς και ευρύτερες συμμαχίες. Το περιβάλλον υποσκάπτεται ως δυνατότητα, ως  ‘ενδιαίτημα’ μνήμης και βίου.

[11] Η δημιουργία δύναται να διαμορφώσει χαρακτηριστικά επι-κάλυψης της περιοχής, επηρεάζοντας και επί τα χείρω την βιο-ποικιλότητα της. Η ‘αρχιτεκτονική’ του περιβάλλοντος δεν καθίσταται ‘άχρονη’ και στατική.

[12] Βλέπε σχετικά, Σαραντής Τάσος, ‘ «Σπέρνουν» ανεμογεννήτριες στα Απάτητα Άγραφα…ό.π.

[13] Για μία ανάλυση της περιβαλλοντικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, για τα χαρακτηριστικά που προσλαμβάνουν οι υφαρπαγές γης, οι περιβαλλοντικές υποβαθμίσεις  και οι ευρύτερες αστικές και χωρο-ταξικές μεταβολές, όπως και για αυτό που η συγγραφέας οριοθετεί αναλυτικά ως ώσμωση με ιδιωτικά συμφέροντα,  βλέπε σχετικά, Κλείτσα Ηλέκτρα, ‘Ο άλλοτε «πράσινος» ΣΥΡΙΖΑ σαρώνει περιβάλλον και ελεύθερους χώρους’, Εφημερίδα ‘Ξεκίνημα’, 22/04/2017, http://net.xekinima.org/o-allote-prasinos-suriza-saronei-pe-2/.  Ο ΣΥΡΙΖΑ συνιστά ένα προσίδια πολιτικό ‘απείκασμα’ μίας κυβευτικής σώρευσης αντιφάσεων (και μετά το θέρος του 2015), το οποίο και μετασχηματίζεται με την ευρύτητα που εξελίσσεται η κεφαλαιοκρατική κρίση εν Ελλάδι, κρίση συνάμα πολιτική και ευρωπαϊκή, σύνθετα εγκολπώνοντας τις συνδηλώσεις της αριστερής, κρατικής ‘διαχειρισιμότητας’ και της βιο-πολιτικής κυβερνολογικής, μνημονιακής φοράς που εγγράφει την κρίση εντός κόμματος, με άξονα μία επιφανειακή ‘διαφορετικότητα’.  Το ‘Όχι’ δεν  καθίσταται απλά ‘Ναι’, αλλά αναδεικνύει και τα όρια που προσέλαβε ο εκείνη την στιγμή θεσμοποιημένος, και μη-συγκρουσιακός, κοινωνικά και πολιτικά,  ριζοσπαστισμός του κόμματος.. Η απώλεια του πράσινου ‘στίγματος’ επι-δεικνύει την διαθετικότητα και την βαρύτητα του μετασχηματισμού του ΣΥΡΙΖΑ, με τα Άγραφα να αποτελούν πλαίσιο πολιτικής ‘μαρτυρίας’ για το ‘εδώ’ ή για το ‘πνεύμα του τώρα’ του ΣΥΡΙΖΑ.

[14] Βλέπε σχετικά, Χατζημιχάλης Κωστής, ‘Κρίση χρέους και υφαρπαγή γης’, Εκδόσεις ΚΨΜ, Αθήνα, 2014, σελ. 122.

[15] Την περίοδο της κρίσης, υπερ-πολιτικά, από τα πολιτικά κόμματα που διαχειρίστηκαν τις ‘ροές’ της,  διαμορφώνονται οι παράμετροι ανάδυσης και αποκρυστάλλωσης μίας πολιτικής αξιοποίησης της γης και εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων, δεικνύονται με εντατικό τρόπο  τα όρια μίας συγκεκριμένης οικιστικής ανάπτυξης (βλέπε την πυρκαγιά στο Μάτι Αττικής), ενώ  προσλαμβάνει πρόσθετη αξία η επένδυση στην αγορά και κατασκευή ακινήτων, με το περιβάλλον (και τον οικιστικό χώρο) να αφήνεται στην ‘απώλεια’ του, όπως κατέδειξε η θερινή καταστρεπτικότητα στο Μάτι Αττικής.

[16] Με αφορμή και το πολιτικό-περιβαλλοντικό  συμβάν στα Άγραφα, αν-καλείται με εντατικότητα, η παρουσία ενός περισσότερου ριζοσπαστικού οικολογικού κινήματος εν Ελλάδι το οποίο και συγκροτεί αλληλουχίες δράσης, κινείται χωρικά και δια-χωρικά, με όρους όξυνσης, μεταξύ Αγράφων και Αχελώου, Κρήτης και Μεσολογγίου, διεκδικώντας την γη που ‘τρέφει’, ένα άλλο πρότυπο ανάπτυξης, αμφισβητώντας το ευρύτερο πολιτικό-κυβερνολογικό πράττειν της κρίσης (και όχι μόνο) και, εμβαθύνοντας κινηματικά και επιστημολογικά, στις συνέπειες που προκαλούν οι κρισιακές υφαρπαγές γης. Ο οικολογικός ριζοσπαστισμός συν-διαλέγεται με τις προκείμενες της κινηματικής αλληλουχίας, στηλιτεύοντας τις μετατοπίσεις, πολιτικές και περιβαλλοντικές, του κόμματος των ‘Οικολόγων Πράσινων’ (που διασπάστηκε πολλαπλώς) δίπλα στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, διεκδικώντας χώρο και χώρους αναφοράς.

[17] Στο κείμενο του ο Τάσος Σαραντής αναφέρει  πως «Το Δίκτυο Φορέων και Πολιτών για την Προστασία των Αγράφων μαζί με 23 φορείς της Καρδίτσας και της Ευρυτανίας και περιβαλλοντικές οργανώσεις και με τις υπογραφές 480 πολιτών κατέθεσαν δύο προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας με τις οποίες ζητούν την προσωρινή παύση οποιασδήποτε εργασίας, αλλά και την οριστική ακύρωση της υπουργικής απόφασης με την οποία αδειοδοτήθηκαν τα δύο αιολικά πάρκα, καθώς θεωρούν ότι είναι αντίθετη με πλειάδα ευρωπαϊκών και ελληνικών νομοθετικών διατάξεων που αφορούν, μεταξύ άλλων, την περιβαλλοντική νομοθεσία, τη νομοθεσία δημόσιων κατασκευών, έργων και οδοποιίας και τον δασικό κώδικα. Βλέπε σχετικά, Σαραντής Τάσος, ‘ «Σπέρνουν» ανεμογεννήτριες στα απάτητα Άγραφα…ό.π.

[18] Βλέπε σχετικά, Παπαηλία Πηνελόπη, ‘Ανθρωπολογία και Μετααποικιακές σπουδές: Από τη μετααποικιακή κριτική της Ανθρωπολογίας στην Ανθρωπολογία της Αποικιοκρατίας’, στο: Αθανασίου Αθηνά, (επιμ.), ‘Αποδομώντας την Αυτοκρατορία. Θεωρία και πολιτική της μετααποικιακής κριτικής’, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα, 2016, σελ. 59.

[19] Βλέπε σχετικά, Balibar Etienne, ‘Κομμουνισμός και ιδιότητα του πολίτη. Σκέψεις για την πολιτική της χειραφέτησης στα τέλη του 20ου αιώνα’, στο: Ρήγος Άλκης & Τσουκαλάς Κωνσταντίνος, (επιμ.), ‘Η Πολιτική σήμερα. Ο Νίκος Πουλαντζάς και η επικαιρότητα του έργου του’, Ελληνική Εταιρεία Πολιτικής Επιστήμης, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 2001, σελ. 525. Η «ενεργητική ιδιότητα του πολίτη» άπτεται της συσχέτισης της με όρους ενός χειραφετητικού πράττειν εντός περιβάλλοντος.

*Ο Σίμος Ανδρονίδης είναι υποψήφιος διδάκτωρ στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας