Γερμανία: Φιλελεύθεροι και Πράσινοι σε ρόλο ρυθμιστή

700
Φιλελεύθεροι και Πράσινοι σε ρόλο ρυθμιστή

Η απερχόμενη ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Γερμανίας καλείται “μεγάλος συνασπισμός” διότι απαρτίζεται από τα δύο “λαϊκά κόμματα” (Volksparteien), τα οποία αποτελούσαν τους πυλώνες του κραταιού μεταπολεμικού δικομματισμού, ήτοι τους Χριστιανοδημοκράτες/Χριστιανοκοινωνιστές (CDU/CSU) και τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD).

Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι στις εκλογές του 2017 οι νυν συγκυβερνώντες είχαν συγκεντρώσει αθροιστικά μόλις κάτι περισσότερο από το μισό της λαϊκής ψήφου: 32,9% το κόμμα της Άνγκελα Μέρκελ και 20,5% οι ελάσσονες εταίροι. Και το άθροισμά τους αποδεικνύεται, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία της καταμέτρησης της χθεσινής εκλογικής αναμέτρησης, ότι θα είναι αυτή τη φορά ακόμη χαμηλότερο. Πραγματικά “μεγάλοι” δεν υπάρχουν πια – και αυτή πιθανότατα είναι η κυριότερη “κληρονομιά” που αφήνει πίσω της η απερχόμενη καγκελάριος.

Η σημαντική άνοδος (+5%) που κατέγραψε το SPD με υποψήφιο καγκελάριο τον νυν αντικαγκελάριο και υπουργό Οικονομικών Όλαφ Σολτς, εξασφαλίζοντας με μικρή διαφορά την πρώτη θέση, δεν είναι στην πραγματικότητα παρά επάνοδος στα επίπεδα των εκλογών του 2013, ενώ από την άλλη πλευρά, οι απώλειες της Χριστιανοδημοκρατίας (-8%) υπερβαίνουν τα κέρδη των κύριων αντιπάλων της και την οδηγούν στην χειρότερη επίδοσή της στα χρονικά.

Ίσως περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, το μέλλον του γερμανικού πολιτικού συστήματος προδιαγράφει το ότι, σύμφωνα με έρευνα του κρατικού δικτύου ARD, μεταξύ των ψηφοφόρων που προσήλθαν στην κάλπη για πρώτη φορά, την πρώτη θέση καταλαμβάνει το κόμμα των Φιλελευθέρων με 23% και ακολουθούν οι Πράσινοι με 22%. Αντίθετα, το κόμμα του υποτιθέμενου “μεγάλου νικητή” της βραδιάς Όλαφ Σολτς επέλεξε μόλις το 15% των νέων ψηφοφόρων και για την CDU/CSU περίσσεψε το 10%.

Πράσινοι και Φιλελεύθεροι αποτελούν έτσι και αλλιώς τους ρυθμιστές της επόμενης μέρας σε ό,τι αφορά τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης, η οποία ήδη αποκαλείται “χριστουγεννιάτικη”, διότι οι σχετικές διαβουλεύσεις αναμένεται να διαρκέσουν μήνες. Τον μεν κόμμα της Αναλένα Μπέρμποκ κατέγραψε το καλύτερο ποσοστό της ιστορίας του (αν και πικρή γεύση αφήνει το γεγονός ότι σε προηγούμενη φάση της προεκλογικής περιόδου είχε αγγίξει την δημοσκοπική πρωτιά), ενώ το FDP του Κρίστιαν Λίντνερ μένει σταθερό, πράγμα που του επιτρέπει να θέσει τους όρους του. Και το κυριότερο: δημοσιογραφικές πληροφορίες φέρουν τις δύο αυτές δυνάμεις να έχουν αρχίσει να συντονίζονται διακριτικά για τη διαπραγμάτευση που επίκειται.

Καμιά βιασύνη

Κανείς τους δεν βιάζεται. Είναι χαρακτηριστικό ότι στον τηλεοπτικό “γύρο των ελεφάντων”, όπως ονομάζεται η στογγυλή τράπεζα των πολιτικών αρχηγών μετά το κλείσιμο της κάλπης, ο Λίντνερ θύμισε ότι το 75% των πολιτών δεν θα έχει ψηφίσει το κόμμα του όποιου αυριανού καγκελάριου και πως το FDP ήδη συγκυβερνά με το SPD και τους Πράσινους σε συμμαχία-“σηματοδότη” στο ομόσπονδο κρατίδιο της Ρηνανίας-Παλατινάτου, αλλά με την CDU και τους Πράσινους, δηλ. σε συνασπισμό τύπου “Τζαμάικα”, στο κρατίδιο του Σλέσβιχ Χόλσταϊν. Αλλά και οι Πράσινοι δεν ανοίγουν τα χαρτιά τους, προτάσσοντας την ανάγκη να αποσπάσουν δεσμεύσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Με άλλα λόγια, ακόμη και ο μεγάλος χαμένος Άρμιν Λάσετ, υποψήφιος καγκελάριος της CDU/CSU, δικαιούται να ελπίζει ότι θα σχηματίσει κυβέρνηση – και αυτό ακριβώς δήλωσε ότι θα επιδιώξει, σημειώνοντας ότι ο καγκελάριος δεν προερχόταν πάντοτε από το πρώτο κόμμα, αλλά από αυτό που κατάφερνε να συνενώσει διαφορετικές κοινοβουλευτικές δυνάμεις.

Από την άλλη, οι επιλογές του Σολτς έχουν κατά τι περιορισθεί. Τα δύο “θρίλερ” της καταμέτρησης αφορούσαν αφενός το εύρος του προβαδίσματος του SPD, που αποδείχθηκε μικρό, και αφετέρου το αν το κόμμα “Η Αριστερά” (Die Linke) θα ξεπεράσει το όριο κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης του 5%. Και μολονότι η παρουσία του κόμματος στην επόμενη Bundestag είναι εξασφαλισμένη, έστω και από το “παράθυρο” (εφόσον με την κατάκτηση ενός ελάχιστου αριθμού μονοεδρικών θα λάβει το σύνολο των εδρών που του αντιστοιχούν), η απώλεια της μισής περίπου εκλογικής δύναμής του όχι μόνο περιορίζει τις πολιτικές διαθέσεις για συμπράξεις, αλλά και εξαλείφει τις αριθμητικές προϋποθέσεις για να σταθεί ένας “κοκκινο-πρασινο-κοκκινος συνασπισμός”.

Στο άλλο άκρο του φάσματος, η ακροδεξιά “Εναλλακτική για τη Γερμανία” (AfD), η οποία ούτως ή άλλως αποκλείεται από τις διαβουλεύσεις για το σχηματισμό κυβέρνησης, είδε τα ποσοστά της να μειώνονται ελαφρά. Όμως το κρίσιμο στην περίπτωσή της είναι ότι παγιώνεται η θέση της ως πανεθνικού κόμματος και όχι παροδικού κινήματος διαμαρτυρίας.

Ελλάδα και Ευρώπη

Για τα ερωτήματα που αφορούν την Ελλάδα και την Ευρώπη, είναι πολύ νωρίς για να δοθούν απαντήσεις, όσο δεν έχει ξεκαθαρίσει το προφίλ της επόμενης κυβέρνησης.

Ο Γενς Γκάιερ των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ευρωκοινοβούλιο έσπευσε να δηλώσει στο Politico ότι με τον Σολτς η Γερμανία θα έχει περισσότερο ενεργό ρόλο στην Ε.Ε., ιδίως σε ό,τι αφορά την κοινωνική διάσταση της ενεργειακής μετάβασης, καθώς η Μέρκελ ήταν μεν μια μετριοπαθής διαχειρίστρια κρίσεων, αλλά δεν μπορούσε να εμπνεύσει ορμή.

Αν πάντως, στον “πλειστηριασμό” που θα ακολουθήσει ο Λίντνερ εξασφαλίσει το υπουργείο Οικονομικών (με τους Πράσινους να αποζημιώνονται με το υπουργείο Εξωτερικών), θα είναι αυτός ο πραγματικός ισχυρός ανήρ της αυριανής Ευρώπης. Και οι δικές του προτεραιότητες δεν αμφισβητούνται: αφορούν την μείωση φόρων και την περαιτέρω απελευθέρωση της αγοράς εργασίας.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας