Ρωσία, Δύση και ψυχρός «ανταρτοπόλεμος»

1839
ρωσία

Θυμάμαι ότι αυτό που με είχε εντυπωσιάσει στα ακαδημαϊκά/επιστημονικά συνέδρια που οργανώνονταν από το ΝΑΤΟ, τον σημερινό ΟΑΣΕ ή ακόμη και από το PfP (Partnership for Peace) στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και στις αρχές αυτής του 2000, ήταν η εμμονή όχι μόνο των Αμερικανών αλλά και των περισσότερων Δυτικών να θεωρούν τη Ρωσία μια αδύναμη χώρα, ηττημένη στον Ψυχρό Πόλεμο, ανήμπορη να παίξει έναν σημαντικό διεθνή ρόλο πέρα από τη νομιμοποίηση της αμερικανικής στρατηγικής στους διεθνείς οργανισμούς.
Εδειχναν να έχουν σβήσει από τη μνήμη τους τη θέση αυτής της χώρας στον παγκόσμιο συσχετισμό δυνάμεων όχι μόνο στον Ψυχρό Πόλεμο, αλλά στην ευρωπαϊκή ιστορία από τον 18ο αιώνα. Οταν λοιπόν η Ρωσία διεκδίκησε και πάλι αυτή τη θέση, η δυτική αντίδραση ήταν σπασμωδική και χωρίς ιδιαίτερη στρατηγική.
Τρία στοιχεία οδήγησαν στην επανάκαμψη της Ρωσίας.
Πρώτον, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο ωμός αυταρχισμός του Πούτιν κατάφερε να σταθεροποιήσει το πολιτικό σύστημα και να επιβάλει ένα ενιαίο κέντρο πολιτικής και οικονομικής εξουσίας σε μια χώρα που σπαρασσόταν από τους ανταγωνισμούς μαφιόζων, ολιγαρχών και τοπικών πολιτικών «σατραπειών».
Δεύτερον, οι πολύ υψηλές τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου της δεκαετίας του 2010 και η αυξανόμενη ενεργειακή εξάρτηση της Δυτικής και της Βόρειας Ευρώπης έδωσαν στο καθεστώς Πούτιν την οικονομική δυνατότητα να αποκαταστήσει την κοινωνική συνοχή και να αυξήσει τη ρωσική στρατιωτική ισχύ που είχε αποδυναμωθεί.
Τρίτον, τα προβλήματα των ΗΠΑ να διατηρήσουν την ηγεμονία τους σε διάφορα σημεία του κόσμου και η πραγματική ή απατηλή εικόνα της αμφισβήτησης της ηγεμονίας αυτής από την Κίνα ή ακόμη και από περιφερειακές δυνάμεις, όπως το Ιράν ή και η Βενεζουέλα, καλλιέργησαν την ιδέα ότι υπάρχει ένα σημαντικό πεδίο ευκαιριών για τη Ρωσία.
Ετσι η Ρωσία έχει επιδοθεί, εδώ και περίπου μία δεκαετία, σε μια προσπάθεια ελέγχου της άμεσης και της ευρύτερης περιμέτρου και ενίσχυσης του γοήτρου και του κύρους της στον διεθνή συσχετισμό ισχύος.
Αυτή η περίμετρος περιλαμβάνει την Ουκρανία, τη Βαλτική, τον Καύκασο, την Κεντρική Ασία και την Ανατολική Μεσόγειο.
Η Κριμαία και κυρίως η Συρία απέδειξαν ότι σε αυτή την περιοχή αν κάποια δύναμη αγνοήσει τη Ρωσία, θα έχει διαπράξει ένα μάλλον ανόητο σφάλμα που θα κοστίσει ακριβά.
Παρά ταύτα δεν εισερχόμαστε σε έναν δεύτερο Ψυχρό Πόλεμο. Η διεθνής αυτή κατάσταση προϋποθέτει ένα σαφές διπολικό σύστημα, που διαθέτει δύο συνασπισμούς κρατών που ο καθένας συγκροτείται από μια ηγεμονική δύναμη, ενώ γύρω από αυτούς υπάρχει ένας αριθμός μη δεσμευμένων κρατών χωρίς υποχρέωση μόνιμης ένταξης στη συμμαχία ενός εκ των ηγεμόνων.
Σήμερα οι ΗΠΑ διατηρούν τον συνασπισμό τους, αλλά η έλλειψη ενός ξεκάθαρου ανάλογου πόλου δημιουργεί χαλάρωση των δεσμών του συνασπισμού και φυγόκεντρες κινήσεις από διάφορους παίκτες, όπως φάνηκε από τη διαφορετική στάση των συμμάχων στις αμερικανικές εκστρατείες στη Μέση Ανατολή.
Η Ρωσία είναι στρατιωτικά εξαιρετικά ισχυρή, ιδιαίτερα ως προς το πυρηνικό της οπλοστάσιο, και διατηρεί οικονομική ευρωστία παρά την πτώση των τιμών των υδρογονανθράκων, όμως δεν έχει εκείνη την τεχνολογική και βιομηχανική αιχμή αλλά και την οικονομική ισχύ που είναι αναγκαίες για συγκρότηση ενός συνασπισμού.
Ακόμη και στις περιοχές της άμεσης περιμέτρου της δεν έχει ακόμη κατορθώσει να συγκροτήσει μια συμμαχία κρατών με υποχρέωση μόνιμης ένταξης σε αυτήν.
Σχήματα όπως ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σανγκάης ή των BRICS σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν συνασπισμούς ανάλογους αυτών του Ψυχρού Πολέμου.
Αλλωστε η συμμετοχή και άλλων ισχυρότατων δυνάμεων και κυρίως της Κίνας σε αυτά τα σχήματα δεν επιτρέπει την ανάδειξη μιας ηγεμονικής δύναμης.
Τέλος, ο Ψυχρός Πόλεμος χαρακτηριζόταν από τη διαρκή σύνδεση γεωπολιτικής και ιδεολογίας: η καπιταλιστική φιλελεύθερη Δύση εναντίον της σοσιαλιστικής αντιιμπεριαλιστικής Σοβιετικής Ενωσης.
Αυτός ο ιδεολογικός μανιχαϊσμός διαχεόταν στις γεωπολιτικές επιδιώξεις και στους αντίστοιχους σχεδιασμούς. Σήμερα μια ανάλογη ιδεολογική σύγκρουση δεν μπορεί να ανιχνευθεί πουθενά.
Το γεγονός ότι η Ρωσία δεν μπορεί να συγκροτήσει έναν ψυχροπολεμικό συνασπισμό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να χαλάσει τα σχέδια της Ουάσινγκτον σε περιοχές που θεωρεί ότι ανήκουν στην περίμετρό της.
Η περίπτωση της Συρίας είναι χαρακτηριστική. Επίσης χαρακτηριστική είναι η ρωσική ικανότητα να αμφισβητεί τη δυτική τεχνολογική κυριαρχία και ασφάλεια στο διαδίκτυο. Πρόκειται για μια νέου είδους σύγκρουση χωρίς κανόνες. Ουσιαστικά δεν έχουμε έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο αλλά έναν ψυχρό «ανταρτοπόλεμο».
Η ικανότητα της Ρωσίας να ακυρώνει ή να παρακωλύει σχέδια των ΗΠΑ ή συμμάχων τους γίνεται προσπάθεια να μειωθεί με την απειλή απομόνωσης της Μόσχας από τη διεθνή κοινωνία.
Η απειλή αυτή διατυπώνεται κάθε φορά που δίνεται η δυνατότητα ανεξάρτητα από τη βασιμότητα των κατηγοριών εναντίον της ρωσικής πολιτικής. Πρόκειται όμως για μια απολύτως αδιέξοδη πολιτική, μια και είναι αδύνατο να απομονώσει κανείς μια χώρα του μεγέθους της Ρωσίας και με αλληλεξάρτηση με όλη την Ευρασία όταν δεν είναι δυνατόν να απομονωθεί πλήρως ούτε η Βόρεια Κορέα.
Αντιθέτως μια τέτοια πολιτική ίσως οδηγήσει σε μια σύγκλιση Ρωσίας και Κίνας που θα αλλάξει το διεθνές ισοζύγιο ισχύος.
*Ο Σωτήρης Ρούσσος είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και υπεύθυνος του Κέντρου Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών.
*Πηγή: efsyn.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας