Ο παγκόσμιος «πόλεμος» των αποθεμάτων

817
Οι «αυτοκυρώσεις» της Δύσης που πυροδοτούν ανεξέλεγκτη αύξηση τιμών και η απειλή επισιτιστικής κρίσης στις αδύναμες χώρες, για τις οποίες δεν θα απομείνει… ούτε κόκκος σταριού ● Κράτη και επιχειρήσεις διαγκωνίζονται για την κάλυψη ενεργειακών και διατροφικών αναγκών εξασφαλίζοντας υπερβάλλουσες σε σχέση με τη ζήτηση προμήθειες σε πετρέλαιο, αέριο και στρατηγικά τρόφιμα

Τι συμβαίνει όταν μειώνεται η προσφορά; Ανεβαίνουν οι τιμές. Τι συμβαίνει όταν γίνεται πόλεμος; Οχι μόνο η μείωση της προσφοράς αλλά και η ανασφάλεια για τη μελλοντική προσφορά ανεβάζουν τις τιμές. Και τι συμβαίνει όταν αυξάνονται οι τιμές σε συνθήκες ανασφάλειας λόγω πολέμου; Κράτη και εταιρείες αγωνίζονται όχι μόνο για την κάλυψη της τρέχουσας ζήτησης, αλλά και για τη δημιουργία αποθεμάτων: αν η τιμή ενός προϊόντος αναμένεται να αυξηθεί, καλύτερα να προαγοράσουμε μεγαλύτερες ποσότητες σήμερα, φτιάχνοντας αποθέματα για το ενδεχόμενο τα πράγματα να εξελιχτούν πολύ άσχημα. Ετσι, ο πόλεμος των αποθεμάτων έχει ξεκινήσει ήδη, με άμεσα αποτελέσματα την επιδείνωση της ενεργειακής κρίσης και την ενίσχυση μιας διατροφικής κρίσης χαμηλής -για την ώρα- έντασης.

Στην πραγματικότητα, ο πόλεμος των αποθεμάτων είχε πυροδοτηθεί από την κρίση της πανδημίας. Τα λοκντάουν, που μείωσαν απότομα την παραγωγή και το εμπόριο, επομένως και την προσφορά, αποκάλυψαν ότι η πεποίθηση πως η «παγκοσμιοποίηση» και το «ελεύθερο εμπόριο» μπορούν να καλύψουν άμεσα τις ανάγκες της ζήτησης ήταν λάθος. Στη βάση αυτής της πικρής εμπειρίας, με το «άνοιγμα» των οικονομιών από τις αρχές καλοκαιριού το 2021, κράτη και εταιρείες αποδύθηκαν σε αγώνα για τη δημιουργία αποθεμάτων. Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης το 2021 δεν οφείλονται μόνο στην ευρωστία της κατανάλωσης και των επενδύσεων, αλλά και στη δημιουργία αποθεμάτων, δηλαδή σε προμήθειες υπερβάλλουσες σε σχέση με την τρέχουσα ζήτηση.

Ωστόσο, κανείς δεν είχε προβλέψει τον πόλεμο στην Ουκρανία για να δημιουργήσει τα απαιτούμενα αποθέματα σε προϊόντα πετρελαίου και φυσικό αέριο ούτε σε σίτο, αραβόσιτο και τα εξ αυτών προϊόντα. Ετσι, η τωρινή κρίση πυροδοτεί έναν δεύτερο πόλεμο αποθεμάτων…

Οι «αυτοκυρώσεις» και το πρόβλημα με το πετρέλαιο

Το Bloomberg αποκάλυψε σε πρόσφατο άρθρο του ότι Κινέζοι κορυφαίοι αξιωματούχοι έλαβαν εντολή να δημιουργήσουν επαρκή αποθέματα στους τομείς της ενέργειας, των εμπορευμάτων και των τροφίμων. Από την άλλη, η Δύση, στο όνομα των γεωπολιτικών της στόχων, βρίσκεται σε μια αντιφατική κατάσταση: από τη μια θέλει να ομαλοποιήσει την κατάσταση στον τομέα της προσφοράς, από την άλλη δεν μπορεί να αγνοήσει και την ανάγκη για δημιουργία αποθεμάτων – κι ας μη μας ενημερώνει σχετικά το Bloomberg…

Το διεθνές πρακτορείο όμως φρόντισε να μας ενημερώσει για τον κίνδυνο να ξαναλειτουργήσει η παγίδα της πετρελαϊκής κρίσης του 1979, όταν η προσπάθεια για δημιουργία αποθεμάτων οδήγησε σε «έκτακτες» προμήθειες μέσω της spot αγοράς, εκτόξευσε τις τιμές πετρελαίου, οι τιμές συνέχισαν να αυξάνονται ακόμη και όταν ομαλοποιήθηκε η προσφορά, με τελικό αποτέλεσμα την ύφεση. Οι σημερινές συνθήκες έχουν πράγματι ισχυρές αναλογίες. Εχουν όμως και μια ανέλπιστη ιδιαιτερότητα: τις «αυτοκυρώσεις» που εφαρμόζουν μαζικά οι αγοραστές στην αγορά πετρελαίου απέναντι στη Ρωσία! Ενώ η Δύση έχει εξαιρέσει από τις κυρώσεις το ρωσικό πετρέλαιο και τις ρωσικές τράπεζες που εμπλέκονται στις σχετικές συναλλαγές (η «αλληλεγγύη» δικαιούται να κάνει και κάποιες επωφελείς εξαιρέσεις…), παράγοντες της αγοράς πετρελαίου αρνούνται να συναλλάσσονται με ρωσικό πετρέλαιο είτε από σύγχυση είτε για λόγους καλής φήμης είτε λόγω «ηθικών αναστολών», επεκτείνοντας ντε φάκτο τις κυρώσεις και σε αυτόν τον τομέα. Οι «αυτοκυρώσεις» επεκτείνονται και στα δεξαμενόπλοια της ρωσικής εταιρείας κρατικών συμφερόντων Sovcomflot, επιτείνοντας το πρόβλημα. Η δυναμική της «οικονομικής αποσύνδεσης» που εγκαινιάζουν οι κυρώσεις της Δύσης κατά της Ρωσίας τείνει να έχει όχι μόνο τα επιθυμητά για τη Δύση, αλλά και ανεπιθύμητα, ανεξέλεγκτα αποτελέσματα.

Αν αυτό το πρόβλημα κατάρρευσης της ζήτησης ρωσικού πετρελαίου δεν λυθεί σύντομα, η ανοδική τάση των τιμών θα συνεχιστεί φρενήρης.

Ποιες λύσεις απομένουν; Η χρησιμοποίηση στρατηγικών αποθεμάτων (όπου κανείς δεν είναι διατεθειμένος να επιδείξει ιδιαίτερη αυτοθυσία…), η αύξηση της προσφοράς από τον OPEC (όπου Σαουδική Αραβία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα τρέφουν φιλικά αισθήματα προς τη Ρωσία) και η ορμητική αύξηση της παραγωγής σχιστολιθικού πετρελαίου στις ΗΠΑ (που όμως θέλει χρόνο και επενδύσεις, ενώ οι παραγωγοί είναι… θυμωμένοι και σε κρίση εμπιστοσύνης λόγω της απαξίωσής τους τα τελευταία χρόνια).

Με τα υπάρχοντα δεδομένα, η πιθανότερη εξέλιξη είναι η κλιμάκωση της ενεργειακής κρίσης όχι μόνο άμεσα αλλά και μεσοπρόθεσμα.

Επισιτιστική κρίση

Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη φαντασία για να συμπεράνουμε ποιοι θα επικρατήσουν στον πόλεμο των αποθεμάτων, δηλαδή ποιοι θα στοκάρουν σε μεγαλύτερη κλίμακα, γρηγορότερα και φτηνότερα προϊόντα στρατηγικής σημασίας. Θα είναι οι χώρες που κατέχουν την κορυφή της πυραμίδας οικονομικής και γεωπολιτικής ισχύος. Για την τύχη των υπόλοιπων, μας προϊδεάζει ο ΟΗΕ. Χώρες όπως η Αίγυπτος και η Τυνησία καλύπτουν μεγάλο μέρος των αναγκών τους σε σιτάρι από την Ουκρανία και τη Ρωσία. Στις χώρες αυτές, η διατροφή του πληθυσμού στηρίζεται βασικά στο ψωμί. Τα ίδια ισχύουν για τις περισσότερες χώρες της Μ. Ανατολής και της Ασίας…

Μια ιδιαίτερη διάσταση του προβλήματος είναι τα τρόφιμα που διανέμει το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα του ΟΗΕ (WFP) σε περιοχές όπου υπάρχουν κρίσεις, καθώς το μεγαλύτερο μέρος από αυτά προέρχεται από την Ουκρανία. Ο Μάρτιν Φλικ, διευθυντής του γραφείου του WFP στο Βερολίνο, δήλωσε πρόσφατα ότι «υπάρχουν 276 εκατομμύρια άνθρωποι που υποφέρουν από οξεία πείνα σε 81 χώρες», τους οποίους βοηθά το επισιτιστικό πρόγραμμα του ΟΗΕ.

Στον τομέα αυτόν και πριν φτάσουμε στην ωρίμανση μιας παγκόσμιας επισιτιστικής κρίσης λόγω της κλιματικής κρίσης (που αυτός ο πόλεμος θα επιταχύνει αντί να ανακόψει), τη μάχη των αποθεμάτων θα τη χάσουν οι πιο αδύναμοι: τα δεκάδες εκατομμύρια των θυμάτων της οξείας πείνας, οι αδύναμες χώρες του Τρίτου Κόσμου και στη συνέχεια οι αδύναμες χώρες του Πρώτου και του Δεύτερου Κόσμου…

Η εφιαλτική συνάρτηση πετρελαίου και υφέσεων

Του Μπάμπη Μιχάλη

Ο ανεξέλεγκτος καλπασμός των διεθνών τιμών του πετρελαίου -που την Πέμπτη ξεπέρασαν ακόμη και τα 119 δολάρια ανά βαρέλι, αγγίζοντας επίπεδα σχεδόν διπλάσια σε σχέση με έναν χρόνο πριν- υποδεικνύει ότι ένα μεγάλο μέρος της αγοράς έχει πειστεί πως ο αποκλεισμός του ρωσικού πετρελαίου και του φυσικού αερίου θα αποτελέσει την επόμενη κίνηση της Δύσης απέναντι στον Πούτιν. Την πεποίθηση αυτή ενίσχυσαν τόσο το προχθεσινό σήμα του Τζο Μπάιντεν ότι είναι «πολύ ανοικτός» στην ιδέα να προστεθούν πετρέλαιο και φυσικό αέριο στη λίστα κυρώσεων κατά της Ρωσίας, όσο και η δήλωση του Πράσινου Γερμανού υπουργού Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ ότι η χώρα του είναι προετοιμασμένη και ότι τα παροπλισμένα εργοστάσια παραγωγής ενέργειας από άνθρακα (και γιατί όχι και τα αντίστοιχα πυρηνικής ενέργειας) μπορεί να επαναλειτουργήσουν.

Από την άλλη πλευρά, η Δύση γνωρίζει ότι αν επιλέξει να χρησιμοποιήσει αυτό το όπλο, τις συνέπειες δεν θα υποστεί μόνο η Ρωσία αλλά και η ίδια. Σε ανάλυσή του που δημοσιοποιήθηκε προχθές το ανεξάρτητο βρετανικό ινστιτούτο ερευνών NIESR εκτιμά ότι συνολικά η ουκρανική κρίση θα μπορούσε να μειώσει το παγκόσμιο ΑΕΠ κατά 1% ώς το 2023 και να αυξήσει τον παγκόσμιο πληθωρισμό κατά 3% φέτος και 2% το 2023. Κάποιοι άλλοι οικονομολόγοι υπογραμμίζουν από την πλευρά τους ότι σχεδόν πάντα πριν από κάθε μεταπολεμική ύφεση είχε προηγηθεί μια ακραία άνοδος της τιμής του πετρελαίου. Οι περισσότεροι αναλυτές περιμένουν ότι η τιμή του αργού θα αυξηθεί ακόμη λίγο -ίσως στα 125 δολάρια το βαρέλι- και στη συνέχεια, στο β’ εξάμηνο του έτους, θα αρχίσει να μειώνεται. Εναλλακτικό σενάριο μιλά για τιμές ώς τα 130 δολάρια το βαρέλι και για πιθανή παραμονή τους πάνω από τα 100 δολάρια ώς τις αρχές του 2023, ενώ το πιο εφιαλτικό βλέπει την τιμή του μαύρου χρυσού στα 150 δολάρια.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας