Διεθνείς ανατροπές και σχέσεις Ελλάδας–Τουρκίας υπό τα συμφέροντα των ΗΠΑ

961

Οι γεωπολιτικές αλλαγές που βλέπουμε να καταγράφονται είναι ραγδαίες καθώς μετακινούνται οι τεκτονικές πλάκες στις οποίες είχαν βασιστεί για δεκαετίες η διπλωματία και οι διακρατικές σχέσεις.

Στο πλαίσιο των διεθνών γεωπολιτικών ανακατατάξεων, ραγδαίες είναι οι αλλαγές και στις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας, η ένταση των οποίων υπήρξε καθοριστική για την εξωτερική πολιτική των δύο χωρών.

Ο ρόλος της Ουάσιγκτον

Τα ελληνοτουρκικά, όμως, δεν μπορούν να μελετηθούν σωστά αν, την ίδια στιγμή, δεν δοθεί και ιδιαίτερη έμφαση στον ρόλο της Ουάσιγκτον.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

«Καλές οι σχέσεις με την Ελλάδα μετά τον σεισμό, αλλά μην είμαστε αφελείς», λέει ο Τσαβούσογλου

Στην προσπάθειά τους οι ΗΠΑ να διατηρήσουν τον έλεγχο της ευρύτατης περιοχής έπρεπε να κρατούν ισορροπίες ανάμεσα σε δύο στρατηγικούς τους συμμάχους, οι οποίοι βρίσκονται στα μαχαίρια, χωρίς, όμως, να διακινδυνεύσουν τις σχέσεις τους με κανέναν από τους δύο.

Με τα χρόνια αναπτύχθηκε μια ιδιαίτερη σχέση ανάμεσα στις τρεις χώρες που ξεκινάει από την ένθερμη συνεργασία και φτάνει μέχρι τη δυσπιστία και την καχυποψία, αναφέρει σε συνέντευξή του στον «Φιλελεύθερο», ο Σπύρος Κατσούλας, διεθνολόγος με ειδίκευση στη στρατηγική ιστορία και τη γεωπολιτική.

Σήμερα, οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις βρίσκονται στο ζενίθ και οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις στο ναδίρ, όμως η φύση της τριγωνικής σχέσης παραμένει επί της ουσίας η ίδια.

Αυτό σημαίνει ότι οι ΗΠΑ εξακολουθούν να χρειάζονται τόσο την Ελλάδα όσο και την Τουρκία, ενώ την ίδια στιγμή η γεωπολιτική αναγκαιότητα τις αναγκάζει να κρατήσουν το βλέμμα τους πάνω από την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

«Διλήμματα στο τρίγωνο»

Η Κύπρος λόγω της γεωγραφικής της θέσης και των στενών σχέσεων που διατηρεί με την Ελλάδα επηρέασε σε πολύ μεγάλο βαθμό το τρίγωνο Αθήνα – Αγκυρα – Ουάσιγκτον.


Μητσοτάκης – Ερντογάν (φωτογραφία αρχείου Murat Cetinmuhurdar/Presidential Press Office/viaReuters)

Στο βιβλίο του «Διλήμματα στο τρίγωνο. Οι ΗΠΑ και οι ελληνοτουρκικές σχέσεις» (εκδόσεις Διόπτρα) ο Σπύρος Κατσούλας εξηγεί πως η Λευκωσία έπαιξε καθοριστικό ρόλο σε αρκετές από τις ελληνοτουρκικές κρίσεις, οι οποίες σ’ ορισμένες φάσεις έφτασαν ένα βήμα πριν την ολοκληρωτική σύγκρουση.

Αυτό δεν φαίνεται πως θα αλλάξει. «Η Ανατολική Μεσόγειος διατηρεί στο ακέραιο τη γεωπολιτική της αξία. Προς στιγμήν αυτή φάνηκε να μειώνεται μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, αλλά η δυναμική και απειλητική επάνοδος της Ρωσίας του Βλαντιμίρ Πούτιν επαναφέρει στο προσκήνιο την αξία της περιοχής», εξηγεί ο έλληνας ειδικός, τονίζοντας πως το άγρυπνο μάτι των ΗΠΑ θα παραμείνει πάνω της.

Η συνέντευξη

– Τι ήταν αυτό που σας έκανε να ερευνήσετε τις σχέσεις της Ελλάδας και της Τουρκίας δίνοντας έμφαση στον ρόλο των ΗΠΑ; Τι διαφορετικό αποτυπώνει η θεωρία του φύλακα όπως την παρουσιάζετε στο βιβλίο σας;

– Κατ’ αρχάς, δεν μπορούν να μελετηθούν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις χωρίς να ληφθεί υπόψη ο αμερικανικός παράγοντας.

Ο ρόλος των μεγάλων δυνάμεων ανέκαθεν ήταν καθοριστικός σ’ αυτή τη γωνιά του κόσμου. Η βιβλιογραφία είναι διάσπαρτη με αναφορές στον ρόλο των ΗΠΑ, αλλά δεν υπήρχε μια συστηματική μελέτη της τριγωνικής σχέσης.

Προσπάθησα να καλύψω αυτό το κενό εστιάζοντας στη στάση των ΗΠΑ απέναντι στις ελληνοτουρκικές κρίσεις.

Επιπλέον, η «πολιτική των ίσων αποστάσεων» των ΗΠΑ απέναντι σε Ελλάδα και Τουρκία παρουσιάζει ιδιαίτερο ακαδημαϊκό ενδιαφέρον.

Η θεωρία του φύλακα

Παρ’ ότι σ’ αυτές τις δύο χώρες έχουμε μάθει να ζούμε μ’ αυτή την ιδιάζουσα κατάσταση, στον υπόλοιπο κόσμο και στη θεωρία των διεθνών σχέσεων η συνύπαρξη δύο αντιπάλων στην ίδια συμμαχία αποτελεί την εξαίρεση στον κανόνα.

Η συνεισφορά της θεωρίας του φύλακα έγκειται, αφενός, στο ότι παρουσιάζει την ιστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων από τη σκοπιά των ΗΠΑ και, αφετέρου, στο ότι χρησιμοποιεί ως γνώμονα τη γεωπολιτική προσέγγιση.

Για να κατανοήσουμε τους λόγους της «πολιτικής των ίσων αποστάσεων» πρέπει ν’ αντιληφθούμε τη γεωπολιτική πραγματικότητα της Ανατολικής Μεσογείου.

Οι ΗΠΑ έβλεπαν την Ελλάδα και την Τουρκία ως τους φρουρούς της Μεσογείου. Το πρόβλημα ήταν ότι, αντί οι δύο φρουροί να έχουν στραμμένη την προσοχή τους στη Σοβιετική Ενωση, αντιμάχονταν ο ένας τον άλλο. Η φύση αυτού του προβλήματος παρέμεινε απαράλλαχτη καθ’ όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.

– Πώς μπορούν οι ΗΠΑ να διαδραματίσουν έναν εποικοδομητικό ρόλο στην αντιμετώπιση των σημερινών προκλήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο;

– Οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν ν’ αναλάβουν κάποιον ενεργό ρόλο στην αντιμετώπιση των προκλήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο.

Αφενός, δεν θέλουν σε καμία περίπτωση να δυσαρεστήσουν ή να αποξενώσουν με τη στάση τους κάποια από τις δύο πλευρές και ως εκ τούτου να την απομακρύνουν από τη Δύση. Αφετέρου, δεν θέλουν να χρεωθούν κάποια αποτυχία.

Η διαμεσολάβηση…

Το έχουν δοκιμάσει αρκετές φορές στο παρελθόν χωρίς επιτυχία και δεν προτίθενται να το επαναλάβουν. Πρόθεση των ΗΠΑ είναι ν’ αναλάβει κάποιο τρίτο μέρος τον ρόλο του διαμεσολαβητή, σε περίπτωση που παραστεί μια τέτοια ευκαιρία.


Το αεροπλανοφόρο George H.W. Bush των ΗΠΑ στη Μεσόγειο (U.S. Navy Photo by Mass Communication Specialist 2nd Class Justin Wolpert/Released)

Πιο ρεαλιστικό πάντως είναι να περιμένουμε να ευνοούν τις διμερείς και τριμερείς συνεργασίες που προάγουν τη σταθερότητα.

– Επομένως, πώς αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση των ΗΠΑ την ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ Κύπρου, Ελλάδας και Ισραήλ;

– Η τριμερής σχέση Κύπρου, Ελλάδας και Ισραήλ είναι ιδιαίτερα ευπρόσδεκτη στις ΗΠΑ. Ο οπορτουνισμός του Ταγίπ Ερντογάν ανησύχησε σημαντικά τις ΗΠΑ, οι οποίες χρειάζονταν ένα ισχυρό αντίβαρο στην Τουρκία καθώς και έναν αξιόπιστο σχηματισμό στην περιοχή.

Αυτή η σύγκλιση συμφερόντων αποτέλεσε τον καταλυτικό παράγοντα της τριμερούς σχέσης. Καθώς όμως βρισκόμαστε σε μια μεταβατική περίοδο, όπου θα δούμε πολλές ανατροπές, καλό είναι αυτή η τριμερής σχέση να εμπεδωθεί και να σφυρηλατηθεί με ισχυρούς δεσμούς το νωρίτερο δυνατό.

Ο τούρκος πρόεδρος δεν θα μείνει με σταυρωμένα χέρια για πολύ καιρό, αν διαπιστώσει ότι δεν αποδίδει η πολιτική του. Εχουμε ήδη δει δείγματα επαναπροσέγγισης της Τουρκίας με χώρες της Μέσης Ανατολής, καθώς και τις γέφυρες που ρίχνει η τουρκική κυβέρνηση στη Δύση.

– Μήπως δημιουργείται ένα νέο πλέγμα που μπορεί να διαδραματίσει έναν πιο ισχυρό γεωπολιτικό ρόλο και γιατί όχι σε συνεννόηση με την Ουάσιγκτον να οδηγήσει σε υποβάθμιση του ρόλου της Τουρκίας;

– Το νέο πλέγμα που δημιουργείται, στο οποίο θα πρέπει να συνυπολογίζονται και κάποιες αραβικές χώρες, θα αποτελέσει έναν ισχυρό πόλο που θα συμβάλει μεν στην εξισορρόπηση αλλά όχι στην υποβάθμιση του ρόλου της Τουρκίας.

Γεωπολιτική αναγκαιότητα

Η γεωπολιτική αναγκαιότητα επιτάσσει τη διατήρηση της Τουρκίας στη δυτική σφαίρα επιρροής. Κάθε πλευρά θα επιδιώξει να εκμεταλλευτεί την κατάσταση προς όφελός της.

Η Κύπρος και η Ελλάδα πρέπει μέσα σ’ αυτά τα στενά περιθώρια να κάνουν το καλύτερο δυνατό για την προάσπιση της εθνικής τους ακεραιότητας, κινούμενες με ρεαλισμό, αποφασιστικότητα και ευελιξία.

Αυτές είναι οι λεπτές ισορροπίες που θα χαρακτηρίζουν τη διεθνή διπλωματία το προσεχές διάστημα. Γι’ αυτό τον λόγο τα διλήμματα στο τρίγωνο παραμένουν στο ακέραιο.

– Πώς αξιολογείτε τη σημερινή πορεία της τριγωνικής σχέσης ανάμεσα σε Αθήνα, Αγκυρα και Ουάσιγκτον; Πώς μπορεί να εξελιχθούν τα πράγματα στο μέλλον;

– Η τριγωνική σχέση σήμερα παρουσιάζει σημαντικές ομοιότητες αλλά και κρίσιμες διαφορές με το παρελθόν.

Η κρίσιμη διαφορά είναι ότι δεν βρισκόμαστε πλέον στα γνώριμα και προβλέψιμα νερά του διπολισμού του Ψυχρού Πολέμου.

Αντίθετα, βρισκόμαστε στο απρόβλεπτο περιβάλλον μιας μεταβατικής περιόδου από ένα μονοπολικό προς ένα πολυπολικό ή διπολικό διεθνές σύστημα.

Αστάθεια και ρευστότητα

Δηλαδή από τη μονοπολική στιγμή της ιστορίας όπου κυριαρχούσαν οι ΗΠΑ προς μια περίοδο όπου η ισχύς διαχέεται προς άλλες δυνάμεις, όπως είναι η Κίνα, η Ρωσία και η Ινδία.


Τουρκικό μαχητικό αεροσκάφος σε ΝΑΤΟϊκή άσκηση στη Μεσόγειο (φωτογραφία AP)

Το κύριο χαρακτηριστικό των μεταβατικών περιόδων είναι η αστάθεια και η ρευστότητα. Οι μεγάλες δυνάμεις που είναι ευχαριστημένες με την καθεστηκυία τάξη συγκρούονται με τις αναθεωρητικές δυνάμεις.

Αρα υπάρχουν μεγάλα περιθώρια συνεργασιών, συνασπισμών, καθώς και λυκοφιλιών. Η σημαντική ομοιότητα όμως είναι ότι η Ανατολική Μεσόγειος διατηρεί στο ακέραιο τη γεωπολιτική της αξία.

Προς στιγμήν αυτή φάνηκε να μειώνεται μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, αλλά η δυναμική και απειλητική επάνοδος της Ρωσίας του Βλαντιμίρ Πούτιν επαναφέρει στο προσκήνιο την αξία της Ανατολικής Μεσογείου.

Επιπλέον, η Κίνα έχει δηλώσει την παρουσία της στην περιοχή, η οποία δεν περιορίζεται μόνο σε οικονομικό επίπεδο.

Το ενδιαφέρον μπορεί αυτή τη στιγμή να είναι επικεντρωμένο στην Ανατολική Ευρώπη και στη Βαλτική, αλλά η αρχιτεκτονική ασφαλείας μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία θ’ αναδείξει εκ νέου τη σημασία της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ.

Φρουροί της Ανατολικής Μεσογείου

Επομένως, η ουσία της τριγωνικής σχέσης δεν αλλάζει. Οι ΗΠΑ εξακολουθούν να βλέπουν την Ελλάδα και την Τουρκία ως φρουρούς της Ανατολικής Μεσογείου. Η αθροιστική γεωπολιτική τους αξία παραμένει τεράστια.

Αρα, παρότι οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις διανύουν την καλύτερή τους περίοδο ενώ οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις βρίσκονται σε ιστορικό χαμηλό, για τις ΗΠΑ η γεωπολιτική λογική επιτάσσει τη διατήρηση του ελέγχου της Ανατολικής Μεσογείου.

Μπορεί να μη θέλουν τον Ταγίπ Ερντογάν, αλλά δεν θέλουν σε καμία περίπτωση να χάσουν την Τουρκία. Αυτό είναι κάτι που ο τούρκος πρόεδρος γνωρίζει και προσπαθεί να εκμεταλλευτεί, αν και όχι με ιδιαίτερη επιτυχία.

Η κληρονομιά του αναθεωρητισμού

– Τον ερχόμενο μήνα στην Τουρκία θα διεξαχθούν εκλογές. Θα αλλάξει κάτι στην εξωτερική πολιτική της χώρας σε σχέση με την Ελλάδα και την Κύπρο αν κερδίσει ο Κεμάλ Κιλιντσάρογλου;

– Οχι, δεν θα πρέπει να αναμένουμε θεαματικές αλλαγές στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας για δύο κυρίως λόγους.

Πρώτον, πέρα από τις προθέσεις της εκάστοτε τουρκικής ηγεσίας, υπάρχουν και οι ποσοτικοί δείκτες ισχύος, όπως είναι το μέγεθος (όχι η κατάσταση) της οικονομίας, το δημογραφικό και οι ένοπλες δυνάμεις.

Στην Τουρκία είναι κοινώς αποδεκτό ότι οι υφιστάμενες συνθήκες δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματική ισορροπία ισχύος. Αυτό θρέφει τον αναθεωρητισμό.

Δεύτερον, ακόμα και αν αποχωρήσει από το πολιτικό προσκήνιο, κάτι που δεν θα γίνει απλά και εύκολα, ο Ταγίπ Ερντογάν αφήνει μια κληρονομιά αναθεωρητισμού από την οποία δεν θα είναι εύκολο να υποχωρήσουν οι διάδοχες κυβερνήσεις.

Διπλά προσεκτικοί

Το αφήγημα της «Γαλάζιας Πατρίδας» θα ρίχνει βαριά τη σκιά του γι’ αρκετό καιρό. Θεωρώ ότι η μετά-Ερντογάν εποχή, όποτε έρθει αυτή, θα πρέπει να μας βρει διπλά προσεκτικούς.

Η Δύση θα το θεωρήσει μια χρυσή ευκαιρία αποκατάστασης των σχέσεων με την Τουρκία.


Ελληνο-αμερικανική περιπολία στη Μεσόγειο (US Navy Photo)

Θα πρέπει τότε να είμαστε έτοιμοι να υποδεχτούμε τη νέα κατάσταση και να έχουμε λάβει τα απαραίτητα εξισορροπητικά μέτρα για να μη βρεθούμε προ εκπλήξεων.

Το εθνικό αφήγημα Ερντογάν

– Πρόσφατα, ενώ οι σχέσεις Αθηνών και Αγκυρας ήταν εξαιρετικά τεταμένες, μετά τους σεισμούς είδαμε μία θετική αλλαγή. Με αφορμή το συγκεκριμένο γεγονός μπορούν να διορθωθούν οι σχέσεις των δύο χωρών ή τα πράγματα θα επιστρέψουν στο τεταμένο σημείο που ήταν και πριν;

– Βρισκόμαστε σε μια ιδιαίτερη συγκυρία, η οποία ξεκίνησε με μια φυσική καταστροφή ασύλληπτων διαστάσεων στην Τουρκία. Σε ανθρώπινο επίπεδο ο πόνος και η συμπόνια δεν γνωρίζουν σύνορα. Είναι κοινά σε όλους τους λαούς. Και συνήθως τέτοιες στιγμές φέρνουν τους λαούς πιο κοντά.

Δυστυχώς όμως η στρατηγική ιστορία είκοσι πέντε αιώνων μάς υπενθυμίζει ότι στην ανθρώπινη φύση ελλοχεύει ακόμα η καχυποψία, η απληστία και η αλαζονεία. Αυτό δεν αφορά μόνο Ελλάδα και Τουρκία, αλλά όλες τις χώρες που έχουν αντικρουόμενα εθνικά συμφέροντα.

Δεν έχουν επιλυθεί οι διαφορές

Επιπλέον, οι δύο χώρες διανύουν ταυτόχρονα μια προεκλογική περίοδο, χωρίς να υπάρχει ακλόνητο φαβορί σε καμία από τις δύο. Αντιθέτως, παραμονεύει ο κίνδυνος παρατεταμένης κυβερνητικής αστάθειας.

Υπό άλλες συνθήκες η υποδαύλιση του εθνικισμού μέσω των ελληνοτουρκικών θεμάτων ίσως αποτελούσε ένα προεκλογικό τέχνασμα συσπείρωσης της εκλογικής βάσης.

Ωστόσο το γεγονός ότι η Ελλάδα έσπευσε σε βοήθεια της Τουρκίας, καθώς και η συνέχιση εκδήλωσης του ενδιαφέροντος με την πρόσφατη επίσκεψη του έλληνα υπουργού Εθνικής Αμυνας στις πληγείσες περιοχές, ακύρωσε το εθνικό αφήγημα του Ταγίπ Ερντογάν και του στέρησε το λαϊκό έρεισμα μιας επιθετικής ρητορικής.

– Παρά την ηρεμία, όμως η ένταση μπορεί να επιστρέψει, έτσι δεν είναι;

– Το αναμενόμενο είναι να δούμε να επικρατεί εσωστρέφεια στις δύο χώρες καθώς και ένα μορατόριουμ σε ό,τι αφορά τα διμερή θέματα κατά την προσεχή περίοδο. Οι διαφορές που χωρίζουν όμως τις δύο πλευρές δεν έχουν επιλυθεί ούτε είναι εύκολο να παραμεριστούν.

Η κανονικότητα της υψηλής έντασης σε διμερές επίπεδο αναμένεται να επιστρέψει. Για να κάνουμε όμως οποιαδήποτε ασφαλή εκτίμηση, θα πρέπει πέρα από το ελληνοτουρκικό δίπολο να λάβουμε υπόψη την περιφερειακή και διεθνή διάσταση.

Και αυτό διότι η Ανατολική Μεσόγειος είναι ένα κρίσιμο κομμάτι όχι απλώς στην περιφερειακή, αλλά στην παγκόσμια σκακιέρα ισχύος. Επομένως, έχει τεράστια σημασία ο ρόλος της Ρωσίας στην Ευρώπη τα επόμενα χρόνια, καθώς και ο ρόλος της Κίνας στη Μέση Ανατολή – θυμίζω την πρόσφατη μεσολάβηση της Κίνας στον ανταγωνισμό Σαουδικής Αραβίας και Ιράν.

Ο αγώνας για την Ευρασία θα είναι το κύριο γεωπολιτικό παίγνιο του 21ου αιώνα. Οι ΗΠΑ εξακολουθούν να θεωρούν την Ελλάδα και την Τουρκία ως πολύτιμο κομμάτι της συνολικής αποτρεπτικής τους πολιτικής στην Ευρασία.

Ο φόβος θερμού επεισοδίου

– Για χρόνια ακούμε για τον φόβο ενός θερμού επεισοδίου ή και πολέμου ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Τουρκία. Είναι ορατός αυτός ο φόβος ή απλώς είναι ένα θέμα για εσωτερική κατανάλωση και στις δύο χώρες;

– Ο φόβος ενός θερμού επεισοδίου είναι πάντα ορατός και απομακρύνεται μόνο εφόσον είμαστε επαρκώς προετοιμασμένοι για κάτι τέτοιο. Αυτή είναι η λογική της αποτροπής.

Αντίθετα, η λογική του επιχειρήματος της εσωτερικής κατανάλωσης δεν με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Οχι μόνο επειδή λειτουργεί εφησυχαστικά, αλλά και επειδή παραγνωρίζει μια σημαντική διάσταση της υψηλής στρατηγικής: την εσωτερική νομιμοποίηση.

Η μελέτη των προηγούμενων κρίσεων, αλλά και η διεθνής εμπειρία δείχνουν ότι η λαϊκή στήριξη ή αντίθετα η λαϊκή αμφιθυμία έχει καθοριστικό ρόλο στην άσκηση εξωτερικής πολιτικής. Επομένως, δεν θα πρέπει να υποτιμούμε την εσωτερική πολιτική σκηνή.

– Θεωρείτε ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει όπως πρέπει την επιθετική, επεκτατική πολιτική της Τουρκίας σε βάρος της; Γιατί δεν αξιοποίησε στον βαθμό που έπρεπε το γεγονός πως παραδοσιακά στόχος της Ουάσιγκτον ήταν να αποτρέψει τη σύγκρουση μεταξύ των συμμάχων της;

– Σε σχέση με περασμένες εποχές, την τελευταία δεκαετία η Ελλάδα έχει κάνει πολλές κινήσεις προς τη σωστή κατεύθυνση, εκμεταλλευόμενη τις ευκαιρίες που παρουσιάστηκαν, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχουν υπάρξει και αστοχίες.

Οι ΗΠΑ δεν ξεφεύγουν από τη λογική των ίσων αποστάσεων

Σε μια δύσκολη συγκυρία όμως κατάφερε να ενισχυθεί τόσο στον τομέα των εξοπλισμών όσο και με τη σύναψη συμμαχιών και συνεργασιών σε περιφερειακό επίπεδο. Η στρατηγική επένδυση της Αλεξανδρούπολης αποτελεί την καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των στόχων των ΗΠΑ για σταθερότητα στην περιοχή.

Μ’ αυτό τον τρόπο υποστηρίζει έμπρακτα το εθνικό αφήγημα ότι αποτελεί πυλώνα σταθερότητας στην περιοχή και αντιμετωπίζει ουσιαστικά την επιθετική πολιτική της Τουρκίας. Η συγκράτηση της τυχοδιωκτικής πολιτικής του Ερντογάν δεν είναι απλή υπόθεση, ειδικά από τη στιγμή που η επιρροή των ΗΠΑ στην Αγκυρα έχει μειωθεί αισθητά τα τελευταία χρόνια.

Σε κάθε περίπτωση, οι ΗΠΑ δεν θα ξεφύγουν ποτέ από τη λογική των ίσων αποστάσεων λόγω της γεωπολιτικής πραγματικότητας της Ανατολικής Μεσογείου.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας