Άρχισε η δίκη του Νετανιάχου – Οι τρεις κατηγορίες διαφθοράς που αντιμετωπίζει

165
Israeli Prime Minister Benjamin Netanyahu g delivers a speech during a ceremony at the Jewish school in Toulouse, France, Thursday, Nov.1, 2012. (BOB EDME/AFP/Getty Images)

Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, εμφανίστηκε σήμερα, Τρίτη 10/12, σε δικαστήριο του Τελ Αβίβ για να καταθέσει για πρώτη φορά στην πολύκροτη δίκη διαφθοράς, η οποία αναμένεται να τον υποχρεώσει να διαχειριστεί τις υποχρεώσεις του τόσο στο δικαστήριο όσο και στο «στρατηγείο» του πολέμου για τις επόμενες εβδομάδες.

Ο Νετανιάχου έφτασε στο δικαστήριο περίπου στις 10 το πρωί, ενώ έξω από το κτίριο συγκεντρώθηκαν δεκάδες διαδηλωτές, κάποιοι από τους οποίους ήταν υποστηρικτές του και άλλοι απαιτούσαν από αυτόν να κάνει περισσότερα για να διαπραγματευτεί την απελευθέρωση περίπου 100 ομήρων που κρατούνται από τη Χαμάς στη Γάζα.

Ο Νετανιάχου, που κατηγορείται για δωροδοκία, απάτη και κατάχρηση εμπιστοσύνης, θα καταθέσει τρεις φορές την εβδομάδα, όπως ανακοίνωσε το δικαστήριο.

Το ανώτατο δικαστήριο του Ισραήλ απέρριψε στις 13 Νοεμβρίου αίτημα για αναβολή της διαδικασίας κατά 10 εβδομάδες, τονίζοντας ότι ο Πρωθυπουργός είχε πέντε μήνες για να προετοιμαστεί. Η ομάδα υπεράσπισής του Νετανιάχου, υποστήριξε ότι δεν μπορούσε να προετοιμαστεί λόγω της πίεσης χρόνου που του ασκεί η διαχείριση των ανοιχτών μετώπων του Ισραήλ, σε Γάζα, Λίβανο και Συρία.

Πριν καταθέσει, ο Νετανιάχου μίλησε κατά των δικαστικών αρχών, χαρακτηρίζοντας τις έρευνες εναντίον του ως «κυνήγι μαγισσών». Ο ίδιος αρνείται τις κατηγορίες και έχει δηλώσει αθώος.

Σε συνέντευξη Τύπου το βράδυ της Δευτέρας, ο Νετανιάχου ανέφερε ότι περίμενε «οκτώ χρόνια για να παρουσιάσει την αλήθεια του», εκφράζοντας την οργή του για τον τρόπο με τον οποίο είχαν αντιμετωπιστεί οι μάρτυρες κατά τη διάρκεια των ερευνών.

«Είναι εντελώς ψέματα. Δουλεύω 17, 18 ώρες την ημέρα»

Απάντησε στους ισχυρισμούς ότι ζήτησε σαμπάνια και πούρα και εκμεταλλεύτηκε τη θέση του για να λάβει χιλιάδες σέκελ.

«Αυτό είναι εντελώς ψέματα. Δουλεύω 17, 18 ώρες την ημέρα. Όλοι όσοι με γνωρίζουν το ξέρουν αυτό», λέει. «Έτσι δουλεύω. Τρώω τα γεύματά μου στο τραπέζι της δουλειάς μου, δεν είναι cordon bleu, δεν έρχονται σερβιτόροι με λευκά γάντια».

Ο Νετανιάχου λέει ότι «εργάζομαι όλο το εικοσιτετράωρο, πηγαίνω για ύπνο στις 1 ή 2 το βράδυ, δεν έχω σχεδόν καθόλου χρόνο να δω την οικογένειά μου, να δω τα παιδιά μου, κάτι που είναι μεγάλο τίμημα».

Ο πρωθυπουργός λέει ότι «μερικές φορές κάθομαι με ένα πούρο και δεν μπορώ να το καπνίσω με τη μία γιατί τα καπνίζω ανάμεσα στις συναντήσεις». Και προσθέτει, «Μισώ τη σαμπάνια, δεν μπορώ να την πιώ».

Κατά τη διάρκεια του χρόνου που μεσολάβησε στην θητεία του ως πρωθυπουργός, ο Νετανιάχου λέει: «Είχα ελευθερία, πήγα με την οικογένειά μου στη Ντίσνεϋλαντ, στην Αυστραλία, πήγαμε εκδρομές, ήταν υπέροχο».

Ωστόσο, λέει, «με τηλεφώνησε η δημόσια υπηρεσία… και ρώτησα τον εαυτό μου, τι κάνω; Ρώτησα τον εαυτό μου στα 50 μου: «Αυτός είναι ο σκοπός της ζωής σου; Αυτό κληρονόμησες από τον πατέρα σου;»

Υπόθεση 1000

Η «Υπόθεση 1000» (Case 1000), γνωστή και ως «Υπόθεση Δώρων», αφορά κατηγορίες κατά του Νετανιάχου για απάτη και κατάχρηση εμπιστοσύνης.

Στην υπόθεση περιλαμβάνονται ισχυρισμοί ότι ο Νετανιάχου και η σύζυγός του, Σάρα, έλαβαν πολυτελή δώρα από δύο πλούσιους επιχειρηματίες, σε αντάλλαγμα πολιτικές χάρες.

Οι επιχειρηματίες είναι ο Αρνόν Μίλχαν, Ισραηλινός παραγωγός κινηματογράφου στο Χόλιγουντ, και ο Αυστραλός δισεκατομμυριούχος Τζέιμς Πάκερ. Τα δώρα περιλαμβάνουν, σύμφωνα με τις καταθέσεις, σαμπάνιες και πούρα.

Ο Μίλχαν κατέθεσε ότι παρείχε δώρα στον Νετανιάχου τον Ιούνιο του 2020. Ο Πρωθυπουργός κατηγορείται ότι προώθησε τα συμφέροντα του Μίλχαν, βοηθώντας να εξασφαλίσει βίζα για τις ΗΠΑ, έπειτα από συνομιλίες με αξιωματούχους της Αμερικανικής κυβέρνησης.

Επίσης, κατηγορείται ότι προώθησε νόμο για απαλλαγή από φόρους, ο οποίος θα μπορούσε να ευνοήσει Ισραηλινούς του εξωτερικού, συμπεριλαμβανομένου του Μίλχαν.

Υπόθεση 2000

Η «Υπόθεση 2000» (Case 2000) αναφέρεται σε συμφωνία που φέρεται να έκανε ο Νετανιάχου με τον επιχειρηματία Αρόν Μόζες, βασικό μέτοχο της ισραηλινής καθημερινής εφημερίδας Yedioth Ahronoth, για ευνοϊκή κάλυψη στα μέσα ενημέρωσης, σε αντάλλαγμα μια νομοθεσία που θα επιβράδυνε την ανάπτυξη της ανταγωνιστικής εφημερίδας Israel Hayom.

Στην υπόθεση αυτή, ο Νετανιάχου κατηγορείται επίσης για απάτη και κατάχρηση εμπιστοσύνης.

Σύμφωνα με τη σύνοψη του κατηγορητηρίου, παρά τον «βαθύ ανταγωνισμό» μεταξύ των δύο ανδρών, πραγματοποίησαν τρεις σειρές συναντήσεων μεταξύ 2008 και 2014. Κατά τη διάρκεια αυτών, ο Νετανιάχου και ο Μόζες «συζητούσαν για την προώθηση κοινών συμφερόντων τους: τη βελτίωση της κάλυψης που λάμβανε ο κ. Νετανιάχου από την ομάδα μέσων ενημέρωσης Yedioth Ahronoth και την επιβολή περιορισμών στην εφημερίδα Israel Hayom», ανέφερε.

Σύμφωνα με τη σύνοψη του κατηγορητηρίου, συζητήθηκε επίσης ένα νομοσχέδιο που θα περιόριζε την κυκλοφορία της Israel Hayom.

Υπόθεση 4000

Στην «Yπόθεση 4000» ο Νετανιάχου κατηγορείται για την παροχή κανονιστικών διευκολύνσεων στην ισραηλινή εταιρεία τηλεπικοινωνιών Bezeq, σε αντάλλαγμα θετική αντιμετώπιση του ίδιου και της συζύγου του σε ειδησεογραφική ιστοσελίδα που ελεγχόταν από τον πρώην πρόεδρο της εταιρείας.

Ο Νετανιάχου, ως υπουργός Επικοινωνιών την περίοδο εκείνη, φέρεται να παρείχε ρυθμιστικά οφέλη στον Σαούλ Ελόβιτς, ιδιοκτήτη της Bezeq, ο οποίος ταυτόχρονα ελέγχει την ιστοσελίδα Walla.

Σύμφωνα με τη σύνοψη του κατηγορητηρίου, ο Νετανιάχου «ασχολήθηκε αρκετές φορές με κανονιστικά θέματα που αφορούσαν τον κ. Ελόβιτς και ανέλαβε συγκεκριμένες ενέργειες που προώθησαν σημαντικά επιχειρηματικά συμφέροντα του κ. Ελόβιτς, με σημαντική οικονομική αξία».

Εκτός από τις κατηγορίες για απάτη και κατάχρηση εμπιστοσύνης, ο Νετανιάχου κατηγορείται επίσης για δωροδοκία στην εν λόγω υπόθεση.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας