Οι προκλήσεις και το μέγα σκάνδαλο του Ομίλου Adani
Μεσοπρόθεσμα η Ινδία θα γίνει η πιο σημαντική χώρα του κόσμου, υποστηρίζει με άρθρο του στο Project Syndicate ο διακεκριμένος οικονομολόγος Nouriel Roubini.
Έχει τον μεγαλύτερο πληθυσμό (ο οποίος εξακολουθεί να αυξάνεται) και κατά κεφαλήν ΑΕΠ στο ένα τέταρτο αυτού της Κίνας.
Επίσης, η οικονομία της έχει τεράστια περιθώρια για κέρδη παραγωγικότητας.
Επιπλέον, η στρατιωτική και γεωπολιτική σημασία θα αυξηθεί ενώ παράλληλα πρόκειται για μια ζωντανή δημοκρατία της οποίας η πολιτιστική ποικιλομορφία θα δημιουργήσει ήπια δύναμη, ικανή να ανταγωνιστεί τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο.
«Σε κάθε περίπτωση», λέει ο οικονομολόγος, «ο θεαματικός εκσυγχρονισμός και η πορεία της ασιατικής χώρας προς την ανάπτυξη πρέπει να πιστωθεί στον Ινδό πρωθυπουργό, Narendra Modi, ο οποίος προέβη με θάρρος σε μια σειρά από γενναίες μεταρρυθμίσεις».
Συγκεκριμένα, ενθάρρυνε τεράστιες επενδύσεις στην ενιαία αγορά (συμπεριλαμβανομένης της απελευθέρωσης νομισμάτων και μιας μεγάλης φορολογικής μεταρρύθμισης) και στις υποδομές (όχι μόνο δρόμους, ηλεκτρισμό, εκπαίδευση και εγκαταστάσεις υγιεινής, αλλά και ψηφιακές υποδομές).
Αυτές οι επενδύσεις –μαζί με τις πολιτικές για την επιτάχυνση της μεταποίησης, το συγκριτικό πλεονέκτημα στην τεχνολογία και την πληροφορική, και ένα προσαρμοσμένο ψηφιακό σύστημα πρόνοιας– έχουν φέρει ισχυρές οικονομικές επιδόσεις μετά την ύφεση που προκάλεσε η πανδημία COVID-19.
Κίνδυνοι
Ωστόσο, το μοντέλο που οδήγησε την ανάπτυξη της Ινδίας απειλεί τώρα να την περιορίσει.
Οι κύριοι κίνδυνοι για τις αναπτυξιακές προοπτικές της είναι περισσότερο μικροοικονομικοί και διαρθρωτικοί παρά μακροοικονομικοί ή κυκλικοί:
Πρώτον, η Ινδία έχει μετακινηθεί προς ένα οικονομικό μοντέλο βάσει του οποίου λίγοι «εθνικοί πρωταθλητές» –ουσιαστικά μεγάλοι ιδιωτικοί ολιγοπωλικοί όμιλοι ετερογενών δραστηριοτήτων– ελέγχουν σημαντικά τμήματα της παλιάς οικονομίας.
Αυτή η κατάσταση ομοιάζει με την Ινδονησία υπό τον Suharto (1967-98), την Κίνα υπό τον Hu Jindao (2002-12) ή τη Νότια Κορέα τη δεκαετία του 1990 υπό τους κυρίαρχους chaebol (οικογενειακά συγκροτήματα).
Κατά κάποιον τρόπο, αυτή η συγκέντρωση οικονομικής δύναμης έχει εξυπηρετήσει την Ινδία.
Λόγω της οικονομικής διαχείρισης, η οικονομία αναπτύχθηκε γρήγορα, παρά τις επενδύσεις (ως ποσοστό του ΑΕΠ), που ήταν πολύ λιγότερες από αυτές της Κίνας.
Το συμπέρασμα είναι ότι οι επενδύσεις της Ινδίας ήταν πολύ πιο αποτελεσματικές.
Πράγματι, πολλοί από τους ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων της Ινδίας παρουσιάζουν παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα παγκόσμιας κλάσης.
Σύμφωνα όμως με τον Roubini, το σύστημα αυτό έχει μια σκοτεινή πλευρά: αυτοί οι όμιλοι ετερογενών δραστηριοτήτων εκμεταλλεύθηκαν τη χάραξη πολιτικής προς όφελος τους.
Αυτό είχε δύο ευρείες, επιβλαβείς συνέπειες: αφενός, η καινοτομία πνίγηκε και, αφετέρου, οι νεοφυείς επιχειρήσεις και οι εγχώριοι νεοεισερχόμενοι σε βασικούς κλάδους… σκοτώθηκαν.
Ως αποτέλεσμα, το πρόγραμμα της κυβέρνησης «Make in India» έχει καταστεί ένα αντιπαραγωγικό, προστατευτικό σχήμα.
Τώρα, μπορούμε να δούμε τις αυτές τις επιπτώσεις να αντικατοπτρίζονται στη δυνητική ανάπτυξη της Ινδίας, η οποία φαίνεται να έχει μειωθεί.
Ακριβώς όπως οι Asian Tigers τα πήγαν καλά τις δεκαετίες του 1980 και του 1990 με ένα μοντέλο ανάπτυξης βασισμένο στις ακαθάριστες εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων, η Ινδία έκανε το ίδιο με τις εξαγωγές τεχνολογικών υπηρεσιών.
Το Make in India είχε σκοπό να ενισχύσει την πλευρά της οικονομίας που βασίζεται στο εμπόριο, ενισχύοντας την παραγωγή αγαθών για εξαγωγή, και όχι μόνο για την ινδική αγορά.
Αντίθετα, η Ινδία κινείται προς μια πιο προστατευτική υποκατάσταση των εισαγωγών επιδοτώντας την εγχώρια παραγωγή (με εθνικιστικές προεκτάσεις), πράγματα τα οποία απομονώνουν τις εγχώριες βιομηχανίες και τους ομίλους από τον παγκόσμιο ανταγωνισμό.
Οι δασμολογικές πολιτικές της την εμποδίζουν να γίνει πιο ανταγωνιστική ενώ η «αντίστασή» της στην ένταξη σε περιφερειακές εμπορικές συμφωνίες εμποδίζει την ενσωμάτωσή της στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας και εφοδιασμού.
Ένα άλλο πρόβλημα είναι ότι το Make in India έχει εξελιχθεί για να υποστηρίζει την παραγωγή σε βιομηχανίες έντασης εργασίας, όπως αυτοκίνητα, τρακτέρ, μηχανές έλξης, τρένα κ.λπ.
Παρότι η ένταση εργασίας της παραγωγής είναι ένας σημαντικός παράγοντας σε οποιαδήποτε χώρα με άφθονη εργασία, η Ινδία θα πρέπει να επικεντρωθεί σε βιομηχανίες όπου έχει συγκριτικό πλεονέκτημα, όπως η τεχνολογία και η πληροφορική, η τεχνητή νοημοσύνη, οι επιχειρηματικές υπηρεσίες και το fintech.
Χρειάζεται λιγότερα σκούτερ και περισσότερες startups στο Internet of Things.
Όπως πολλές από τις άλλες επιτυχημένες ασιατικές οικονομίες, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να καλλιεργήσουν αυτούς τους δυναμικούς τομείς με τη δημιουργία ειδικών οικονομικών ζωνών.
Ελλείψει τέτοιων αλλαγών, το Make in India θα συνεχίσει να παράγει μη βέλτιστα αποτελέσματα.
Όμιλος Adani
Τέλος, το πρόσφατο δράμα γύρω από τον Όμιλο Adani είναι ένα σύμπτωμα μιας τάσης που τελικά θα βλάψει την ανάπτυξη.
Πιθανόν, η ταχεία ανάπτυξη του Adani επέτρεψε να λειτουργήσει ένα σύστημα στο οποίο η κυβέρνηση τείνει να ευνοεί ορισμένους μεγάλους ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων.
Και πάλι, οι πολιτικές Modi τον έχουν καταστήσει έναν από τους πιο δημοφιλείς πολιτικούς ηγέτες στον κόσμο σήμερα.
Αυτός και οι σύμβουλοί του δεν έχουν διαφθαρεί και το κόμμα τους Bharatiya Janata θα κερδίσει δικαιολογημένα την επανεκλογή του το 2024, ανεξάρτητα από αυτό το σκάνδαλο.
Αλλά η οπτική της ιστορίας του Adani είναι ανησυχητική.
Υπάρχει η αντίληψη ότι το group Adani μπορεί, εν μέρει, να στηρίζει οικονομικά τον κρατικό μηχανισμό για έργα, που διαφορετικά θα έμεναν χωρίς χρηματοδότηση, δεδομένων των τοπικών δημοσιονομικών και τεχνοκρατικών περιορισμών.
Υπό αυτή την έννοια, το σύστημα μπορεί να μοιάζει με την πολιτική του «χοιρινού βαρελιού» στις ΗΠΑ, με τη συμμετοχή του Κογκρέσου.
Υποθέτοντας ότι αυτή η ερμηνεία είναι έστω εν μέρει σωστή, οι ινδικές αρχές ενδέχεται να απαντήσουν ότι το σύστημα είναι «απαραίτητο» για την επιτάχυνση των δαπανών για υποδομές και την οικονομική ανάπτυξη.
Ακόμα και έτσι, αυτή η πρακτική θα ήταν τοξική και θα αντιπροσώπευε μια εντελώς διαφορετική γεύση της real politik σε σύγκριση, για παράδειγμα, με τις τεράστιες αγορές ρωσικού πετρελαίου της Ινδίας από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία.
Ενώ αυτές οι αποστολές εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το ένα τρίτο των συνολικών αγορών ενέργειας της Ινδίας, έχουν λάβει σημαντική έκπτωση.
Δεδομένου ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ είναι περίπου 2.500 δολ., είναι κατανοητό ότι η Ινδία θα επωφεληθεί από τη χαμηλότερου κόστους ενέργεια.
Ενώ το σκάνδαλο γύρω από την αυτοκρατορία Adani δεν φαίνεται να εκτείνεται πέρα από τον ίδιο τον όμιλο ετερογενών δραστηριοτήτων, η υπόθεση έχει μακροοικονομικές επιπτώσεις σε σχέση με τη θεσμική ευρωστία της Ινδίας και τις αντιλήψεις των παγκόσμιων επενδυτών για την Ινδία.
Η ασιατική χρηματοπιστωτική κρίση της δεκαετίας του 1990 έδειξε ότι, με την πάροδο του χρόνου, η μερική σύλληψη της οικονομικής πολιτικής από φιλικούς καπιταλιστικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων θα βλάψει την αύξηση της παραγωγικότητας παρεμποδίζοντας τον ανταγωνισμό, αναστέλλοντας τη «δημιουργική καταστροφή» του Schumpeter και αυξάνοντας την ανισότητα.
Είναι επομένως προς το μακροπρόθεσμο συμφέρον του Μοdi να διασφαλίσει ότι η Ινδία δεν θα ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο.
Η μακροπρόθεσμη επιτυχία της Ινδίας εξαρτάται τελικά από το αν μπορεί να προωθήσει και να διατηρήσει ένα μοντέλο ανάπτυξης ανταγωνιστικό, δυναμικό, βιώσιμο, χωρίς αποκλεισμούς, καταλήγει ο Roubini.