Γαλλία: Ο Μακρόν χάνει το “αφήγημα”

520
Ο Μακρόν χάνει το

Απειλείται η Γαλλία με εμφύλιο πόλεμο; Ή μήπως με αντιδημοκρατική εκτροπή; Ή απλώς έχει παραδοθεί σε μια παράκρουση επικέντρωσης στα θέματα που αφορούν τη μουσουλμανική της μειονότητα, αντί για τα πραγματικά της προβλήματα, που μεταξύ άλλων έφερε έκδηλα στο φως η αποτυχημένη διαχείριση της πανδημίας του κορονοϊού;

Όπως και αν έχει, μόλις έντεκα μήνες πριν από τον πρώτο γύρο των επόμενων προεδρικών εκλογών κάθε βεβαιότητα μοιάζει να έχει εξανεμιστεί στη χώρα του Εμανουέλ Μακρόν. Και ο ίδιος ο ένοικος των Ηλυσίων, φορέας μιας βαριάς παράδοσης που θέλει όλους τους προκατόχους του να μην έχουν εξασφαλίσει δεύτερη θητεία από το 2002 και εξής, μοιάζει να έχει χάσει τον έλεγχο του “αφηγήματος“, εν μέσω μιας δημόσιας συζήτησης που, με υπαιτιότητα και της δικής του κυβέρνησης, περιστρέφεται εξαντλητικά γύρω από θέματα τάξης και ασφάλειας.

Σαράντα ακριβώς χρόνια μετά την πρώτη εκλογή του Φρανσουά Μιτεράν, επικεφαλής τότε μιας συγκυβέρνησης Σοσιαλιστών και Κομμουνιστών, η Γαλλία μοιάζει να αναμετριέται με άλλα (απωθημένα καίτοι πρόσφατα) ορόσημα της πολιτικής της ιστορίας, όταν οι εξελίξεις σφραγίζονταν από την παρέμβαση του στρατού – είτε μιλάμε για το οιονεί πραξικόπημα του 1958, με το οποίο επανήλθε στα πράγματα ο Σαρλ ντε Γκωλ και εγκαινιάσθηκε η Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία, είτε για την απόπειρα πραξικοπήματος (και δολοφονίας του ίδιου του Στρατηγού) στο φόντο της αποχώρησης από την Αλγερία το 1962.

Στις μέρες μας, βέβαια, τα πράγματα εκτυλίσσονται περισσότερο στη σφαίρα της επικοινωνίας παρά της πεζής πραγματικότητας. Δεν είναι, όμως, μικρότερη πρόκληση που συνιστά για τον Εμανουέλ Μακρόν και την κυβέρνησή του η δημοσιοποίηση, με χρονική διαφορά μίας εβδομάδας, δύο διαφορετικών μαζικών ανοιχτών επιστολών από στρατιωτικούς.

“Γενιά της φωτιάς”

Η πρώτη επιστολή είχε ως πρωτεργάτη τον 70χρονο πρώην ταγματάρχη της Χωροφυλακής (και άλλοτε υπεύθυνο ασφαλείας του Ζαν Μαρί Λεπέν) Ζαν-Περ Φαμπρ-Μπερναρντάκ και δημοσιεύθηκε στο ακροδεξιών τάσεων θεωρητικό περιοδικό “Valeurs Actuelles”, με την υπογραφή δεκάδων ανώτατων στρατιωτικών εν αποστρατεία, εκ των οποίων γνωστότερος είναι ο 80χρονος στρατηγός Κριστιάν Πικμάλ, πρώην αρχηγός της Λεγεώνας των Ξένων.

Προτού καταλαγιάσει ο θόρυβος από την πρώτη αυτή επιστολή, εμφανίστηκε, πάλι στο “Valeurs Actuelles”, και δεύτερη, αυτή τη φορά υπογραφόμενη και από νεότερους, κατώτερης βαθμίδας, ενστόλους εν ενεργεία (οι οποίοι, ωστόσο, δεν δημοσιοποίησαν τα ονόματά τους), ανοιχτή σε συνυπογραφή και από κάθε ενδιαφερόμενο, με αποτέλεσμα να έχουν συρρεύσει περίπου 160.000 πολίτες μέχρι το απόγευμα της Δευτέρας, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του ίδιου του περιοδικού.

Και στις δύο επιστολές, απευθυνόμενες σε ύφος ανοίκειο προς την πολιτική ηγεσία, υποστηρίζεται, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι η χώρα βρίσκεται στα πρόθυρα της κατάρρευσης και του εμφυλίου πολέμου, ότι η εγκληματικότητα καλπάζει και τα υποβαθμισμένα προάστια αποτελούν άβατο, ότι για “ορισμένες θρησκευτικές κοινότητες” η Γαλλία δεν είναι παρά αντικείμενο σαρκασμού, περιφρόνησης ή και μίσους.

Μάλιστα, στη δεύτερη επιστολή τονίζεται ότι οι υπογράφοντες ανήκουν σε μια “γενιά της φωτιάς” που έχει συμμετάσχει στην επιχείρηση Sentinelle (δηλ. την ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων στο εσωτερικό μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις του 2015), καθώς και σε αποστολές στο εξωτερικό, προσφέροντας “τις ζωές της για να καταστραφεί ο Ισλαμισμός, στον οποίο εσείς προβαίνετε σε παραχωρήσεις επί γαλλικού εδάφους”.

Κυβερνητικοί αξιωματούχοι αντέδρασαν με αγανάκτηση. Ο πρωθυπουργός Ζαν Καστέξ έκανε λόγο για “πολιτικό ελιγμό της ακροδεξιάς”, ο υπουργός Εσωτερικών Ζεράρ Νταρμανέν τόνισε ότι “η ανωνυμία δεν υποδηλώνει θάρρος και δεν ταιριάζει σε στρατιωτικούς”, ενώ η υπουργός Άμυνας Φλοράνς Παρλί υποστήριξε ότι οι επιστολές φέρουν “όλη τη ρητορική, το λεξιλόγιο, τον τόνο και τις αναφορές της άκρας δεξιάς”. Παράλληλα, καθόσον οι τυχόν εν ενεργεία υπογράψαντες παραβιάζουν τον κανόνα της ουδετερότητας των στρατιωτικών και της πειθαρχίας τους στην πολιτική εξουσία, θα υποστούν πειθαρχικό έλεγχο που μπορεί να φτάσει και μέχρι την απόταξη, όπως προανήγγειλε ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων, στρατηγός Φρανσουά Λεκουάντρ, καλώντας όσους επιθυμούν εμπλοκή με την πολιτική να το κάνουν εγκαταλείποντας τη στολή.

Από την άλλη πλευρά, βέβαια, η αρχηγός του Εθνικού Συναγερμού Μαρίν Λεπέν, που προδικάζεται ότι θα είναι ο κύριος αντίπαλος του Μακρόν στις εκλογές της ερχόμενης άνοιξης, έσπευσε να καλωσορίσει και τις δύο επιστολές, υποστηρίζοντας ότι η απειλή ενός εμφυλίου πολέμου είναι “υπαρκτή” και ότι η συλλογική εμφάνιση των ανησυχούντων αξιωματικών δεν συνιστά “απειθαρχία”, ειδάλλως δεν θα την υποστήριζε.

Βεβαίως, οι πολιτικές προτιμήσεις των ενστόλων στη Γαλλία αποτελούν κοινό μυστικό: Πρόσφατη δημοσκόπηση της Cevifop αποκαλύπτει ότι, λ.χ., οι αστυνομικοί προτίθενται να επιλέξουν στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών τη Μαρίν Λεπέν σε ποσοστό 44%, τον υποψήφιο της Κεντροδεξιάς με 24% και τον Μακρόν με μόλις 20%, ενώ στον δεύτερο γύρο η αρχηγός του Εθνικού Συναγερμού φέρεται να εξασφαλίζει το 60% της αστυνομικής ψήφου.

Αδιευκρίνιστο το πρακτέο

Από την άλλη πλευρά, σκοτεινό παραμένει το τι εισηγούνται πρακτικά οι “ανησυχούντες επιστολογράφοι” για την επαπειλούμενη “επιβίωση” της Γαλλίας, και πάντως η σχέση τους με τα στοιχεία είναι… “τραμπικού” τύπου, εφόσον από πουθενά δεν προκύπτει μεσοπρόθεσμα η έξαρση της εγκληματικότητας που επικαλούνται.

Όμως αυτού του τύπου τη “διάγνωση” των προβλημάτων της γαλλικής κοινωνίας δεν την αμφισβητεί κανείς από το κέντρο του πολιτικού φάσματος και δεξιότερα, ακόμα και από όσους είναι έτοιμοι να καταγγείλουν μεθοδολογικά τα υπογραφολόγια των στρατιωτικών.

Λειτουργεί, βεβαίως, πάντα στη γαλλική κοινή γνώμη το τραύμα των τρομοκρατικών επιθέσεων τζιχαντιστικής κοπής του πρόσφατου παρελθόντος, εκ των οποίων μόνο τον τελευταίο χρόνο σημειώθηκαν δύο: ο αποκεφαλισμός του καθηγητή Σαμιέλ Πατί και η επίθεση στη Νίκαια.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, είναι η ίδια η κυβέρνηση η οποία στον απόηχο αυτών των επιθέσεων έσπευσε να εισηγηθεί αυστηρότερα κατασταλτικά μέτρα (λ.χ. την απαγόρευση της φωτογράφησης οργάνων της τάξης), να ανοίξει διά στόματος Μακρόν τη φιλολογία περί “ισλαμικού σεπαρατισμού” στη χώρα, φτάνοντας μέχρι και να καταγγείλει τη Λεπέν ως… soft στα θέματα μετανάστευσης, όπως έπραξε σε τηλεοπτική τους αναμέτρηση ο Ζεράρ Νταρμανέν. Εν ολίγοις, με το βλέμμα στραμμένο στις επερχόμενες εκλογές, η προεδρία Μακρόν επεδίωξε να οικειοποιηθεί τη λεπενική ατζέντα, ίσα για να δει τους αυθεντικούς εκφραστές της να βγαίνουν περισσότερο κερδισμένοι.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας