Η Ελλάδα των Τσίπρα – Κοτζιά ενταφιάζει την ασφάλεια της χώρας
Η απέλαση των Ρώσων διπλωματών δεν φαίνεται να είναι το τέλος αλλά η αρχή μιας απαράδεκτης και αδικαιολόγητης ελληνικής επιλογής για επικίνδυνη ρήξη των σχέσεων της χώρας μας με την Μόσχα.
Όλα δείχνουν ότι επόμενο και πολύ χειρότερο βήμα για μια τέτοια τυχοδιωκτική κυβερνητική επιλογή ρήξης των σχέσεων με Ρωσία θα είναι η αναγνώριση από το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης ως αυτοκέφαλης της πραξικοπηματικής και σχισματικής ορθόδοξης εκκλησίας του Κιέβου.
Η τελευταία έχει προέλθει από την παράνομη διάσπαση της αναγνωρισμένης ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας, η οποία υπάγεται στο Πατριαρχείο της Μόσχας, κυριαρχείται από ακροδεξιά στοιχεία και ασκεί πρακτικές βίας και τρομοκρατίας σε βάρος των ιεραρχών και πιστών της άλλης πλευράς.
Η απόφαση του Πατριαρχείου Κων/πολης για αναγνώριση ως αυτοκέφαλης της πραξικοπηματικής Εκκλησίας του Κιέβου είναι ήδη ειλημμένη και όπως γράφει ο λεγόμενος “υπουργός εξωτερικών” του Φαναρίου, μητροπολίτης Προύσσης Ελπιδοφόρος σε συνέντευξη που παραθέτουμε αυτούσια παρακάτω, είναι θέμα χρόνου η ανακοίνωση της.
Η απόφαση αυτή του Βαρθολομαίου της Κων/πολης ελήφθη μετά από αίτημα και του πρωθυπουργού της Ουκρανίας και αρχιτέκτονα του “δεξιού τομέα” της ομπρέλας των φασιστοειδών και του αντιρωσικού πραξικοπήματος του Φλεβάρη του 2014 στην Ουκρανία, Ποροσένκο, και έχει συζητηθεί ευρέως με την κυβέρνηση και την Εκκλησία της Ελλάδας κατά την επίσκεψη του Βαρθολομαίου στην Αθήνα, συναντώντας την ένθερμη υποστήριξη των Τσίπρα – Κοτζιά και την σιωπηρή αποδοχή του Ιερώνυμου, παρά τις ισχυρές αντιδράσεις πολλών εκκλησιαστικών κύκλων της χώρας.
Η υλοποίηση της απόφασης του Πατριαρχείου για εμπρηστική εμπλοκή του στις εκκλησιαστικές υποθέσεις της Ουκρανίας ασφαλώς δεν είναι απλά μια θρησκευτική αλλά καθαρά νεοψυχροπολεμική πολιτική απόφαση, υπαγορευμένη κυρίως από τους πιο σκληρούς αντιρωσικούς και αντιδραστικούς κύκλους των ΗΠΑ.
Την απόφαση αυτή ασφαλώς θα ακολουθήσει η αναγνώριση από το Πατριαρχείο Κων/πολης της σχισματικής και παράνομης Εκκλησίας των Σκοπίων (“Μακεδονίας”) πιθανότατα ως αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Αχρίδας ενάντια στην κανονική του ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία υπάγεται στο Πατριαρχείο της Σερβίας και η οποία υφίσταται πλείστες όσες διώξεις εκτός της ΠΓΔΜ.
Είναι προφανές ότι αναμενόμενη από στιγμή σε στιγμή πολιτικού χαρακτήρα απόφαση του Βαρθολομαίου για αναγνώριση της σχισματικής παραφυάδας του Κιέβου, θα επιφέρει όχι μόνο θρησκευτικό πόλεμο με το Πατριαρχείο της Μόσχας, το μεγαλύτερο της ορθοδοξίας και βαθιά σύγκρουση στο εσωτερικό των ορθόδοξων εκκλησιών αλλά και πολιτικό πόλεμο οξύτατης μορφής ανάμεσα στην σκληροπυρηνική νεοψυχροπολεμική Δύση και την Ρωσία.
Σε αυτόν τον πολιτικό πόλεμο που θα έχει επικίνδυνες και άγνωστες μέχρι στιγμής προεκτάσεις εμπλέκεται άμεσα και εκ των πραγμάτων η Ελλάδα των Τσίπρα – Κοτζιά ως πρωταγωνιστικό μέρος της απαράδεκτης επιχείρησης ψυχροπολεμικής περικύκλωσης και απομόνωσης της Ρωσίας (και βεβαίως της Σερβίας με στόχο την αμερικανο-Νατοποίηση της τελευταίας).
Για την Ελλάδα μια τέτοιου βάθους αποικιοποίηση της στις ΗΠΑ, την ακραία Δυτική αντίδραση, ρήξης των σχέσεων με την Ρωσία και “Ουκρανοποίησης” της, σημαίνει κάτι παραπάνω από μείζονες εθνικούς κινδύνους για το μέλλον της. Αντιπροσωπεύει τον ενταφιασμό της ασφάλειας της.
Όσοι χαράσσουν ή ανέχονται μια τέτοια “στροφή” προς τέτοια αντιδραστική κλίμακα της ελληνικής πολιτικής ζωής και συμπεριφοράς δεν βλάπτουν απλώς αλλά κυριολεκτικά υποθηκεύουν την χώρα και την ετοιμάζουν για απίστευτες περιπέτειες και ακρωτηριασμούς.
Ολόκληρη η τοποθέτηση του Μητροπολίτη Προύσσης Ελπιδοφόρου, που προαλείφεται και ως αυριανός Πατριάρχης Κων/πόλεως, έχει ως εξής:
Προύσης Ελπιδοφόρος: ”Θέμα χρόνου η παραχώρηση Αυτοκεφαλίας στην Ουκρανία”
Την παραχώρηση του Αυτοκέφαλου στην Ουκρανική Εκκλησία, από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, είναι πολύ πιθανόν να γίνει στο αμέσως προσεχές διάστημα. Αυτό εκτιμά ο Μητροπολίτης Προύσης Ελπιδοφόρος και Ηγούμενος της Μονής της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.
Ο Μητροπολίτης Ελπιδοφόρος σε ό,τι αφορά στο αυτοκέφαλο της Ουκρανικής Εκκλησίας, μιλώντας στο ΑΠΕ ήταν κατηγορηματικός, κρατώντας αποστάσεις ακόμη και από παλαιότερες συμβιβαστικές θέσεις του Φαναρίου, που προϋπόθεταν και την συγκατάθεση των άλλων ορθοδόξων Εκκλησιών για ένα τέτοιο βήμα.
«Η απονομή αυτοκεφάλου σε μια τοπική εκκλησία ανήκει επί σχεδόν 1350 χρόνια στη δικαιοδοσία και την αρμοδιότητα αποκλειστικά του Οικουμενικού Πατριάρχη και της Συνόδου της Κωνσταντινουπόλεως» δήλωσε ο Μητροπολίτης Ελπιδοφόρος .
«Ωστόσο» συνέχισε ο Μητροπολίτης Ελπιδοφόρος, «το Οικουμενικό Πατριαρχείο, παρ’ όλο, που έχει το δικαίωμα να απονέμει μόνο του το αυτοκέφαλο, όπως αυτό μαρτυρείται στην μέχρι τώρα πορεία της Εκκλησίας, δεν αγνοεί και τις άλλες τοπικές Εκκλησίες. Στην περίπτωση της Ουκρανίας, μάλιστα, με ειδική αντιπροσωπεία, που περιοδεύει και πραγματοποιεί συναντήσεις με τους Προκαθημένους των Ορθοδόξων Εκκλησιών, επιχειρεί να δώσει την πραγματική εικόνα του ζητήματος και ασφαλώς να διασκεδάσει τις παραπλανητικές πληροφορίες και διαστρεβλωμένες ειδήσεις οι οποίες διαδίδονται. Κριτήριο και στόχος του Οικουμενικού Πατριαρχείου δεν είναι το αυτοκέφαλο αυτό καθεαυτό. Ούτε φυσικά το αυτοκέφαλο αποτελεί αυτοσκοπό της Μητρός Εκκλησίας. Απλά προκρίνεται εκκλησιαστικώς ως η καλύτερη και κανονικότερη λύση στη δεδομένη στιγμή διότι μόνο αυτό θα λειτουργήσει υπέρ της ενότητας του ορθοδόξου λαού της Ουκρανίας που όπως ξέρετε, είναι τελείως διχασμένος».
«Η λύση του εκκλησιαστικού ζητήματος», πρόσθεσε ο κ. Ελπιδοφόρος, «δεν θα επιδεινώσει την ήδη χειρίστη κατάσταση, που υπάρχει αυτή την στιγμή, στην Ουκρανία, ακριβώς το αντίθετο, πιστεύω ότι θα συμβάλει στην ειρήνευση, στην ένωση και στον καταλαγιασμό των θρησκευτικών παθών».
Ενώ παράλληλα σχετικά με το αίτημα αυτοκεφαλίας από τον πρόεδρο της Ουκρανίας τόνισε ότι «θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι το αίτημα που κατέθεσε ο πρόεδρος του κράτους δεν είναι αίτημα προσωπικό. Αδικούμε την όλη υπόθεση όταν αναφερόμαστε κατ’ αυτό τον τρόπο στο ζήτημα.
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας μετέφερε το αίτημα του Ουκρανικού λαού στο Φανάρι, μετά από συντριπτική πλειοψηφία υπέρ του αυτοκεφάλου στη Βουλή. Δεν αποτελεί επομένως προσωπική επιθυμία του προέδρου το αυτοκέφαλο», και συνέχισε:
«Όταν κάποιος είναι αντικανονικός, δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει. Το ότι χαρακτηρίζεται σχισματικός δεν του αφαιρεί το δικαίωμα να ζητήσει την αποκατάστασή του και τη ρύθμιση της εκκρεμότητάς του από την Εκκλησία του και αν θεωρήσει ότι η Εκκλησία του τον αδίκησε να προσφύγει στον Οικουμενικό Πατριάρχη. Πρόκειται για το λεγόμενο “έκκλητο”. Ακριβώς, λοιπόν, επειδή υπάρχουν σχισματικοί και μη κανονικοί στην Ουκρανία, οι οποίοι προσέφυγαν στην εκκλησιαστική τους δικαιοδοσία και δεν αντιμετωπίστηκαν, κατά την κρίση τους, δίκαια, μπορούν να προσφύγουν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο ζητώντας την εκδίκαση της υποθέσεώς τους και την αναψηλάφηση της περιπτώσεως τους για τελεσίδικη απόφαση. Προς το παρόν, βέβαια, το Πατριαρχείο δεν επιλήφθηκε της εκδικάσεως, της εκκλήτου, προσφυγής κανενός από την Ουκρανία. Ίσως στο μέλλον το Πατριαρχείο μελετήσει υποθέσεις εκκλήτου που έχουν κατατεθεί. Σχετικά με το αίτημα αυτοκεφαλίας όμως από κανονική Εκκλησία νομίζω ότι δεν πρέπει να υπερτονίζουμε αυτό το επιχείρημα. Θα ήθελα να θέσω το ζήτημα διαφορετικά: Μπορεί η κανονική Εκκλησία στην Ουκρανία σήμερα, ακόμη κι αν το θέλει, να καταθέσει αίτημα αυτοκεφαλίας; Όλοι γνωρίζουμε τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα πράγματα στο Πατριαρχείο Μόσχας. Όποιος τολμήσει να κάνει μία τέτοια κίνηση θα βρεθεί εκτός Εκκλησίας με συνοπτικές διαδικασίες».
Ο κ. Ελπιδοφόρος αναφέρθηκε και στις σχέσεις με την εκκλησία της Μόσχας και την απουσία της από την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης:
«Το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι πεπεισμένο ότι όσες περισσότερες δυσκολίες υπάρχουν, τόσο περισσότερη ανάγκη έχουμε να κάνουμε συνόδους, να κάνουμε συναντήσεις, διάλογο, για να μπορούμε με την επιφοίτηση και την βοήθεια του Αγίου Πνεύματος και του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, να υπερβούμε αυτές τις δυσκολίες», είπε στις δηλώσεις του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και πρόσθεσε ότι «θεωρεί στοιχείο θεολογικής και εκκλησιολογικής ελλειμματικότητας την απουσία της Μόσχας από την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Χαρακτήρισε παράλληλα «δορυφόρους της Μόσχας» τις Εκκλησίες, που αποφάσισαν τελικά να μη συμμετάσχουν, εξαιρώντας μόνον την Αντιόχεια, δίνοντας επιχειρήματα στην «ειλημμένη εκ των προτέρων», απόφαση της Ρωσικής Εκκλησίας να δράσει διασπαστικά.
«Είναι γεγονός πανθομολογούμενο ότι η απουσία της Μόσχας και των άλλων Εκκλησιών δεν βασίζεται σε θεολογικά και εκκλησιαστικοκανονικά επιχειρήματα».
Την ίδια στιγμή ο μητροπολίτης Ελπιδοφόρος έκανε την εκτίμηση ότι «δεν έχουν κοπεί τα σκοινιά, ούτε έχουν καταργηθεί τα κανάλια επικοινωνίας, απλά θα πρέπει η εκκλησία της Ρωσίας να προσπαθήσει λίγο περισσότερο, τόνισε, για να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη όχι μόνο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αλλά και των δέκα ορθοδόξων εκκλησιών, οι οποίες ενοχλήθηκαν με την παρασκηνιακή δραστηριότητα της προκειμένου να απουσιάσουν και άλλες Εκκλησίες από τη Σύνοδο. Είναι μια πολυπληθής εκκλησία, που το Οικουμενικό Πατριαρχείο μοίρασε μαζί της σε δύσκολες εποχές την πορεία των Ορθόδοξων λαών και δεν είναι ώριμο να δρα τώρα παρασκηνιακά.»