Άραγε θα χαρακτηριστεί αντισημιτική μια χώρα που έβαλε το λιθαράκι προς τον τερματισμό της βίας πριν 30 χρόνια;
«Σήμερα στέλνω ένα ξεκάθαρο μήνυμα σε Ιρλανδία και Νορβηγία: το Ισραήλ δεν θα μείνει σιωπηλό αναφορικά με το θέμα», τόνισε αρχικά ο Ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών Ίσραελ Κατζ, μετά την αναγνώριση του Παλαιστινιακού κράτους από τις παραπάνω χώρες. Ειδικά για το Όσλο όμως, οι Ισραηλινοί είναι «στα κάγκελα».
Υπενθυμίζεται ότι το υπουργείο Εξωτερικών του Ισραήλ ανακοίνωσε σήμερα την ανάκληση «για διαβουλεύσεις» των πρεσβευτών της χώρας στην Ιρλανδία και τη Νορβηγία, μετά την απόφαση του Όσλο να αναγνωρίσει από τις 28 Μαΐου ένα παλαιστινιακό κράτος και την αντίστοιχη ανακοίνωση του Δουβλίνου.
Στη συνέχεια μάλιστα το Ισραήλ ανακάλεσε τους πρεσβευτές του στην Ισπανία.
Μπορεί δεκάδες χώρες να έχουν αναγνωρίσει ένα παλαιστινιακό κράτος, -η Ελλάδα δεν είναι ανάμεσα σε αυτές-, αλλά σύμφωνα με τους New York Times, η ανακοίνωση της Νορβηγίας παίζει βαρύνοντα ρόλο.
Υπενθυμίζεται ότι η σκανδιναβική χώρα είχε εργαστεί και είχε φιλοξενήσει τις μυστικές συναντήσεις το 1993 που οδήγησαν στις Συμφωνίες του Όσλο, το πλαίσιο για την ειρήνη που έφτασε κοντά στην επίλυση της σύγκρουσης μεταξύ του Ισραήλ και της Παλαιστίνης.
Βέβαια, εκείνες οι συμφωνίες απέτυχαν, ενώ ακραίοι Ισραηλινοί είχαν εκετελέσει τον ίδιο της τον πρωθυπουργό, Γιτζάκ Ραμπίν.
Οι Συμφωνίες του Όσλο ήταν συμφωνίες ορόσημο που περιελάμβαναν την αμοιβαία αναγνώριση μεταξύ της κυβέρνησης του Ισραήλ και της παλαιστινιακής ηγεσίας, η οποία μπόρεσε να επιστρέψει στα κατεχόμενα από την εξορία. Οι συμφωνίες ίδρυσαν επίσης την Παλαιστινιακή Αρχή, η οποία επρόκειτο να είναι ένα προσωρινό όργανο που θα ασκούσε περιορισμένη παλαιστινιακή αυτοδιοίκηση στη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας.
Τα σύνορα των δύο πλευρών, το καθεστώς της Ιερουσαλήμ, η στρατιωτική παρουσία του Ισραήλ και η τύχη των περιοχών που θα εκκενώνονταν από τις δυνάμεις του Ισραήλ ήταν τα πλέον σημαντικά ζητήματα που αφορούσαν οι συμφωνίες.
Ωστόσο, οι συμφωνίες δεν οδήγησαν στη δημιουργία ενός ανεξάρτητου Παλαιστινιακού κράτου, ενώ παρά το γεγονός ότι οι διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν το 2000, τελικά άνοιξε νέος κύκλος αίματος.
Η Νορβηγία θεωρεί το Ισραήλ φιλική χώρα εδώ και πολλά χρόνια ενώ έχει πρωταγωνιστήσει να επιλυθεί το Παλαιστινιακό κρατώντας αποστάσεις και λαμβάνοντας πρωτοβουλίες. Ωστόσο, οι σφαγές που εγκαινίασε ο Ισραηλινός στρατός, ως απάντηση σε εκείνες της Χαμάς την 7η Οκτωβρίου, ώθησαν τη Νορβηγία να επικρίνει δριμύτατα τον τρόπο που διεξήγαγαν τον πόλεμο οι Ισραηλινοί.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Νορβηγίας είπε τον Μάρτιο ότι «η χρήση στρατιωτικής δύναμης από το Ισραήλ έχει δυσανάλογα σοβαρό αντίκτυπο στον άμαχο πληθυσμό και δεν είναι σύμφωνη με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο» και ζήτησε κατάπαυση του πυρός.
Η Νορβηγία συνέχισε επίσης να χρηματοδοτεί την UNRWA, την κύρια υπηρεσία του ΟΗΕ που βοηθά τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες, αφού πολλές άλλες χώρες σταμάτησαν να το κάνουν μετά τους ανυπόστατους ισχυρισμούς του Ισραήλ ότι περίπου δώδεκα από τους υπαλλήλους του οργανισμού είχαν εμπλακεί στις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου.
Τον Φεβρουάριο, η Νορβηγία κατέθεσε στο Διεθνές Δικαστήριο, δηλώνοντας ότι οι ισραηλινοί οικισμοί στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη και την Ανατολική Ιερουσαλήμ ήταν από τα μεγαλύτερα εμπόδια για την ειρήνη στην περιοχή.
Ο πρωθυπουργός της Νορβηγίας Γιόνας Γκαρ Στούρε, δήλωσε την Τετάρτη ότι «η αναγνώριση της Παλαιστίνης είναι υποστήριξη στις μετριοπαθείς δυνάμεις που βρίσκονται σε άμυνα, σε μια μακρά και φρικτή σύγκρουση».
Ο ίδιος χαρακτήρισε την αναγνώριση «μια επένδυση στη μόνη λύση που μπορεί να δώσει διαρκή ειρήνη στη Μέση Ανατολή» και προέτρεψε και άλλες χώρες να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους «έτσι ώστε η διαδικασία προς μια λύση δύο κρατών να ξαναρχίσει επιτέλους».
Άραγε θα χαρακτηριστεί αντισημιτική μια χώρα που έβαλε το λιθαράκι προς τον τερματισμό της βίας πριν 30 χρόνια;