Τηλεφωνικά μετέφερε τα συγχαρητήριά του για τα εβδομηκοστά γενέθλια του Τούρκου προέδρου ο Βλαντιμίρ Πούτιν στις αρχές της εβδομάδας. Η τελευταία φορά που οι δύο μίλησαν στο τηλέφωνο ήταν τον περασμένο Οκτώβριο. Σε καλύτερες εποχές για τις διμερείς σχέσεις η μηνιαία τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ Πούτιν και Ερντογάν θεωρούνταν μέρος της πολιτικής ρουτίνας. Η ακύρωση της προγραμματισμένης επίσκεψης του Ρώσου προέδρου στην Τουρκία στα μέσα Φεβρουαρίου αποδεικνύει ότι τα πράγματα μεταξύ Μόσχας και Άγκυρας δεν είναι στα καλύτερά τους. Πληθαίνουν οι ενδείξεις επιδείνωσης των ρωσο-τουρκικών σχέσεων.
Αυτή η πολιτικά σημαντική εξέλιξη συμπίπτει με μια αξιοσημείωτη βελτίωση των σχέσεων της Τουρκίας με τη Δύση. Γίνεται λόγος ακόμη και για τις απαρχές μιας εξομάλυνσης.
«Ο αριθμός των ζητημάτων, στα οποία συμφωνούμε με τις Ηνωμένες Πολιτείες, αυξάνεται», δήλωσε ο Ερντογάν κατά την πτήση επιστροφής από την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αίγυπτο. Οι σχέσεις μεταξύ Ουάσινγκτον και Άγκυρας βρίσκονταν σε δεινή κατάσταση εδώ και μήνες. Κατά καιρούς η κατάσταση ήταν τόσο τεταμένη, που οι συζητήσεις για ένα ΝΑΤΟ χωρίς Τουρκία έκαναν τον γύρο της Ουάσινγκτον.
Κομβικό σημείο η διεύρυνση του ΝΑΤΟ
Το σημείο καμπής αποτέλεσε η καθυστερημένη επικύρωση ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ από την Τουρκία. Στο τέλος, το θέμα δεν αφορούσε πλέον τη σκανδιναβική χώρα. Σε αντάλλαγμα για την άρση του βέτο οι Τούρκοι απέσπασαν την έγκριση της Ουάσινγκτον για την παράδοση υπερσύγχρονων μαχητικών αεροσκαφών F-16. Σε μια πολύπλοκη διαδικασία οι Αμερικανοί συνδύασαν την πώληση των F-16 στην Άγκυρα με τη δέσμευση να χορηγηθούν στους Έλληνες τεχνολογικά εξελιγμένα μαχητικά αεροσκάφη της κατηγορίας F-35.
Με την ευκαιρία αυτή η Ουάσινγκτον γνωστοποίησε διακριτικά, αλλά κατηγορηματικά στους διαφωνούντες συμμάχους στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ ότι τα αεροσκάφη δεν προορίζονται να χρησιμοποιηθούν το ένα εναντίον του άλλου.
Το τελευταίο καιρό παρατηρούμε μια νέα, θετική δυναμική στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Μόλις το Κογκρέσο ενέκρινε τη συμφωνία για τα F-16, μια ανακοίνωση της αναπληρώτριας υπουργού Εξωτερικών Βικτόρια Νούλαντ προκάλεσε αίσθηση: «Εάν καταφέρουμε να θέσουμε υπό έλεγχο το πρόβλημα των S-400, πράγμα που θα θέλαμε πολύ να κάνουμε, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα ήταν πολύ ευτυχείς να καλωσορίσουν την Τουρκία πίσω στην οικογένεια του F-35».
Υπενθυμίζεται ότι η Ουάσινγκτον απέκλεισε τους Τούρκους από το πρόγραμμα παραγωγής F-35 το 2019, αφού ο Ερντογάν αγόρασε το ρωσικό αντιπυραυλικό σύστημα S-400. Έκτοτε, οι πύραυλοι του Πούτιν έχουν δηλητηριάσει τις σχέσεις μεταξύ Άγκυρας και Ουάσινγκτον περισσότερο από σχεδόν οποιοδήποτε άλλο θέμα.
Ακόμη και αν δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι ο Ερντογάν είναι διατεθειμένος να εγκαταλείψει τα ρωσικά όπλα, η δήλωση της κ.Νούλαντ καταδεικνύει το αυξημένο ενδιαφέρον της Ουάσινγκτον να θέσει τις σχέσεις με τον Ερντογάν σε νέα βάση. Σε μια εποχή που πληθαίνουν οι προειδοποιήσεις για τους κινδύνους ενός νέου μεγάλου πολέμου, εξοπλιστικές συμφωνίες έρχονται όλο και περισσότερο στο προσκήνιο.
Σε αντίθεση με το θέμα των μαχητικών, το οποίο κυριάρχησε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, η γεωστρατηγικά όχι λιγότερο σημαντική απόφαση της Αθήνας και της Άγκυρας να συμμετάσχουν στην ευρωπαϊκή ασπίδα αεράμυνας (European Sky Shield Initiative ESSI) έχει τύχει συγκριτικά ελάχιστης δημόσιας προσοχής.
Η γερμανική πρωτοβουλία ESSI
Πρόκειται για μια γερμανική πρωτοβουλία που ξεκίνησε στα τέλη του 2022 με φόντο τη ρωσική επίθεση στην Ουκρανία. Σύμφωνα με το ΝΑΤΟ – και το Βερολίνο – ο επιθετικός πόλεμος του Πούτιν φανέρωσε την ανάγκη για πρόσθετες συμμαχικές προσπάθειες, ιδίως στην αεράμυνα. Η νέα πρωτοβουλία έχει ως στόχο να συμβάλει στην κάλυψη των κενών στο ευρωπαϊκό σύστημα αεράμυνας.
Ειδικότερα, πρόκειται για την άμυνα κατά βαλλιστικών πυραύλων, την καταπολέμηση μη επανδρωμένων αεροσκαφών και πυραύλων κρουζ. Το γεγονός ότι οι υπουργοί Άμυνας της Τουρκίας και της Ελλάδας υπέγραψαν από κοινού δήλωση πρόθεσης να συμμετάσχουν στην ευρωπαϊκή πυραυλική πρωτοβουλία, αντανακλά τη σημαντική βελτίωση των σχέσεων μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας τους τελευταίους μήνες.
Η πρόσκληση προς την Τουρκία εκδόθηκε μόνο αφού η Τουρκία επικύρωσε την προσχώρηση της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Ως εκ τούτου, η εν λόγω εξέλιξη μπορεί να θεωρηθεί ως ένα ακόμη βήμα προς την εξομάλυνση των σχέσεων της Τουρκίας με τη Δυτική Συμμαχία.
Αλλά η ιστορία δεν τελειώνει εδώ: Ήδη υπάρχουν εικασίες ότι η συμμετοχή της Άγκυρας στην ευρωπαϊκή αντιπυραυλική ασπίδα, η οποία προωθείται από το Βερολίνο, θα μπορούσε να έχει θετικό αντίκτυπο στην αμυντική συνεργασία μεταξύ Γερμανίας και Τουρκίας.
Το βλέμμα στρέφεται αμέσως στο δεδηλωμένο ενδιαφέρον της Τουρκίας για την αγορά μαχητικών αεροσκαφών Eurofighter. Τα αεροσκάφη αυτά κατασκευάζονται από ευρωπαϊκή κοινοπραξία, στην οποία συμμετέχουν το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ισπανία, η Ιταλία και η Γερμανία. Ενώ το Λονδίνο και η Μαδρίτη έχουν ήδη δηλώσει ότι ενδιαφέρονται για την επικερδή συμφωνία με την Άγκυρα, το Βερολίνο έχει σταθεί μέχρι στιγμής εμπόδιο.
Δεν θα είναι εύκολο για τη γερμανική κυβέρνηση να δικαιολογήσει το βέτο της στο θέμα του Eurofighter, τη στιγμή που το Βερολίνο συμπεριλαμβάνει την Τουρκία στη στρατηγικής σημασίας πρωτοβουλία της δυτικής αεράμυνας. Επικαλούμενη πηγή στο τουρκικό υπουργείο Άμυνας, η τουρκική υπηρεσία του BBC επισημαίνει ότι η Άγκυρα υπολογίζει σε μια «θετική στάση» από το Βερολίνο. Εν τω μεταξύ, η γερμανική κυβέρνηση αποφεύγει μια σαφή απάντηση. «Κατ’ αρχήν, η περιοριστική πολιτική της γερμανικής κυβέρνησης για τις εξαγωγές όπλων παραμένει σε ισχύ», αναφέρει εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών.
Μέχρι πρόσφατα το Βερολίνο χρησιμοποιούσε παρόμοια γλώσσα για να απορρίψει την πώληση Eurofighter στη Σαουδική Αραβία. Η έγκριση της πώλησης των αεροσκαφών αυτών στο Ριάντ έχει δικαιολογημένα τροφοδοτήσει τουρκικές προσδοκίες. Η φιλοδυτική στροφή του Ερντογάν αυξάνει την πίεση στο Βερολίνο να αναθεωρήσει τη στάση του.