Οι κάμερες είναι στημένες χαμηλά. Τον δείχνουν ελαφρώς ψηλότερο από ότι είναι πραγματικά, καθώς διασχίζει, μόνος μπροστά στο Λούβρο, με υπόκρουση την Ωδή στη Χαρά, τα τελευταία βήματα στον δρόμο που τον οδήγησε, κατά την έκφραση του Ρεζίς Ντεμπρέ, “από το Κεφάλαιο στο Καπιτώλιο” – λογοπαίγνιο με τις λέξεις Capital και Capitole, αλλά και υπενθύμιση της προέλευσης του κ. Μακρόν, πρώτου Προέδρου στην ιστορία της Γαλλίας που προέρχεται από μια Τράπεζα και όχι την πιο ασήμαντη.
Είναι άψογος στην εμφάνιση και στο βάδισμα, μιλάει άριστα γαλλικά, το μόνο που θα μπορούσε κάποιος να του προσάψει είναι η αλαζονεία του. Είναι όμως ελάττωμα, διερωτώμαι, ή επιλογή του σκηνοθέτη, μια σοφή υπενθύμιση στον λαό της τάξης που προορίζεται, από πάντα και για πάντα, να κυβερνάει τη Γαλλία και τον κόσμο;
Η εικόνα είναι τέλεια. Αλλά δεν μπορώ να εντοπίσω πάνω της κάποιο ανθρώπινο, αυθόρμητο στοιχείο, την έκφραση ενός χαρακτήρα, ενός συναισθήματος. Μόνο στο τέλος των πανηγυρικών επιτέλους ένα γελάκι. Είναι τη στιγμή που ο νέος Πρόεδρος διαπιστώνει, κι εμείς μαζί του, ότι δεν μπορεί να τραγουδήσει με τους άλλους γύρω του τη Μασσαλιώτιδα. Προφανώς, δεν γνωρίζει τους στίχους του τραγουδιού της Γαλλικής Επανάστασης, που έγινε ο εθνικός ύμνος της χώρας του, καλώντας πάντα “στα όπλα τους Πολίτες” της.
Μπροστά στην Πυραμίδα του Λούβρου το πλήθος δεν είναι πολύ μεγάλο όσο κι αν παλεύουν οι τηλεοράσεις να ισχυριστούν το αντίθετο, έστω και χωρίς να επιμένουν. Είναι μάλλον το μικρότερο που έχει συγκεντρωθεί σε αντίστοιχες περιπτώσεις. Κι αν είναι πολλοί οι Γάλλοι σήμερα που ανακουφίστηκαν με την εκλογή του Μακρόν (όπως και πολλοί που θύμωσαν και απογοητεύτηκαν), δεν υπάρχουν πολλοί που να ενθουσιάστηκαν. Αξιοσημείωτη εξαίρεση, οι δημοσιογράφοι των τηλεοράσεων, που μάλλον θεωρούν τμήμα των επαγγελματικών τους υποχρεώσεων την έκδηλη έκφραση της χαράς τους για την εκλογή του νέου Προέδρου.
Ο “βαθμός μηδέν” της πολιτικής
Νάτος τώρα, απευθύνεται στους συγκεντρωμένους και πίσω από αυτούς στο Έθνος που η μοίρα τον έστειλε να κυβερνήσει. Στον λόγο του υπάρχουν όλα και τίποτα. Γεμάτος από ευγενή αισθήματα και προθέσεις, θα μπορούσε άνετα να εκφωνηθεί και πριν από διακόσια και μετά από διακόσια χρόνια. Υπόσχεται αντιμετώπιση των προβλημάτων, ευημερία, συμφιλίωση κι ένα σωρό άλλες καλές και χαρούμενες καταστάσεις. Αλλά δεν κάνει λόγο ούτε για ένα θέμα πολιτικής, δεν υπόσχεται τίποτα συγκεκριμένο, εκτός από καλωσύνη, ευτυχία και χαρά.
Μόνο σε ένα ζήτημα γίνεται συγκεκριμένος. Στην απόφασή του να πολεμήσει τους “εξτρεμισμούς”. Η επιλογή του πληθυντικού, η συμπερίληψη δηλαδή και της άκρας δεξιάς και της αριστεράς στους αντιπάλους, αποσαφηνίζει την επιδίωξη και την “ιστορική αποστολή” που ανέλαβε. Να τερματίσει τη “γαλλική εξαίρεση”, να επιβάλλει και εδώ τους παγκόσμιες κανόνες και την ιδεολογία του νεοφιλελευθερισμού, του διαρκώς εξελισσόμενου και ριζοσπαστικοποιούμενου οικονομικού δόγματος της “Βασιλείας του Χρήματος”. Τόχει άλλωστε προαναγγείλει, ότι σκοπεύει ήδη μέσα στο καλοκαίρι να “αναμορφώσει” τη γαλλική εργατική νομοθεσία, χωρίς καν την έγκριση του κοινοβουλίου, αλλά χρησιμοποιώντας τις σχεδόν μοναρχικές εξουσίες που του δίνει το Σύνταγμα της Πέμπτης Δημοκρατίας. Η πρόθεσή του εξάλλου να απαλλάξει της φορολογίας τους πλούσιους και υπερπλούσιους, κυνηγώντας όλους τους υπόλοιπους, προκάλεσε ακόμα και την κριτική ενός κατά τα άλλα νεοφιλελεύθερου σχολιαστή της εφημερίδας των επιχειρηματιών, της “Εκό”. Η κατάληψη της Προεδρίας ήταν μόνο το πρώτο βήμα.
Μια άνετη, αλλά πολύ τρωτή νίκη
Η δουλειά δεν προμηνύεται εύκολη. Πρώτον, γιατί αυτοί οι “εξτρεμιστές” απέσπασαν στον πρώτο γύρο το 55% των ψήφων, δηλαδή την απόλυτη πλειοψηφία και ορισμένοι από αυτούς περιλαμβάνονται στους ψηφοφόρους του Μακρόν του δεύτερου γύρου. Δεύτερο, γιατί ποτέ στην ιστορία της Γαλλίας δεν έχει εκλεγεί Πρόεδρος με τόσο χαμηλό ποσοστό (λίγο παραπάνω από 40%) επί του συνόλου των εκλογέων, με μόνη εξαίρεση την εκλογή Πομπιντού στις πολύ ειδικές συνθήκες του 1969. Τόσο η αποχή, όσο και ο αριθμός των λευκών και άκυρων έφτασαν σε επίπεδα ρεκόρ.
Μόνο η μηχανική του γαλλικού προεδρικού συστήματος και η άπωση προς την Λεπέν επέτρεψε στον κ. Μακρόν να γίνει Πρόεδρος. Όχι η προσχώρηση έστω μιας αξιοσημείωτης σχετικής πλειοψηφίας των Γάλλων στις ιδέες που θέλει να εφαρμόσει.
Το υποδεικνύει άλλωστε σήμερα ο γαλλικός τύπος, που υπογραμμίζει την έκταση αλλά και το εύθραυστο της νίκης του Μακρόν.
“Kαλοπαιγμένο”, είναι ο τίτλος της σημερινής Λιμπερασιόν για την επιτυχία Μακρόν, ενώ η οικονομική εφημερίδα “Εκό”, που απηχεί τα συμφέροντα των εργοδοτών, τιτλοφορεί “Η Γαλλία τόλμησε”. Η παραδοσιακή εφημερίδα της γαλλικής δεξιάς, η Φιγκαρό, πιο προσεκτική, “προσγειώνει” και προειδοποιεί τον νέο Πρόεδρο:
“Ας μη γελιόμαστε: η Γαλλία του Μακρόν, αυτή η θετική, δυναμική, μεταρρυθμιστική, ανοιχτή στην Ευρώπη, όπως στους ανέμους της ανοιχτής θάλασσας, Γαλλία υπάρχει -και είναι ευτυχές αυτό. Αλλά δεν αντιπροσωπεύει παρά το ένα τέταρτο των Γάλλων. Δύο άλλα τέταρτα (οι οπαδοί της Λεπέν, του Μελανσόν, αλλά και του Αμόν θα μπορούσαμε να προσθέσουμε), είναι ριζικά αντίθετοι με τις αξίες που ενσαρκώνει”.
Προσκλητήριο μάχης από την αντιπολίτευση
Ο Ζαν Λυκ Μελανσόν δεν αφιέρωσε πάνω από δύο τρεις φράσεις στα τυπικά συγχαρητήρια και τις ευχές προς τον νεοεκλεγέντα, προτού καλέσει σε μαχητική συσπείρωση τους οπαδούς του, εν όψει ιδίως των βουλευτικών εκλογών που ακολουθούν τον επόμενο μήνα.
Η κομμουνιστική “Ουμανιτέ” από την πλευρά της υποδέχτηκε τον νέο Πρόεδρο με προσκλητήριο μάχης εναντίον του και των ιδεών του, υπογραμμίζοντας ότι εξελέγη μεν, χωρίς προσχώρηση δε. Στο κύριο άρθρο της υπογραμμίζει ότι ο Μακρόν “θέλει να χτυπήσει γρήγορα γιατί είναι αδύνατος” και υπογραμμίζει τη σημασία των βουλευτικών εκλογών του ερχόμενου μήνα για να μπουν εμπόδια στο δρόμο του.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ένα μεγάλο κομμάτι της Γαλλίας “περιμένει” τώρα στις βουλευτικές και μετά στον δρόμο τον νέο Πρόεδρο. Τα αισθήματά της διατυπώνει καλύτερα ένας άνθρωπος της τέχνης (και οπαδός του Μελανσόν), ο σκηνοθέτης Francois Ruffin που εξέπληξε με την “Ανοιχτή Επιστολή προς ένα Μελλοντικό Πρόεδρο που ήδη Μισούν”, που δημοσίευσε τις προάλλες στη Μόντ προειδοποιώντας τον:
“Την πρωτομαγιά το πρωί ήμουν στην αγορά, στη συνοικία Σαν Μωρίς στην Αμιέν, το απόγεμα στην αγορά του Λονγκό…Συζήτησα με εκατοντάδες ανθρώπους. Μπορούσες να το αναπνεύσεις και στον αέρα ακόμα: σας μισούν. Πραγματικά έπαθα σοκ, δεν το περίμενα, έμεινα κατάπληκτος: σας μισούν. Το ίδιο ήταν και την προηγουμένη πούμουνα στο μότο-κρός του Flixecourt, το έλεγαν στις κουβέντες: σας μισούν…Σας μισούν οι “χωρίς δικαιώματα, οι ξεχασμένοι, οι απροστάτευτοι”, αυτούς που αναφέρετε στους λόγους σας, μιμούμενος κάπως τον Ζαν-Λυκ Μελανσόν. Σας μισούν γιατί αισθάνονται σε σας, και δικαιολογημένα, την αλαζονική ελίτ…Σας μισούν, σας μισούν, σας μισούν. Σας το σφυροκοπάω γιατί με την αυλή σας, με την παρέα σας, με τη μπουρζουαζία που σας περιβάλλει, έχετε πάθει κοινωνική κουφαμάρα. Δεν ακούτε τον βρυχηθμό. Το επεισόδιο στο πάρκιγκ της Whirlpool δεν ήταν παρά μια πρόγευση… Στέκεστε μπροστά σε μια ταξική άβυσσο.
Είναι περασμένα μεσάνυχτα που γυρνάω στο ξενοδοχείο μου σκεπτόμενος πως άραγε νάναι το επόμενο εξάμηνο στη Γαλλία. Παρέες, παρέες, οι πιτσιρικάδες, πίνουν μπύρες και κουβεντιάζουν στα σκαλάκια της Πλας ντε λα Ρεπουμπλίκ, της Πλατείας της Δημοκρατίας, κάτω από το άγαλμά της. Το αυτί μου πιάνει έναν από δαύτους να εξηγεί στον σύντροφό του “Μόνο με επανάσταση μπορείς να κάνεις πράγματα”.
Αυτή η χώρα δεν είναι έτοιμη να αλλάξει.
* Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο