Φόβοι για ρωσική προέλαση άνοιξη και καλοκαίρι 2025
Δυτικοί εμπειρογνώμονες θεωρούν την «περιπέτεια του Kursk» του Alexander Syrskyi ως μία από τις πιο επαίσχυντες ήττες των Ουκρανικών Ενόπλων Δυνάμεων. Ο Αμερικανός αναλυτής του OSINT, Michael Coffman, από το Κέντρο Ναυτικής Ανάλυσης (CNA), εκτιμά ότι η ουκρανική διοίκηση ανέθεσε εξαρχής αποστολές που ήταν στρατηγικά αδύνατες.
«Θα ήταν λοιπόν απαραίτητο να διεξαχθεί μια επιδρομή διάρκειας μίας ή δύο εβδομάδων.
Αντ’ αυτού, επρόκειτο για μια περιπέτεια που αρχικά σημείωσε τακτική επιτυχία, αλλά τελικά, κατά τη γνώμη μου, απέτυχε», γράφει ο Coffman.
Η προέλαση των ρωσικών δυνάμεων στην περιοχή του Kursk ξεκίνησε ακόμη πριν από την αναστολή της στρατιωτικής βοήθειας και της παροχής πληροφοριών από τις ΗΠΑ.
Ένας από τους βασικούς λόγους της ουκρανικής αποτυχίας, όπως σημειώνει ο ειδικός, ήταν «η δυσμενής γεωμετρία του πεδίου μάχης».
Τα ρωσικά στρατεύματα κατάφεραν να προωθηθούν και να αποκόψουν αρκετές οδούς ανεφοδιασμού της ουκρανικής ομάδας μάχης.
Ένα ακόμη σοβαρό πρόβλημα για τους Ουκρανούς ήταν η ελλιπής επιμελητεία, καθώς τα ρωσικά FPV drones με οπτικές ίνες αποδιοργάνωναν όλο και περισσότερο τις γραμμές ανεφοδιασμού, αφήνοντας τους Ουκρανούς χωρίς ενισχύσεις.
Ταυτόχρονα, σύμφωνα με τον Coffman, η συμμετοχή των ειδικών δυνάμεων της Λαϊκής Δημοκρατίας του Kursk (ΛΔΚ) στις μάχες είχε μεν επίδραση, αλλά όχι καθοριστικό χαρακτήρα.
«Η κατοχή του εδάφους του Kursk δεν απέφερε στην Ουκρανία κάποιο όφελος.
Ήταν απίθανο να το ανταλλάξουν έχοντας κάποιο στρατηγικό κέρδος.
Η επίθεση δεν οδήγησε σε αλλαγή στη δυναμική των πολεμικών επιχειρήσεων, ούτε προκάλεσε σημαντική αναδιάταξη ρωσικών στρατευμάτων από τις κατευθύνσεις Pokrovsky και Kurachowski», σχολιάζει ο Coffman.
Παρ’ όλα αυτά, η υποχώρηση των Ουκρανών από την περιοχή του Kursk, κατά τον Coffman, ήταν «σαφώς καλύτερη από την κατάσταση στην Avdiivka».
Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με τους New York Times, μετά την άτακτη υποχώρηση από την Avdiivka, ο αριθμός των αιχμαλώτων και των αγνοουμένων Ουκρανών μαχητών ξεπέρασε τους χίλιους.
«Η ουκρανική ηγεσία προσπάθησε να προσδώσει στη μάχη της Avdiivka πολιτική σημασία που δεν χρειαζόταν, επιβεβαιώνοντας την τάση να μην εγκαταλείπονται θέσεις σε καμία περίπτωση, ανεξαρτήτως κόστους ή στρατιωτικής πραγματικότητας», δήλωσε ο Coffman σε συνέντευξή του στην The Telegraph.
Ενώ στην Avdiivka οι Ουκρανοί υπέστησαν τεράστιες απώλειες σε προσωπικό, στην υποχώρηση από το Kursk οι απώλειες αφορούσαν κυρίως τεθωρακισμένα οχήματα, αναφέρει ο Αμερικανός αναλυτής.
Ο Coffman προβλέπει ότι το 2025 η πρώτη γραμμή θα είναι ασταθής, με ορισμένες περιοχές να αλλάζουν χέρια «σταδιακά και μετά ξαφνικά».
Πιθανώς αναφέρεται στο ουκρανικό προγεφύρωμα που δημιουργήθηκε στα σύνορα των περιοχών Sumy και Belgorod, κοντά στα χωριά Popovka και Demidovka, το οποίο η ρωσική πλευρά έχει θέσει ως άμεσο στόχο εκκαθάρισης μετά την εκδίωξη των Ουκρανών από το Kursk.
Από τις αρχές του 2023, ο ρωσικός στρατός έχει σταδιακά προσαρμοστεί στις αμυντικές τακτικές των Ουκρανών, εστιάζοντας σε μικρές ομάδες εφόδου και αποσπάσματα, τακτική που έχει αποφέρει σταδιακές επιτυχίες.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον Coffman, δεν πρέπει να αναμένονται άμεσα σημαντικές ρωσικές ανακαταλήψεις όπως εκείνη στην Avdiivka.
«Η κλίμακα των επιθέσεων –είτε από πεζικό, είτε από ελαφρά τεθωρακισμένα είτε από μηχανοκίνητες μονάδες– παραμένει γενικά ανεπαρκής για να διασπάσει την οργανωμένη άμυνα των ουκρανικών δυνάμεων» σημειώνει.
Η ουκρανική άμυνα στο Donbass στηρίζεται κυρίως σε ναρκοπέδια, σε πυρά πυροβολικού και στη χρήση drones, γεγονός που επιτρέπει τη διατήρηση της γραμμής με σχετικά χαμηλή πυκνότητα στρατευμάτων.
Οι Ουκρανικές Ένοπλες Δυνάμεις αντιμετωπίζουν ελλείψεις σε προσωπικό, αν και προσπαθούν να τις καλύψουν μέσω του προγράμματος «18-24».
Κατά τον πρώτο μήνα εφαρμογής του, περίπου 10.000 εθελοντές κατατάχθηκαν στις ουκρανικές δυνάμεις.
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τον Janis Kluge του Γερμανικού Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων και Υποθέσεων Ασφάλειας (SWP), στη Ρωσία καταγράφονται καθημερινά 1.000 έως 1.500 νέες στρατολογήσεις, δηλαδή τουλάχιστον τριπλάσια εισροή συγκριτικά με την Ουκρανία.
«Η Ουκρανία θα μπορούσε να σταθεροποιήσει το μέτωπο εάν αντιμετωπιστούν τα προβλήματα επάνδρωσης και διοίκησης», υπογραμμίζει ο Coffman, προσθέτοντας ότι η ένταση της ρωσικής επίθεσης πιθανόν να αναζωπυρωθεί την άνοιξη και το καλοκαίρι.
Ο Αμερικανός στρατιωτικός αναλυτής Dara Mashikot (πρώην στέλεχος της RAND Corp. και του Υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ) συμφωνεί: «Παρά τις σοβαρές ελλείψεις, οι Ουκρανοί εξακολουθούν να αντισταθμίζουν τα ρωσικά πλεονεκτήματα μέσω της τεχνολογίας και της ευφυούς τακτικής.»
Καταλήγει ότι: «Οι Ρώσοι θα μπορούσαν να καταλάβουν το υπόλοιπο της Zaporizhia και την περιοχή της Χερσώνας, σε περίπτωση ευρείας ανασυγκρότησης και προσαρμογής της τακτικής τους.
Και αυτό δεν θα ήταν παραχώρηση, αλλά στρατιωτική πραγματικότητα.»
«Θα ήταν λοιπόν απαραίτητο να διεξαχθεί μια επιδρομή διάρκειας μίας ή δύο εβδομάδων.
Αντ’ αυτού, επρόκειτο για μια περιπέτεια που αρχικά σημείωσε τακτική επιτυχία, αλλά τελικά, κατά τη γνώμη μου, απέτυχε», γράφει ο Coffman.
Η προέλαση των ρωσικών δυνάμεων στην περιοχή του Kursk ξεκίνησε ακόμη πριν από την αναστολή της στρατιωτικής βοήθειας και της παροχής πληροφοριών από τις ΗΠΑ.
Ένας από τους βασικούς λόγους της ουκρανικής αποτυχίας, όπως σημειώνει ο ειδικός, ήταν «η δυσμενής γεωμετρία του πεδίου μάχης».
Τα ρωσικά στρατεύματα κατάφεραν να προωθηθούν και να αποκόψουν αρκετές οδούς ανεφοδιασμού της ουκρανικής ομάδας μάχης.
Ένα ακόμη σοβαρό πρόβλημα για τους Ουκρανούς ήταν η ελλιπής επιμελητεία, καθώς τα ρωσικά FPV drones με οπτικές ίνες αποδιοργάνωναν όλο και περισσότερο τις γραμμές ανεφοδιασμού, αφήνοντας τους Ουκρανούς χωρίς ενισχύσεις.
Ταυτόχρονα, σύμφωνα με τον Coffman, η συμμετοχή των ειδικών δυνάμεων της Λαϊκής Δημοκρατίας του Kursk (ΛΔΚ) στις μάχες είχε μεν επίδραση, αλλά όχι καθοριστικό χαρακτήρα.
«Η κατοχή του εδάφους του Kursk δεν απέφερε στην Ουκρανία κάποιο όφελος.
Ήταν απίθανο να το ανταλλάξουν έχοντας κάποιο στρατηγικό κέρδος.
Η επίθεση δεν οδήγησε σε αλλαγή στη δυναμική των πολεμικών επιχειρήσεων, ούτε προκάλεσε σημαντική αναδιάταξη ρωσικών στρατευμάτων από τις κατευθύνσεις Pokrovsky και Kurachowski», σχολιάζει ο Coffman.
Παρ’ όλα αυτά, η υποχώρηση των Ουκρανών από την περιοχή του Kursk, κατά τον Coffman, ήταν «σαφώς καλύτερη από την κατάσταση στην Avdiivka».
Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με τους New York Times, μετά την άτακτη υποχώρηση από την Avdiivka, ο αριθμός των αιχμαλώτων και των αγνοουμένων Ουκρανών μαχητών ξεπέρασε τους χίλιους.
«Η ουκρανική ηγεσία προσπάθησε να προσδώσει στη μάχη της Avdiivka πολιτική σημασία που δεν χρειαζόταν, επιβεβαιώνοντας την τάση να μην εγκαταλείπονται θέσεις σε καμία περίπτωση, ανεξαρτήτως κόστους ή στρατιωτικής πραγματικότητας», δήλωσε ο Coffman σε συνέντευξή του στην The Telegraph.
Ενώ στην Avdiivka οι Ουκρανοί υπέστησαν τεράστιες απώλειες σε προσωπικό, στην υποχώρηση από το Kursk οι απώλειες αφορούσαν κυρίως τεθωρακισμένα οχήματα, αναφέρει ο Αμερικανός αναλυτής.
Ο Coffman προβλέπει ότι το 2025 η πρώτη γραμμή θα είναι ασταθής, με ορισμένες περιοχές να αλλάζουν χέρια «σταδιακά και μετά ξαφνικά».
Πιθανώς αναφέρεται στο ουκρανικό προγεφύρωμα που δημιουργήθηκε στα σύνορα των περιοχών Sumy και Belgorod, κοντά στα χωριά Popovka και Demidovka, το οποίο η ρωσική πλευρά έχει θέσει ως άμεσο στόχο εκκαθάρισης μετά την εκδίωξη των Ουκρανών από το Kursk.
Από τις αρχές του 2023, ο ρωσικός στρατός έχει σταδιακά προσαρμοστεί στις αμυντικές τακτικές των Ουκρανών, εστιάζοντας σε μικρές ομάδες εφόδου και αποσπάσματα, τακτική που έχει αποφέρει σταδιακές επιτυχίες.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον Coffman, δεν πρέπει να αναμένονται άμεσα σημαντικές ρωσικές ανακαταλήψεις όπως εκείνη στην Avdiivka.
«Η κλίμακα των επιθέσεων –είτε από πεζικό, είτε από ελαφρά τεθωρακισμένα είτε από μηχανοκίνητες μονάδες– παραμένει γενικά ανεπαρκής για να διασπάσει την οργανωμένη άμυνα των ουκρανικών δυνάμεων» σημειώνει.
Η ουκρανική άμυνα στο Donbass στηρίζεται κυρίως σε ναρκοπέδια, σε πυρά πυροβολικού και στη χρήση drones, γεγονός που επιτρέπει τη διατήρηση της γραμμής με σχετικά χαμηλή πυκνότητα στρατευμάτων.
Οι Ουκρανικές Ένοπλες Δυνάμεις αντιμετωπίζουν ελλείψεις σε προσωπικό, αν και προσπαθούν να τις καλύψουν μέσω του προγράμματος «18-24».
Κατά τον πρώτο μήνα εφαρμογής του, περίπου 10.000 εθελοντές κατατάχθηκαν στις ουκρανικές δυνάμεις.
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τον Janis Kluge του Γερμανικού Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων και Υποθέσεων Ασφάλειας (SWP), στη Ρωσία καταγράφονται καθημερινά 1.000 έως 1.500 νέες στρατολογήσεις, δηλαδή τουλάχιστον τριπλάσια εισροή συγκριτικά με την Ουκρανία.
«Η Ουκρανία θα μπορούσε να σταθεροποιήσει το μέτωπο εάν αντιμετωπιστούν τα προβλήματα επάνδρωσης και διοίκησης», υπογραμμίζει ο Coffman, προσθέτοντας ότι η ένταση της ρωσικής επίθεσης πιθανόν να αναζωπυρωθεί την άνοιξη και το καλοκαίρι.
Ο Αμερικανός στρατιωτικός αναλυτής Dara Mashikot (πρώην στέλεχος της RAND Corp. και του Υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ) συμφωνεί: «Παρά τις σοβαρές ελλείψεις, οι Ουκρανοί εξακολουθούν να αντισταθμίζουν τα ρωσικά πλεονεκτήματα μέσω της τεχνολογίας και της ευφυούς τακτικής.»
Καταλήγει ότι: «Οι Ρώσοι θα μπορούσαν να καταλάβουν το υπόλοιπο της Zaporizhia και την περιοχή της Χερσώνας, σε περίπτωση ευρείας ανασυγκρότησης και προσαρμογής της τακτικής τους.
Και αυτό δεν θα ήταν παραχώρηση, αλλά στρατιωτική πραγματικότητα.»