Για ακρίβεια 2ετίας θα πρέπει να προετοιμάζεται η Ελλάδα, καθώς όπως δείχνουν κάποιες εκτιμήσεις ο πληθωρισμός στη χώρα μας θα παραμείνει πάνω από το όριο που θέτει η ΕΚΤ (2%) τουλάχιστον μέχρι το 2025.
Τα παραπάνω δημιουργούν νέα δεδομένα που προκαλούν ανησυχία όπως δείχνει η πρόσφατη τοποθέτηση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα αλλά και οι νέες επικαιροποιημένες προβλέψεις του ΟΟΣΑ που δόθηκαν στη δημοσιότητα.
Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα στοιχεία Νοεμβρίου της Eurostat έδειξαν μια αποκλιμάκωση του ελληνικού πληθωρισμού από το 3,8% τον Οκτώβριο στο 3% τον Νοέμβριο, αν και παρέμεινε πάνω από το 2,4% του Οκτωβρίου.
Το ζήτημα είναι το εάν και για πόσο θα συνεχιστεί αυτή η αποκλιμάκωση, δεδομένων τόσο των πολύπλοκων διεθνών συνθηκών με τους δύο πολέμους σε εξέλιξη όσο και με την εγχώρια αισχροκέρδεια, η οποία ενσχύει τις ανατιμήσεις.
Οι προβλέψεις
Σε κάθε περίπτωση, σημαντικό «αγκάθι» για την Ελλάδα παραμένει η εκρηκτική κατάσταση με την ακρίβεια. Οι επικαιροποιημένες προβλέψεις της ΤτΕ δείχνουν ότι ο πληθωρισμός θα κινηθεί σε μια χαμηλότερη τροχιά (σε σύγκριση με πριν) αλλά θα παραμείνει πάνω από το όριο που θέτει η ΕΚΤ.
Η προκαταρκτική εκτίμηση για το 2023 παραμένει στο 4,3%, αλλά φαίνεται πλέον ότι ο πληθωρισμός θα μειωθεί σε 3,5% το 2024 (2,6% προβλέπει ο προϋπολογισμός του 2024) και σε 2,2% το 2025, αντί 3,8% και 2,3% αντίστοιχα, όπως αναμενόταν στις προηγούμενες προβλέψεις.
Για τον πληθωρισμό, ο ΟΟΣΑ αναφέρει ότι η μείωσή του θα είναι αργή λόγω μισθολογικών πιέσεων, εν μέσω ελλείψεων εργατικού δυναμικού. Συγκεκριμένα, με βάση τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή της Eurostat, ο πληθωρισμός προβλέπεται να υποχωρήσει από 4,3% σε μέσα επίπεδα φέτος στο 2,8% το 2024 και περαιτέρω στο 2,4% το 2025.
Ο δομικός πληθωρισμός – που δεν περιλαμβάνει τις τιμές ενέργειας, τροφίμων, αλκοόλ και καπνού – αναμένεται να μειωθεί από 5,7% φέτος στο 3,2% το 2024 και το 2,5% το 2025. Για τους μισθούς σημειώνει ότι είχαν αυξηθεί 4,3% στο δεύτερο τρίμηνο φέτος σε ετήσια βάση.
Σημειώνει, επίσης, ο ΟΟΣΑ ότι αν ο πληθωρισμός είναι πιο επίμονος, θα επηρεασθεί αρνητικά και η ανάπτυξη. «Ο πιο επίμονος πληθωρισμός ή νέες διαταραχές στις ενέργεια και την προσφορά, αποτελούν βασικούς κινδύνους και θα μπορούσαν να μειώσουν την κατανάλωση και την αύξηση των επενδύσεων», σημειώνει.
Στην ίδια «γραμμή» κινείται και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Με βάση τις προβλέψεις της Κομισιόν, ο πληθωρισμός αναμένεται να υποχωρήσει στο 4,3% φέτος και να διατηρηθεί πάνω από το 2% την επόμενη διετία (στο 2,8% το 2024 και στο 2,1% το 2025).
Ανησυχητική είναι και η εκτίμηση του ΔΝΤ όσον αφορά τον πληθωρισμό, όπως μετριέται με βάση τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή, καθότι το Ταμείο προβλέπει ότι θα μειωθεί σε μέσα επίπεδα στην Ελλάδα στο 4,1% φέτος και στο 2,8% το 2024, ενώ για το 2028 προβλέπει περαιτέρω μείωση στο 1,9%
Πρόβλημα με τα τρόφιμα
Μεγάλο ζήτημα αποτελούν και οι τιμές των τροφίμων. Είναι χαρακτηριστικό ότι την ταχύτερη άνοδο τιμών τροφίμων και ποτών σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση βίωσε η Ελλάδα τον Οκτώβριο, σύμφωνα με τα επίσημα τελικά στοιχεία της Eurostat (τα αντίστοιχα για τον Νοέμβριο θα δημοσιοποιηθούν σε λίγες ημέρες).
Αυτά δείχνουν άνοδο του σχετικού δείκτη κατά 10,4% στην Ελλάδα (από 9,7% άνοδο που κατέγραψε τον Σεπτέμβριο) και έναντι μέσης ανόδου κατά 7,6% στην Ευρωπαϊκή Ένωση και κατά 7,5% στην Ευρωζώνη.
Το ζήτημα είναι πως στα πιο πολλά κράτη οι τιμές επιβραδύνθηκαν. Για παράδειγμα, σε επίπεδο Ευρωζώνης τα στοιχεία για τον δείκτη τιμών τροφίμων και ποτών το Σεπτέμβριο κατέγραφαν άνοδο 9,1% και 9,4% στην ΕΕ, αλλά και διψήφια άνοδο τους προηγούμενους μήνες. Παράλληλα, η χώρα μας βρίσκεται στις πρώτες θέσεις και του πραγματικού πληθωρισμού των τροφίμων, κάτι που δείχνει ότι τα πράγματα είναι ιδιαιτέρως ανησυχητικά.
Αξίζει να επισημανθεί πως ο πραγματικός πληθωρισμός των τροφίμων, που είναι ο ρυθμός του πληθωρισμού των τροφίμων μείον τον συνολικό πληθωρισμό, ήταν 4,6% στη ζώνη του ευρώ (4% στην ΕΕ) τον Οκτώβριο του 2023, ασκώντας τεράστια πίεση ειδικότερα στα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα.
Ο ετήσιος πραγματικός πληθωρισμός των τροφίμων κυμαινόταν από –5,7% στην Τσεχία έως 10,9% στο Βέλγιο, μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Το Βέλγιο ακολούθησαν η Ολλανδία (8,8%), η Ελλάδα (6,6%) και η Ισπανία (5,9%). Μετά την Τσεχία, η Ουγγαρία (-1,6%) και η Ρουμανία (-0,5%) είχαν τα χαμηλότερα ποσοστά πραγματικού πληθωρισμού τροφίμων στην ΕΕ.