Τα δισεκατομμύρια ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ εποφθαλμιά η ιταλική μαφία, η οποία εκμεταλλεύεται την οικονομική κρίση μετά την πανδημία του κορονοϊού για να παρεισφρήσει ακόμα περισσότερο στον κοινωνικό ιστό και τη νόμιμη οικονομία.
Η Ιταλία αναμένεται να λάβει 209 δισ. ευρώ μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ. Η δουλειά της ιταλικής κυβέρνησης ωστόσο είναι αρκετά δύσκολη καθώς καλείται να διαθέσει τα χρήματα πολύ άμεσα στους τομείς που τα έχουν ανάγκη, ενώ ταυτόχρονα έχει να αντιμετωπίσει τον σκόπελο της γραφειοκρατίας που στην περίπτωση της γειτονικής χώρας είναι αρκετά μεγάλος.
Σ’ αυτήν ακριβώς τη “χαραμάδα” ποντάρει η ιταλική μαφία, η οποία έχει δείξει επανειλημμένα ότι είναι αρκετά ικανή να διεισδύει σε νόμιμες επιχειρήσεις και να αναλαμβάνει μέχρι και δημόσιες συμβάσεις από τις οποίες βγάζει κέρδος. Το modus operandi της μαφίας είναι να δίνει χρήματα σε επιχειρήσεις που δυσκολεύονται να επιβιώσουν με αντάλλαγμα να τοποθετείται κάποιος “δικός τους” στην εταιρική σύνθεση.
Οι επιχειρήσεις που δέχτηκαν τη μεγαλύτερη “βοήθεια” από εγκληματικές οργανώσεις είναι κυρίως εκείνες που δραστηριοποιούνται στον τομέα της πράσινης οικονομίας και στον ψηφιακό τομέα, δηλαδή στους κλάδους που θα λάβουν και τους περισσότερους πόρους από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σύμφωνα με την έκθεση του ιταλικού υπουργείου Εσωτερικών που δημοσιεύτηκε τον Μάιο, η κατάσταση είναι ήδη αρκετά προβληματική. Όλες οι μεγάλες ομάδες του οργανωμένου εγκλήματος, όπως η Κόζα Νόστρα, η Καμόρα και η Ντράγκετα έχουν προετοιμαστεί ώστε να εκμεταλλευτούν τα ευρωπαϊκά κονδύλια προς όφελός τους.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ιταλίας, τους τελευταίους μήνες οι ύποπτες συναλλαγές έχουν αυξηθεί κατά 7%, ποσοστό που αντιστοιχεί περίπου σε 113.000 συναλλαγές που ενδέχεται να σχετίζονται με τη μαφία.
Η μόνιμη επιτροπή του ιταλικού ΥΠΕΣ που καταγράφει και αναλύει τον κίνδυνο διείσδυσης της μαφίας στην οικονομία περιγράφει πως η βασική τακτική του οργανωμένου εγκλήματος είναι ίδια εδώ και δεκαετίες και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την παραποίηση δημόσιων εγγράφων, τη δημιουργία πλαστών συμβολαίων μέσω εικονικών εταιρειών αλλά και τη δωροδοκία δημόσιων υπαλλήλων.
Ειδικά σε περιόδους οικονομικής δυσκολίας, όπως αυτή που διανύουμε, η μαφία εκμεταλλεύεται την κατάσταση και “μπαίνει” σε εταιρείες τις οποίες στη συνέχεια ελέγχει είτε για να ξεπλύνει μαύρο χρήμα είτε για να αναλάβει κάποια δημόσια σύμβαση από την οποία θα επωφεληθεί.
Η τελευταία έκθεση του ιταλικού υπουργείου Εσωτερικών εστίασε στις αλλαγές που έλαβαν χώρα σε πολλά εταιρικά σχήματα κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Υπήρξαν μεγάλες μεταβολές στον τζίρο των εταιρειών, πολλές μεταβιβάσεις μετοχών, μεταβιβάσεις εταιρειών, αλλαγές έδρας, αλλαγές νομικού χαρακτήρα και όλα αυτά συντελέστηκαν από τον Μάρτιο του 2020 έως τον Φεβρουάριο του 2021.
Οι κλάδοι των ακινήτων και της χονδρικής είχαν τις περισσότερες εταιρικές αλλαγές, ενώ η Λομβαρδία, το Λάτσιο, το Βένετο, η Καμπανία και η Εμίλια Ρομάνια ήταν οι περιοχές όπου καταγράφηκε ο μεγαλύτερος αριθμός μεταβολών.
Κοινή ομάδα εργασίας ιταλικού ΥΠΕΣ και Europol
Κοινή ομάδα εργασίας για την αντιμετώπισης της δραστηριότητας της μαφίας ειδικά για αυτή την περίοδο σχημάτισαν το τμήμα Δημόσιας Ασφάλειας του ιταλικού ΥΠΕΣ με την Europol.
Η ομάδα διευθύνεται από τον Vittorio Rizzi, αναπληρωτή γενικό διευθυντή δημόσιας ασφάλειας, μαζί με την Catherine De Bolle, εκτελεστική διευθύντρια της Europol.
Σε δηλώσεις του στα τέλη Μαΐου ο Vittorio Rizzi ανέφερε: “Μέχρι στιγμής έχουμε αναλύσει τους πιο πιθανούς κινδύνους διείσδυσης στην οικονομία. Από σήμερα το σενάριο αλλάζει γιατί, με τα ευρωπαϊκά κονδύλια ύψους 750 δισεκατομμυρίων ευρώ από το πακέτο “Next Generation EU” που θα διατεθούν στην Ευρώπη, θα είναι πολύ συγκεκριμένος ο κίνδυνος “μόλυνσης” των νόμιμων αγορών. Εμείς πρέπει να παρέμβουμε ώστε να μην χαθεί ούτε ένα ευρώ από την ανασυγκρότηση της οικονομίας”.
“Τα δίκτυα του οργανωμένου εγκλήματος ευδοκιμούν σε καιρό πανδημίας: Η Europol θα ξεκινήσει την Επιχείρηση Sentinel από τον Ιούλιο έως τον Δεκέμβριο του 2021, η οποία στοχεύει στην αναβάθμιση και συνένωση των ερευνών που αφορούν απάτες στο πλαίσιο ευρωπαϊκών ταμείων στήριξης. Είναι καθήκον μας να αποτρέψουμε αυτόν τον κίνδυνο από το να γίνει πραγματικότητα”, δήλωσε από την πλευρά της η Catherine De Bolle.