Σε πανικό το κατεστημένο: Λιβελογράφημα κατά του εθνικού νομίσματος η έκθεση του Γρ. Προϋπ/σμου της Βουλής

2457
Προϋπολογισμού

Με μια ανεπίτρεπτη έκθεση το Γραφείο του Προϋπολογισμού της Βουλής, απολύτως αντιδημοκρατικά και κατά πλήρη παραβίαση του θεσμικού του ρόλου, καταφεύγει σε ένα τρομοκρατικό λιβελογράφημα κατά τα του εθνικού νομίσματος, αντί να παρουσιάζει αντικειμενικά και επιστημονικά τα στοιχεία και δεδομένα των οικονομικών εξελίξεων στην χώρα.
Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, δυστυχώς, λειτουργεί ως οικονομική Επιτροπή ευρύτερα του κατεστημένου και ειδικότερα ως οικονομικό παράτημα της ΝΔ και όχι ως Γραφείο που υποβοηθεί τη Βουλή και τους βουλευτές για να έχουν εικόνα των εξελίξεων στην εκτέλεση του προϋπολογισμού και των εξελίξεων και μεγεθών της οικονομίας στο πλαίσιο και των ανειλημμένων υποχρεώσεων.
Η Έκθεση, αντίθετα, του Γραφείου του Προϋπολογισμού της Βουλής δεν δείχνει απλώς προκατάληψη και μνημονιακή μεροληψία αλλά πρώτα απ’ όλα τον πανικό του κατεστημένου απέναντι στη βέβαιη αποτυχία του τρίτου μνημονίου και στη διαφαινόμενη και σχεδόν βέβαιη χρεωκοπία της χώρας και την έξοδο από την ευρωζώνη, την οποία στολίζει με κάθε λογής καταστροφολογικά επίθετα.
Η Έκθεση του Γραφείου της Βουλής, έξω από τον θεσμικό της ρόλο, σε πλήρη υποχώρηση απέναντι στις απαιτήσεις του ΔΝΤ για την δεύτερη αξιολόγηση, λέγοντας ότι σε αντίθετη περίπτωση η χώρα θα χρειασθεί νέα χρηματοδότηση από τους θεσμούς και επομένως τέταρτο μνημόνιο, το οποίο, όμως, δεν μπορεί να το εγκρίνουν τα κράτη μέλη, με συνέπεια την έξοδο της χώρας μας από την ευρωζώνη.
Από κει και πέρα το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής επιδίδεται σε ένα όργιο κινδυνολογίας για τις συνέπειες του εθνικού νομίσματος, το οποίο θα ζήλευαν και οι πιο κακόγουστοι προπαγανδιστές.
Η Iskra στη συνέχεια παραθέτει σημεία από την πολυσέλιδη Έκθεση του Γραφείου:
Την επιτακτική ανάγκη για ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης άμεσα επισημαίνει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, η τριμηνιαία έκθεση του οποίου στέλνει σαφές μήνυμα στο Μαξίμου ότι το οικονομικό κόστος των καθυστερήσεων και αναβολών στις διαδικασίες αξιολόγησης, δηλαδή μιας τελικής συμφωνίας για το πρόγραμμα προσαρμογής, μπορεί να αποδειχθεί μεγαλύτερο για την Ελλάδα από το πιθανό όφελος, το οποίο επιπλέον θα αποδειχθεί προσωρινό.
Στο 67 σελίδων κείμενο, το οποίο βρίθει συστάσεων και αυστηρής κριτικής στην κυβέρνησης ξεχωρίζει ότι ακόμα κι αν ολοκληρωθεί η 2η αξιολόγηση τα δύσκολα δεν τελειώνουν εκεί: «το Μνημόνιο δεν τελειώνει με την ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης» αναφέρεται χαρακτηριστικά, καθώς σε πολύ μικρό χρόνο θα πρέπει να ολοκληρωθεί η 3η αξιολόγηση και μάλιστα σε ένα στάδιο ακόμα πιο δύσβατο.
«Υπάρχει ακόμα καιρός για το κλείσιμο της αξιολόγησης (που θα έπρεπε πάντως να είχε συμβεί τις πρώτες εβδομάδες του Δεκεμβρίου). Αν τελικά επιτευχθεί σε εύλογο χρονικό διάστημα (το αργότερο εντός Φεβρουαρίου), θα δώσει την δυνατότητα στην Ελλάδα να ενταχθεί ήδη στο πρώτο τρίμηνο του 2017 (πιθανότατα τον Μάρτιο) στο πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» της ΕΚΤ που θα επιτρέψει φθηνότερη και πιο άνετη χρηματοδότηση της οικονομίας. Οι τράπεζες θα μπορέσουν να αντλήσουν ανετότερα ρευστότητα από την ΕΚΤ και η κυβέρνηση θα αποσύρει βαθμιαία τους κεφαλαιουχικούς ελέγχους. Στη συνέχεια, ρεαλιστικό θα ήταν να επιδιώξει η κυβέρνηση, δοκιμαστικά έστω, την έξοδο στις αγορές. Η χώρα θα μπορούσε να αποφύγει την εφαρμογή του περιβόητου ‘κόφτη’, την υποχρέωση δηλαδή να περικόψει πρωτογενείς δαπάνες (μισθούς και συντάξεις κυρίως του Δημοσίου). Με το κλείσιμο της αξιολόγησης επίσης θα ενισχυθεί η εμπιστοσύνη στην οικονομική πολιτική και θα διευρυνθούν οι προοπτικές της οικονομίας» επισημαίνουν οι καθηγητές συντάκτες της έκθεσης με επικεφαλής Παναγιώτη Λιαργκόβα.
Σύμφωνα με την έκθεση, «η ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα σήμαινε επίσης ότι κλείνει σειρά ολόκληρη ευαίσθητων ζητημάτων και, τότε, μπορούμε ευλόγως να αναμένουμε ότι τα επόμενα δύο χρόνια θα επιστρέψουμε σε σταθερούς θετικούς ρυθμούς μεγέθυνσης που θα διευκολύνουν τη δημοσιονομική προσαρμογή. Η ανεργία θα μειωθεί. Με δυο λόγια, αν το Μνημόνιο εφαρμοσθεί ως το τέλος, η χώρα έχει τη δυνατότητα να ξεφύγει από τα σημερινά αδιέξοδα. Τα προηγούμενα δεν σημαίνουν ότι δεν χρειάζονται διαπραγματεύσεις π.χ. για ρεαλιστικούς δημοσιονομικούς στόχους. Σημαίνουν όμως ότι το κλειδί είναι οι μεταρρυθμίσεις» επισημαίνεται.
Η έκθεση αναφέρεται στην ενίσχυση των λαϊκιστικών κινημάτων στην Ευρώπη και καταγράφει την ανησυχία των συντακτών της στο ενδεχόμενο επιβεβαίωσης αυτής της τάσης στις επερχόμενες εκλογές σε Ολλανδία, Γαλλία, Γερμανία και τον κίνδυνο να δράσουν ως καταλύτης και στο ελληνικό πολιτικό σύστημα παροτρύνοντας ανάλογες δυνάμεις καθιστώντας σισύφειο το έργο της προσαρμογής.
Σύμφωνα με την έκθεση, «με την ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης δεν τελειώνει το μονοπάτι εφαρμογής του τρίτου προγράμματος προσαρμογής (Μνημονίου) και η ομαλή εκταμίευση των προβλεπόμενων δόσεων της τρέχουσας δανειακής σύμβασης για τους εξής λόγους:
Πρώτον, θα χρειασθεί χρόνος για την πλήρη εφαρμογή των νομοθετικών μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί για να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση και των τυχόν εκκρεμοτήτων που θα μεταφερθούν στο επόμενο στάδιο.
Δεύτερον, ακολουθεί αμέσως μετά τη δεύτερη, η τρίτη αξιολόγηση προόδου, που αν ερμηνεύσουμε το Μνημόνιο κατά γράμμα και μετά τις καθυστερήσεις των προηγούμενων θα πρέπει να τελειώσει σε ασφυκτικά σύντομο χρονικό διάστημα.
» Αυτό σημαίνει πιθανόν ότι ο πολιτικός χρόνος για το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης θα είναι σαφώς πιο περιορισμένος σε σχέση με τον πολιτικό χρόνο των προηγούμενων δύο αξιολογήσεων.
» Επίσης, η επόμενη αξιολόγηση περιλαμβάνει (πέραν των τυχόν εκκρεμοτήτων μεταξύ άλλων στην ενέργεια, στην εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ και στις ιδιωτικοποιήσεις) μόνο φαινομενικά εύκολα ζητήματα: νέες ιδιωτικοποιήσεις, περαιτέρω ρυθμίσεις στο ασφαλιστικό, κατάρτιση νέου κώδικα φορολογίας για να απλουστευθεί η τωρινή νομοθεσία, κ.ά.».
Η Ελλάδα μετά το 2018, όπως σημειώνουν οι συντάκτες της έκθεσης, θα χρειαστεί δάνεια για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της. «Αυτά μπορούν να εξευρεθούν είτε από τις αγορές, εφόσον έχει καταφέρει να βγει σε αυτές, είτε από τον ΕΜΣ. Και αυτό το γεγονός αποτελεί πεδίο που δυσκολεύει και το κλείσιμο της αξιολόγησης λόγω των διαφορετικών προσεγγίσεων μεταξύ ΔΝΤ, Ε.Ε και ελληνικής κυβέρνησης» σημειώνεται στην έκθεση.
Ειδικότερα σ’ αυτήν επισημαίνεται ότι: «Προφανώς, ένα νέο αίτημα το 2018 για δάνειο από τον EΜΣ θα συνοδευθεί σύμφωνα με τους κανόνες του από ένα νέο, το τέταρτο Μνημόνιο (=πρόγραμμα προσαρμογής). Αλλά οι δυσκολίες έγκρισης ενός νέου προγράμματος από τους εταίρους που θα βρίσκονται υπό σημαντικές πολιτικές πιέσεις καθιστά επίφοβους τους όρους που θα το συνοδεύουν. Αν δεν υπάρξει συμφωνία με τον ΕΜΣ (που σημειωτέον είναι διακυβερνητικό όργανο και όχι όργανο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) ή χρηματοδότηση μέσω εξόδου στις αγορές, τότε η πτώχευση θα είναι αναπόφευκτη με πιθανότατη συνέπεια την έξοδο από το Ευρώ.
Τα πιθανά προβλήματα που θέτει μια πτώχευση είναι προβλέψιμα – νέα καταβύθιση της παραγωγής, τραπεζική κρίση, διακοπή των εισροών από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της ΕΕ, αβεβαιότητα και στην περίπτωση εξόδου από το κοινό νόμισμα, υποτιμήσεις του εθνικού νομίσματος, έντονες τάσεις για σπιράλ πληθωρισμού και υποτιμήσεων που θα απαιτούν μία εξαιρετικά περιοριστική νομισματική πολιτική, κλπ και με το εξωτερικό, δημόσιο και ιδιωτικό χρέος να επικρέμαται απειλητικό ως «δαμόκλειος σπάθη».
Αλλά, η καθαρά οικονομική ανάλυση υποκρύπτει το σπουδαιότερο ίσως, ότι μετά από πτώχευση και έξοδο από τη ζώνη του Ευρώ θα εκλείψει ο «αυτοπεριορισμός» της ελληνικής πολιτικής εντός και μέσω του ευρωπαϊκού συστήματος με τους κανόνες του (και τις ευκαιρίες). Η όποια κυβέρνηση τότε θα «παραδέρνει» στη θάλασσα του διεκδικητισμού κατακερματισμένων συμφερόντων και της αμοιβαίας επίρριψης ευθυνών σε ένα σχεδόν σίγουρα κατακερματισμένο πολιτικό και κοινωνικό τοπίο το οποίο θα αναζητά τη συγκρότηση μίας νέας ταυτότητας στο διεθνές περιβάλλον από χειρότερες θέσεις, τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας».
Σε ό,τι αφορά το 2016 η έκθεση τονίζει ότι η ελληνική οικονομία έδειξε ότι έχει αντοχές και σταθεροποιήθηκε παρά τις αντίξοες συνθήκες που αντιμετωπίζει.
Ο ρυθμός μεγέθυνσης του πραγματικού ΑΕΠ για το 2016 αναμένεται να διαμορφωθεί οριακά γύρω από το μηδέν, μετά την κατακρήμνιση του τα προηγούμενα χρόνια σωρευτικά κατά περίπου 25%. Το γ’ τρίμηνο σημειώθηκε πάλι μεγέθυνση. Θετικό είναι σύμφωνα με την έκθεση ότι η ανεργία μειώθηκε το 2016 μολονότι εξακολουθεί να κινείται σε αρκετά υψηλά επίπεδα. Το γ’ τρίμηνο του 2016, το ποσοστό ανεργίας υποχώρησε στο 22,6%, ελαφρά χαμηλότερα από το 23,1% του προηγούμενου τριμήνου και το 24% του αντίστοιχου τριμήνου του 2015. Η απασχόληση, επίσης, αυξήθηκε κατά 1,8% σε ετήσια βάση. Εξαιτίας της αύξησής της και της σταθεροποίησης του μέσου μισθού, οι αμοιβές εξαρτημένης εργασίας ανά μισθωτό αυξήθηκαν κατά 0,9% το γ’ τρίμηνο του 2016, μετά την πτώση κατά 2,9% το 2015.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας