Μερικές σκέψεις για το γυναικείο κίνημα

1390
λόουτς

Παρακολουθήσαμε χθες στο πάντα πολυπληθές και νεανικό σε κοινό Αντιρατσιστικό φεστιβάλ  μία πολύ ενδιαφέρουσα φεμινιστική συζήτηση με τίτλο «Μάης 1968-2018, αγώνες για την γυναικεία απελευθέρωση». Οι ομιλήτριες, συντρόφισσες και συναγωνίστριες, Γιάννα Γαϊτάνη, Μαρία Ερμείδου, Κατερίνα Κλείτσα και Δέσποινα Χαραλαμπίδου, αναφέρθηκαν στις κατακτήσεις των γυναικών με τον Μάη του 68, αλλά και την Οκτωβριανή Επανάσταση, για τον αγώνα των σουφραζετών για πολιτικά δικαιώματα και φυσικά για τους σημερινούς αγώνες των γυναικών στην Ισπανία, την Ιρλανδία και την Αμερική και τις νίκες του φεμινιστικού κινήματος.

Με αφορμή λοιπόν  την σημαντική  αυτή εκδήλωση θα ήθελα να καταθέσω και τους δικούς μου προβληματισμούς για το γυναικείο κίνημα, όχι με στόχο την διαφοροποίησή μου, αλλά κυρίως για να θυμηθούμε ξανά τις απαρχές της πάλης των γυναικών και για να διδάσκουμε τους νέους ανθρώπους, κορίτσια και αγόρια.

Οι αγώνες για ισοτιμία και οι κοινωνικοπολιτικές κατακτήσεις των γυναικών δεν έχουν πολύ μακρά ιστορία. Μπορεί, κατά την πρωτόγονη περίοδο, η γυναίκα , συλλέκτης καρπών και κατασκευαστής αγγείων, να έπαιζε ρόλο, καταρχήν ανώτερο λόγω του θαύματος της γέννησης που επιτελούσε με τον άντρα – κυνηγό. Από την περίοδο όμως της δουλοκτησίας, του καταμερισμού εργασίας και της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, που απέφεραν πλεόνασμα αγαθών, εδραίωναν την ιδιοκτησία και οδηγούσαν στους συνακόλουθους πολέμους, στη γυναίκα ως πιο αδύναμη σωματικά, ανατέθηκε ο ρόλος της φύλακα της εστίας και της ανατροφής των νομίμων παιδιών και κληρονόμων της ιδιοκτησίας. Η κατάσταση συνεχίστηκε ίδια για αιώνες, με περιορισμό της γυναίκας στον μικρόκοσμο του σπιτιού και με κύρια ασχολία την φροντίδα και ανατροφή των παιδιών και την εξασφάλιση της αναγκαίας θαλπωρής για το αρσενικό. Οι κάποιες αναλαμπές της γυναικείας δραστηριότητας, κυρίως στον πνευματικό τομέα, δεν αλλάζουν τον κανόνα. Αυτά μέχρι την Βιομηχανική Επανάσταση, όταν οι υλικές ανάγκες της παραγωγής, που αποζητούσαν περισσότερο εργατικό δυναμικό, έστρεψαν τις γυναίκες στην εργασία, άρα και στους ίδιους κοινωνικοπολιτικούς αγώνες με τους άνδρες. Η πιο προηγμένη μάλιστα εργασία τους στον τριτογενή τομέα παραγωγής και η εξειδίκευση στην βιομηχανία ανάγκαζε το κράτος να τις προσφέρει εκπαίδευση απαραίτητη για την δουλειά τους και όχι φυσικά για την πνευματική της ανάπτυξη. Με την εκπαίδευση όμως η γυναίκα έφθασε πιο κοντά στην αναγνώριση της ισοτιμίας της και στους αγώνες για την απόκτησή της, ώστε τα αναπτυγμένα βιομηχανικά κράτη να αναγκαστούν να την κατοχυρώσουν και θεσμικά. Ανάλογη νομοθεσία, με αρκετή καθυστέρηση, που οφείλεται στην γενική υπανάπτυξη της χώρας μας, απέκτησε και η Ελλάδα ως αποτέλεσμα κι εδώ των αγώνων του γυναικείου κινήματος.

Εντούτοις η υποτιθέμενη ισοτιμία παραβιάζεται σε πολλούς τομείς σήμερα. Καταρχήν τα κοινωνικά της δικαιώματα θεσμοθετήθηκαν σε μία περίοδο οικονομικής ευρωπαϊκής ανάπτυξης και σχετικής φροντίδας για το κοινωνικό κράτος, που σήμερα μειώνεται λόγω των περικοπών των δημοσίων δαπανών. Σήμερα σε περίοδο οικονομικής κρίσης και ύφεσης, όταν τα κοινωνικά δικαιώματα που κατακτήθηκαν με αγώνες και αίμα πλήττονται είναι επόμενο αυτό να έχει μεγαλύτερη επίπτωση στην εργασία, με περιορισμό των θέσεων, εφόσον η γυναίκα είναι ακόμη ευάλωτος κρίκος στην εργασιακή αλυσίδα και πρώτη θα αποπεμφθεί από την δουλειά και πολύ συχνά δεν θα πάρει τον ανάλογο μισθό με τον άντρα.

Με την συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας και την ιδιωτικοποίηση σημαντικών τομέων του (σύστημα υγείας, παιδείας, κοινωνικής ασφάλισης, παιδικής φροντίδας, πρόνοιας για τους ηλικιωμένους), που αποτελούν την βάση για την ισότητα, η κατάσταση επιδεινώνεται. Ακόμη και, αν υπάρχουν οι διευκολύνσεις αυτές, απαραίτητες για δημιουργική εργασία και ελεύθερο χρόνο, οι όροι παροχής τους συνεχώς θα επιδεινώνονται με την αύξηση της δαπάνης τους. Όλοι αυτοί οι παράγοντες, οι ασφυκτικές συνθήκες εργασίας, η οικονομική υποβάθμιση και η έλλειψη κοινωνικών παροχών θα έχουν δυσμενή επίπτωση στις διαπροσωπικές και οικογενειακές σχέσεις και γενικά στην ποιότητα ζωής των γυναικών.

Πρέπει επίσης να τονιστεί ότι η γυναίκα, όπως και ο άντρας, έχει ανάγκη την εργασία, όχι μόνο για λόγους βιοποριστικούς, αλλά και για να δημιουργεί, να κοινωνικοποιείται και να ανοίγει τους ορίζοντές της στην πλατιά κοινωνία, πέρα από τον μικρόκοσμο του σπιτιού. Αλλιώς τα μηνύματα του εξωτερικού κόσμου τα αντιλαμβάνεται και τα ερμηνεύει με μεσάζοντα τον άντρα. Χωρίς κοινωνικοποίηση καλλιεργείται στην συνείδηση της γυναίκας έναν πρότυπο ζωής δεύτερης ποιότητας, στενόκαρδο, ανελεύθερο, μικρονοϊκό, αντιδραστικό, που τελικά λειτουργεί ως δύναμη ανάσχεσης της κοινωνικής εξέλιξης. Αλλά η κοινωνικοποίηση και κατ’ επέκταση η πολιτικοποίηση της γυναίκας προϋποθέτει εξασφάλιση αξιοπρεπούς και σταθερής εργασίας και ελεύθερου χρόνου. Γι αυτό υποχρέωση του κράτους είναι, αν αντιλαμβάνεται  την γυναίκα ως ισότιμη, να της εξασφαλίσει ποιοτική διαβίωση. Παράδειγμα ανισοτιμίας σε πολλά κράτη και στο δικό μας είναι η ισχνή εκπροσώπηση των γυναικών στην πολιτική και σε διευθυντικές θέσεις, αφού λείπει η αντισταθμιστική πολιτική που θα ξεπερνούσε τα ανυπέρβλητα εμπόδια για την επαγγελματική και κοινωνική της εξέλιξη.

Η γυναίκα όμως σήμερα στην εποχή του ώριμου καπιταλισμού, δεν ενδιαφέρει μόνο ως εργαζόμενη, αλλά και ως καταναλώτρια, που πρέπει να λειτουργεί σύμφωνα με τον παραδοσιακό ρόλο που καλλιεργούν τα Μ.Μ.Ε., την τρισδιάστατη δηλαδή εικόνα της γυναίκας κοκέτας, οργάνου ηδονής, επιτυχημένης οικοδέσποινας, νοικοκυράς και μάνας, που κρατά στα χέρια της την ευτυχία του άντρα. Και στα τρία επίπεδα ο ρόλος της είναι εξαρτηματικός, παραπληρωματικός και υπηρετικός του άντρα. Δεν προωθεί ούτε την αυτονομία της, ούτε την αυτογνωσία της. Και δυστυχώς τα κόμματα εξουσίας όσα υπηρετούν την αγορά, το κέρδος και την συνακόλουθη κατανάλωση δεν θέλουν να εξαλείψουν αυτή την κατάσταση.

Άρα στόχος του αριστερού φεμινιστικού κινήματος πρέπει να είναι η εξασφάλιση της απασχόλησης των γυναικών και των πολιτικών και κοινωνικών της δικαιωμάτων. Παράλληλη πρέπει να είναι η απαίτηση για πολύπλευρη εκπαίδευση και πολιτιστική ανάπτυξη, που θα επιφέρει και την αλλαγή στην σεξιστική και φασιστική νοοτροπία πολλών ανδρών.  Επομένως και μέσα από τον κοινό αγώνα αντρών και γυναικών θα αναπτυχθεί η πολιτική συνειδητοποίηση και θα αλλάξει η νοοτροπία.

Σήμερα όμως οι γυναίκες δεν κινδυνεύουν μόνο από απώλεια όσων με σκληρούς και μακρόχρονους αγώνες κατέκτησαν  Κινδυνεύουν και από τη γενική εκθεμελίωση των αρχών στις οποίες οι κατακτήσεις τους στηρίχθηκαν. Γι αυτό ποτέ άλλοτε το γυναικείο κίνημα δεν ήταν τόσο συνυφασμένο με την γενικότερη πάλη για κοινωνική χειραφέτηση. Ποτέ άλλοτε δεν ήταν επιβεβλημένη η συμμαχία του με το μέτωπο κατά της μνημονιακής πολιτικής στην χώρα μας, του διεθνούς νεοφιλελευθερισμού, του ρατσισμού, του ιμπεριαλισμού που με τους πολέμους καταστρέφει  ζωές και καταστρατηγεί δικαιώματα.

Η Μυρσίνη Αθανασιάδου είναι εκπαιδευτικός.

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας