Μετά το Brexit, η Ελβετία (“Swexit”)

463
και πάλι αναστατώνει την Ευρώπη

Δεν έχει το σασπένς του Brexit, όμως ποιοτικά δεν είναι κάτι το διαφορετικό. Η Ε.Ε. βλέπει άλλη μια ευημερούσα, δημοκρατική γειτονική χώρα να απομακρύνεται από την τροχιά της, έστω και αν δεν πρόκειται για πλήρες μέλος, την (στενά συνδεόμενη σε πολλά επίπεδα με τους “27”) Ελβετία. Αν και στην περίπτωση αυτή το Swexit δεν πρόκειται να κορυφωθεί σε μια συμβολική στιγμή εξόδου, αλλά προορίζεται να διαδραματίζεται επί πολλά χρόνια εν μέσω τριβών.

Πεισματικοί φύλακες της ουδετερότητας, της κυριαρχίας και της πολιτειακής ιδιαιτερότητας της συνομοσπονδίας τους, οι Ελβετοί δεν έκαναν ποτέ το βήμα της ένταξης στο ενιαίο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Ωστόσο, η γεωγραφική θέση της χώρας στην καρδιά της γηραιάς ηπείρου και τα οικονομικά της συμφέροντα, που απλώνονται πολύ πέρα από τα σύνορά της, διαμόρφωσαν μιαν ειδική σχέση με την Ε.Ε., η οποία κωδικοποιείται σε 120 διαφορετικές συμφωνίες, ορισμένες με ηλικία αρκετών δεκαετιών.

Η επιθυμία ενοποίησης και απλοποίησης του πλαισίου που διέπει τις σχέσεις των δύο πλευρών οδήγησε από το 2013 και εξής σε μια διαπραγμάτευση που έμελλε να αποδειχθεί ακανθώδης.

Τόσο πολύ, που τον περασμένο μήνα η Ελβετία, με απόφαση του ομοσπονδιακού συμβουλίου της, αποχώρησε από τις διαπραγματεύσεις, με αποτέλεσμα να προκύψει ένα ανησυχητικό κενό, καθώς, ελλείψει νέου πλαισίου, οι παλαιές συμφωνίες αρχίζουν και εκπνέουν μία προς μία, όπως ήδη έγινε για αυτήν που αφορά θέματα ιατρικού εξοπλισμού.

Αγκάθι η “δυναμική εναρμόνιση”

Τι καθιστά ανέφικτη μέχρι στιγμής την επίτευξη συμφωνίας;

Όπως και στην περίπτωση των διαπραγματεύσεων για τη βρετανική έξοδο, η εμπλοκή συνίσταται κυρίως στη “δυναμική εναρμόνιση”, δηλ. την αυτόματη συμμόρφωση της Ελβετίας στις αλλαγές του ρυθμιστικού πλαισίου που προκύπτουν από τις κοινοτικές οδηγίες και, αντίστοιχα, στη διεύρυνση της δικαιοδοσίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου σε ζητήματα ελβετικού ενδιαφέροντος (φορολογία, αγροτική πολιτική, επιδοτήσεις των καντονιών προς επιχειρήσεις).

Από ελβετικής πλευράς, κύριο ζητούμενο στη διαπραγμάτευση για τη συμφωνία-πλαίσιο αποτελεί η θέσπιση νέων προνομιακών ρητρών για θέματα όπως η ελεύθερη κυκλοφορία των Ευρωπαίων. Η δε Ε.Ε. επιθυμεί τη σύσταση ενός διαιτητικού σώματος που θα εκδικάζει τις όποιες διαφορές απορρέουν από την ερμηνεία της νομοθεσίας.

Τα ελβετικά συνδικάτα αντιδρούν σε ό,τι θεωρούν ως απειλή για τα μισθολογικά κεκτημένα της εργασίας στην Ελβετία, μέσω μιας εξίσωσης προς τα κάτω με τα κρατούντα στην Ε.Ε., κυρίως διά της ενίσχυσης της (ευρωπαϊκής) μετανάστευσης. Οι επιχειρήσεις, πάλι, διχάζονται ανάμεσα στην ανάγκη να υπερασπιστούν την τροφοδοσία και τις εξαγωγές της ελβετικής μεταποιητικής μηχανής και την επιδίωξη ρυθμιστικής αυτονομίας. Η πολιτική ηγεσία, τέλος, όπου ολοένα και μεγαλύτερο βάρος κατέχει τα τελευταία χρόνια το δεξιό ξενοφοβικό κόμμα SVP, εξανίσταται στην ιδέα ότι οι κοινοτικοί πολίτες θα αποκτούν αυτόματα με την εγκατάστασή τους στην Ελβετία πλήρη πρόσβαση στο γενναιόδωρο ελβετικό κοινωνικό κράτος. Και όλοι οι παραπάνω ανησυχούν περισσότερο ή λιγότερο για τη διαφύλαξη του αμεσοδημοκρατικού μοντέλου διακυβέρνησης της χώρας. Πόσω μάλλον που στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα οι πρωτοβουλίες ξεκινούν πρωτίστως από τα πάνω προς τα κάτω, ενώ η αλπική συνομοσπονδία κινδυνεύει να βρεθεί σε θέση οιονεί αποικίας της Ε.Ε., ενσωματώνοντας αποφάσεις στη διαμόρφωση των οποίων δεν έχει δικαίωμα ψήφου.

Από την πλευρά των “27”, πάλι, η ευελιξία δεν περισσεύει. Ίσα-ίσα το βρετανικό προηγούμενο έχει οδηγήσει σε μια περισσότερο επιθετική διάθεση υπεράσπισης του τι σημαίνει Κοινή Αγορά και σε μιαν ετοιμότητα κινητοποίησης “τιμωρητικών” συμπεριφορών.

Για παράδειγμα, ήδη τον Ιούλιο του 2019 η ευρωπαϊκή πλευρά έπληξε προς στιγμήν την Ελβετία με άρση της χρηματιστηριακής ισοδυναμίας, ενώ έκτοτε ακολούθησαν απειλές για έξωσή της από το κοινό ερευνητικό πρόγραμμα Horizon (κρίσιμης σημασίας για τη διατήρηση του πρωταγωνιστικού ρόλου της χώρας των Άλπεων στην καινοτομία), μη επικαιροποίηση της Συμφωνίας περί Τεχνικών Εμποδίων στο Εμπόριο, ακόμα και αποβολή από το ευρωπαϊκό σύστημα εφαρμογών επιτήρησης της πανδημίας του κορονοϊού.

Το κόστος της απειλούμενης ρήξης προεξοφλείται, κάπως εύκολα, ότι θα πλήξει μόνο την ελβετική πλευρά και θα κάμψει τις διαθέσεις αντίστασης της ελβετικής κοινής γνώμης, η οποία αργά ή γρήγορα θα πρέπει να αποφανθεί, κατά τα ισχύοντα, σε δημοψήφισμα. Άλλωστε, η Ελβετία δεν έχει να προσκομίσει στο τραπέζι των συνομιλιών ούτε καν τη στρατιωτική ισχύ της Βρετανίας ή άλλα εξίσου ισχυρά διαπραγματευτικά χαρτιά.

Σύμφωνα με κοινοτικούς εμπειρογνώμονες, οι μεγαλύτερες δυσκολίες αφορούν τις εισαγωγές τροφίμων, τις εξαγωγές ελβετικών φαρμακευτικών προϊόντων και την αεροπλοΐα.

Δεν είναι, όμως, η Βέρνη και παντελώς “άοπλη”. Η υδροηλεκτρική της υποδομή της όχι απλώς καλύπτει το 60% της εγχώριας ενεργειακής παραγωγής, αλλά είναι και απαραίτητη για τη στήριξη των συστημάτων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας γειτονικών κρατών. Επιπλέον, το 10% του ηλεκτρικού ρεύματος στην Ε.Ε. περνά από 40 σημεία σύνδεσης στην Ελβετία, κυρίως με προορισμό την καρδιά της ιταλικής βιομηχανίας στη Λομβαρδία.

Μια σχέση 278 δισ. δολαρίων

Το διακύβευμα είναι μεγάλο. Περισσότερο από 80% των ξένων άμεσων επενδύσεων στην Ελβετία προερχόταν το 2018 από την Ε.Ε., ενώ από τα 8,6 εκατομμύρια του πληθυσμού της χώρας περίπου 1,4 εκατ. αντιπροσωπεύουν οι εγκατεστημένοι κοινοτικοί πολίτες.

Η Ελβετία αποτελεί τον τέταρτο εμπορικό εταίρο της Ε.Ε., ενώ το ήμισυ των ελβετικών εξαγωγών κατευθύνεται προς ευρωπαϊκές χώρες. Για την ακρίβεια, η Ελβετία πραγματοποιεί περισσότερες εξαγωγές προς τους “27” απ’ ό,τι προς την Κίνα και τις ΗΠΑ αθροιστικά. Πρόκειται για μια διμερή σχέση η οποία ανέρχεται σε ύψος 278 δισ. δολαρίων.

Μόνο ο τομέας της ιατρικής τεχνολογίας, που βρέθηκε από τις 26 Μαΐου ακάλυπτος, λόγω εκπνοής της σχετικής συμφωνίας, με αποτέλεσμα τα κόστη για τον κλάδο να αυξάνονται κατά περίπου 30%, απασχολεί 60.000 εργαζομένους και αντιπροσωπεύει το 3% του ελβετικού ΑΕΠ. Και στην επόμενη διετία αναμένεται να συμβεί το ίδιο και με τις συμφωνίες που καλύπτουν τον μηχανολογικό και ηλεκτρολογικό εξοπλισμό και τη μεταλλουργία, που αφορούν άλλους 300.000 Ελβετούς εργαζομένους και το 55% των εξαγωγών.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας