Στην πολύωρη και επεισοδιακή συνεδρίαση του υπουργικού της συμβουλίου, που έλαβε χώρα στην εξοχική πρωθυπουργική κατοικία του Τσέκερς, στις 6 Ιουλίου, η Τερέζα Μέι ανέλαβε ένα μεγάλο πολιτικό ρίσκο: υπέβαλε ένα μεσοβέζικο σχέδιο για το Brexit, βάσει του οποίου Βρετανία και Ε.Ε. θα συνέχιζαν να συνδέονται σε μια κοινή αγορά βιομηχανικών και αγροτικών αγαθών (όχι όμως και υπηρεσιών ή κεφαλαίων). Η αδιάλλακτη πτέρυγα των Συντηρητικών επαναστάτησε, υποστηρίζοντας ότι η Βρετανία θα υποχρεώνεται να υπακούει στους κανόνες της κοινής αγοράς που θα αποφασίζονται ερήμην της και ότι θα εμποδίζεται να συνάπτει επωφελείς συμφωνίες με εμπορικούς γίγαντες – ΗΠΑ, Κίνα, Ινδία κ.ά. Ο υπουργός Εξωτερικών Μπόρις Τζόνσον και ο υπουργός για θέματα Brexit Ντέιβιντ Ντέιβις αποχώρησαν από την κυβέρνηση και ξεκίνησαν πολιτικό «αντάρτικο», δίνοντας ραντεβού με τη Μέι στο συνέδριο των Συντηρητικών που αρχίζει σήμερα στο Μπέρμιγχαμ.
Αν η πρωθυπουργός της Βρετανίας περίμενε κάποια κατανόηση από τους Ευρωπαίους εταίρους της μέχρι να κοπάσει η εσωκομματική μπόρα, η άτυπη Σύνοδος Κορυφής της Ε.Ε. στο Σάλτσμπουργκ της Αυστρίας τη διέψευσε οικτρά. Δεν ήταν μόνο που οι «27» απέρριψαν το «Σχέδιο του Τσέκερς» χωρίς να μπουν στον κόπο να επιχειρηματολογήσουν και χωρίς να διατυπώσουν αντιπροτάσεις. Το πιο εξοργιστικό για την κ. Μέι ήταν ο επιθετικός τόνος που εισέπραξε. Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ άγγιξε τα όρια της αγένειας με μια σκωπτική του ανάρτηση στο Instagram που ταίριαζε περισσότερο σε δημοσιογράφο σκανδαλοθηρικού εντύπου παρά σε πολιτικό άνδρα. Ο Εμανουέλ Μακρόν κρατήθηκε στο επίπεδο της ευπρέπειας, αλλά ήταν όλος χολή όταν τόνιζε πως όποιοι πίστευαν σε ένα Brexit χωρίς κόστος θα αποδειχθούν «ψεύτες».
Εφιαλτικό πρωί
Το επόμενο πρωί ήταν εφιαλτικό για τη Μέι, καθώς οι περισσότερες βρετανικές εφημερίδες μιλούσαν για «ταπείνωση». Αίσθηση προκάλεσε η αποκάλυψη του πολιτικού αναλυτή του BBC, Νικ Βατ, ότι «η Αγκελα Μέρκελ ακούστηκε να λέει κατ’ ιδίαν πως το Ηνωμένο Βασίλειο πρέπει να υποφέρει λιγάκι στις διαπραγματεύσεις για το Brexit». Και μπορεί μεν παρόμοιες δηλώσεις να μην προκαλούν πλέον έκπληξη στον μεσογειακό Νότο, αλλά το μεγάλο νησί δεν έχει συνηθίσει να του μιλούν σε τέτοια γλώσσα και δεν έχει μάθει να μην απαντάει, όταν αυτό συμβαίνει. Επί της ουσίας, η κλιμάκωση της έντασης στην τελική φάση των διαπραγματεύσεων –έξι μήνες απομένουν για το Brexit– θα έπρεπε να είναι εξαρχής αναμενόμενη. Βρυξέλλες και Βερολίνο ήθελαν «να πονέσει» η Βρετανία ώστε να αναγκαστεί είτε να ακυρώσει το Brexit με ένα δεύτερο δημοψήφισμα, είτε να περιοριστεί σε ένα μόνο κατ’ όνομα Brexit, με τη διατήρηση της χώρας στην τελωνειακή ένωση και την ενιαία αγορά. Εάν αυτό δεν γίνει δυνατό, τότε το ελάχιστο που θα επιθυμούσαν ήταν μια αγρίως τιμωρητική αντίδραση των αγορών εναντίον του City και συνολικά της Βρετανίας, ώστε να αποθαρρυνθούν άλλες χώρες να ακολουθήσουν το παράδειγμά της.
Δεν αποκλείεται, όμως, οι ισχυροί της Ε.Ε. να έχουν υπερεκτιμήσει τις δυνάμεις τους. Παρά τις καθημερινές προφητείες για οικονομικό Αρμαγεδδώνα, η βρετανική οικονομία δεν έχει υποστεί μέχρι στιγμής κλονισμούς, ενώ στο City τα μπαρ και τα ρεστοράν φυτρώνουν σα μανιτάρια. Στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, το 57% των Βρετανών αποδοκίμασε τη στάση της Ε.Ε. έναντι της κυβέρνησής τους – μόνο το 16% την επικρότησε. Οι ίδιες εφημερίδες που μιλούσαν για ταπείνωση μετά το Σάλτσμπουργκ, επιδοκίμασαν την πρωθυπουργό μετά το αυστηρό διάγγελμά της, όπου ζητούσε σεβασμό για τη χώρα της και προετοίμαζε τους πολίτες για το ενδεχόμενο διαζυγίου χωρίς συμφωνία. Το κυριότερο, Βερολίνο και Βρυξέλλες είναι πιθανό να υποτιμούν το ειδικό βάρος του Λονδίνου σε έναν δυτικό κόσμο που ήδη δοκιμάζεται από μεγάλες εσωτερικές αντιθέσεις. Μια αλαζονική στάση είναι πιθανό να ενισχύσει τα αισθήματα μεγάλου μέρους των Ευρωπαίων εναντίον των Βρυξελλών, αντί να τρομοκρατήσει τους ίδιους τους Βρετανούς. Για τους Αμερικανούς, είτε υποστηρίζουν είτε καταριούνται τον Τραμπ, δεν υπάρχει ευρωπαϊκή χώρα με τόσο ισχυρούς ιστορικούς, πολιτιστικούς και συναισθηματικούς δεσμούς όσο η Βρετανία. Τέλος, αν οι Ευρωπαίοι καταφέρουν να χαντακώσουν τη Μέι και βρεθούν αντιμέτωποι με τον Τζέρεμι Κόρμπιν, μάλλον δεν θα χαρούν καθόλου για το επίτευγμά τους. Ο αριστερός ηγέτης των Εργατικών δεν εννοεί να ανατρέψει το δημοψήφισμα του 2016, αλλά να διαπραγματευθεί ένα καλύτερο διαζύγιο, ενώ οι ριζοσπαστικές θέσεις του για την οικονομία και την εξωτερική πολιτική προμηνύουν νέους, σοβαρότερους τρανταγμούς στην ευρωατλαντική συμμαχία. Ετσι, δεν πρέπει να αποκλείεται ένας συμβιβασμός της τελευταίας στιγμής με βάση το «καναδικό σενάριο»: μια χαλαρή ζώνη ελευθέρου εμπορίου, χωρίς τους περιορισμούς και τα οφέλη της τελωνειακής ένωσης ή της ενιαίας αγοράς. Στην πρόταση αυτή παραδόξως συγκλίνουν οι Βρυξέλλες και οι σκληροί οπαδοί του Brexit, αν και το μέγα πρόβλημα του ιρλανδικού συνόρου παραμένει αναπάντητο. Πάντως, μέχρι τώρα η Μέι προτιμά τη μη λύση από το καναδικό σενάριο και τα χρονικά περιθώρια εξαντλούνται.
*Πηγή: Καθημερινή