Η σκοτεινή «συνωμοσία» της χρεοκρατίας

2325
αυτοκίνητα

Η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ ως βασικοί ένοχοι του σκανδάλου της ελληνικής χρεοκοπίας

Μολονότι ήδη από το 1997 όταν προετοιμάζονταν η ένταξη της χώρας μας στην ΟΝΕ κάποιο λίγοι «γραφικοί» προειδοποιούσαμε για τα ολέθρια αποτελέσματα που θα συνεπάγονταν για τη χώρα μας αυτή η ένταξη, ουδείς άλλος έδινε σημασία. Το σύνολο σχεδόν των πολιτικών δυνάμεων, αλλά και των ίδιων των πολιτών, μεθυσμένο από την προοπτική μιας υποσχόμενης σύγκλισης με τα ισχυρά κράτη της Ευρώπης και τον περίπου αναπόδραστο ευδαιμονισμό που αναμένονταν, ούτε καν ήθελε να ακούσει τις λίγες φωνές της λογικής.
Τα αποτελέσματα όμως της «απρονοησίας» να παραδοθεί η νομισματική κυριαρχία της χώρας μας στην ευρωένωση, ήλθαν πιο γρήγορα απ’ ό,τι θα μπορούσε κανείς να αναμένει και αφορούσαν πρωταρχικά στο εθνικό χρέος, την ανεξέλεγκτη διόγκωσή του σε ελάχιστο χρονικό πλαίσιο και τη συνεπαγόμενη χρεοκοπία του 2010.
Γι’ αυτό αξίζει τον κόπο να σταθούμε στο ζήτημα του χρέους, ως το κεντρικό ζήτημα και απόρροια του μεγάλου σκανδάλου της παράδοσης και της ολοσχερούς υποταγής της χώρας, τις αιτίες που αυτό πήρε ανεξέλεγκτες διαστάσεις, και την Ανάγκη της διαγραφής του.
Σε προηγούμενη ανάλυση μας εδώ: http://www.hereticalideas.gr/2018/04/mega-skandalo-xreous-epizitei-apokatharsi.html, αναφερθήκαμε αναλυτικά στην παρανομία του χρέους και έγινε μια συνοπτική, αλλά εμπεριστατωμένη, έκθεση των στοιχείων κατάφορης παραβίασης των συνθηκών και του διεθνούς δικαίου από τη στιγμή της υποταγής μας στις μνημονιακές δεσμεύσεις, καθώς και στην εμπειρία διαγραφής χρεών μέχρι σήμερα. Ως εκ των ανωτέρω, αναφερθήκαμε στη δυνατότητα για την πλήρη διαγραφή του χρέους και την οριστική απαλλαγή μας από το δυσβάστακτο άχθος. Σε αυτή εδώ την εργασία γίνεται προσπάθεια, να αναλυθούν σε βάθος οι πραγματικές αιτίες που οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία το 2009, σε μια προσπάθεια να γίνει κατανοητή η ανάγκη και η υποχρέωση που έχουμε όλοι μας απέναντι στους εαυτούς μας και στην πατρίδα, για ριζική αναστροφή της κατάστασης. Μιας κατάστασης που μόνο σε περαιτέρω δεινά οδηγεί.

Το χρέος ως μια διαρκής χαίνουσα πληγή για την Ελλάδα


Δεν θα είναι πρωτοτυπία να επαναλάβουμε εδώ, αυτό που πρώτος διαπίστωσε και διατύπωσε για το δημόσιο χρέος της χώρας μας ο αείμνηστος Νίκος Μπελογιάννης.
Ο Νίκος Μπελογιάννης εκείνα τα πέτρινα χρόνια που συνέγραφε το βιβλίο του για το Ξένο Κεφάλαιο στην Ελλάδα κατανόησε και ταύτισε την ιστορία του νεότερου ελληνικού έθνους από την επανάσταση του 1821 μέχρι τις μέρες του με αυτή καθ’ αυτή την ιστορία του δημόσιου χρέους της χώρας.
Πράγματι, μια σειρά από τα πιο σημαντικά γεγονότα που συνέβησαν και σημάδεψαν ανεξίτηλα την ιστορία του τόπου είναι γεγονότα που συνδέονταν είτε άμεσα, είτε έμμεσα με τις εξελίξεις αναφορικά με το δημόσιο χρέος.
Ένα δημόσιο χρέος, που χρησιμοποιείται στο διηνεκές ως εργαλείο εξάρτησης, καθυπόταξης και επιβολής φόρου υποτέλειας από τις εκάστοτε προστάτιδες -υποτίθεται- δυνάμεις.
Εξελίξεις και γεγονότα που καθόρισαν γενεές επί γενεών Ελλήνων και σήμερα έρχονται να σηματοδοτήσουν με ένα εντελώς αρνητικό τρόπο τις δικές μας τις ζωές κι εκείνες των παιδιών μας και των παιδιών των παιδιών μας αν υπάρξουν, αν δεν κάνουμε κάτι τώρα και γρήγορα για να απαλλαγούμε οριστικά από έναν βραχνά σχεδόν διακοσίων χρόνων. Ένα βραχνά και μια θηλιά που σφίγγει στο λαιμό μας και μας οδηγεί στην οριστική ασφυξία και τον θάνατο.
Πολύ πιο πρόσφατα, ένας άλλος πολιτικός, πρωθυπουργός επί σειρά ετών, αμφιλεγόμενη προσωπικότητα ο ίδιος, με τεράστιες ευθύνες -για πολλούς- για την σημερινή κατάσταση, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε κάνει την εξής διατύπωση:
«Εάν το Έθνος δεν τιθασεύσει το χρέος, τότε το χρέος θα καταπιεί το Έθνος»!
Σε αυτήν την κατάσταση τερματικού χαρακτήρα βρισκόμαστε σήμερα! Το χρέος καταπίνει ολόκληρο το Έθνος. Οριστικά και αμετάκλητα. Κι αυτό, εάν έστω και αυτήν την τελευταία στιγμή, δεν κατανοήσουμε την πραγματικότητα, δεν αντιδράσουμε με όσες δυνάμεις μας απέμειναν και δεν βροντοφωνάξουμε το μεγάλο ΟΧΙ! Εάν δεν προχωρήσουμε τώρα στην Κάθαρση!
Στις μέρες μας και κάτω από τις δραματικές στιγμές που περνάει η πατρίδα και ο λαός μας, πολλοί ψάχνουν να βρουν τις αιτίες, να ερμηνεύσουν τα γεγονότα και να προτείνουν λύσεις. Έτσι, έρχεται και επανέρχεται η συζήτηση για το νόμισμα, αφού είναι γεγονός, ότι η στέρηση της νομισματικής κυριαρχίας είναι βασικός παράγοντας στη διαμόρφωση αυτής της τερματικής κρίσης.
Μερικοί, βλέπουν τα αίτια στον καπιταλισμό και τις κυκλικές του κρίσεις. Βεβαίως! Ποιος μπορεί να το αμφισβητήσει αυτό; Αρκεί όμως η συνεχής παραπομπή στον καπιταλισμό να ερμηνεύσει τα ιδιαίτερα αίτια, το μέγεθος και τα χαρακτηριστικά που έχει λάβει η κατάσταση στην πατρίδα μας;
Είναι, ή όχι η συνέργεια του μεγάλου διεθνούς χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου που συνταυτίστηκε τελικά στις επιδιώξεις του, με τις νεοαποικιακές βλέψεις και αντιλήψεις των μεγάλων χωρών της Ευρώπης, της Γαλλίας, αλλά πρώτα και κύρια της Γερμανίας, που εναγώνια αναζητεί ζωτικούς χώρους;
Κι εάν αυτό είναι αλήθεια, είμαστε ή όχι μπροστά σε μια χωρίς προηγούμενο νεο-ιμπεριαλιστική αντεπίθεση, που υλοποιείται στην περίπτωσή μας με χρηματοοικονομικά μέσα;
Ωστόσο, πολλοί ομιλούν για το νόμισμα, αλλά ελάχιστοι για το χρέος. Ομιλούν γι’ αυτό ωσάν κάτι το φυσιολογικό, κάτι που προέκυψε από κάποια νομοτέλεια. Έτσι, είμαστε υποχρεωμένοι να το αποπληρώνουμε, κι άρα το μόνο μέλημά μας θα είναι να το κάνουμε «βιώσιμο», δηλαδή εξυπηρετήσιμο ανεξαρτήτως κόστους. Έστω κι αν ορισμένοι μιλούν για μέτρα μιας κάποιας ελάφρυνσης μέσω επιμήκυνσης, ή μείωσης των επιτοκίων, ή ακόμα άλλοι για μερική διαγραφή ενός μεγάλου μέρους του. Αλλά ελάχιστοι βάζουν πραγματικά το δάκτυλον επί των τύπον των ήλων.
Η αλήθεια είναι ότι και τα δύο -το ευρώ και το χρέος- είναι τόσο πολύ δεμένα μεταξύ τους, που εάν δεν απαλλαγούμε και από τα δύο ταυτόχρονα, η πορεία προς την τελική καταστροφή είναι προδιαγεγραμμένη και αναπόδραστη. Το χρέος βοηθούντος του ευρώ θα καταπιεί το Έθνος. Ήδη το καταπίνει!
Ποια είναι η αιτία, που μας είπαν, ότι προκάλεσε τη συνεχιζόμενη για εννιά χρόνια «κρίση»;
Η υπερχρέωση της χώρας, που οφείλονταν στην κραιπάλη του δημόσιου τομέα, στη «σπάταλη» ζωή μας και την «άρνησή» μας να γίνουμε…. προοδευμένοι Ευρωπαίοι.
Μας είπαν -και εξακολουθούν να μας λένε- ότι η σωτηρία θα έρχονταν από την αλληλεγγύη των «εταίρων» μας, αφού βέβαια κι εμείς θα γινόμασταν λιτοδίαιτοι και «νοικοκύρηδες», εφαρμόζοντας πιστά τις προβλεπόμενες από τα μνημόνια «μεταρρυθμίσεις». Εμείς όμως εκεί… πεισματάρηδες ανατολίτες, αρνούμαστε να μεταρρυθμιστούμε….
Πολλοί από την άλλη πλευρά, δέχονται την ανάγκη μιας ριζικής αλλαγής πορείας.
Και οι δύο πλευρές όμως, αντιμετωπίζουν τα θέματα εργαλειακά, τεχνικά, αν όχι υποκριτικά κάποιες φορές. Αποδίδουν -μέσα από έναν στείρο οικονομισμό- την κακοδαιμονία στην έλλειψη ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.
Υποβιβάζουν δηλαδή ένα καθαρά εθνικό – κοινωνικό ζήτημα, δηλαδή καθαρά ΠΟΛΙΤΙΚΟ, σε επίπεδο τεχνοκρατίας. Κι έτσι ασκούνται σε ασκήσεις επί χάρτου, για το πως η ελληνική οικονομία θα γίνει ανταγωνιστική. Διότι ελπίζουν ότι μέσω της ανταγωνιστικότητας θα μπορούμε πλέον ομαλά να αποπληρώνουμε το χρέος.
Οι μεν, ισχυρίζονται και επιμένουν παρά την οκτάχρονη αποτυχία των συνταγών τους, ότι ο μοναδικός δρόμος είναι η πιστή εφαρμογή των μνημονίων και η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων. Η κατάργηση κάθε έννοιας κοινωνικού κράτους, ο εκμηδενισμός των συντάξεων και η πτώση των μισθών σε τέτοιο βαθμό που θα κάνουν τα προϊόντα μας -υποτίθεται- ανταγωνιστικά και τη χώρα μας «Ελντοράντο» επενδύσεων. Από την άλλη πλευρά, πολλοί από τους υπέρμαχους του εθνικού νομίσματος, ξεκινώντας από την ίδια αφετηριακή βάση βλέπουν την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας μέσω της υποτίμησης του νομίσματος.
Η αλήθεια όμως είναι λίγο διαφορετική, αφού κανείς δεν απαντά στο ερώτημα -και από τις δύο πλευρές- πόσο ανταγωνιστική θα έπρεπε να γίνει η ελληνική οικονομία, για να αποπληρώνει τα χρέη και να εξασφαλίζει ένα ανεκτό βιοτικό επίπεδο στους πολίτες της;
Ανταγωνιστική και έναντι ποιων αλήθεια; Της Βουλγαρίας, των Σκοπίων, της Τουρκίας, ή μήπως της Ιταλίας ή της ίδιας της Γερμανίας; Αλλά επικεντρώνοντας εκεί, τότε οδηγούμεθα να ξεχνάμε το ρόλο αυτού καθ’ αυτού του νομίσματος στο χρέος και μέσω αυτού και στην ανταγωνιστικότητα βεβαίως.
Δηλαδή του ευρώ και την αρχιτεκτονική επάνω στην οποία στήθηκε με σκοπό ακριβώς τη δημιουργία χρέους. Ξεχνούν και μιλούν για αντίκρισμα του ευρώ, όταν αυτό αποκτά αξία ακριβώς μέσα από τη διαδικασία δανεισμού του. Αγνοούν τελικά, ότι το ευρώ είναι χρεόγραφο και καμία σχέση δεν έχει με εμπράγματες αξίες και την πραγματική οικονομία, παρά μόνο με αυτές που δημιουργούνται μέσω του χρέους, εξασφαλίζοντας συσχετισμούς στις διεθνείς χρηματαγορές.

Περί ανταγωνιστικότητας…

Αξίζει όμως τον κόπο μένοντας στο θέμα της ανταγωνιστικότητας να δούμε αν η πολιτική των μνημονίων και της εσωτερικής υποτίμησης, είχαν επιτυχία στη χώρα μας, με άλλα λόγια αν αυξήθηκε η παραγωγικότητα της εργασίας και αν το μοναδιαίο κόστος μειώθηκε.
Ο παρακάτω πίνακας[1] μας λέει τα βήματα με βάση τα οποία υπολογίζουμε την παραγωγικότητα της εργασίας και το μοναδιαίο εργατικό κόστος, το οποίο αντιπροσωπεύει αυτήν την περίφημη «ανταγωνιστικότητα». Βέβαια παρατηρώντας τον πίνακα, βλέπουμε ταυτόχρονα πόσο μειώθηκαν οι ροές των αμοιβών από το 2009 έως το 2015, πόσο μειώθηκαν οι απασχολούμενοι στη ιδία περίοδο, και πόσο συνεχώς μειώνεται το Εθνικό Εισόδημα από το 2009.
Οι τύποι της παραγωγικότητας της εργασίας και του μοναδιαίου κόστους εργασίας συνδυάζουν το Εθνικό Εισόδημα (Υ), τους μισθούς (W) και τους απασχολούμενους (L).
Έτσι στον τύπο του μοναδιαίου κόστους εργασίας, ULC=Wr/Lp, αν ο αριθμητής, που αντιπροσωπεύει τον μέσο μισθό, αυξάνεται με μεγαλύτερη ταχύτητα απ’ ό,τι ο παρονομαστής, που αντιπροσωπεύει την παραγωγικότητα της εργασίας, τότε το μοναδιαίο κόστος εργασίας αυξάνεται και αντιστρόφως.
Άλλα ο παρονομαστής, Lp=Y/L, που αντιπροσωπεύει την παραγωγικότητα της οικονομίας, δεν είναι σταθερός και έτσι δεν είναι εγγυημένο ότι το μοναδιαίο κόστος εργασίας θα μειωθεί σε αξιοσημείωτα επίπεδα, έτσι ώστε να έχουμε καλπάζουσα εξαγωγική επίδοση (ένας από τους κύριους στόχους -υποτίθεται- των «προγραμμάτων» διάσωσης), που θα καλύψει τα περισσεύματα του δημόσιου τομέα και την επιθυμία του ιδιωτικού τομέα να αποταμιεύει ό,τι επιθυμεί, ή να επενδύει.
Η αστάθεια προκύπτει από αυτή καθ’ εαυτή την αντίληψη της μείωσης των αμοιβών ως κάτι αποτελεσματικό για την οικονομία και κάτι καλό για την κοινωνία. Όμως, καθώς οι μισθοί μειώνονται, η ενεργός ζήτηση δολοφονείται, και έτσι μειώνεται το Εθνικό Εισόδημα, αυξάνεται η ανεργία και μειώνεται κατά συνέπεια η παραγωγικότητα της εργασίας. Με την σειρά της η μείωση του μοναδιαίου εργατικού κόστους ποτέ δεν είναι εγγυημένο γεγονός, ότι θα μειωθεί σημαντικά, και αυτό είναι θέμα ταχυτήτων μεταξύ της αύξησης ή μείωσης του αριθμητή ή του παρονομαστή.
Ο παραπάνω πίνακας είναι αποκαλυπτικός, που αποδεικνύει περίτρανα την αποτυχία και το ατελέσφορο των μνημονίων μετά από 8 ολόκληρα χρόνια, ενώ διανύουμε τον 9ο χρόνο τοξικής λιτότητας.
Έτσι όλα αυτά τα περί ανταγωνιστικότητας, ενώ έχουν πραγματική βάση και αληθεύουν ως ένα βαθμό, καταντούν φληναφήματα, εάν και εφ’ όσον δεν εμβαθύνουμε στο πρόβλημα και δεν ανιχνεύσουμε τις πραγματικές του αιτίες. Και οι αιτίες είναι ακριβώς οι προσπάθειες καθυπόταξης των κοινωνιών και διάλυσης των κρατών – εθνών, εκεί που αυτό δεν μπορεί να γίνει με απ’ ευθείας πολεμικές ενέργειες, αλλά μέσω του χρέους. Έτσι η Ελλάδα διαθέτοντας ένα πολιτικό προσωπικό ημιμαθές, ξεπουλημένο και υποτελές στα ξένα συμφέροντα απεδείχθη ως το ιδανικό πειραματόζωο για την περίπτωση.
Σε τι, όμως, πραγματικά οφείλεται η χαμηλή όντως ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, παρά την εσωτερική υποτίμηση, την εξαέρωση των εισοδημάτων, την κατάρρευση των εργασιακών σχέσεων και του μέσου μισθού;
Μόνο επειδή το ευρώ είναι ένα σκληρό και άκαμπτο νόμισμα που δεν μας επιτρέπει να κερδίζουμε ανταγωνιστικότητα μέσω της υποτίμησής του; Ή μήπως είμαστε τόσο ανεπίδεκτοι μαθήσεως και δεν μπορούμε να προσαρμοστούμε στις αναγκαίες υποτίθεται μεταρρυθμίσεις;
Αυτό που ξεχνούν όλοι αυτοί που μας κουνούν το δάκτυλο, είναι, ότι για να μιλήσουμε για ανταγωνιστικότητα, οφείλουμε πρώτα να μιλήσουμε για παραγωγή! Κατόπιν για παραγωγικότητα και στο τέλος για το μοναδιαίο κόστος εργασίας και για την ανταγωνιστικότητα μιας οικονομίας. Ας με συγχωρήσουν οι οικονομολογούντες, αλλά αυτή είναι η σειρά κι όχι ανάποδα!
Και για ποια παραγωγή, για ποιες επενδύσεις μπορούμε να μιλάμε σε μια αγορά κατεστραμμένη που πεθαίνει καθημερινά; Σε μια οικονομία χωρίς εισόδημα και χωρίς τζίρο; Σε μια οικονομία που στο όνομα του ευρωπαϊκού εκσυγχρονισμού παραδόθηκε εξ αρχής σε ό,τι πιο παρασιτική και αντιαναπτυξιακή δραστηριότητα μπορούσε να υπάρξει;
Ας πάμε παρακάτω, αφού η κατάσταση αυτή δεν είναι σημερινή, αλλά βρίσκουμε την αρχή της πολλά χρόνια πίσω. Απλά με την εφαρμογή των μνημονίων πήρε χαρακτηριστικά κατακρήμνισης!

Χρεοκρατία και καταστροφή της παραγωγικής βάσης οι δύο όψεις του ιδίου «νομίσματος»

Την καταγωγή και τη «μήτρα» του κακού θα την βρούμε πίσω στο 1964. Τότε που η νέα κυβέρνηση της Ενώσεως Κέντρου υπό του Γεωργίου Παπανδρέου του επονομαζόμενου και «γέρου της δημοκρατίας», με υπουργό Συντονισμού τον Κων/νο Μητσοτάκη υπέγραψε τη δανειακή σύμβαση για την εξυπηρέτηση του παλαιού προπολεμικού χρέους της χώρας. Ενός χρέους που είχε ήδη αναγνωρίσει η προηγούμενη κυβέρνηση ΕΡΕ υπό τον Κων/νο Καραμανλή (τον αποκαλούμενο «εθνάρχη») το 1962, μετά από πιέσεις των Βρετανών και των Αμερικάνων. Αλλά και επειδή τέθηκε ως όρος στις διαπραγματεύσεις που είχαν ξεκινήσει τότε για την ένταξη της χώρας στην «Κοινή Αγορά» της Ευρώπης (πριν μετεξελιχθεί αυτή αργότερα σε ΕΟΚ και τώρα σε Ευρωπαϊκή Ένωση).
Η κυβέρνηση όμως της Ενώσεως Κέντρου υπέγραψε τη χειρότερη δανειακή σύμβαση και ρύθμιση χρεών που έχει υπογράψει ποτέ η χώρα (εκτός φυσικά από τις τωρινές). Επανέφερε και… αναγνώρισε το σύνολο των προπολεμικών χρεών της χώρας από το 1881 και μετά. Στο ακέραιο της αξίας τους, χωρίς να λάβουν υπ’ όψιν αυτά που είχαν πληρωθεί μέχρι τότε. Χωρίς να ενδιαφερθεί κανείς, ότι γι’ όλα αυτά τα χρέη είχαμε κηρύξει 2 πτωχεύσεις επίσημες, το 1893 και το 1932 και είχαν μεσολαβήσει δύο παγκόσμιοι πόλεμοι, που είχαν σχεδόν ισοπεδώσει τη χώρα. Αναγνωρίστηκε επιπλέον το σύνολο των τόκων υπερημερίας, που είχαν μεταφέρει φυσικά σε τιμές του 1964, συν 71% προσαύξηση των τόκων υπερημερίας για το πιστωτικό κίνδυνο και -άκουσον, άκουσον- για την ψυχική οδύνη που είχαν υποστεί οι δανειστές. Το ενδιαφέρον είναι ότι η ρύθμιση έθετε ορίζοντα αποπληρωμής εκείνων των χρεών τα 45 χρόνια. Δηλαδή, η τελική τους εξόφληση πραγματοποιήθηκε το 2009!!! Μέχρι τότε πληρώναμε ακόμη και τα «σουλτανικά» χρέη, δηλαδή τα δάνεια που είχε συνάψει ο Σουλτάνος επί καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στο ποσοστό που υποτίθεται αντιστοιχούσε στα απελευθερωθέντα από την Ελλάδα εδάφη και αναγνωρίστηκαν με βάση τη Συνθήκη της Λωζάννης το 1923.
Το συνολικό όμως ύψος αυτών των προπολεμικών δανειακών υποχρεώσεων αντιστοιχούσε σε σημερινές τιμές γύρω στα 100 δισ. ευρώ! Δηλαδή σχεδόν στο ένα τρίτο του δημόσιου χρέους που ακριβώς το 2009 μας οδήγησε στη χρεοκοπία και την επιβολή των μνημονίων. Αυτές ακριβώς οι δεσμεύσεις και οι αντίστοιχες υποχρεώσεις που ολοκληρώθηκε η εξυπηρέτησή τους το 2009, αποτέλεσαν τη βάση που εδράζεται η δυναμική του σημερινού χρέους, που είναι πλέον αδύνατο να αποπληρωθεί.
Την εξέλιξη όμως αυτής της δυναμικής και την επιβάρυνσή της θα την συναντήσουμε αργότερα στα μέσα της δεκαετίας του ’70, τότε που ο γνωστός «εθνάρχης» θέλησε να μας βάλει στην ΕΟΚ και ξεκίνησε τις διαπραγματεύσεις. Ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ ο κ. Αλέκος Παπαδόπουλος, πολλά υποσχόμενος σωτήρας και αυτός της χώρας, ομολόγησε μόλις πέρσι σε τηλεοπτική του συνέντευξη, ότι η αποβιομηχάνιση της χώρας και εν τέλει η συνολική αποπαραγωγικοποίηση ήταν ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΠΙΛΟΓΗ. Μια πολιτική επιλογή στην οποία συνέκλιναν και συμφώνησαν όλες οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας τότε. Μηδέ μιας εξαιρουμένης! Αποπαραγωγικοποίηση ως όρος ένταξής μας στο περίφημο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Ήταν τότε που μας πέταξαν στα βαθιά νερά κι εμείς έπρεπε να μάθουμε να κολυμπάμε! Οι παλιότεροι θα θυμούνται εκείνη τη ρήση του Καραμανλή! Μαζί με εκείνες φυσικά του «ανήκομεν εις την δύσην» και ότι η «Κύπρος κείται μακράν». (Το γνωστό δήθεν αναρχικό σύνθημα «το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του» βεβαίως δεν έχει πατρότητα τον Καραμανλή, αλλά εντάσσεται απολύτως στην ίδια λογική, προερχόμενο από τα ίδια ακριβώς προπαγανδιστικά κέντρα)!
Έτσι ξεκίνησε η όλη επιχείρηση. Διότι περί επιχειρήσεως πρόκειται. Μια επιχείρηση που συνεχίζεται αδιάληπτα μέχρι σήμερα και μπορούμε να διακρίνουμε τρεις φάσεις και αντίστοιχα τρία ορόσημα. Η πρώτη φάση είναι ακριβώς αυτή που ξεκινά με τη διαδικασία ένταξης στην τότε ΕΟΚ.

Η «ευρωφροσύνη» αντικαθιστά την παραδοσιακή εθνικοφροσύνη

Η επιχειρηματική τάξη της χώρας αντιλαμβανόμενη την αδυναμία να ανταπεξέλθει απέναντι σε έναν ισχυρό και εν πολλοίς αθέμιτο ανταγωνισμό με πολύ ισχυρότερες οικονομίες, χωρίς στοιχειώδη πλέον προστασία, έκανε αυτό που αν είχαμε την ευκαιρία θα κάναμε όλοι μας. Υπερχρέωσε τις επιχειρήσεις με τα γνωστά θαλασσοδάνεια και έβγαλε τα λεφτά στο εξωτερικό (κυρίως στην Ελβετία). Έτσι γεννήθηκαν οι γνωστές προβληματικές, που τις παρέλαβε το κράτος, δήθεν για να τις εξυγιάνει επιβαρύνοντας αντίστοιχα το δημόσιο χρέος, που παρά τις ανήκουστες ρυθμίσεις του 1964, εξακολουθούσε μέχρι τότε να είναι σχετικά χαμηλό και η οικονομία της χώρας αναπτυσσόμενη ταχύτατα (μέχρι τότε) να μπορεί να το εξυπηρετεί. Γνωρίζοντας βέβαια ότι εντός ΕΟΚ δεν υπήρχε τέτοια δυνατότητα εξυγίανσης των επιχειρήσεων, οι κυβερνήσεις τις παρέδωσαν βορά για λεηλασία στους κομματικούς στρατούς, εκμαυλίζοντας συνδικαλιστικό και εργατικό κίνημα.
Ταυτόχρονα ξεκίνησε η μεγαλύτερη επιχείρηση στην ιστορία, αυτή του εκμαυλισμού του αγροτικού πληθυσμού, μέσω των πάσης φύσης επιδοτήσεων από τα κοινοτικά κονδύλια. Επιδοτήσεις, όχι για να παραχθούν περισσότερα και καλύτερα προϊόντα, αλλά για να οδεύει ό,τι παράγονταν στις χωματερές.
Όχι όμως μόνο των αγροτών, αλλά και των πανεπιστημίων, άλλων ιδρυμάτων, αλλά και επιχειρήσεων που λειτουργούσαν γύρω από τον κρατικό τομέα της οικονομίας και όχι μόνο. Τα κοινοτικά κονδύλια στην πράξη απεδείχθησαν ως η μεγαλύτερη επιχείρηση εκμαυλισμού ολόκληρων κοινωνιών στην ιστορία.
Εκμαυλισμός, λοιπόν, μέσω των κοινοτικών κονδυλίων, αλλά ταυτόχρονα πλήρης εξάρτηση από αυτά. Οι γνωστοί κρατικοδίαιτοι, από πολιτικό προσωπικό, αυτοδιοίκηση, δημόσιους υπαλλήλους, επιχειρηματίες, επιστήμονες, ακόμη και ανθρώπους της τέχνης και του πολιτισμού, δημοσιολόγους και δημοσιογράφους, μετετράπησαν σταδιακά σε ευρωδίαιτους. Να που οφείλεται αυτή η ακατανόητη ευρωλαγνεία, που μας πνίγει από παντού, έχοντας αναχθεί σε μιας νέου τύπου «εθνικοφροσύνη» αυτού της ευρωφροσύνης!!
Όλοι αυτοί σήμερα είναι junkies, όπως οι ηρωινομανείς. Είναι τόσο πολύ εξαρτημένοι από την ευρωπαϊκή ένωση και το ευρώ, που ούτε καν μπορούν να φανταστούν, ότι μπορεί να υπάρξει ζωή εκτός ευρώ. Έτσι είναι διατεθειμένοι να δεχθούν τα πάντα. Αρκεί να μη διαταραχθεί η εξαρτησιογόνα σχέση που συντηρεί τους ίδιους!
Η οριστικοποίηση της εξάρτησης
Η δεύτερη φάση ήλθε να δώσει νέα ώθηση στην αποξήλωση της παραγωγικής βάσης της χώρας και τη διακρίνουμε την περίοδο πριν την συμμετοχή και εν όψει της συμμετοχής της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Είναι η εποχή του σημιτικού εκσυγχρονισμού, του λαϊκού καπιταλισμού και του χρηματιστηρίου. Όλοι οι Έλληνες έπρεπε να παρατήσουν τις δουλειές τους και να πλουτίσουν τάχα με τα limit up και τα limit down.
«Ένα εκατομμύριο επενδυτές γνωρίζουν ότι οι μετοχές τους έχουν αξία!», ήταν το προεκλογικό σύνθημα του ΠΑΣΟΚ το 2000. Όμως 200 δις ευρώ υπολογίζεται ότι τραβήχτηκαν από την ελληνική οικονομία και πήραν το δρόμο για φορολογικούς παραδείσους αφήνοντας τις ελληνικές επιχειρήσεις στην τύχη τους, ουσιαστικά στο κλείσιμό τους και φυσικά πολλούς αφελείς ξεβράκωτους και καταχρεωμένους!
Είναι η εποχή των μεγάλων υποσχέσεων και του κυνηγιού του κρυμμένου θησαυρού του Μήδα για την Ελλάδα. Την ισχυρή Ελλάδα των μεγάλων έργων και της προετοιμασίας των Ολυμπιακών Αγώνων, ως επιστέγασμα και επισφράγιση του «πρωταθλητισμού» μας.
Η χρεοκοπία
Και τέλος, μπαίνουμε στην τρίτη φάση και την πλέον καθοριστική. Είναι αυτή της ένταξης στην ευρωζώνη, της παραχώρησης του εκδοτικού δικαιώματος του νομίσματος, καθώς και της στροφής στον αλόγιστο δανεισμό προκειμένου, να εξασφαλιστεί η απαραίτητη ρευστότητα στην ελληνική οικονομία, η αποπληρωμή των παλαιών δανείων, αλλά και η συντήρηση της ψευδαίσθησης της ισχυρής Ελλάδας, που όλοι υποκλίνονταν στα πόδια της.
Μια οικονομία που ήδη τα πήλινά της πόδια είχαν ρηγματωθεί και αρχίσει να καταρρέουν. Μιας κατάρρευσης που πήρε τα χαρακτηριστικά προγραμματισμένης κατεδάφισης το 2010 και την υπαγωγή στο καθεστώς των μνημονίων.
Σήμερα, αυτό που διαπιστώνεται είναι η εκκαθάριση και η απομάκρυνση των μπάζων, δηλαδή των προϊόντων της κατεδάφισης, για να τους μείνει καθαρό το οικόπεδο. Τόσο απλά!
Γι’ αυτό και στο εξής δεν πρέπει να μιλάμε απλά για την ανάγκη ανασυγκρότησης με την εκκαθάριση του σκανδάλου, αλλά κυριολεκτικά για ανοικοδόμηση!
Και αυτό που θα συνέβαινε στη συνέχεια, δηλαδή αυτή η κατεδάφιση, μέσω της ξένης κατοχής, ήταν αναπόφευκτο και γνωστό σε όλους τους ασχολούμενους από τότε με το θέμα. Κι όμως βρίσκονται ακόμα κάποιοι να μας μιλούν για ανταγωνιστικότητα, για μεταρρυθμίσεις και άλλες φαιδρότητες του είδους. Στην πράξη η καταστροφή της παραγωγικής βάσης της χώρας λειτούργησε συνεργατικά και σε συνδυασμό με το δημόσιο χρέος, στο οποίο επίσης συνέβαλε. Και το ευρώ ήλθε να επιτείνει και να ολοκληρώσει την καταστροφική διαδικασία.
Το τι συνέβη τότε, δηλαδή με την ένταξή μας στην ΟΝΕ, και φτάσαμε σήμερα σε αυτό το σημείο, το δείχνει ο ακόλουθος πίνακας και τα αδιάψευστα επίσημα στοιχεία που περιέχει:
Η σημαδιακή ημερομηνία ορόσημο είναι η 31η Δεκεμβρίου 2001. Είναι η βραδιά προς το ξημέρωμα της Πρωτοχρονιάς του 2002 που η Ελλάδα με πολλές φαμφάρες και αντίστοιχες προσμονές, εγκαταλείπει το εθνικό της νόμισμα -τη δραχμή- και υιοθετεί ένα κοινό με άλλες χώρες της Ε.Ε. -το ευρώ-, παραδίδοντας τη νομισματική της κυριαρχία σε υπερεθνικά κέντρα, τις αποφάσεις των οποίων πολύ λίγο, έως καθόλου, θα μπορούσε να επηρεάζει στο εξής.
Τη βραδιά εκείνη το δημόσιο χρέος της χώρας (145.737 εκ ευρώ), που κατά το μεγαλύτερό του ποσοστό ήταν σε δραχμές -περίπου το 80%- και μπορούσε να το «ανακυκλώνει με σχετική ευκολία, χωρίς τον κίνδυνο μιας χρεοκοπίας, μετετράπη ολόκληρο στο νέο νόμισμα. Ουσιαστικά μετετράπη σε ξένο συνάλλαγμα. Σε ένα νέο νόμισμα, που μας παρουσιάστηκε ως το σύμβολο μιας καλύτερης ζωής. Σε ένα νόμισμα που με περηφάνεια το βάλαμε στη τσέπη μας, πιστεύοντας ότι γίναμε τόσο δυνατοί, που τίποτα πλέον δεν θα μπορούσε να μας κλονίσει. Έτσι, μας είπαν και συνέχισαν να μας λένε και οι περισσότεροι το πίστεψαν. Δεν είχαν, εξ άλλου, άλλη επιλογή.
Οι κυβερνήτες όμως γνώριζαν πολύ καλά, κι εδώ και στις Βρυξέλλες, αυτό που δείχνει ο πίνακας και μας το έκρυψαν εντέχνως. Γνώριζαν πολύ καλά, ότι αυτό το δημόσιο χρέος δεν θα μπορούσε ποτέ να πληρωθεί και θα μας οδηγούσε αναπότρεπτα στη χρεοκοπία, μόλις σε λίγα χρόνια.
Γι’ αυτό και το σωστό είναι να μιλάμε, όχι απλά για σκάνδαλο, αλλά για συνομωσία. Διότι όχι μόνο όλοι γνώριζαν κι εδώ και έξω τι θα συνέβαινε και δεν έκαναν τίποτα για να το αποτρέψουν, αλλά συνέργησαν για να γίνει.
Κι αυτό θα συνέβαινε, ακριβώς όπως συνέβη, με τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 απλά να επιταχύνει τις εξελίξεις, διότι το παλιό δραχμικό (το μεγαλύτερο μέρος του) χρέος των 145,737 δις ευρώ δεν θα μπορούσε ποτέ να αποπληρώνεται, εάν δεν δανειζόμασταν εκ νέου στο σκληρό ευρώ, για να πληρώνουμε τα τοκοχρεολύσια. Τα χαμηλά επιτόκια ήταν το τυράκι στη φάκα.
Πληρώνοντας λοιπόν τα τοκοχρεολύσια με νέο δανεισμό, αφού δεν είχαμε δικαίωμα πλέον να «κόβουμε» νόμισμα, ή να το ανακυκλώνουμε με νέα ομόλογα σε αυτό, και δεν υπήρχε έτσι άλλος τρόπος, ενώ η πλήρως εξασθενημένη παραγωγική βάση αδυνατούσε εντελώς να δημιουργεί πλεονάσματα για να το εξυπηρετεί, το χρέος έφτασε στα 301,067 δις στις 31/12/2009 αυξημένο πιο πολύ από δυο φορές το παλιό (αυτό που ήταν φορτωμένο ακόμη και με τα «σουλτανικά» δάνεια της συνθήκης της Λωζάννης).
Τι βλέπουμε λοιπόν στον παραπάνω Πίνακα 1;
Παρατηρούμε ότι για την 8ετία 2002-2010 -περίοδο εκτίναξης του χρέους, ότι θα έπρεπε προκειμένου αυτό να αποσβένεται σταδιακά, να εξασφαλίζεται πρωτογενές πλεόνασμα στους προϋπολογισμούς της τάξης -μεσοσταθμικά- των 32 δις ευρώ ετησίως, ήτοι πάλι μεσοσταθμικά ετησίως το 15% του ΑΕΠ της χώρας. Εάν πάλι επειδή αυτό θα ήταν προφανώς ακατόρθωτο, θα θέλαμε να ανακυκλώνουμε το παλαιό χρέος, αποπληρώνοντας μόνο τους τόκους, πάλι θα έπρεπε να εξασφαλίζονταν πάνω από 10 δις ευρώ το χρόνο πρωτογενή πλεονάσματα, δηλαδή περίπου το 5% του ΑΕΠ ετησίως κι αυτό στο διηνεκές. Ας μας εξηγήσει, επιτέλους, κάποιος από τους φωστήρες της ευρωφροσύσης πως, ποτέ, που θα μπορούσε να συμβεί αυτό, όταν ήδη τα πλεονάσματα του 3,5% που μας επιβάλλουν σήμερα οι δανειστές θεωρούνται υπέρογκα και καταστροφικά για την οικονομία;
Αντίθετα στον ίδιο πίνακα παρατηρούμε ότι την ίδια χρονική περίοδο είχαμε ελλείματα. Ελλείματα όμως που παρά την εκτίναξή τους το 2008-9, μεσοσταθμικά την περίοδο εκείνη δεν ξεπέρασαν το 3,08% του ΑΕΠ, καλύπτοντας σχεδόν εξ ολοκλήρου την απαίτηση περί ελλειμάτων κατά Μάαστριχτ. Ενώ στο σύνολο της 15ετίας 2002-2015 το μεσοσταθμικό έλλειμα ανήλθε μόλις στο 2,89% του ΑΕΠ, υπερκαλύπτοντας τη στόχευση του Μάαστριχτ. Έτσι, η παραφιλολογία περί υπερβολικών ελλειμάτων που οδήγησαν στη χρεοκοπία και στην ένταξή μας στο καθεστώς της μνημονιακής επιτήρησης είναι παραμύθια τις Χαλιμάς, κατάλληλα μόνο για αισχρή προπαγάνδα μέσω των γνωστών μηχανισμών.
Τα δεδομένα αυτά, που είναι αδιαμφισβήτητα -αφού προκύπτουν από τους επίσημους λογαριασμούς-, καταρρίπτουν κι έναν ακόμη μύθο. Εκείνον που θέλει τη χρεοκοπία να οφείλεται στον έκλυτό μας βίο. Όχι φυσικά ότι αρνείται κανείς την ύπαρξη σπατάλης και κακοδιαχείρισης σε κυβερνητικό -και όχι μόνο- επίπεδο. Κακοδιαχείριση υπήρχε και μάλιστα μεγάλη, καθώς επίσης ρεμούλα και διαφθορά, που διαχέονταν κάθετα και οριζόντια στον κρατικό μηχανισμό στερώντας πολύτιμους πόρους από την οικονομία και εκμαυλίζοντας συνολικά την κοινωνία. Αυτά όμως όλα δεν οφείλονταν ούτε στους υψηλούς μισθούς και τις συντάξεις όπως θέλουν να μας πείσουν. Αφού, όπως θα αποδειχθεί παρακάτω, η εσωτερική υποτίμηση δούλευε υπόγεια αποσαθρώνοντας τα εισοδήματα κυρίως των αμοιβών εργασίας και των συντάξεων. Υπολογίζεται (Πίνακας ΙΙ), ότι μεσοσταθμικά τα εισοδήματα αυτά την περίοδο 2002-2010 έχασαν περίπου ένα 17% της αξίας τους σε σταθερές τιμές. Στον πίνακα αυτόν -της Εθνικής Στατιστικής Αρχής- βλέπουμε ότι με έτος βάσης το 2009 το ευρώ είχε χάσει το 30,42% της αξίας του σε σχέση με το δείκτη τιμών καταναλωτή, δηλαδή, σε αγοραστική δύναμη.
Το ίδιο διάστημα (2002-2010) με την εισοδηματική πολιτική που ακολουθούσαν οι κυβερνήσεις, τόσο στον δημόσιο τομέα, όσο και μέσω των εθνικών συλλογικών συμβάσεων στον ιδιωτικό τομέα, οι αυξήσεις που δόθηκαν σωρευτικά δεν ξεπέρασαν το 13%, με συνέπεια να υπάρξει στα λαϊκά – εργατικά εισοδήματα μια απώλεια περίπου 17% σε σταθερές τιμές. Μια απώλεια που έσπευσαν οι τράπεζες να καλύψουν με την παροχή μιας σειράς πιστωτικών προϊόντων μέσω καρτών και καταναλωτικών δανείων. Μια χρυσή «μπίζνα» στήθηκε τότε με όχημα την πραγματική μείωση των εισοδημάτων σε συνθήκες τεχνητής και πολυδιαφημιζόμενης ευμάρειας….
Έτσι, ο δείκτης αποταμίευσης των νοικοκυριών παρέμενε -με σκαμπανεβάσματα- κάτω του μηδενός, ήδη από το 2002 (Πίνακας ΟΟΣΑ παρακάτω), για να εκτροχιαστεί τελείως μετά το 2010, οδηγώντας εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά στην απόγνωση της υπερχρέωσης. Φαινόμενο πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα, αλλά απολύτως ενδεικτικό των εγκληματικών μεθοδεύσεων, τόσο από το τραπεζικό σύστημα, όσο και από το πολιτικό.
Επιστρέφοντας στο χρέος και τα αίτια της εκτόξευσής του την επίμαχη περίοδο προ του 2010, με πρόχειρους υπολογισμούς, αν και το σύνολο των ελλειμμάτων όπως παρουσιάζονται στον πίνακα 1 οφείλονταν αποκλειστικά και μόνο στις σπατάλες, τις ρεμούλες και τη διαφθορά, τότε για την επίμαχη πάντα περίοδο προ της χρεοκοπίας, το κόστος αυτών δεν ξεπέρασε σωρευτικά τα 64 δις ευρώ, δηλαδή μόλις το 20% του χρέους του 2010. Στην πραγματικότητα ούτε τα μισά από αυτά δεν οφείλονταν σε υποθέσεις κακοδιαχείρισης και διαφθοράς. Βεβαίως και τα περίπου 30 δις ενός τέτοιου κόστους δεν είναι καθόλου αμελητέα -κάθε άλλο- και θα παραμένει ζητούμενο η εξεύρεση των ενόχων αυτής της διασπάθισης, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν οφείλεται σε αυτήν η χρεοκοπία της χώρας μας. Φυσικά την κακοδιαχείριση και τη σπατάλη θα τις συναντήσουμε και δια μέσου απολύτως νόμιμων δράσεων και εντός των προβλέψεων των προϋπολογισμών, στο βαθμό που οι τελευταίες δεν ανταποκρίθηκαν στο σκοπό τους και δεν είχαν ανταποδοτικές συνέπειες και πρακτικό όφελος, ή είχαν αρνητική επίπτωση στην ποιότητα παρεχομένων υπηρεσιών κοινωνικού χαρακτήρα, ή στην εκτέλεση δημοσίων επενδύσεων, με αποτέλεσμα το πραγματικό κόστος της κακοδιαχείρισης να υπερβαίνει κατά πολύ τα ποσά αυτά. Παρ’ όλα αυτά, η ενδεχόμενη «χρηστή» διαχείριση θα καθυστερούσε, ίσως, το ξέσπασμα του σκανδάλου, ως κρίση χρέους, από δύο έως τρία χρόνια το πολύ. Φυσικά -κι ανεξάρτητα από αυτό- η διεθνής κρίση του 2008, έφερε τα πράγματα πολύ πιο μπροστά.

Το ευρώ ο κύριος υπεύθυνος της χρεοκοπίας
«

Με δεδομένο λοιπόν ότι επί ευρώ δεν υπήρχε άλλος τρόπος παρά ο δανεισμός για την εξυπηρέτηση των τόκων και των χρεολυσίων του παλιού χρέους, αλλά και την κάλυψη των «λογικών» και προβλεπομένων κατά Μάαστριχτ πάντα ελλειμάτων του προϋπολογισμού (μεσοσταθμικά 3,08% του ΑΕΠ την περίοδο προ χρεοκοπίας) -έστω κι αν αυτά εν μέρει οφείλονταν σε κακοδιαχείριση-, φτάσαμε σε μόλις οκτώ χρόνια στον υπερδιπλασιασμό του αρχικού χρέους και τη χρεοκοπία.
Ελπίζουμε μετά και από αυτήν την αναλυτική παρουσίαση των πραγματικών δεδομένων δεν θα υπάρξουν πολλοί που θα εξακολουθήσουν να αμφισβητούν τον καθοριστικό ρόλο που έπαιξε η εκχώρηση της νομισματικής μας κυριαρχίας και το ευρώ στη χρεοκοπία της χώρας και την παγίδευση που υπήρξε προς τούτο.
Έτσι όμως υπερχρεώθηκαν όλες οι χώρες. Ωστόσο η Ελλάδα, ως ο πιο αδύναμος κρίκος στην αλυσίδα, «έσπασε» πρώτη. Αυτή είναι η αλήθεια. Χρεοκοπήσαμε ως κράτος. Να γιατί οφείλουμε να μιλάμε για μέγα σκάνδαλο που απαιτεί την κάθαρσή του. Επί της ουσίας για μια συνομωσία που εκτελέστηκε με ακρίβεια. Διότι ακόμα και τότε -το 2009-2010-, υπήρχαν κάποια σημαντικά περιθώρια ευνοϊκής ρύθμισής του. Το ελληνικό δημόσιο χρέος ήταν ακόμα στα χέρια ιδιωτών και στο ελληνικό δίκαιο. Κυρίως στα χέρια των ελληνικών τραπεζών και εν μέρει της Γαλλίας και της Γερμανίας. Δηλαδή, το ελληνικό κράτος ήταν ακόμα σε σχετικά πλεονεκτική θέση να επιβάλλει τους δικούς του όρους.
Όμως αντί να επιλεγεί η προσπάθεια διαπραγμάτευσης και ρύθμισης του χρέους με τους ιδιώτες πιστωτές, με την επίκληση της κατάστασης ανάγκης τότε και τη συνδρομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε πραγματική βοήθεια και όχι δανεισμό, σύμφωνα ακόμα και με τη συνθήκη τη Λισσαβώνας, μας οδήγησαν σαν πρόβατα επί σφαγή στα μνημόνια και στη ριζική αλλαγή του χαρακτήρα του χρέους.
Το PSI[2] που ακολούθησε το 2012, αφού πρώτα οι γαλλογερμανικές τράπεζες είχαν προλάβει να «ξεφορτωθούν» τα «τοξικά» ελληνικά ομόλογα, μόνο ως καρικατούρα διαγραφής του χρέους μπορεί να χαρακτηριστεί. Αφού αυτό το περίφημο «κούρεμα» -που χαρακτηρίστηκε ως η μεγαλύτερη αναδιάρθρωση χρέους παγκοσμίως- οδήγησε στη «σφαγή» δεκάδων χιλιάδων μικροομολογιούχων, στην εξάχνωση των όποιων αποθεματικών των ελληνικών ασφαλιστικών ταμείων, στην πτώχευση των ελληνικών τραπεζών με σκοπό να περάσουν οι τέσσερις συστημικές σε ξένα χέρια μέσω των ανακεφαλαιοποιήσεων -όπως και συνέβη σε βάρος πάντα των φορολογουμένων-, ενώ ταυτόχρονα η πραγματική μείωση του χρέους υπήρξε παρά τις φανφάρες, αν όχι αμελητέα, εντελώς περιορισμένη και ανίκανη να ανακουφίσει στο ελάχιστο την ελληνική κοινωνία και οικονομία από το άχθος.

Σκοπός τους η υποδούλωση της χώρας και η σωτηρία των τραπεζών στη μητρόπολη

Διότι ο σκοπός ήταν εξ αρχής η υποδούλωση της χώρας. Και βέβαια για να σωθούν οι γαλλογερμανικές τράπεζες και το ευρώ, μαζί με τους Έλληνες «επενδυτές» πολιτικούς και επιχειρηματίες που κερδοσκοπούσαν με τα ελληνικά ομόλογα και τα CDS. Ακόμη εκκρεμεί η διερεύνηση της ενδεχόμενης εμπλοκής του αδελφού του τέως πρωθυπουργού το 2010 σε τέτοιου τύπου κερδοσκοπικά παίγνια. Όπως επίσης ποτέ δεν ξεκαθαρίστηκαν οι λόγοι που η τράπεζα της Ελλάδος αύξησε τότε -το κρίσιμο διάστημα- την περίοδο διακανονισμού των ελληνικών ομολόγων παρατείνοντας τους (από το Τ+3 στο Τ+10, δηλαδή από τις 3 στις 10 μέρες) και καταργώντας τις κυρώσεις για τις αποτυχημένες συναλλαγές στην πλατφόρμα ηλεκτρονικών συναλλαγών ομολόγων, δημιουργώντας βάσιμες υπόνοιες, ότι η ΤτΕ είχε εσκεμμένα επιτρέψει το «σορτάρισμα» των ελληνικών ομολόγων. Δεν αναφερόμαστε βεβαίως στην πολύκροτη υπόθεση Γεωργίου και τη καταγγελλόμενη από επιφανή στελέχη της Εθνικής Στατιστικής Αρχής σκόπιμης διόγκωσης του ελλείματος του 2009-10, προκειμένου να αιτιολογηθεί η επιβολή των μνημονίων. Είναι πολλές οι ενδείξεις και σωρεία οι αποδείξεις για το έγκλημα που συντελέστηκε και συνεχίζει να συντελείται, για να εξακολουθούμε να κλείνουμε τα μάτια και να συνεχίζουμε να αδιαφορούμε.
Αναφορικά με τη σωτηρία του ευρώ και των γαλλογερμανικών τραπεζών, αυτό έχει πολλές φορές ομολογηθεί από τα πλέον επίσημα χείλη από την πλευρά των δανειστών! Χαρακτηριστικά αναφέρουμε τη δήλωση του απελθόντος προέδρου του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ, ενώπιον της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών υποθέσεων της Ευρωβουλής. Είπε χαρακτηριστικά: «Είχαμε τραπεζική κρίση, δημοσιονομική κρίση και χρησιμοποιήσαμε πολλά από τα χρήματα του φορολογούμενου, με λάθος τρόπο κατά την γνώμη μου, για να σώσουμε τις τράπεζες και ο κόσμος που επέκρινε τα πρώτα χρόνια λέγοντας πως όλα έγιναν για τις τράπεζες, έχει κάποιο δίκαιο» (http://www.tanea.gr 9/11/2017).
Είχαν βεβαίως προηγηθεί παλιότερα παρόμοιες δηλώσεις τόσο του Όλι Ρεν ότι το πρώτο πρόγραμμα της Ελλάδας έγινε για να στηριχτούν οι τράπεζες, του Γιουνκέρ, αλλά και αντίστοιχες αναφορές στις επίσημες εκθέσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ). Ειδικά ο Γιουνκέρ είχε ομολογήσει ότι «γνωρίζαμε ότι το χρέος της Ελλάδας δεν βγαίνει, αλλά κάναμε τα στραβά μάτια γιατί κέρδιζαν οι Γερμανοί και οι Γάλλοι».
Έτσι, το περιεχόμενο του «προγράμματος», που μας επέβαλαν οι δανειστές, και το οποίο σχεδιάστηκε από το ΔΝΤ, ήταν σοβαρά λανθασμένο και παντελώς ακατάλληλο για την Ελλάδα. Ο πρώτος που το ομολόγησε, ήταν ο φερόμενος ως εμπνευστής του, ο τότε επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ Olivier Blanchard. Πολυάριθμα διεθνή έντυπα των αρχών του 2013 και μετά αναφέρθηκαν σε αυτό το γεγονός, εκλαμβάνοντας ως σίγουρη την ελληνική αντίδραση, καθώς και την εύλογη απαίτηση της Ελλάδας για άμεση αναθεώρησή του. Τίποτε δεν συνέβη!
Ακόμη και όταν ο Γιάννης Βαρουφάκης στο βιβλίο του αναφέρεται σε διάλογο του με την Christine Lagarde όπου ο ίδιος ισχυρίζεται ότι τη ρώτησε: «τι θα γίνει με το πρόγραμμα στην Ελλάδα, που την καταστρέφει αντί να την εξυγιαίνει;», κι αυτή του απάντησε «Αυτό το γνωρίζουμε, αλλά έχουμε πάει τόσο μακριά, ώστε να μην είναι πια δυνατή η επιστροφή», κανείς δεν συγκινήθηκε για να δώσει μια ερμηνεία.
Διότι όλοι γνωρίζουν πολύ καλά, ότι τα πάντα ήσαν προσχεδιασμένα. Γι’ αυτό και όλοι κόπτονται και αγωνιούν για την αρτιότερη δυνατή εφαρμογή του «προγράμματος». Το οποίο ειρήσθω εν παρόδω, οφείλει να είναι και αποκλειστικά ελληνικής «ιδιοκτησίας», βγάζοντας έτσι την «ουρά» τους απέξω, απεμπολώντας την ευθύνη τους οι κύριοι πρωτεργάτες του ελληνικού δράματος. Ενός προγράμματος εντελώς ακατάλληλου προς εφαρμογή για μια χώρα όπως η Ελλάδα, αλλά απόλυτα κατάλληλου και πετυχημένου στις πραγματικές του στοχεύσεις.
Πόσο σημαντική ήταν αυτή η εφαρμογή του «προγράμματος», που θα έπρεπε να καταστεί ελληνικής «ιδιοκτησίας» και η αλλαγή στο χαρακτήρα του χρέους, που το κατέστησε ακόμα πιο παράνομο και καταχρηστικό, απ’ ό,τι ήδη ήταν, θα εξηγηθεί παρακάτω.
Για να γίνει όμως αυτό, οι πολιτικοί μας «πρόγκηξαν» λέγοντας μας, ότι τα «φάγαμε μαζί τους»! Και ήλθαν οι «σωτήρες» με τα μνημόνια, για να μας δείξουν πόσο ανοικοκύρευτοι, τεμπελχανάδες και απολίτιστοι βαλκάνιοι είμαστε. Για να μας επαναφέρουν στον δρόμο της «αρετής» και να μας «σώσουν». Και το χρέος, σώζοντάς μας έφτασε -με το καλό- στις 31/12/2016 στις 5,35 φορές (πληρωμένο και υπολειπόμενο) εκείνου του παλιού δραχμικού του 2001. Κι αν τους αφήσουμε δεν πρόκειται να έχει τελειωμό αυτή η ιστορία, μέχρι η Ελλάδα να μείνει οικόπεδο. Κατάδικό τους!!!
Γιατί όμως συμβαίνουν όλα αυτά;
Ο πίνακας 1 είναι αποκαλυπτικός. Μέχρι το 2016 είχαμε πληρώσει ούτε λίγο ούτε πολύ 464.115 εκ. ευρώ (στήλη Γ του Πίνακα 1) σε τόκους και χρεολύσια και το χρέος είχε διαμορφωθεί, παρά τα σκληρά μέτρα, το PSI, τις «μεταρρυθμίσεις», τη φτώχεια και τη δυστυχία του ελληνικού λαού στα (στήλη Β) 315.036 εκ. ευρώ[3], μεγαλύτερο εκείνου, πριν μπούμε στα μνημόνια. Σύνολο χρέους -πληρωμένο και υπολειπόμενο- 779.151 εκ. ευρώ.
Εκπλήσσεται κάποιος, όταν αντικρύζει τους αριθμούς και το ότι ήδη είχαμε πληρώσει στις 31/12/2016 με ιδρώτα και αίμα κυριολεκτικά 464.115 εκ. ευρώ, δηλαδή περισσότερο από τρεις φορές το αρχικό χρέος.
Κάποιος θα μας πει, ότι τα ποσά δεν προστίθενται! Ότι αυτές οι πληρωμές γίνονται χωρίς να βγαίνουν χρήματα από την τσέπη μας. Ότι πρόκειται για μια διαρκή ανακύκλωση χρεολυσίων και ότι έτσι γίνεται με τα δημόσια χρέη. Ότι αυτά δεν πληρώνονται, αλλά πληρώνουμε μόνο τους τόκους.
Συνεπώς αυτό που μια υπεύθυνη κυβέρνηση πρέπει να φροντίζει είναι να εξασφαλίζει τα κατάλληλα πλεονάσματα, έτσι ώστε να μην επιβαρύνεται το ίδιο το χρέος και να μένει σταθερό!
Αυτό είναι αλήθεια. Όμως ισχύει σε συνθήκες περίπου «δοκιμαστικού σωλήνα»! Διότι προϋποθέτει ότι η κυβέρνηση θα καλύπτει κάθε χρόνο με επάρκεια όλες της τις ανάγκες, χωρίς να επιβάλλει στερήσεις στον πληθυσμό της, ούτε θα δρα ανασχετικά για την οικονομία της, και θα της περισσεύουν τα χρήματα που αντιπροσωπεύουν την αποπληρωμή των τόκων -και αυτό στο διηνεκές. Δηλαδή μια χώρα θα πρέπει να εξασφαλίζει -διαρκώς- πρωτογενή πλεονάσματα στο ύψος τουλάχιστον του αντίστοιχου των τόκων προς αποπληρωμή κάθε χρόνο. Πόθεν ποιες και πόσες χώρες ιστορικά και σήμερα το έχουν πετύχει αυτό εκτός από ελάχιστες που εκμεταλλευόμενες την ισχύ τους λεηλατούν κάθε ικμάδα εκείνων που εντάσσονται -με βία, ή χωρίς βία- στον «ζωτικό» τους χώρο;
Στις υπόλοιπες, για το «κυνήγι» αυτού του πρωτογενούς πλεονάσματος ο δημόσιος τομέας είναι υποχρεωμένος να επιβάλλει αντίστοιχο έλλειμμα στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας με συνέπεια τη σταδιακή είσοδο στον φαύλο κύκλο της ύφεσης και της υπανάπτυξης. Αφού -ως γνωστόν- το έλλειμμα του δημοσίου είναι πλεόνασμα του ιδιωτικού και αντίστροφα. Η ύφεση λοιπόν που θα προκληθεί στην οικονομία θα επιφέρει μείωση στα κρατικά έσοδα, θα εξανεμίσει τα απαραίτητα πλεονάσματα και θα καταστήσει την ανάγκη νέου επιπρόσθετου εξωτερικού δανεισμού αναπόφευκτη. Για να μη γίνει αυτό, ή να υπάρξει η μεγαλύτερη δυνατή καθυστέρηση, η πολιτεία θα οδηγηθεί, πέραν της περικοπής αναγκαίων δαπανών, στην υπερφορολόγηση των νοικοκυριών και εν γένει του ιδιωτικού τομέα, καθιστώντας τον ακόμη πιο ελλειμματικό και αδύναμο. Πραγματικός φαύλος κύκλος! Κι όχι μόνο. Πρόκειται για ένα καθοδικό σπιράλ θανάτου! Όλα τούτα τα είδαμε να συμβαίνουν σε εμάς τους ίδιους! Τα ζούμε κυριολεκτικά στο «πετσί» μας. Και αυτό είναι το μέγα σκάνδαλο, που επιζητεί την κάθαρσή του.
Εκτός βέβαια εάν αυτή η χώρα (η όποια χώρα), διαθέτει το δικό της νόμισμα για να χρηματοδοτεί την οικονομία της, χωρίς να είναι υποχρεωμένη να καταφεύγει στον εξωτερικό δανεισμό. Μια χώρα με νομισματική κυριαρχία και αντίστοιχη ελευθερία επιλογών, μπορεί να αντιμετωπίσει δυσκολίες, είτε εξωγενώς, είτε λόγω κακοδιαχείρισης, πολέμου, ή άλλων έκτακτων συνθηκών, αλλά δεν χρεοκοπεί. Αυτός είναι κανόνας απαράβατος.
Φυσικά θα σπεύσουν ορισμένοι να διαμαρτυρηθούν, φέρνοντας παραδείγματα χωρών που με δικό τους νόμισμα χρεοκόπησαν. Ας τους ενημερώσουμε, εάν δεν το γνωρίζουν, φέρνοντας το παράδειγμα της Αργεντινής:
Η Αργεντινή χρεοκόπησε μολονότι είχε δικό της νόμισμα, διότι κατ’ επιταγή του ΔΝΤ «κλείδωσε» την ισοτιμία του πέσο με το δολλάριο, αφήνοντας ελεύθερη τη διακίνηση κεφαλαίων με το εξωτερικό με συνέπεια την έλλειψη ρευστότητας και την ταχεία εξάντληση των συναλλαγματικών της αποθεμάτων και τον αναγκαστικό πλέον υπερδανεισμό σε ξένο συνάλλαγμα. Πράγμα που ακόμη και για έναν πρωτοετή φοιτητή των οικονομικών είναι αδιανόητο, διότι εάν θέλεις να έχεις ελεύθερη τη διακίνηση των κεφαλαίων, οφείλεις να έχεις το νόμισμά σου επίσης σε ελεύθερη διακύμανση, διαφορετικά στερείσαι της νομισματικής κυριαρχίας, τα κεφάλαια κάνουν «φτερά» προς ασφαλέστερες περιοχές και γίνεσαι έρμαιο της υπερχρέωσης. Τόσο απλά!
Οι χώρες όμως -όπως η Ελλάδα- που δεν διαθέτουν δικό τους νόμισμα (στερούνται νομισματικής κυριαρχίας) και η παραγωγική τους βάση απέχει από το να μπορεί να δημιουργεί εισόδημα που με τη σειρά του να καλύπτει με επάρκεια τόσο τις τακτικές, αλλά και τις έκτακτες δαπάνες, όσο και τους τόκους των χρεολυσίων, είναι υποχρεωμένες να προβαίνουν σε εξωτερικό δανεισμό, οσοδήποτε χρηστή διαχείριση των οικονομικών τους κι εάν έχουν. Οδηγούνται έτσι -αργά ή γρήγορα- σε υπερχρέωση, όπως ακριβώς η Αργεντινή, αφού πέραν των άλλων (πχ αδυναμία άσκησης επιτοκιακής πολιτικής, ανεπαρκή ρευστότητα κτλ) και «κλειδωμένη» ισοτιμία έχουν και ελεύθερη τη διακίνηση των κεφαλαίων με το εξωτερικό, όπου με τον πρώτο κλυδωνισμό «κάνουν φτερά».
Η άλλη επιλογή που διαθέτουν, είναι ο στραγγαλισμός κάθε κοινωνικής κατάκτησης του εργαζόμενου πληθυσμού, η φτωχοποίηση και η πώληση πάγιων περιουσιακών τους στοιχείων, με την «ανάπτυξη» να αναφέρεται ως κακόγουστο αστείο και προπαγανδιστικό φληνάφημα με σκοπό τον κατευνασμό των όποιων αντιδράσεων.
Έτσι εκτινάχθηκε το χρέος, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά στο σύνολο των χωρών της ευρωζώνης. Απολύτως γνωστό κι αυτό! Τα δε χαμηλά επιτόκια ήταν το δέλεαρ και η παγίδα, όπως προειπώθηκε. Μαζί και η επικρατούσα βλακώδης αντίληψη, ότι δεν πειράζει για το χρέος, αφού αυτό «ανακυκλώνεται» και δεν το πληρώνουμε παρά μόνο τους τόκους. Όμως στην πράξη αποδεικνύεται ότι δεν είναι καθόλου έτσι.
Η πραγματικότητα λοιπόν είναι, ότι έχουμε πληρώσει -και συνεχίζουμε να πληρώνουμε μέχρι τελευταίας, εάν δεν αποφασίσουμε να το διαγράψουμε μονομερώς- ένα τεράστιο -ανυπολόγιστο επί της ουσίας- κόστος για την αποπληρωμή ενός χρέους, που όσο το πληρώνεις αυτό αυξάνει. Διότι αυτή είναι η «αρχιτεκτονική» του. Η «αρχιτεκτονική» του ψευδονομίσματος που λέγεται ευρώ (ουσιαστικά χρεόγραφου), και αποκτά αξία μόνο μέσω της δημιουργίας χρέους. Πρόκειται για ένα χρέος που σκόπιμα και εν γνώσει όλων των υπεύθυνων παραγόντων απέκτησε απίθανη δυναμική και εκθετική αύξηση, στηριγμένο σε ένα παλιό προ του 2002 δραχμικό χρέος, που συμπεριλάμβανε ακόμη και τα αναγνωρισθέντα το 1964 από το Μητσοτάκη προπολεμικά χρέη, μηδέ των σουλτανικών εξαιρουμένων. Ένα ήδη προβληματικό χρέος, που μετετράπη το 2002 εν μια νυκτί σε ξένο συνάλλαγμα και η χώρα αδυνατούσε παντελώς να αποπληρώνει με δικές της προσπάθειες, αφού και το τελευταίο ευρώ το δανείζεται. Πέραν μάλιστα του γεγονότος, ότι ειδικά η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να το δανείζεται (στις «αγορές») με υπερδιπλάσιο κόστος από ό,τι οι άλλες χώρες της ευρωζώνης και τουλάχιστον 3,5 φορές ακριβότερα από την Γερμανία.
Ωστόσο, επιστρέφοντας στο θέμα, μολονότι από στενά λογιστική οπτική πράγματι η αποτύπωση αυτών των υπέρογκων ποσών στον πίνακα 1 αντικατοπρίζουν μια διαρκή ανακύκλωση χρεολυσίων, στην απτή πραγματικότητα, τα πληρώσαμε και τα πληρώνουμε «από την τσέπη μας». Διότι, προκειμένου να υπάρχει η δυνατότητα αυτής της αενάου ανακύκλωσης, ο ελληνικός λαός εξ αρχής -ήδη από το 2002- αφανώς, και μετά το 2009 απολύτως εμφανώς, έχει υποστεί μια τεράστια μείωση στο εισόδημά του.
-Έχουν καταρρακωθεί οι αξίες των πάγιων περιουσιακών του στοιχείων.
-Έχει καταστραφεί η παραγωγική βάση της χώρας και η ανεργία είναι σε απίθανα ύψη.
-Η χώρα έχει χάσει ένα μεγάλο μέρος της δημόσιας περιουσίας, ενώ σταδιακά χάνεται και η ιδιωτική περιουσία των Ελλήνων.
-Η κοινωνία έχει υποστεί μια χωρίς προηγούμενο ακόμα για πολεμική περίοδο δημογραφική κατάρρευση.
-Η μετανάστευση ιδίως των νέων έχει προσλάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις, χειρότερα από τις δεκαετίες του 50 και του 60.
-Η ακραία φτώχεια και η εξαθλίωση ενός ολοένα και μεγαλύτερου τμήματος του πληθυσμού είναι η αναπόδραστη συνέπεια αυτής της διαδικασίας.
-Η γεωπολιτική θέση της χώρας έχει επιβαρυνθεί επικίνδυνα και η ανατροπή του συσχετισμού δύναμης στο Αιγαίο προέκυψε ως αναπόδραστη συνέπεια της οικονομικής δυσπραγίας και της αβελτηρίας του πολιτικού συστήματος, με απρόβλεπτες τις συνέπειες του γεγονότος αυτού. Ας ελπίσουμε ότι τα πράγματα είναι καλύτερα, απ’ ό,τι τα στοιχεία και τα πραγματικά περιστατικά δείχνουν στον τομέα αυτόν και διατηρείται ακόμη η σχετική ισορροπία δυνάμεων.
Η χώρα όμως -και σωρεία γεγονότων το αποδεικνύει- άγεται και φέρεται ανάμεσα στις συμπληγάδες των συμφερόντων αλλότριων δυνάμεων, δίχως τη δυνατότητα άσκησης της παραμικρής πολιτικής υπέρ των ελληνικών εθνικών συμφερόντων. Για πρώτη φορά μετά το 1922 ο κίνδυνος ακρωτηριασμού της είναι υπαρκτός και μπροστά μας. Με τον ελληνικό λαό να πλήττεται κατ’ ευθείαν στο ηθικό του, όχι μόνο από τη φτωχοποίηση και την κατάρρευση κάθε ελπίδας για το μέλλον του ιδίου και των παιδιών του, αλλά και από τη συστηματική κατασυκοφάντηση του από τους εθνομηδενιστές υπαλλήλους της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ, όχι απλά ως αδιάφορος, -και μολονότι σκληρά εργαζόμενος- ανεπρόκοπος και τεμπέλης, αλλά και ως ακροδεξιός και επιρρεπής στον «εθνολαϊκισμό»! Δεχόμενος ταυτόχρονα αλλεπάλληλες ταπεινώσεις με την υποχωρητική -έως εξευτελισμού- στάση των φερόμενων ως κυβερνώντων απέναντι στις προκλήσεις της Τουρκίας, αλλά και του κρατιδίου των Σκοπίων.
Αυτά όλα είναι τρομακτικά κόστη για έναν ολόκληρο λαό και μια χώρα, που τίποτε δεν μπορεί να τα κρύψει. Κανένα τέχνασμα και κανένα λογιστικό τρικ δεν μπορεί. Καμία λογιστική προσέγγιση, όσο ορθή κι αν είναι, κανένας μαθηματικός τύπος, κανένας αλγόριθμος, ή εξίσωση, δεν μπορεί να αποτυπώσει και να υπολογίσει το κόστος του θανάτου. Του θανάτου μιας ολόκληρης κοινωνίας. Της διάλυσης μιας ολόκληρης χώρας.
Καμιά λογιστική εγγραφή δεν μπορεί να αποτυπώσει την αγωνία και το άγχος των ανθρώπων που έχοντας μείνει χωρίς δουλειά, κινδυνεύουν να χάσουν τα σπίτια τους στους πλειστηριασμούς. Καμιά οικονομετρική μελέτη δεν μπορεί να υπολογίσει την αξιοπρέπεια που χάνεται στις ουρές των συσσιτίων! Ούτε την αγωνία σε βαθμό απελπισίας των συγγενών που αντικρύζουν τους ανθρώπους τους να λειώνουν ξεψυχώντας στα δημόσια νοσοκομεία, χωρίς φάρμακα, χωρίς τα στοιχειώδη υποστηρικτικά μέσα για την περίθαλψή τους. Και τόσα ακόμη άλλα και απερίγραπτα.
Έτσι, δικαιούμαστε να αθροίζουμε τα ποσά του πίνακα κι ας λένε ό,τι θέλουν οι ευρώφρονες οικονομολόγοι και δημοσιολόγοι, είτε δεξιοί, είτε «αριστεροί»Ναι, βεβαίως εμείς τα πληρώνουμε από την τσέπη μας ολοκληρωτικά και πολύ παραπάνω μάλιστα. Οι ζημιές στην εθνική οικονομία, στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά υπερβαίνουν το 1,5 τρις ευρώ την περίοδο της ιδιότυπης αυτής κατοχής -με τους πιο συντηρητικούς υπολογισμούς!
Παρ’ όλα αυτά το κόστος θα είναι ανυπολόγιστο σε περίπτωση εθνικού ακρωτηριασμού, που θα έχει τη βασική του αιτία σε όλη αυτή την κατάντια που οδηγήθηκε η χώρα σε -επί της ουσίας- κατάσταση «failed state».
Διότι η Ελλάδα βολοδέρνει έχοντας χάσει κάθε έρεισμα υποστήριξης από το εξωτερικό. Έχοντας στρέψει η ίδια την πλάτη σε παραδοσιακές πολύχρονες σχέσεις από τμήματα του αραβικού κόσμου, μέχρι πρόσφατα και σε εκείνες με τη Ρωσία. Χωρίς να μπορεί να προχωρήσει σε καμία κίνηση προς αυτήν την κατεύθυνση πριν πάρει την άδεια των επικυρίαρχων, ακολουθώντας πειθήνια τις εντολές τους, είτε απροκάλυπτα, είτε ακολουθώντας τους δαιδαλώδεις υπόγειους και σκοτεινούς διαδρόμους της μυστικής διπλωματίας. Επέτρεψε έτσι η ίδια να της συμβαίνουν όλα αυτά, με το πολιτικό προσωπικό παραδομένο πλήρως στους ξένους επικυρίαρχους, να κρύβει το κεφάλι του στην άμμο σαν τη στρουθοκάμηλο, ξορκίζοντας με μεγαλοστομίες το κακό.
Επειδή η Ελλάδα με την απόλυτη ευθύνη του πολιτικού της προσωπικού έχοντας παραδώσει κάθε στοιχείο της κυριαρχίας της με τα μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις, δεν ασκεί πολιτική σε κανένα επίπεδο. Πολύ περισσότερο δεν ασκεί εξωτερική πολιτική και κατά συνέπεια ούτε αμυντική. Δεν πρόκειται απλά για παρακμή κι εκφυλισμό, αλλά για πλήρη διάλυση, οικονομική, πολιτική, κοινωνική, πολιτισμική, αμυντική. Ό,τι και να μας λένε προσπαθώντας να συντηρήσουν την ψευδή εικόνα μιας δήθεν «κανονικής» χώρας.
Έχοντας καταστρέψει οικονομικά και καταχρεώνοντας την χώρα η πολιτική της ηγεσία, μονόχνωτα, αμήχανα και φοβικά αγκιστρώνεται όλο και πιο πολύ στο δόγμα του «ανήκομεν εις την δύσην». Όταν η ίδια η «δύση» της συμπεριφέρεται σαν να ήταν το τελευταίο κλοτσοσκούφι! Και πως να μην της συμπεριφέρονται έτσι, όταν όλοι γνωρίζουν, ότι αν υπάρξει και υποψία αντίστασης στα δικά τους συμφέροντα, τότε ολόκληρο το ελληνικό πολιτικό προσωπικό -δεξιό κι «αριστερό»- θα βρεθεί έκθετο και κατηγορούμενο για εσχάτη προδοσία, ως άμεσα συνεργό στην μεγάλη απάτη των Ευρωπαίων με το ελληνικό δημόσιο χρέος;
Όταν η ίδια η «δύση» από την Αμερική, που εάν δεν υποδαυλίζει, δεν έχει λόγο να εμποδίζει την Τουρκία στις διεκδικήσεις της απέναντί μας, μέχρι τη Γερμανία, που μόλις (Μάρτιος 2018) καλωσόρισε η καγκελάριος τον «Μακεδόνα» στο πρόσωπο του πρωθυπουργού του κρατιδίου στα βόρεια σύνορά μας. Μια Γερμανία που έχει αποδείξει πάμπολλες φορές, ότι μας αντιμετωπίζει πέρα από υποχείριο για οικονομικό «άρμεγμα», ως φτηνό ανταλλάξιμο είδος με τους Τούρκους γείτονες. Για δε τους επιτελείς της Ε.Ε. το θέμα με τα Σκόπια είναι τελειωμένο. «Μακεδονία» το όνομα και «Μακεδόνες» βεριτάμπλ οι σκοπιανοί, κι ας βράζουν μερικά εκατομμύρια Έλληνες στο ζουμί τους. Με την Ιταλία να αποσύρει το γεωτρύπανο από την κυπριακή ΑΟΖ κάτω από την πίεση των Τούρκων και οι «χαζοχαρούμενοι» εδώ να αναμένουν τι θα κάνει ο «δυτικός» αντικαταστάτης του «ξανθού γένους» στο φαντασιακό τους, όταν φτάσουν στην περιοχή τα γεωτρύπανα της Exon-Mobil κι αν ο κύριος Ντράγκι δεχθεί μια καθαρή έξοδο στις «αγορές», ή θα μας επιβάλλει πιστοληπτική γραμμή!
Ναι, η ελληνική πολιτική ηγεσία και οι ελίτ που την στηρίζουν βρίσκονται υπό συστηματικό εκβιασμό και έχουν καταστεί υποχείρια των ξένων, για τα εγκλήματα που συνέργησαν ευθέως σε βάρος του ελληνικού λαού και τρέμουν για την επιβίωσή τους. Γι’ αυτό και δεν αποτολμούν τα αυτονόητα σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές.
Όλα αυτά θα ήταν αδιανόητα να συμβούν σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου και μάλιστα σε καιρό ειρήνης. Συμβαίνουν όμως τώρα σε ‘μας και όλοι το καταλαβαίνουν, κι ας «καμώνονται» ορισμένοι πως όχι!
Και αυτό γιατί στη δική μας περίπτωση συνέργησαν ταυτόχρονα όλοι οι «δαίμονες», αφού η παλιά «εθνικοφροσύνη» των ελίτ του εσαεί «ανήκομεν», εκσυγχρονιζόμενη μετετράπη σε μια παράλογη «ευρωφροσύνη», με τον εθνομηδενισμό ως κυρίαρχη αντίληψη και όχι μόνον στην «αριστερά» αλλά τόσο στο «εκσυγχρονιστικό» κέντρο, όσο και στη δεξιά, παρά τις παραδοσιακές της «εθνικόφρονες» κορώνες στη ρητορική της.
Έτσι υπήρξε συνειδητή και ομολογημένα ηθελημένη η καταστροφή της παραγωγικής βάσης της χώρας, έτσι ώστε αυτή να μην μπορεί να ανταποκρίνεται στις ανάγκες μιας σύγχρονης κοινωνίας και σε συνδυασμό με το σκληρό νόμισμα, το οποίο αποκτά αξία μέσω της δημιουργίας χρέους! Με αυτόν τον τρόπο, ήταν λογική και αναπόδραστη η κατ’ εξακολούθηση πτώση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας με συνέπεια την επιβάρυνση του Ισοζυγίου Εξωτερικών Πληρωμών και κυρίως του Εμπορικού Ισοζυγίου, που τροφοδοτούσε τα ελλείμματα και τις ανάγκες περαιτέρω δανεισμού.
Δεν ήταν δυνατό όλα αυτά να μην ήσαν γνωστά και υπολογισμένα ότι θα συμβούν, από τους «αρχιτέκτονες» της ένταξής μας στην ΟΝΕ, δηλαδή στην τότε κυβέρνηση Σημίτη, αλλά και στο σύνολο του πολιτικού συστήματος (πλην ΚΚΕ είναι αλήθεια), που συνηγορούσε και υπερθεμάτιζε γι’ αυτήν την ένταξη. Φυσικά, ήταν γνωστά και υπολογισμένα και στα επιτελεία του Βερολίνου και των Βρυξελλών. Μας ενέταξαν όμως στην ΟΝΕ μετά πολλών επαίνων, αφού η παγίδα είχε στηθεί για τα καλά! «Ευκαριστούμε Ελλάντα»!
Να γιατί αποτολμούμε να μιλούμε για μέγα σκάνδαλο πατέρα και μητέρα όλων των υπολοίπων και για συνομωσία και να κυριολεκτούμε! Μια συνομωσία που εξυφανθεί επιτηδευμένα σε βάρος της χώρας μας, για την εξυπηρέτηση ανομολόγητων, -πλην τώρα πλέον απολύτως φανερών και στον πιο αδαή- σκοπιμοτήτων και συμφερόντων. Μια συνομωσία που η απόδοση της κατηγορίας περί Εσχάτης Προδοσίας στους ελληνόφωνους πολιτικούς συνεργούς και ο χαρακτηρισμός τους ως εθνικά Ανάξιους, θα είναι μικρή και λίγη -μολονότι δεν υπάρχει πιο βαριά- για το έγκλημα σε βάρος της πατρίδας και του ελληνικού λαού, που εν ψυχρώ συμμετείχαν ως κύριοι και πρωτεύοντες αυτουργοί στην εκτέλεσή του!
Διότι, ακόμη κι αν η ανταγωνιστικότητα της χώρας βρισκόταν σε ικανοποιητικά επίπεδα.
Ακόμη κι εάν οι κυβερνήσεις έκτοτε ασκούσαν την πιο χρηστή διακυβέρνηση.
Ακόμη κι αν είχαμε την πιο ορθολογική διαχείριση των δημόσιων οικονομικών.
Ακόμη κι αν δεν είχαμε διαφθορά και ρεμούλες.
Ακόμη κι εάν είχαμε τους προϋπολογισμούς απόλυτα ισοσκελισμένους και είχαμε εν πολλοίς εφαρμόσει το σύνολο των μέτρων που τώρα εφαρμόζονται, ή μας ζητούν να εφαρμόσουμε.
Τότε, θα έπρεπε κάθε χρόνο να εξασφαλίζουμε πλεονάσματα από κατ’ ελάχιστο 5% του ΑΕΠ για να αποπληρώνουμε μόνον τους τόκους του παλαιού δραχμικού χρέους. Και αυτό όχι για να το εξοφλήσουμε, αλλά για να το συντηρούμε σε κάποια λογικά επίπεδα.
Πόθεν;
Πότε, σε ποια ιστορική περίοδο, σε ποια χώρα του κόσμου, κάτω από ποιο οικονομικό περιβάλλον θα μπορούσαν να επιτευχθούν στο διηνεκές τέτοια δημοσιονομικά πλεονάσματα; Πλεονάσματα τόσο μεγάλα και επί πολλά χρόνια, έτσι ώστε να μην είναι υποχρεωμένη η χώρα αποπληρώνοντας το παλιό χρέος, να μη δημιουργεί μεγαλύτερο χρέος δανειζόμενη με υπερδιπλάσιο κόστος από τις υπόλοιπες χώρες, ακριβώς για να πληρώνει τα τοκοχρεολύσια, ή μέρος αυτών;
Ας μας πουν οι ευρώφρονες πολιτικοί, οι πληρωμένοι κονδυλοφόροι και τα «Νόμπελ» της Οικονομίας που περιδιαβαίνουν τα κανάλια της τηλεόρασης, ή αρθρογραφούν, πως διαφορετικά, δηλαδή χωρίς νέο πανάκριβο δανεισμό, θα μπορούσαμε να πληρώνουμε το χρέος και ταυτόχρονα και όλες τις δαπάνες μας, διατηρώντας κάποιο αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο για τους πολίτες, και ικανοποιητική αποτρεπτική δύναμη στο Αιγαίο, έχοντας ένα νόμισμα που δεν το εκδίδουμε, για να χρηματοδοτούμε με υγιείς πόρους την οικονομία, αλλά είμαστε υποχρεωμένοι να το δανειζόμαστε με επαχθέστερους -μάλιστα- όλων των υπολοίπων χωρών όρους;
Έτσι λοιπόν μας βάλανε στα μνημόνια, προδιαγράφοντας την καταστροφή και επιβάλλοντάς την ως πραγματική προγραφή!. Ας δούμε λοιπόν τι δανειστήκαμε έκτοτε και που πήγαν αυτά τα χρήματα στον κατωτέρω Πίνακα 2:
Όπως βλέπουμε με τις τρεις δανειακές συμβάσεις προβλέπονταν ένα σύνολο 375,76 δις ευρώ δανεισμός από τους «θεσμούς».
Από αυτά έχουν εκταμιευτεί μέχρι τώρα (Μάρτιος 2018) συνολικά 273,56 δις ευρώ δηλαδή το 72,80% του συνόλου.
Που πήγαν αυτά τα χρήματα των εκταμιεύσεων;
Βλέπουμε ότι μόνο το 6,58 % πήγαν για την κάλυψη των ελλειμμάτων, δηλαδή 18 δις ευρώ. Γεγονός που καταρρίπτει ολοκληρωτικά τη φιλολογία ότι δανειστήκαμε για να πληρώνουμε μισθούς και συντάξεις!
Ένα άλλο ποσό της τάξης των 45,5 δις ευρώ ήτοι το 16,63% του συνόλου των εκταμιευμένων ποσών και από τις τρεις δανειακές συμβάσεις, πήγαν στις τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών, κατακρεουργώντας τους φορολογούμενους στη λογική του παροιμιώδους «βόηθα με φτωχέ, να μη σου μοιάσω»!.
Και τέλος, 210,06 δις ευρώ πληρώθηκαν τόκοι και χρεολύσια. Δηλαδή, το 76,79% των εκταμιεύσεων επέστρεψε άμεσα -ή έμμεσα- πίσω στους πιστωτές.
Αυτή είναι η εικόνα σήμερα.
Την προοπτική ως προς το χρέος, μας την περιγράφει η απόρρητη έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που διέρρευσε πέρσι τον Φεβρουάριο (2017). Μια έκθεση που επιβεβαιώνει -σχετικά- τον πίνακα που είχε δημοσιεύσει παλιότερα η «Καθημερινή» και αφορά στην εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους από το 2014 μέχρι το 2030. Βεβαίως με την τρίτη δανειακή τα ποσά έχουν επιβαρυνθεί ακόμη περισσότερο, ωστόσο ο πίνακας της «Καθημερινής» παραμένει απολύτως ενδεικτικός:
Το 2030, δηλαδή σε 12 χρόνια από σήμερα κι εάν όλα πάνε καλά και πετύχουμε τους στόχους με τα πρωτογενή πλεονάσματα και τις μεταρρυθμίσεις θα έχουμε πληρώσει άλλα 300 δις ευρώ και από αυτά 160 δις ευρώ σε τόκους, ενώ το χρέος της χώρας θα είναι πάλι στα 300 δις που θα απομένουν προς αποπληρωμή.
ΜΙΑ ΤΡΕΛΑ!!!!
Οποιεσδήποτε ρυθμίσεις κι αν γίνουν για το χρέος, οποιεσδήποτε επιμηκύνσεις, ή μειώσεις επιτοκίων, δεν πρόκειται καν να προσφέρουν «παρηγοριά στον άρρωστο». Αντίθετα και προκειμένου να αποφευχθεί σε ελάχιστο χρόνο μετά την υποτιθέμενη «καθαρή» έξοδο από τα μνημόνια και την επιστροφή στις «αγορές», μια νέα βαθύτερη κρίση χρέους, θα απαιτηθούν κολοσσιαία πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης τουλάχιστον του 5% του ΑΕΠ και πλέον στο διηνεκές, που καμιά οικονομία όσο ισχυρή κι αν είναι δεν θα μπορούσε να αντέξει, πόσο μάλλον η ελληνική στην κατάσταση που την έφεραν.
Ας μας πουν λοιπόν οι φωστήρες της ορθόδοξης ευρωφροσύνης και οι άλλοι που μιλάνε για το νόμισμα, αλλά διατάζουν για το ζήτημα της ολοκληρωτικής διαγραφής του χρέους, πότε και κάτω από ποιες συνθήκες εξαθλίωσης των πολιτών, θα μπορούσαν να επιτευχθούν στο διηνεκές έστω και τα μισά από τα παραπάνω απαιτούμενα πλεονάσματα;

Πίνακας ΟΟΣΑ -Δείκτης αποταμίευσης των νοικοκυριών

Τη στιγμή μάλιστα, που όπως επίσης τα επίσημα στοιχεία δείχνουν, και αυτό το διάγραμμα του έγκυρου ΟΟΣΑ παραστατικά δείχνει, ότι το μεσοσταθμικό έλλειμμα των ελληνικών νοικοκυριών ήδη το 2016 έφτανε το 20% των ανελαστικών τους δαπανών. Ενώ με τα σημερινά δεδομένα αυτό το έλλειμα ξεπερνά το 22% -εξ ου και η τεράστια πτώση της ενεργού ζήτησης, αλλά και η εκτίναξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών.
Να γιατί είναι παραμύθια της Χαλιμάς, ότι αν καταφέρουμε να πιάσουμε πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5% για κάποια χρόνια… καθαρίσαμε. Να γιατί η οποιαδήποτε συζήτηση για επίτευξη και αποδοχή από τους «θεσμούς» χαμηλότερων πρωτογενών πλεονασμάτων είναι εξόχως παραπειστική. Να γιατί ακόμα και το ΔΝΤ κρατάει επιφυλάξεις κι επιζητεί από τους Ευρωπαίους «κούρεμα» του χρέους. Διότι όλοι γνωρίζουν την αλήθεια! Κι απλά προσπαθούν να κερδίσουν χρόνο μέχρι το επόμενο ξέσπασμα της κρίσης του ελληνικού χρέους, όταν η περιβόητη έξοδος στις «αγορές» θα οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερη υπερχρέωση και σε ακόμα μεγαλύτερη αδυναμία αποπληρωμής του.
Να γιατί ακόμα και με την ένταξή μας στα προγράμματα της ποσοτικής χαλάρωσης του κ. Ντράγκι, αν γίνονταν -που ακόμα κι αυτό το ελάχιστο μας αρνούνται-, το μόνο που θα πετυχαίναμε είναι μια τρύπα στο νερό, με παράλληλη νέα αύξηση του χρέους!
Να γιατί η φιλολογία περί «μεταρρυθμίσεων» είναι παραπειστική και πέραν της ιδεοληψίας, δείχνει τη σύγχυση που βρίσκονται όσοι τις επικαλούνται, αν οι ίδιοι δεν υποκρύπτουν εντελώς ιδιοτελή συμφέροντα.
Να γιατί η οποιαδήποτε υποτιθέμενη ρύθμιση του χρέους με επιμηκύνσεις, μειώσεις επιτοκίων, ή ακόμη και μερική διαγραφή, έστω και ενός μεγάλου μέρους του, δεν πρόκειται να φέρουν παρά μόνο αμελητέα και προσωρινά αποτελέσματα. Αν φέρουν!
Να γιατί δεν θα έλθει ποτέ η περίφημη «ανάπτυξη» με τη συνέχιση των ίδιων, ή παρεμφερών πολιτικών. Διότι όλοι γνωρίζουν -και οι κυβερνήτες στο εσωτερικό και οι δανειστές- την πλήρη αλήθεια! Και οι «αγορές» επίσης! Οι όποιες υποτιθέμενες αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής μας ικανότητας από τους γνωστούς οίκους αξιολόγησης, απλά δίνουν το σήμα στα «κοράκια» για να απλώσουν το δικό τους παιχνίδι πάνω στην ελληνική οικονομία.
Να γιατί κανείς δεν θα έλθει να επενδύσει ούτε ένα ευρώ σε μια πεθαμένη αγορά, όσο κι αν μειωθούν οι φόροι, όσες «μεταρρυθμίσεις» κι αν γίνουν, όσο κι αν πέσει κι άλλο το εργατικό κόστος!
Μόνο «αρπαχτές» μέσω αγοραπωλησιών! Κι όλοι οι πολιτικοί μας έχουν αποκτήσει την απόλυτη εξειδίκευση στο real estate και στις αγοραπωλησίες! Διότι σ’ αυτές υπάρχουν οι αμοιβές της διαμεσολάβησης, τα μεσιτικά, κοινώς η μίζα!
Να γιατί οποιαδήποτε προσπάθεια ανάκτησης της ανταγωνιστικότητας κάτω από αυτές τις συνθήκες είναι όχι μόνο ματαιοπονία, αλλά φληνάφημα για αφελείς.
Να γιατί ακόμα κι αν πηγαίνοντας σε εθνικό νόμισμα, αφήσουμε το χρέος και επικεντρωθούμε στην ανάκτηση αυτής της λεγόμενης ανταγωνιστικότητας το μόνο που θα πετύχουμε, θα είναι μια τρύπα στο νερό.

Γιατί επιμένουν και μας κοροϊδεύουν;

Διότι οι ντόπιοι φαντασιώνονται, ότι κερδίζοντας χρόνο, θα συνεχίσουν να παίρνουν κάποιο μερτικό από τη λεηλασία της χώρας. Επίσης, διότι τώρα πια είναι τόσο εκτεθειμένοι και υπόλογοι για τα εγκλήματα που διέπραξαν, ώστε δεν έχουν πλέον καμιά άλλη επιλογή, ελπίζοντας ότι κερδίζοντας χρόνο θα γλυτώσουν στο τέλος τη λογοδοσία. Και οι δανειστές, επειδή δολοφονώντας έναν ολόκληρο λαό θα τους μείνει ατόφιο το «οικόπεδο». Τόσο απλά!
Εν κατακλείδι, το χρέος αυτό με την είσοδό μας στην ΟΝΕ και την αδυναμία χρηματοδότησής του με υγιείς μη δανειακούς πόρους με εθνικό νόμισμα, όπως γίνονταν μέχρι τότε, είναι έτσι δομημένο, που όσο το πληρώνουμε αυτό να αυξάνει. Είναι μη βιώσιμο εξ ορισμού! Είναι επονείδιστο και επαχθές. Μετά δε την ένταξή μας στα μνημόνια, την καταπάτηση στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων του λαού, με την εφαρμογή της εξοντωτικής λιτότητας που συνεχίζει και την πλήρη εκχώρηση της εθνικής μας κυριαρχίας, κατέστη ολοσχερώς παράνομο και προϊόν εξαπάτησης και εκβιασμών.
Είναι ένα ληστρικό χρέος!
Συνεπώς η μόνη λύση είναι η καταγγελία του στη διεθνή κοινότητα ως τέτοιο, η άπαξ δια παντός παύση αποπληρωμής του και η έξοδος από το ζουρλομανδύα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ευρώ.
Οκτώ χρόνια τώρα, έχουμε αποκτήσει τη γνώση. Έχουμε αποκτήσει πλούσια την εμπειρία. Είναι εγκληματικό να περιμένουμε άλλο! Το μέγα-σκάνδαλο είναι εδώ και αναμένει ασμένως την κάθαρσή του!
[1] Από άρθρο με τίτλο «Μας Κυβερνούν Επικίνδυνοι, ή Αυξήθηκε η Παραγωγικότητα της Ελληνικής Οικονομίας;» του γνωστού οικονομολόγου και τέως προέδρου του ΟΛΠ κ. Σπύρου Στάλια.
[2] Τα κυριότερα «σφάλματα» που έγιναν στο PSI και το οδήγησαν σε παταγώδη αποτυχία, ήταν δύο και υπήρξαν σκόπιμα, όπως τελικά αποδείχθηκε. Διότι, πρώτον, δόθηκε από τους «εταίρους» πολύτιμος χρόνος στις ξένες τράπεζες να… ξεφορτωθούν τα ελληνικά ομόλογα, τα οποία όμως φορτώθηκαν οι ελληνικές τράπεζες. Με τη διαδικασία αυτή, οι ξένοι θεσμικοί «επενδυτές» περιόρισαν τις απώλειες στο ελάχιστο και διογκώθηκε η ζημία για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Και δεύτερον, εξαιρέθηκαν από το «κούρεμα» των τίτλων που κατείχαν η ΕΚΤ και οι κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης, σε ύψος 56 δισ. ευρώ. Σήμερα, έξι χρόνια μετά, βρισκόμαστε στο ίδιο ακριβώς σημείο, να επιζητούνται τρόποι εξασφάλισης βιωσιμότητας του χρέους, μέσω νέων αλχημειών αποφυγής πραγματικής και ουσιαστικής απομείωσής του.
[3] Σύμφωνα με το δελτίο Δημόσιου χρέους υπ’ αριθμόν 88 του Δεκεμβρίου 2017 του υπουργείου Οικονομικών, το συνολικό δημόσιο χρέος ανέρχεται πλέον στα 328.703,84 εκ. ευρώ, δηλαδή συνεχίζει να αυξάνει!
*Ο Όθωνας Κουμαρέλλας είναι αρχιτέκτονας & συγγραφέας έχοντας ασχοληθεί για πολλά χρόνια με τα ζητήματα της οικονομίας και ιδιαίτερα με το νόμισμα και το δημόσιο χρέος, συνεργαζόμενος με άλλους οικονομολόγους όπως τον Δ. Καζάκη, Σ. Στάλια, Δ. Καρούσο, Ν. Ιγγλέση κ.α.. Ενώ ήδη από το 2010 έχει, με πληθώρα τεκμηριωμένων δημοσιεύσεων, ταχθεί αναφανδόν υπέρ της εξόδου της χώρας μας από την ευρωένωση, ως τη μόνη δυνατότητα οικονομικής, κοινωνικής και εθνικής ανάκαμψης. 
**Πηγή: hereticalideas.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας