Σε πλήρη κυβερνητική «γραμμή», επιμένοντας σε περιοριστική δημοσιονομική πολιτική, παρουσιάστηκε με συνέντευξή του στο ειδησεογραφικό κανάλι CGTN, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιάννης Στουρνάρας. Είναι ενδεικτικό πως παραδέχθηκε -όπως άλλωστε και η κυβέρνηση- την μεγάλη ακρίβεια, αλλά την ίδια ώρα, πάλι όπως η κυβέρνηση, ζητάει οι αυξήσεις στους μισθούς των εργαζομένων να είναι… περιορισμένες, για να μην μπει η χώρα στο περιβόητο πληθωριστικό «σπιράλ». Σα να λέει, να αυξηθούν οι μισθοί σαν να δίνεται ένα ακόμη… κυβερνητικό pass!
Το γεγονός ότι βρίσκεται σε πλήρη ταύτιση με την κυβερνητική πολιτική, φρόντισε να το ξεκαθαρίσει ο ίδιος: «Πρώτον και κύριον -είπε- έχουμε πλέον μια κυβέρνηση με αυτοδυναμία στη Βουλή. Είναι μια φιλοευρωπαϊκή κυβέρνηση, υπέρ των μεταρρυθμίσεων, που κινείται στη σωστή κατεύθυνση. Δεν είναι εύκολο ένας κεντρικός τραπεζίτης να παραδεχθεί κάτι τέτοιο, αλλά πολλά από τα κυβερνητικά στελέχη ήταν συνάδελφοί μου σε προηγούμενες κυβερνήσεις, και ξέρω ότι είναι προσηλωμένοι στη δημοσιονομική ισορροπία, είναι αφοσιωμένοι στις μεταρρυθμίσεις. Ο Πρωθυπουργός ανακοίνωσε ένα πολύ φιλόδοξο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα στη Βουλή πριν λίγες ημέρες. Οπότε, συνολικά, ναι, είμαι αισιόδοξος».
Αλλά αυτό ήταν μόνον η αρχή. Ταυτόχρονα, ο διοικητής της ΤτΕ, στην πράξη, περιέγραψε την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη τα επόμενα τέσσερα έτη δίνοντας έμφαση στους εξής άξονες:
Πληθωρισμός, μισθοί και κέρδη
(1) Αντιμετώπιση του πληθωρισμού, μέσω του περιορισμού των κερδών των εταιρειών -για τον οποίο, απ’ ότι φαίνεται, δεν υπάρχει κανένα ουσιαστικό σχέδιο πέραν από τις εκκλήσεις που θα απευθύνουν στο μεγάλο κεφάλαιο.
(2) στις περιορισμένες αυξήσεις στους μισθούς, καθώς θα πρέπει να αποφευχθεί ένα πιθανό «πληθωριστικό σπιράλ»,
Ενδεικτικά τα όσα είπε: «Ο πληθωρισμός, όπως γνωρίζετε, μειώνει το διαθέσιμο εισόδημα, καθώς οι μισθοί δεν έχουν προσαρμοστεί στον ίδιο βαθμό όσο οι τιμές. Άρα παρατηρούμε μια πτώση των πραγματικών μισθών τα προηγούμενα χρόνια. Τώρα έχει αρχίσει να καλύπτεται κάπως η διαφορά. Θέλουμε αυτή η σύγκλιση να είναι ήπια, καθώς δεν θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα συνδυασμό συνεχών αυξήσεων (“σπιράλ”) τιμών-μισθών.
Βασικά, θέλουμε δύο πράγματα: πρώτον, οι μισθολογικές αυξήσεις να μην υπερβαίνουν το άθροισμα του πληθωρισμού και του ρυθμού ανόδου της παραγωγικότητας και δεύτερον, οι επιχειρήσεις, ιδίως σε ορισμένους τομείς, να μειώσουν τα περιθώρια κέρδους τους, τα οποία έχουν διευρυνθεί σημαντικά. Ιδίως στην ενέργεια, στα είδη διατροφής, αλλά και σε πολλούς άλλους τομείς. Για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια, ο ρυθμός αύξησης των τιμών είναι κατά πολύ υψηλότερος από το ρυθμό αύξησης των μισθών. Επίσης, η αύξηση των τιμών είναι ταχύτερη από την αύξηση του κόστους, που σημαίνει ότι τα περιθώρια κέρδους έχουν αυξηθεi».
Στην ουσία, αν και παραδέχεται την ακρίβεια και παραδέχεται το φαινόμενο του πληθωρισμού της απληστίας (που οφείλεται στα κέρδη των εταιρειών), εντούτοις στις εταιρείες κάνει ούτε λίγο ούτε πολύ μια… έκκληση για να μειώνουν τα κέρδη τους, ενώ για τους εργαζόμενους ξεκαθαρίζει ότι δεν οι αυξήσεις θα είναι τύπου pass.
Χρέος, πρωτογενή πλεονάσματα και περιοριστική πολιτική
(3) Την αντιμετώπιση του χρέους μέσω της σταθερής αύξησης του πρωτογενούς πλεονάσματος κατά 2% επί σειρά ετών, που συνδέεται άμεσα με την περιοριστική πολιτική, την οποία και προτείνει. Δηλαδή, μέσω της παραπέρα συμπίεσης των λαϊκών εισοδημάτων. Την ίδια ώρα, φυσικά, ζητάει να διαφυλαχθεί η «ευρωστία των τραπεζών», δηλαδή, τα δυσθεώρητα τραπεζικά κέρδη!
Ενδεικτικά: «Πρέπει να αυξήσουμε το πρωτογενές μας πλεόνασμα. Το κυκλικά διορθωμένο πρωτογενές πλεόνασμα εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε 1% του ΑΕΠ φέτος, σε 2% το επόμενο έτος και θα διατηρηθεί σε αυτό το επίπεδο. Χρειαζόμαστε πρωτογενές πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ επί σειρά ετών προκειμένου να μειώσουμε τον υψηλό λόγο δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ. Αλλά όντως μειώνεται».
Και σε άλλο σημείο (ίσως το σημαντικότερο της συνέντευξής του): «Χρειαζόμαστε – είπε- τη μακροπροληπτική πολιτική, δηλαδή πρέπει να φροντίσουμε για την ευρωστία των τραπεζών. Χρειαζόμαστε τη δημοσιονομική πολιτική. Δεν μπορούμε να αυξάνουμε τα επιτόκια και ταυτόχρονα οι κυβερνήσεις να ασκούν επεκτατική δημοσιονομική πολιτική. Συνεπώς, χρειαζόμαστε στήριξη από τη δημοσιονομική πολιτική αλλά και από τη διαρθρωτική πολιτική. Χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις όπως αυτές που περιέγραψα για την Ελλάδα. Χρειαζόμαστε την ενεργειακή πολιτική. Νομίζω ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει κάνει μεγάλα βήματα στην ενεργειακή πολιτική. Χρειάζεται λοιπόν ένας συνδυασμός πολιτικών για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού που προέρχεται από την πλευρά της προσφοράς, αν ταυτόχρονα θέλουμε να έχουμε χρηματοπιστωτική σταθερότητα και ομαλή προσγείωση της οικονομίας».
Οικονομία σερβιτόρων και περαιτέρω υποβάθμιση της Παιδείας
(4) Η αλλαγή στη σύνθεση της εργατικής τάξης με την κάλυψη των κενών θέσεων εργασίας σε δουλειές έντασης εργασίας όπως τουρισμός, οικοδομή και γεωργία, αλλάζοντας επί τα χείρω το παραγωγικό μοντέλο της χώρας και φτιάχνοντας μια οικονομία-σερβιτόρων,
Ενδεικτικά, ο κ. Στουρνάρας είπε, αναφερόμενος στα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας: «Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθούν να υπάρχουν προβλήματα: η φοροδιαφυγή, οι καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης. Θα έλεγα ότι η αγορά εργασίας έχει ορισμένα προβλήματα στον τουρισμό, στη γεωργία, στις κατασκευές. Έχουμε έλλειψη εργατικών χειρών. Υπάρχουν πολλές κενές θέσεις εργασίας σε αυτούς τους τομείς».
(5) Η περαιτέρω σύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας, που συνεπάγεται την απο-ανωτατοποίηση των πανεπιστημίων και την περεταίρω ιδιωτικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης (φανταζόμαστε, θα… βοηθήσει και η κατάργηση του άρθρου 16), καθώς όταν ισχυρίζεται πρέπει να καλυφθούν οι θέσεις εργασίας σε τουρισμό, οικοδομή και γεωργία και την ίδια στιγμή λέει πως η εκπαίδευση πρέπει να συνδεθεί με την αγορά εργασίας είναι σα να προεξοφλεί το προς τα πού κινηθεί το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας.
Ειδικά για αυτό το θέμα ήταν σαφής: «Τώρα, μας έχουν απομείνει ορισμένα άλλα προβλήματα, σχετικά λιγότερο σοβαρά, θα έλεγα, αν και βεβαίως είναι σημαντικά και αυτά, όπως η γραφειοκρατία στο δημόσιο τομέα, οι καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης, το τρίγωνο της γνώσης, αδυναμίες στο εκπαιδευτικό σύστημα και στη σύνδεσή του με την παραγωγή, με το αναπτυξιακό υπόδειγμα της χώρας. Αυτά τα προβλήματα αποτελούν τις αμέσως επόμενες προτεραιότητές μας και σ’ αυτά επικεντρώνονται σήμερα οι προσπάθειές μας».
ΠΗΓΗ : ΗΜΕΡΟΔΡΟΜΟΣ