Σχόλια στις προτάσεις του ΔΗ.Κ.Ε.Α. για την ενέργεια

792

Ξεκινώντας από τα βασικά, για να είναι μια χώρα παραγωγός ενέργειας χρειάζεται να διαθέτει το αντίστοιχο φυσικό υπόβαθρο. Με τον όρο αυτό εννοούμε τους υδάτινους πόρους, την ηλιοφάνεια, το αιολικό και γεωθερμικό δυναμικό καθώς και τη βιομάζα (για τους …χορτοφάγους), τα κοιτάσματα γαιανθράκων, πετρελαίου και φυσικού αερίου (για όσους προτιμούν πιο …κλασικό μενού) και τέλος τα αποθέματα ουρανίου (για τους τέρμα …σκληροπυρηνικούς).

Ωστόσο το φυσικό υπόβαθρο δεν είναι αρκετό, καθώς απαιτούνται και ορισμένες οικονομικές, τεχνολογικές, κοινωνικές και γεωπολιτικές προϋποθέσεις. Χωρίς αυτές, το πολύ-πολύ να εκχωρήσεις την εκμετάλλευση του ενεργειακού υποβάθρου σε εξωτερικούς «επενδυτές» – εκχώρηση που κατά κανόνα γίνεται με ληστρικούς όρους. Το όλο νταραβέρι δηλαδή γίνεται στο έδαφος της χώρας, όμως οι άλλοι κάνουν κουμάντο, οι άλλοι παράγουν και οι άλλοι καρπώνονται τα οφέλη. Εσύ απλώς καταγράφεις τη μείωση των αποθεμάτων σου και επωμίζεσαι το περιβαλλοντικό, κοινωνικό και γεωπολιτικό κόστος.

Ωστόσο ακόμη κι αν μια χώρα διαθέτει τις προϋποθέσεις για να αξιοποιήσει προς όφελός της το ενεργειακό της υπόβαθρο, θα πρέπει και να μπορεί να το κάνει με τρόπο οικονομικά, κοινωνικά, περιβαλλοντικά και γεωπολιτικά βιώσιμο. Ας μην ξεχνάμε και το κόστος ευκαιρίας: ίσως να έβγαζες αρκετά στήνοντας φωτοβολταϊκά στο χωράφι σου κι ακόμη πιο πολλά αν έβρισκες από κάτω μια φλέβα πετρελαίου… μήπως όμως θα κέρδιζες περισσότερα αν (λέμε) το χώριζες σε οικόπεδα οικοδομήσιμα και άρτια ή αν επιτέλους αποφάσιζες να ασχοληθείς με εκείνες τις ελιές του παππού σου; Στην περίπτωσή μας μάλιστα οι υπολογισμοί πρέπει να γίνονται σε στρατηγικό χρονικό ορίζοντα, καθότι μιλάμε για χώρα και όχι για χωράφι – αν κι ο Τζίμης Πανούσης δεν θα έβρισκε και μεγάλη διαφορά αναμετάξυτων…

Για να βάλουμε το κερασάκι στην τούρτα, η λέσχη των παραγωγών ενέργειας είναι κλαμπ εξαγωγικό, δηλαδή για να μπεις πρέπει να διαθέτεις πλεόνασμα. Για το ισοζύγιο συνυπολογίστε στις συνολικές ανάγκες για ηλεκτρική ενέργεια και τα απαραίτητα καύσιμα για τη θέρμανση, τις μεταφορές και τη βιομηχανία. Ακόμη κι αν παράγεις εκατοντάδες τεραβατώρες, εφόσον δεν έχεις πλεόνασμα είσαι καταναλωτής. Δεν πα να ανεβάζεις από τη γη ολόκληρη τη Λιθανθρακοφόρο και τη μισή Πέρμιο, έτσι και καις έστω κι ένα ρεζερβουάρ από παπάκι παραπάνω, τότε και πάλι καταναλωτής είσαι.

Ακόμη και αν με κάποιο μαγικό τρόπο απολάμβανες πλεονάσματος ηλεκτρικής ενέργειας (π.χ. αν γέμιζαν οι κάμποι φωτοβολταϊκά και λέγαμε το ψωμί ψωμάκι) δεν θα ήταν σίγουρο πως θα έλυνες το πρόβλημά σου. Μπορείς κάλλιστα να παραμένεις ελλειμματικός σε καύσιμα, καθότι ελλείψει σοβαρού τραίνου χρησιμοποιείς ακόμη φορτηγά και γιωταχί ή επειδή το ρεύμα σου φτάνει στον κοσμάκη και τη βιομηχανία σου τόσο ακριβό που προτιμούν να καίνε πετρέλαιο, φυσικό αέριο ή …ξύλα.

Για να αποφύγουμε τις σχοινοτενείς αναλύσεις, η καλλιτεχνική ομάδα της φυλής ετοίμασε ένα μικρό matrix όπου αξιολογούνται οι προοπτικές κάθε μη ανανεώσιμου συστατικού του ενεργειακού υποβάθρου, όσον αφορά τη χώρα μας. Γα τις ανανεώσιμες πηγές, αξίζει να πούμε μερικά πραγματάκια που οι χαχόλοι της κλιματικής αλλαγής σκόπιμα αποφεύγουν να συζητάν.

Καταρχήν, οι «πράσινες» πηγές ενέργειας είναι εντάξει και καλά, αρκεί να μην δημιουργούν περισσότερα προβλήματα από όσα επιλύουν. Αυτό για την ηλιακή ενέργεια μπορεί να σημαίνει πως ένα φωτοβολταϊκό κάνει ζημιά όταν τοποθετείται σε γη υψηλής παραγωγικότητας και καλό όταν βρίσκεται π.χ. σε ένα παλιό νταμάρι. Θα πρέπει επίσης να συνυπολογιστεί το περιβαλλοντικό κόστος παραγωγής και απόσυρσης των πάνελ όταν ολοκληρώσουν τον ωφέλιμο κύκλο τους – και δεν είναι λύση να τα πετάμε στις χώρες του αναπτυσσόμενου (όπως τον αποκαλούν) κόσμου… Ούτε είναι λύση να γεμίσουμε το βουνά τσιμέντο και να κόψουμε χιλιάδες δέντρα για να βάλουμε ανεμογεννήτριες σε κάθε κορφούλα.

Τα μεγάλα υδροηλεκτρικά δημιουργούν εξίσου μεγάλες και απρόβλεπτες περιβαλλοντικές αλλαγές. Ωστόσο τα μικρότερα έχουν ενδιαφέρον, ιδίως όταν συνδυάζονται με αντιπλημμυρικά και αρδευτικά έργα. Για τη γεωθερμική ενέργεια μιλάμε για κουκιά μετρημένα και μακάρι η Γη να μην μας επιφυλάσσει εκπλήξεις για τους επόμενους δυο-τρεις αιώνες, τουλάχιστον… Αν θέλουμε ωστόσο τηλεθέρμανση με συμπαραγωγή ρεύματος, ο λιγνίτης και το φυσικό αέριο έχουν προοπτικές, ενώ το βιοαέριο (με μονάδες μικρής και μεσαίας κλίμακας και όχι με τα τερατουργήματα που προτείνουν ορισμένοι) δίνει παράλληλα λύσεις στο πρόβλημα της διάθεσης οργανικών αποβλήτων. Η παραγωγή ρεύματος βέβαια δεν είναι μονόδρομος: οι αγροτικές κοινότητες στην Ινδία και την Κίνα εδώ και δεκαετίες παράγουν βιοαέριο και το καίνε για απευθείας θερμότητα και φως. Σε κάθε περίπτωση, μπορεί πάντοτε να διατεθεί απευθείας στο δίκτυο του φυσικού αερίου που είναι αναγκαίο να δημιουργηθεί στη χώρα.

Συνολικά, τα μελλοντικά έργα πρέπει να σχεδιαστούν ορθολογικά σε ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο και να ανήκουν στον Ελληνικό λαό. Δεν είναι δυνατόν οι στρατηγικές μονάδες να φυτρώνουν ατάκτως εδώ και εκεί με μοναδικό κριτήριο να τα κονομήσει ο κάθε καραγκιόζης. Στο πνεύμα αυτό αξίζει να εξεταστούν και οι εφαρμογές καύσης βιομάζας, αλλά μόνο εντός μιας ευρύτερης πολιτικής αναδάσωσης αξιοποίησης και διαχείρισης των δασικών εκτάσεων καθώς και των αγρών χαμηλής παραγωγικότητας.

Αν βέβαια θέλουμε να σκεφτόμαστε και να δρούμε «πράσινα» και όχι Πασόκικα, μεγαλύτερη ίσως σημασία έχει να αναζητήσουμε έναν ριζικά διαφορετικό τρόπο ζωής και ενεργειακής κατανάλωσης. Εσχάτως πληροφορηθήκαμε πως μια νορβηγική βιομηχανία ισχυρίστηκε πως δεν μπορεί να παράγει περισσότερα πυρομαχικά για εκείνο το …βλήμα τον Ζελένσκι, καθώς ένα γειτονικό πάρκο με σέρβερς καταναλώνει όλο το διαθέσιμο ρεύμα για να αποθηκεύει βίντεο του Tick-Tock!  Ούτε θα δούμε ποτέ χαΐρι και προκοπή δίχως τραίνο και πραγματικά λαϊκές συγκοινωνίες που θα ανακουφίζουν τα αστικά κέντρα και θα ξαναδίνουν ζωή στα χωριά. Πέρα από τη λιτότητα ωστόσο, αυτό που χρειαζόμαστε είναι μικρότεροι, τοπικοί κύκλοι παραγωγής – κατανάλωσης και περισσότερο έξυπνη και αποδοτική διαχείριση της ενέργειας και της ύλης.  Στην τελική, αν είναι να κάνουμε τρία ζεστά ντους την ημέρα, ηλιακό θερμοσίφωνα πρέπει να βάλουμε, όχι φωτοβολταϊκό…

Τούτων λεχθέντων, μπορούμε να κάνουμε τις εξής δύο παραδοχές,:

α) Όσον αφορά την ενέργεια συνολικά, η Ελλάδα σήμερα είναι ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗΣ.

β) Αυτό δεν είναι κάτι που θα αλλάξει για τις επόμενες δεκαετίες. Τουλάχιστον όχι εύκολα.

Υπό το πρίσμα αυτό, η βασική θέση του προγράμματος του ΔΗ.Κ.Ε.Α. θα πρέπει να αναδιατυπωθεί:

«Η ενεργειακή ασφάλεια με το πιο χαμηλό κόστος γίνεται στρατηγικός στόχος της χώρας, τον οποίο επιβάλλεται να επιτύχουμε. Μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια είναι εφικτό και πρέπει να αυξηθεί ο βαθμός ενεργειακής αυτάρκειας. Επεξεργαζόμαστε εθνικό ρεαλιστικό σχέδιο με συγκεκριμένα βήματα σε αυτή την κατεύθυνση και αξιοποιούμε όλα τα δυνατά εργαλεία που διαθέτει η χώρα.»

Ως ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗΣ ενέργειας και καυσίμων, το καλύτερο που μπορείς να κάνεις είναι να επιδιώκεις επωφελείς συμφωνίες με αξιόπιστους διεθνείς προμηθευτές σε χαμηλές τιμές – δηλαδή να προσεύχεσαι για παγκόσμια ειρήνη και σταθερότητα. Για τη χώρα μας, δεν είναι καθόλου σίγουρο πως αυτό που πρέπει να γίνει είναι να «προωθ(ήσουμε) ταχύτατα την εξόρυξη υδρογονανθράκων στα ήδη διαπιστωμένα κοιτάσματα (και να) σπεύ(σουμε) στην έρευνα και εντοπισμό νέων κοιτασμάτων» όπως αναφέρεται στο πρόγραμμα του ΔΗ.Κ.Ε.Α. Αντιθέτως, αυτό είναι λάθος και παρακάτω θα εξηγήσω το γιατί.

Τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη αφορά τα υπαρκτά, όσα δηλαδή έχουν ήδη εντοπιστεί και (σε κάποιο βαθμό) εκτιμηθεί ως προς την ποσότητα και τις δυνατότητες εκμετάλλευσής τους. Η δεύτερη αφορά τα πιθανολογούμενα και περιλαμβάνει από αυτά που προκύπτουν από τις (συνήθως) σοβαρές υποθέσεις (συνήθως) σοβαρών επιστημόνων, μέχρι εκείνα που ξεπηδούν ex nihilo, από τη φαντασία δηλαδή των σπεκουλαδόρων της οικονομίας και της γεωπολιτικής. Το εντυπωσιακό είναι πως τα πιθανολογούμενα κοιτάσματα έχουν σοβαρό αντίκτυπο και επηρεάζουν την αξία των υπαρκτών. Προσέξτε εδώ: την αξία, όχι την ποσότητα…

Σε μια «ελεύθερη αγορά» η σπέκουλα οδηγεί σε διακυμάνσεις των τιμών. Όταν μάλιστα ο κύριος παίκτης στην περιοχή είναι ο Αμερικανοϊσραηλινός παράγοντας και οι συν αυτώ πολυεθνικές, τότε πέρα από τις επιπτώσεις της στην αγορά, η σπέκουλα δημιουργεί νέες πολιτικές πραγματικότητες. Ας δούμε λοιπόν την οικονομική και γεωπολιτική λειτουργία των κοιτασμάτων της περιοχής, είτε αυτά …θρυλούνται είτε είναι όντως υπαρκτά:

>>> Για λόγους που έχουν να κάνουν με την ιδιαίτερη συνάρθρωση τεχνικών, περιβαλλοντικών, κοινωνικών και πολιτικών παραγόντων, η εκμετάλλευση των όποιων αποθεμάτων στην περιοχή μας δεν είναι ιδιαίτερα συμφέρουσα – για την ακρίβεια γίνεται τέτοια μόνον όταν οι τιμές των υδρογονανθράκων είναι στα ύψη. Αυτό το τελευταίο οι εταιρείες πολύ θα το ήθελαν, ώστε να αντλήσουν κέρδη από περιοχές για τις οποίες απέκτησαν τα δικαιώματα κοψοχρονιά, όταν η εξόρυξη ήταν ασύμφορη. Ποιος ο λόγος ωστόσο να επιδιώκει υψηλές τιμές μια χώρα καταναλωτής όπως η Ελλάδα;

>>> Η σπέκουλα για τα αποθέματα του Αιγαίου και της Κυπριακής ΑΟΖ χρησιμοποιείται από τον Αμερικανοϊσραηλινό παράγοντα για τη δημιουργία και διαχείριση της έντασης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Το ίδιο ισχύει και για το τόξο που απλώνεται νοτίως και εκατέρωθεν της Κρήτης και που εμπλέκει την Ελλάδα, τη Λιβύη, την Αίγυπτο, την Κύπρο και το Ισραήλ. Πρόκειται για εξαιρετικά εύφλεκτη περίπτωση – και όχι λόγω των διαπιστωμένων αποθεμάτων της, αν γινόμαστε αντιληπτοί…

>>> Το παραμύθι μιας Ευρώπης απεξαρτημένης από τη Ρωσσική ενέργεια δεν χρειάζεται δράκο, παρά μόνο τους «ειδικούς» και τα παπαγαλάκια τους που διαβεβαιώνουν πως υπάρχουν μεγάλες και άμεσα αξιοποιήσιμες ποσότητες. Είτε βρεθούν κοιτάσματα είτε όχι, η πολιτική της απομόνωσης της Ρωσσίας εκτοξεύει τις τιμές και βαθαίνει την εξάρτηση της Ευρώπης από τις Η.Π.Α. και τις ευρωατλαντικές πολυεθνικές. Ποιος ο λόγος να ενισχύουμε αυτές τις τάσεις μιλώντας – σήμερα – για «υπαρκτό και διαπιστωμένο πλούτο (…) στο θαλάσσιο και ηπειρωτικό υπέδαφος» που θα καταστήσει μάλιστα τη χώρα «όχι μόνο αυτάρκη σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο, αλλά και εξαγωγέα υδρογονανθράκων»;

Σε ποιο επίπεδο τιμών, με ποιους στρατηγικούς εταίρους και σε ποιο γεωπολιτικό περιβάλλον μπορεί «να διασφαλιστεί η ενεργειακή μας κάλυψη με ιδιαίτερα χαμηλό κόστος προς όφελος της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και φυσικά της κοινωνίας» και μάλιστα «με ταυτόχρονη ενίσχυση των δημοσίων εσόδων πρώτα από όλα από τις εξαγωγές»; Θα μπορούσε να είναι μια συζήτηση για το μέλλον, σε μια άλλη κοινωνική και γεωπολιτική συνθήκη, όμως σίγουρα όχι για τώρα.

Ακόμη κι αν με κάποιο μαγικό τρόπο είχαμε στην περιοχή ριζικά διαφορετική πραγματικότητα, με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις σε καλό επίπεδο, στρατηγικό εταίρο τη GAΖPROM και επιδιαιτητή των όποιων διαφορών τον Σι Πινγκ αυτοπροσώπως, πάλι δεν θα ήταν βέβαιο πως θα μπορούσαμε να εκμεταλλευτούμε τα κοιτάσματα. Τα μεγέθη των περιφερειών και των τοπικών οικονομιών της χώρας δύσκολα μπορούν να σηκώσουν τέτοιο βάρος. Ακόμη κι αν διασφαλίζονταν οι πιο αυστηρές περιβαλλοντικές προδιαγραφές, οι επιπτώσεις για τον αγροδιατροφικό τομέα, τον τουρισμό και συνολικά για την απασχόληση, θα ήταν πολύ σοβαρές. Αυτό ισχύει κατά τη γνώμη μου ακόμη και στην περίπτωση μιας υποτιθέμενης συνδιαχείρισης από Ελλάδα και Τουρκία των (όποιων) αποθεμάτων του Αιγαίου.

Από την εκτέλεση του Δημήτρη Μπάτση και δώθε, πολλά συνετέλεσαν ώστε να παραμείνει  «εγκαταλελειμμένος επί δεκαετίες ο πλούτος της Ελλάδας».  Η εμπειρία των εξορύξεων του Πρίνου και του συνδεδεμένου με αυτόν Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος είναι ενδεικτική. Φοβάμαι πως στο δυσχερές πεδίο της εξόρυξης υδρογονανθράκων, η χώρα μας πολύ απλά δεν διαθέτει σήμερα ούτε κατάλληλα συγκροτημένο Δημόσιο Τομέα, ούτε το απαραίτητο ανθρώπινο δυναμικό, ούτε την τεχνογνωσία, ούτε την κοινωνική συνοχή που θα της επέτρεπε να καταγράψει κάτι καλύτερο από τα τεράστια οικονομικά σκάνδαλα, τα περιβαλλοντικά εγκλήματα και τις μαφιόζικές πρακτικές που χαρακτηρίζουν τον βίο και την πολιτεία των πετρελαϊκών εταιριών.

Αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα σε αυτή τη δύσκολή καμπή της ιστορίας της είναι φτηνή ενέργεια από χώρες που μπορούν και θέλουν να την προμηθεύσουν – ονόματα δεν λέμε γιατί παίζουν και κυρώσεις… Ενάντια στη λογική των πολέμων και του σιδερένιου παραπετάσματος που επιχειρούν να υψώσουν οι ευρωατλαντικές ελίτ απέναντι στον αναδυόμενο ευρασιατικό πόλο, απαιτούνται ενεργειακές υποδομές με γεωπολιτική και παραγωγική υπεραξία. Χρειαζόμαστε αγωγούς φιλίας και συνεργασίας που θα επιτρέπουν την πρόσβαση σε φτηνή ενέργεια σε όλους τους πολίτες και τις παραγωγικές μονάδες κι όχι τράνζιτ τερατουργήματα, θρυαλλίδες μελλοντικών συγκρούσεων και αστάθειας.

Δεν πιάσαμε το θέμα των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, όμως η πλειοψηφία του οικολογικού κινήματος στην Ελλάδα κουβαλά την κληρονομιά του Γιόσκα Φίσερ, ευθυγραμμιζόμενη απόλυτα με το γεωπολιτικό ρεζιλίκι των Πράσινων. Τα έχει αυτά η ζωή… Θα πρέπει ωστόσο να γίνει κατανοητό από όλες τις πατριωτικές, ριζοσπαστικές δυνάμεις πως η συζήτηση για την εξόρυξη υδρογονανθράκων στην τρέχουσα συγκυρία μόνο προβοκατόρικα λειτουργεί. Ίσως η αισιοδοξία που δημιουργεί η συντελούμενη απελευθέρωση των λαών να είναι τόσο μεθυστική, που το ΔΗ.Κ.Ε.Α. δεν μπόρεσε να αντισταθεί στον πειρασμό! Χρειάζεται όμως υπομονή: εδώ δεν είναι Αφρική, από όπου οι αποικιοκράτες άρχισαν να παίρνουν πόδι υπό τους ήχους της… ορχήστρας Wagner. Εδώ (ακόμα) τα σκιάζει (του ΝΑΤΟ) η φοβέρα και τα πλακώνει (της Ε.Ε.) η σκλαβιά…

Οπότε, κάθε μελλοντική αξιοποίηση των αποθεμάτων υδρογονανθράκων δεν μπορεί παρά να μπαίνει σε δεύτερο πλάνο – και μάλιστα υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Με αυτή την αναγκαία διόρθωση, θεωρώ πως οι προτάσεις του ΔΗ.Κ.Ε.Α. για το ενεργειακό κινούνται στη σωστή κατεύθυνση. Αν προστεθεί και η δέσμευση για άμεση απαγόρευση της λειτουργίας των εισπρακτικών εταιρειών, νομίζω πως μπορούμε να το παρουσιάσουμε ταπεινά στα πνεύματα των προγόνων και των απογόνων μας…

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας