Η ΕΚΤ βουλιάζει την καθημαγμένη οικονομία ευρωζώνης-10η συνεχόμενη αύξηση επιτοκίων της

817

Στη 10η συνεχόμενη αύξηση επιτοκίων προχώρησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η οποία αποφάσισε να δράσει εκ νέου, παρά το γεγονός ότι οι αρνητικές επιπτώσεις της σφιχτής νομισματικής πολιτικής αρχίζουν να αποτυπώνονται στην πραγματική οικονομία. 

Συγκεκριμένα, οι Ευρωπαίοι τραπεζίτες αναθεώρησαν κατά 25 μονάδες βάσης τα επιτόκια, με αποτέλεσμα το βασικό επιτόκιο να καθορίζεται στο 4,5% (από 4,25% προηγουμένως), το επιτόκιο καταθέσεων στο 4% (από 3,75% προηγουμένως) και το επιτόκιο οριακής χρηματοδότησης στο 4,75% (από 4,5% προηγουμένως). 

«Ο πληθωρισμός εξακολουθεί να μειώνεται αλλά αναμένεται πάλι να παραμείνει σε πολύ υψηλό επίπεδο για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι αποφασισμένο να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει εγκαίρως στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%. Προκειμένου να ενισχυθεί η πρόοδος προς την επίτευξη αυτού του στόχου, το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης» αναφέρεται στη σχετική απόφαση.

Το νέο ύψος των επιτοκίων της ΕΚΤ είναι πλέον το υψηλότερο στην ιστορία της Ευρωζώνης, δείγμα του μεγέθους του πληθωριστικού προβλήματος στη Γηραιά Ήπειρο, αλλά και της αποφασιστικότητας της Φρανκφούρτης. 

Από τις αρχές του τρέχοντος κύκλου σύσφιγξης, δηλαδή από το καλοκαίρι του 2022, η συνολική παρέμβαση της κεντρικής τράπεζας στα επιτόκια ανέρχεται στις 450 μονάδες βάσης, καθώς μέσα σ’ αυτό το χρονικό διάστημα το βασικό επιτόκιο αυξήθηκε από το 0% στο 4,5% και το επιτόκιο καταθέσεων από το -0,5% στο 4%. 

«Με βάση την τρέχουσα αξιολόγησή του, το Διοικητικό Συμβούλιο θεωρεί ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ έχουν διαμορφωθεί σε επίπεδα τα οποία, αν διατηρηθούν για επαρκώς μακρό χρονικό διάστημα, θα έχουν σημαντική συμβολή στην έγκαιρη επαναφορά του πληθωρισμού στον στόχο» εξηγεί η κεντρική τράπεζα, στην ανακοίνωσή της.

Στις 15.45 θα ακολουθήσει συνέντευξη Τύπου της Κριστίν Λαγκάρντ, στην οποία θα αναλυθούν το σκεπτικό της παραπάνω απόφασης αλλά και τα επόμενα βήματα. 

Υψηλότερος ο πληθωρισμός το 2023

Παράλληλα με το ύψος των επιτοκίων, η ΕΚΤ γνωστοποίησε και τις επικαιροποιημένες προβλέψεις για τον πληθωρισμό στην Ευρωζώνη. Πλέον, ο μέσος δείκτης τιμών καταναλωτή εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε 5,6% το 2023, σε 3,2% το 2024 και σε 2,1% το 2025.

Πρόκειται για μια προς τα πάνω αναθεώρηση όσον αφορά το 2023 και το 2024 και μια προς τα κάτω αναθεώρηση όσον αφορά το 2025. Η ανοδική αναθεώρηση για το 2023 και το 2024 αντανακλά κυρίως την ανοδική πορεία των τιμών της ενέργειας.  

Όσον αφορά τον δομικό πληθωρισμό, ο οποίος εξαιρεί τις τιμές σε τρόφιμα και ενέργεια, η ΕΚΤ διαπιστώνει ότι παραμένει σε υψηλά επίπεδα, παρότι οι περισσότεροι επιμέρους δείκτες έχουν αρχίσει να εξασθενούν.

Αποτέλεσμα είναι οι εμπειρογνώμονες της ΕΚΤ να αναθεωρούν ελαφρώς προς τα κάτω την προβλεπόμενη πορεία του δομικού πληθωρισμού, κατά μέσο όρο σε 5,1% το 2023, σε 2,9% το 2024 και σε 2,2% το 2025.

Ανάπτυξη μόλις 0,7%

Λόγω των υψηλών επιτοκίων, ωστόσο, η ΕΚΤ έσπευσε να υποβαθμίσει τις εκτιμήσεις για την οικονομική ανάπτυξη, καθώς το ΑΕΠ της Ευρωζώνης αναμένεται να μεγεθυνθεί κατά 0,7% το 2023, κατά 1,0% το 2024 και κατά 1,5% το 2025.

«Οι συνθήκες χρηματοδότησης έχουν γίνει πιο αυστηρές και επιδρούν ολοένα πιο περιοριστικά στη ζήτηση, κάτι που αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την επαναφορά του πληθωρισμού στον στόχο. Λόγω της αυξανόμενης επίδρασης αυτής της αυστηροποίησης στην εγχώρια ζήτηση και ενός περιβάλλοντος όπου το διεθνές εμπόριο παρουσιάζει κάμψη, οι εμπειρογνώμονες της ΕΚΤ μείωσαν σημαντικά τις προβολές τους για την οικονομική ανάπτυξη» τονίζεται, στην σχετική ανακοίνωση.

Οι δύο «βάρκες» της ΕΚΤ

Η σημερινή απόφαση της κεντρικής τράπεζας επέρχεται σε ένα ιδιαιτέρως ρευστό περιβάλλον στην Ευρωζώνη, καθώς η Φρανκφούρτη καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα σε δύο «βάρκες».

Από τη μία πλευρά, ο πληθωρισμός παραμένει σε υπερδιπλάσια επίπεδα σε σχέση με τον μεσοπρόθεσμο στόχο (5,3% έναντι 2%), ενόσω οι ενεργειακές πιέσεις εντείνονται εκ νέου και οι τιμές του πετρελαίου παίρνουν την… ανηφόρα.

Από την άλλη πλευρά, η οικονομία αναμένεται να εμφανίσει σημαντική επιβράδυνση το 2023 (στο +0,8% η εκτίμηση της Κομισιόν), με τους αναλυτές να περιμένουν ακόμη και ύφεση στη Γερμανία (στο -0,4% η εκτίμηση της Κομισιόν).

Μέσα σ΄ αυτό το πλαίσιο, η μάχη μεταξύ «γερακιών» και «περιστεριών» στα ενδότερα της ΕΚΤ ήταν -και εξακολουθεί να είναι- σκληρή και έντονη, με κάθε μία από τις δύο πλευρές να έχει τα… δίκια της.

Τα «γεράκια», βλέποντας τον πληθωρισμό να επιμένει, ζητούν διατήρηση των υψηλών επιτοκίων (σφιχτή νομισματική πολιτική), ενώ τα «περιστέρια», βλέποντας την ανάπτυξη να «πνίγεται», ζητούν σταδιακή μείωση των επιτοκίων (χαλαρή νομισματική πολιτική).

Η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, επομένως, καλείται να αναλάβει τον ρόλο του μεσολαβητή, συγκεράζοντας τις απόψεις των δύο αντίπαλων στρατοπέδων.

Ας μην ξεχνάμε ότι τα υψηλά επιτόκια, ναι μεν συνδράμουν στην αναχαίτιση των ανατιμήσεων, αλλά ταυτόχρονα υπονομεύουν τις προοπτικές της οικονομίας, λόγω του μεγαλύτερου κόστους χρήματος. Αντίθετα, τα χαμηλά επιτόκια αφενός ενισχύουν την ανάπτυξη, αφετέρου τροφοδοτούν τον πληθωρισμό.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας