HSBC: Εκτεθειμένη λόγω χρέους σε δημοσιονομικά σοκ η ελληνική οικονομία-Απαιτούνται μέτρα

664
Εκτεθειμένη λόγω χρέους σε δημοσιονομικά σοκ

H Ελλάδα μπορεί να δυσκολευτεί να σταθεροποιήσει τον δείκτη χρέους, με αποτέλεσμα να παραμείνει εκτεθειμένη σε μελλοντικά δημοσιονομικά σοκ

Εκτεθειμένη σε πολλαπλά δημοσιονομικά σοκ λόγω υψηλού χρέους είναι η ελληνική οικονομία, σύμφωνα με όσα αναφέρει η HSBC, με τη βρετανική τράπεζα να επισημαίνει την ανάγκη για λήψη μέτρων.
Οι προϋπολογισμοί των κρατών μελών της ΕΕ για το 2022 κατατέθηκαν προς αξιολόγηση στην Κομισιόν, ώστε να τύχουν της ανάλογης επεξεργασίας και εντέλει έγκρισης ή απόρριψης.
Αναμφίβολα, οι μέχρι τώρα ισχυρές οικονομικές επιδόσεις στην ευρωπαϊκή επικράτεια οδήγησαν πολλές χώρες στο να αναθεωρήσουν προς τα κάτω τις εκτιμήσεις τους για το έλλειμμα.
Ωστόσο, σύμφωνα με την HSBC, αντί να κρατήσουν «κεφαλαιακό απόθεμα» για το «απρόβλεπτο», άρχισαν να ξοδεύουν ασύστολα, ελπίζοντας τοιουτοτρόπως να ενισχύσουν την οικονομική ανάκαμψη.
Σύμφωνα με τη βρετανική τράπεζα, η τρέχουσα πολιτική θα οδηγήσει σε μείωση του ΑΕΠ της ΕΕ στο 4,2% το 2022, από 7%.
Σε ό,τι αφορά τις δημοσιονομικές δαπάνες, λαμβανομένου υπόψη του Ταμείου Ανάκαμψης, θα κυμανθούν στο 3,8%.
Όμως, με τα τρία τέταρτα των κεφαλαίων να αφιερώνονται στη στήριξη των επενδύσεων, θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα για τη συσσώρευση κεφαλαίου, αποτρέποντας μια απότομη πτώση των δημοσίων επενδύσεων, όπως στα χρόνια της λιτότητας που ακολούθησαν την Παγκόσμια Χρηματοπιστωτική Κρίση.
Σε αυτό το πλαίσιο, όπως αναφέρει η HSBC, καθώς δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα οποιασδήποτε μορφής εξυγίανσης των δημόσιων οικονομικών, η πανδημία αναμένεται να αφήσει και την Ελλάδα με υψηλά διαρθρωτικά ελλείμματα.
Η υψηλότερη ανάπτυξη θα μπορούσε να συμβάλει στη μείωσή τους με την πάροδο του χρόνου, υπό τον όρο ότι είναι βιώσιμη, ωστόσο θα απαιτηθούν μέτρα, τα οποία θα μπορούσαν να αποδειχθούν δύσκολα, δεδομένου του πολιτικού κόστους το οποίο ενέχουν.
Προς το παρόν, όλοι είναι χαρούμενοι με την τρέχουσα δημοσιονομική επέκταση… ωστόσο θα ανησυχήσουν αργότερα..
Γενικά, οι χώρες μέλη της ΕΕ αναθεώρησαν προς τα κάτω τις προβλέψεις τους για το έλλειμμα του 2021 λόγω τριών παραγόντων:
α) της ισχυρότερης από το αναμενόμενο οικονομική ανάπτυξη.
β) των αποταμιεύσεων των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών.
γ) και της προεξόφλησης «άσχημων» νέων κατά τις εαρινές προβολές των υπουργείων Οικονομικών. Αυτό σήμαινε ότι θα μπορούσαν να εκδώσουν προκαταβολικά ομόλογα κεφαλαιοποιώντας τις πολύ ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης στην αρχή του έτους.
Σε αυτό το πλαίσιο, σύμφωνα με την HSBC, το έλλειμμα της ευρωζώνης θα ανέλθει στο 7,2% του ΑΕΠ το 2021.

Χρειάζεται αποταμίευση

Χάρη στις καλύτερες δημοσιονομικές επιδόσεις φέτος, η Ελλάδα θα ξεκινήσει από καλύτερη αφετηρία σε ό,τι αφορά το έλλειμμα του 2022.
Ωστόσο αυτό φαίνεται, σύμφωνα με τη βρετανική τράπεζα, να αγγίζει το 10% του ΑΕΠ, καθώς η κυβέρνηση έχει διάθεση να δαπανήσει ξοδεύοντας τα δημοσιονομικά κέρδη που απεκόμισε το 2021, αντί να τα χρησιμοποιήσει για την περαιτέρω μείωση των ελλειμμάτων – στο ίδιο μήκος κύματος στο οποίο κινούνται και άλλες κυβερνήσεις.
Συνεπεία των προαναφερθέντων, το 2022, αναγκαστικά, θα είναι έτος δημοσιονομικής σύσφιξης στην ευρωζώνη, με την Ελλάδα να απαιτείται να αυστηροποιήσει την πολιτική της κατά 5% του ΑΕΠ.
Βέβαια, σε γενικές γραμμές, η αυστηροποίηση του επόμενου έτους θα αντανακλά σε μεγάλο βαθμό τη σταδιακή κατάργηση των μέτρων έκτακτης στήριξης που είχαν παρθεί λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού.
Σημειώνεται δε πως λόγω της φύσης τους αυτά τα μέτρα θεωρούνταν πάντα ψευδοκυκλικά μέτρα και όχι διαρθρωτικά, ενώ δεν καλύπτονται από τις τυπικές ελαστικότητες φορολογίας και δαπανών, καθώς είναι η πρώτη φορά που εφαρμόζονται περιορισμοί στην οικονομική δραστηριότητα αυτής της κλίμακας.
Ως εκ τούτου, σύμφωνα με την HSBC, γενικότερα στην ΕΕ, η άρση των περιορισμών δεν συνιστά σοβαρή δημοσιονομική σύσφιξη και δεν αναμένεται εξ αυτού του λόγου σημαντική επιβράδυνση της ανάπτυξης.
Επισημαίνεται δε οι δαπάνες χάρη στο Ταμείο Ανάκαμψης θα αυξηθούν το 2022 και η Ελλάδα είναι από τις πλέον ευνοημένες (με σχεδόν 2% του ΑΕΠ).
Επιπροσθέτως, η ρήτρα διαφυγής είναι ακόμη εν ισχύι, ενώ ανάλογα με την κυβέρνηση που θα σχηματιστεί στη Γερμανία ενδέχεται να υπάρξει παράταση της δημοσιονομικής επέκτασης στον κοινό ευρωπαϊκό χώρο.

Η κληρονομιά της κρίσης

Μέχρι εδώ, λοιπό, όλα καλά. Η υποστηρικτική στάση της δημοσιονομικής πολιτικής βοήθησε την οικονομία της ευρωζώνης να ανακάμψει γρήγορα και περιόρισε τις ουλές που άφησε η πανδημία.
Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι αυτή η εκτεταμένη υποστήριξη σημαίνει ότι τα φορολογικά έσοδα ενδέχεται να μην ανακάμψουν πλήρως και έτσι οι χώρες της ΕΕ, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, πιθανότατα να εξέλθουν της κρίσης με υψηλά διαρθρωτικά ελλείμματα.

Οι περισσότερες χώρες αναμένουν ότι το παραγωγικό κενό θα καλυφθεί, γενικά, το 2022, πράγμα που σημαίνει ότι το μεγαλύτερο μέρος του υπολειπόμενου ελλείμματος είναι διαρθρωτικό.
Η υψηλότερη ανάπτυξη μπορεί να συμβάλει στον περιορισμό των ελλειμμάτων.
Όμως, σε κάποιο σημείο, φαίνεται πιθανό ότι θα απαιτηθούν μέτρα εξυγίανσης.
Σε κάθε περίπτωση αβεβαιότητα προκαλεί το τι θα γίνει με τους κοινούς δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ (Σύμφωνο Σταθερότητας), με τους Βόρειους να πιέσουν για άμεση επαναφορά στην κανονικότητα.
Σύμφωνα με την HSBC, ακόμα και αν αλλάξει το δημοσιονομικό σύμφωνο, ο αντίκτυπος θα είναι μέτριος, με τις χώρες της Νότιας Ευρώπης να παρουσιάζουν κατά μέσο όρο έλλειμμα της τάξης του 5% (πρωτογενές έλλειμμα κοντά στην περιοχή του 2,5%).

Έτσι, παρόλο που το κόστος δανεισμού έχει μειωθεί, η Ελλάδα μπορεί να δυσκολευτεί να σταθεροποιήσει τον δείκτη χρέους προς το ΑΕΠ, με αποτέλεσμα να παραμείνει εκτεθειμένη σε μελλοντικά δημοσιονομικά σοκ.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας