Κάποιες σκέψεις για την συγκυρία:
1) Οι εργαστηριακοί έλεγχοι στη χώρα έχουν περιοριστεί δραστικά. Ο περιορισμός των διαγνωστικών ελέγχων δεν δικαιολογείται από απολύτως καμιά επιδημιολογική αντίληψη, το αντίθετο μάλιστα. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας αλλά και η πρόσφατη εμπειρία των ασιατικών κυρίως χωρών για την αντιμετώπιση της πανδημίας, δείχνουν ότι η εκτεταμένη προσπάθεια διάγνωσης κρουσμάτων είναι μονόδρομος στον περιορισμό της νόσου, όχι μόνο γιατί μπορούν να απομονωθούν πιο ουσιαστικά οι νοσούντες (που γνωρίζουν ότι είναι νοσούντες) αλλά και επειδή ένας ικανός αριθμός μετρήσεων βοηθάει την εκπόνηση έγκυρων επιδημιολογικών μελετών. Οι μελέτες αυτές είναι το πιο ουσιαστικό εργαλείο για τη λήψη αποφάσεων (προσεγγίζεται η ανάπτυξη του ιού στη χώρα και άρα σταθμίζεται η επίδραση των μέτρων που έχουν παρθεί και η αναγκαιότητα επιβολής νέων).
2) Δεν είμαι καθόλου σίγουρος αν αυτή η αδράνεια προκύπτει από πολιτική ατολμία και ιδεοληψία (θα έπρεπε ήδη να είχε επιτάξει όλες τις ιδιωτικές κλινικές και να χρησιμοποιούνται τα αντιδραστήριά τους για τους ελέγχους) ή αν είναι περισσότερο ‘’τεχνικό’’ το θέμα (ίσως το διαλυμένο εθνικό σύστημα υγείας δεν μπορεί αυτή τη στιγμή να πραγματοποιήσει γενικευμένους ελέγχους). Μάλλον είναι και τα δύο.
3) Αν πρέπει να απαντήσουμε στο ερώτημα τι κάνουμε σήμερα, αν πρέπει να αυστηροποιηθούν τα μέτρα, αν πρέπει να πάμε σε γενική και καθολική καραντίνα, η απάντηση είναι δύσκολη γιατί πρέπει να σταθμίσει πολλές παραμέτρους και τα στοιχεία που διαθέτουμε είναι ανεπαρκή. Παρόλα αυτά, η αίσθηση που έχω λαμβάνοντας υπόψη επιδημιολογικές μελέτες που έγιναν σε άλλες χώρες, τον βαθμό (αν)ικανότητας του ΕΣΥ, τον βαθμό (αν)ικανότητας του πολιτικού προσωπικού που διαχειρίζεται την κρίση και τον βαθμό (αν)ικανότητας των συμπολιτών μας να κατανοήσουν σε βάθος την κρισιμότητα της κατάστασης, είναι ότι έπρεπε να έχουμε μπει σε γενική καραντίνα χθες, όχι σήμερα.
4) Αυτό που ζει όλος ο πλανήτης δεν είναι όμως μια φυσική καταστροφή, λες κ έπεσε κάποιος μετεωρίτης κ μετράμε νεκρούς χωρίς να φταίει κανείς. Η έκταση που παίρνει το φαινόμενο είναι σε συνάρτηση (όχι μόνο αλλά κυρίως) με την ετοιμότητα των συστημάτων υγείας : η νεοφιλελεύθερη αποδόμηση του κοινωνικού κράτους επί δεκαετίες στην Ευρώπη έχει συσσωρεύσει τραγικά αποτελέσματα τα οποία τα βιώνουμε σήμερα.
5) Στα δικά μας τώρα, πέρα από το υγειονομικό σκέλος (που είναι και το κυρίαρχο) πρέπει να δούμε και το οικονομικό – πολιτικό. Είναι γνωστό και δεδομένο ότι το κεφάλαιο και το κράτος πάντοτε τείνουν να μονιμοποιούν προς το συμφέρον τους τις αρνητικές συνέπειες των καταστάσεων ανάγκης όπως αυτή που ζούμε. Πρέπει να δοθεί μάχη ώστε οι δυσμενείς επιπτώσεις στις εργασιακές σχέσεις (απολύσεις και στέρηση δικαιωμάτων) να μην γενικευθούν και εδραιωθούν. Ο κοινωνικός ιστός εξαρτάται από την αξιοπρέπεια της εργασίας και η στήριξη των εργαζόμενων κατά τη διάρκεια και μετά από αυτή την κρίση είναι κομβικής σημασίας.
6) Καταρρέουν καθημερινά όλα τα επιχειρήματα που θέλουν το αόρατο χέρι της αγοράς και την ιδιωτική πρωτοβουλία να είναι εγγυητές της ανθρώπινης ζωής. Η μόνη ρύθμιση που έχει γίνει μέχρι στιγμής από τις αγορές , είναι της μαύρης αγοράς στα αντισηπτικά και στις μάσκες.
7) Δεν πρόκειται να βγει η κρυμμένη σοσιαλιστική πλευρά των φιλελεύθερων λόγω της έκτακτης ανάγκης (τους βλέπουμε να ομνύουν υπέρ του δημόσιου συστήματος υγείας και τρίβουμε τα μάτια μας), ούτε θα τους πιάσουν οι τύψεις για την κατασυκοφάντηση του οτιδήποτε είχε σχέση με το δημόσιο τόσα χρόνια. Το πολύ πολύ να δώσουν μια περίοδο χάριτος στους γιατρούς του ΕΣΥ, και να τους χρησιμοποιήσουν μάλιστα και ως εργαλείο για κοινωνικό αυτοματισμό (οι καλοί γιατροί που θυσιάζονται σε αντίθεση με τους κακούς καθηγητές που τεμπελιάζουν). Παρόλα αυτά η συγκυρία είναι ευνοϊκή για να μπει πολύ σθεναρά το αίτημα για ενίσχυση του ΕΣΥ και προσλήψεις γιατρών και νοσηλευτών εδώ και τώρα. Και να ανοίξει ξανά και με έμφαση η συζήτηση για τον ρόλο του κράτους : το κράτος δεν είναι βάρος όπως πιστεύουν οι περισσότεροι.
8) Η ατομική ευθύνη είναι υπαρκτή αλλά δεν μπορεί να επισκιάσει την κυβερνητική, την ευθύνη του ελληνικού αστισμού. Ούτε φυσικά μπορεί να συμψηφιστεί με αυτή. Είναι γεγονός ότι μια μειοψηφία (θέλω να πιστεύω) των συμπολιτών μας δεν έχουν ζυγίσει σωστά την κατάσταση και δεν έχουν αντιληφθεί την κρισιμότητά της, γι’ αυτό και συνεχίζονται άσκοπες κοινωνικές συσχετίσεις, μαζώξεις, εκδρομές κλπ. Αυτή η υπαρκτή έλλειψη ατομικής ευθύνης (που στην προέκτασή της είναι κοινωνική ευθύνη) γίνεται βούτυρο στο ψωμί της κυβέρνησης αφού επιδίδεται τις τελευταίες μέρες μέσω των ΜΜΕ σε μια προπαγάνδα με στόχο το γνωστό blame game: όταν θα χειροτερέψουν τα πράγματα σε 2-3 εβδομάδες θα φταίνε οι ανεύθυνοι εκδομείς, όχι οι πολιτικές τους προτεραιότητες και επιλογές, ούτε η μακροχρόνια λιτότητα που απογύμνωσε τα νοσοκομεία και τα κέντρα υγείας, τσάκισε το δημόσιο σύστημα και υποστελέχωσε τις υπηρεσίες υγείας.
9) Ακόμη πιο άθλιο blame game ήταν και αυτό που έπαιζε επί 10 μέρες η κυβέρνηση με την εκκλησία. Η ιεραρχία της εκκλησίας ανήγαγε τον κορονοϊό σε τεστ πίστεως και θεολογικό επίδικο, υποστηρίζοντας ότι δεν μεταδίδεται εντός των ναών, ούτε με τη θεία κοινωνία, και προφανώς δεν ήθελε να αυτοακυρωθεί στους ακολούθους της και να κλείσει τους ναούς για λόγους δημόσιας υγείας : παρακάλαγε να το κάνει η πολιτεία αυτό, η οποία άργησε δραματικά, αδικαιολόγητα και ίσως και εγκληματικά πολύ.
10) Είναι εντελώς οξύμωρο, ανυπόφορο αλλά και επιβεβλημένο το γεγονός ότι για να σωθεί η κοινωνία πρέπει να απαρνηθεί τον εαυτό της, δηλαδή τις κοινωνικές συσχετίσεις και ζυμώσεις. Μένουμε σπίτι σήμερα με στόχο να σταθούμε όρθιοι-ες ώστε να βγούμε στο δρόμο αύριο.