Η εισβολή των κρυπτονομισμάτων στις συναλλαγές μετά τη γέννηση του bitcoin το 2008, ήταν ουσιαστικά μια μεγάλη οικονομική και κυρίως πολιτική ανατροπή, καθώς διαφαίνοταν ότι αυτά μπορούν να αποτελέσουν ένα ανεξάρτητο τρόπο συναλλαγών, έξω από το ελεγχόμενο νομισματικό σύστημα που ελέγχει τα μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα. Η αναμενόμενη επικείμενη αντεπίθεση του συστήματος θα δημιουργήσει ένα άλλο ακόμη δρόμο προς την οργουελική δυστοπία του “1984”.
Η ραγδαία ανάπτυξη της ψηφιακής τεχνολογίας έχει επικυριαρχήσει στο γίγνεσθαι της ανθρωπότητας τα τελευταία είκοσι χρόνια, αναπτύσσοντας απίστευτες εφαρμογές και επεκτείνοντας τις ασύλληπτες της δυνατότητές. Η τεχνολογία peer-to-peer (P2P), ένα δίκτυο υπολογιστών που τους επιτρέπει να μοιράζονται μεταξύ τους και ισοδύναμα τους “πόρους”, την επεξεργαστική ισχύ και τον αποθηκευτικό χώρο, οδήγησε στην τεχνολογία της αλυσίδας blockchain.
Η συγκεκριμένη τεχνολογία συνδέει ένα δίκτυο ομότιμων κόμβων, δηλαδή ένα δίκτυο χρηστών που δημιουργούν και μοιράζονται κάτι κοινό, όπως ένα αρχείο, που όμως το διαφυλάττουν μεταξύ τους, τηρώντας αυστηρά ένα πρωτόκολλο συναίνεσης και δημιουργώντας έτσι εμπιστοσύνη μεταξύ τους.
Πάνω σε αυτή την εμπιστοσύνη στηρίχθηκε και το ψηφιακό νόμισμα bitcoin, επιτρέποντας συναλλαγές χωρίς κανένα έλεγχο από κεντρική τράπεζα ή άλλη νομισματική αρχή, με μόνο ρυθμιστή το πρωτόκολλο εμπιστοσύνης-απόδειξης των συναλλαγών. Έτσι συγκροτήθηκε εκτός συστήματος μια αγορά, το μέγεθος της οποίας εκτιμάται σε ένα τρισεκατομμύριο δολάρια! Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που ο Τζούλιαν Ασάνζ θεωρεί την κρυπτογραφία «θεμέλιο της ελευθερίας» στην εποχή μας.
Το σύστημα αντέδρασε διαβάλλοντας τα κρυπτονομίσματα, επικαλούμενο τις δυνατότητες τους για παράνομες συναλλαγές (εμπόριο όπλων, ναρκωτικών κ.ά.). Αλλά, όταν το Facebook με τους 2,5 δισεκατομμύρια χρήστες, ανακοίνωσε την πρόθεσή του να δημιουργήσει στην παγκόσμια διαδικτυακή αγορά, το κρυπτονόμισμα libra (λίβρα) και ένα ηλεκτρονικό πορτοφόλι που θα λέγεται Calibra -θα λειτουργεί μέσω Facebook Messenger και WhatsApp- οι αμερικανικές αρχές του τράβηξαν ένα πρόστιμο 5 δισ. δολαρίων και η libra έμεινε στα χαρτιά.
Το κρυπτονόμισμα φοβίζει τις κεντρικές τράπεζες
Είναι σαφές πως οι κεντρικές τράπεζες φοβούνται τα κρυπτονομίσματα γιατί θα χάσουν τον έλεγχο των ροών, των ποσοτήτων του χρήματος και των συστημάτων πληρωμών, αν οι μεγάλοι ιδιώτες παγκόσμιοι παίκτες αρχίσουν να εκδίδουν ψηφιακά νομίσματα και κρυπτονομίσματα.
Όμως, η συνεχιζόμενη επέκταση της αγοράς των κρυπτονομισμάτων, παρά τα σκαμπανεβάσματα και κυρίως την αδυναμία του συστήματος να την ελέγξει, οδήγησε τις κεντρικές τράπεζες της ΕΕ και της Κίνας και όχι μόνο, στο να ξανασκεφτούν το όλο ζήτημα. Φαίνεται πως πολλές κεντρικές τράπεζες δρομολογούν την έκδοση ψηφιακών νομισμάτων (CBDCs) που βεβαίως δεν θα τα λένε κρυπτονομίσματα, γιατί δεν θα είναι, αφού θα είναι απολύτως ελεγχόμενα. Στην ουσία θα είναι μια μετεξέλιξη της χρεωστικής ή της πιστωτικής.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) έντρομο κι αυτό μπροστά στην προοπτική των ιδιωτικών ψηφιακών νομισμάτων και της ανάπτυξης της αγοράς των κρυπτονομισμάτων, εκπόνησε μία μελέτη. Σε αυτή διατυπώνεται η απειλή, να υποκαταστήσουν τα ψηφιακά νομίσματα τα εγχώρια νομίσματα στις εσωτερικές αγορές, κι έτσι να ακυρώσουν κάθε έννοια νομισματικής πολιτικής. Στην ουσία, χωρίς να το λέει, βάζει πλάτη στις κεντρικές τράπεζες, να βγάλουν επίσημα, άρα ελεγχόμενα, ψηφιακά νομίσματα.
Όμως, κι αυτή η προοπτική φαίνεται ότι θα φέρει στο σύστημα, προβλήματα πολιτικού χαρακτήρα, αυτή τη φορά. Τα επίσημα ψηφιακά νομίσματα θα είναι όπως οι πλαστικές κάρτες, δηλαδή, το σύστημα θα ξέρει πού και τι αγόρασες και θα εντοπίζεσαι, όπως στις αστυνομικές ταινίες που βρίσκουν αμέσως ότι πλήρωσες το τάδε ξενοδοχείο δωμάτιο κ.ο.κ.
Στην ουσία, τα ψηφιακά νομίσματα θα υποκαταστήσουν τα μετρητά, επίμονη προσπάθεια που γίνεται ούτως ή άλλως και τώρα από το σύστημα, με την επιβολή των συναλλαγών μέσω τραπέζης, τον “έλεγχο” των μεγάλων χαρτονομισμάτων (500αρικα ευρώ) και τις συναλλαγές με κάρτα. Συνεπώς, τα επίσημα ψηφιακά νομίσματα θα επεκτείνουν με το πρόσχημα των παράνομων συναλλαγών και της πάταξης της φοροδιαφυγής, τον “καπιταλισμό της επιτήρησης“, στερώντας μία ακόμη διάσταση της ιδιωτικότητας και της ελευθερίας του πολίτη.