Με τη συνέντευξή του στη ΔΕΘ, ο Αλέξης Τσίπρας όχι µόνο δεν επιχείρησε να κρύψει τη σοσιαλφιλελεύθερη µετάλλαξη του κόµµατός του, αλλά αντίθετα επέλεξε να τη θέσει στο κέντρο της δηµόσιας προσοχής.
Η κίνηση έχει τη σηµασία της: προειδοποιεί για το «χρώµα» που θα έχουν οι ενδοσυστηµικές πολιτικές αντιπαραθέσεις στο επόµενο διάστηµα και µέχρι τις εκλογές, ενώ ταυτόχρονα περιγράφει το πεδίο πάνω στο οποίο η ηγετική οµάδα του ΣΥΡΙΖΑ θα επιχειρήσει τις διευρύνσεις των συµµαχιών της, αλλά και τις ανατροπές ισχύος στο εσωτερικό του «παλιού» ΣΥΡΙΖΑ, όπου ακόµα και κάποιοι βαρόνοι της παραδοσιακής ανανεωτικής Αριστεράς δεν θα έχουν για πολύ καιρό λόγους να κοιµούνται ήσυχοι.
Ο Αλ. Τσίπρας εκτοξεύτηκε από την αφάνεια πατώντας πάνω σε ένα ευρύ λαϊκό κύµα ριζοσπαστικοποίησης και αγώνων, αυτό που συµπύκνωνε η υπόσχεση της ανατροπής των µνηµονίων και της λιτότητας. Χρησιµοποίησε το πρόσχηµα «να αποφύγουµε πάση θυσία το Grexit» για να ακυρώσει αυτήν την υπόσχεση (όπως και το αποτέλεσµα του δηµοψηφίσµατος…). Όµως σε αυτό το «µεταβατικό» διάστηµα η οµάδα Τσίπρα είχε ακόµα ανάγκη «φύλλων συκής»: ισχυριζόταν ότι υποχρεώθηκε µεν να υπογράψει το Μνηµόνιο 3 αλλά «δεν αναλάµβανε την πατρότητά του», ισχυριζόταν ότι θα επιβάλει µεν τα νεοφιλελεύθερα µέτρα της συµφωνίας µε τους δανειστές αλλά δεν συµφωνεί µε αυτά και δεσµευόταν να αναζητήσει τα διαβόητα «αντίµετρα». Ήταν η εποχή που ο Αλ. Τσίπρας και η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ χάραζαν µια νεοφιλελεύθερη πολιτική, αλλά –τάχα– «µε ανθρώπινο πρόσωπο». Αυτή η φάση ανήκει στο παρελθόν.
Στη ΔΕΘ ο Τσίπρας περιέγραψε τον ΣΥΡΙΖΑ του Gr-invest. Το κόµµα που θα αντιµετωπίσει, λέει, την κρίση οργανώνοντας ένα µαζικό κύµα (ξένων κυρίως) επενδύσεων, αλλά και τη συµφιλίωση των λαϊκών δυνάµεων µε την (υγιή βεβαίως βεβαίως) «επιχειρηµατικότητα». Τη στροφή αυτή υπογράµµισε η υπερπροβολή της επίσκεψης Μακρόν, η ταύτιση του Τσίπρα µε έναν πρώην σοσιαλδηµοκράτη που είναι πιο νεοφιλελεύθερος από πολλούς του παλιού ντόπιου µνηµονιακού χώρου, τόσο του ΠΑΣΟΚ όσο και της ΝΔ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ του Gr-invest αναλαµβάνει πλήρως την ιδιοκτησία του Μνηµονίου 3 και επιπλέον ισχυρίζεται ότι αυτό υπήρξε σωτήριο: αυτό θα µας βγάλει (κάποτε…) από την κρίση. Ο ΣΥΡΙΖΑ του Gr-invest αναλαµβάνει πλήρως την πατρότητα των ιδιωτικοποιήσεων και επιπλέον ισχυρίζεται ότι αυτές είναι σωτήριες: µόνο έτσι θα αντιµετωπιστεί, λέει, η ανεργία. Ο Τσίπρας του Gr-invest εξακολουθεί να αναφέρεται αρνητικά στη «σκληρή επιτροπεία» που –τάχα– θα τελειώσει το 2019-20, αλλά θεωρεί αναγκαία, ίσως και σωτήρια, την «ήπια επιτροπεία» µέχρι το… 2060, γιατί δεν προτίθεται, λέει, να δεχθεί χαλάρωση της προσπάθειας για «µεταρρυθµίσεις», δεν πρόκειται να επιτρέψει (!) την επιστροφή στις εργατικές και λαϊκές συνήθειες που οδήγησαν στην κρίση του 2009…
Με τη στροφή αυτή ο Αλ. Τσίπρας κάνει ένα ακόµα «ποντάρισµα», µε κυρίαρχο κριτήριο την παραµονή του στην εξουσία. Γνωρίζοντας ότι η πραγµατική πολιτική είναι γραµµένη στο Μνηµόνιο 3, γνωρίζοντας ότι η «επιτροπεία» των δανειστών θα είναι αρκούντως σκληρή για να µην επιτρέπει φιλολαϊκές παρακάµψεις, αποφασίζει να βάλει τέλος στους δισταγµούς, στις τύψεις, στις αντιφάσεις που προκαλούν οι αναµνήσεις της αντιµνηµονιακής εποχής. Στην επόµενη πολιτική µάχη ο Τσίπρας θα πάει µε κέντρο τον ισχυρισµό ότι υπήρξε ο αποτελεσµατικότερος µνηµονιακός πολιτικός από το ξέσπασµα της κρίσης και µετά.
– Η εξέλιξη αυτή προκαλεί πονοκεφάλους στην ηγεσία της ΝΔ. Την εποµένη της ΔΕΘ το επιτελείο του Μητσοτάκη κατηγόρησε τον Τσίπρα για «ιµιτασιόν φιλελευθερισµό», αναγνωρίζοντας έµµεσα τον κίνδυνο µιας εκλογικής εισβολής του Τσίπρα στα µεσοστρώµατα που µέχρι σήµερα θεωρούσε εξασφαλισµένη εκλογική πελατεία της Δεξιάς. Η κατηγορία είναι βάσιµη: η στροφή του Τσίπρα στις θατσερικές ιδέες είναι βιαστική, άτεχνη και αντιφατική. Όµως αυτό δεν αποκλείει την πιθανότητα να είναι αποτελεσµατική: Ο Τσίπρας είναι στην κυβερνητική εξουσία, έχει δυνατότητα να παίρνει µέτρα και να αναπτύσσει πρωτοβουλίες που ισοφαρίζουν την προφανή ιστορική και ιδεολογική αντίφαση. Τα ανοίγµατα της παρέας του Μαξίµου στους start-ups και στους λοιπούς νέους λύκους της επιχειρηµατικότητας δείχνουν µια τάση που θα έχει συνέχεια.
– Η εξέλιξη αυτή δείχνει την πολιτική περί των συµµαχιών που έχει στο µυαλό της η ηγεσία του Μαξίµου. Η αρθρογραφία του Τσίπρα για τον «ιστορικό ρόλο του Α. Παπανδρέου» φωτίζεται πλέον διαφορετικά. Σε αντίθεση µε τον Α. Παπανδρέου –που έκανε το «άνοιγµα» του ΠΑΣΟΚ σε µια περίοδο ριζοσπαστισµού, ενσωµατώνοντας συνθήµατα και αιτήµατα αυθεντικά εργατολαϊκών δυνάµεων– ο Τσίπρας ανοίγει τον ΣΥΡΙΖΑ προς τη σοσιαλδηµοκρατία, σε µια περίοδο σκληρής µνηµονιακής λιτότητας, σε σύγκρουση µε τις εργατολαϊκές ελπίδες και προσδοκίες. Ανεξάρτητα από το τι λέει και τι γράφει ο Αλ. Τσίπρας, το «µοντέλο» προς το οποίο κινείται είναι αυτό του Κ. Σηµίτη και όχι αυτό του 1981. Είναι το µοντέλο της σοσιαλδηµοκρατίας στην περίοδο της ιστορικής, της τελικής νεοφιλελεύθερης µετάλλαξής της. Και γι’ αυτό τα «ψάρια» που θα πιάσει το δίχτυ του Τσίπρα θα είναι περιορισµένης ποσότητας και ποιότητας: η προσχώρηση κάποιων ακόµα παραγόντων και πολιτευτών του πρώην ΠΑΣΟΚ δεν µπορεί να συγκριθεί µε το δυναµισµό που έδινε στο κόµµα του Α. Παπανδρέου η µαζική προσχώρηση των «εαµογενών» το 1981.
– Η εξέλιξη αυτή, τέλος, τροποποιεί οριστικά τους συσχετισµούς στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Όσοι εξακολουθούν να έχουν αυταπάτες ότι µε κάποιον περίπλοκο τρόπο παραµένουν συνδεδεµένοι µε το Κ (όπως κοµουνισµός, όπως κόµµα και όχι παρέα φίλων του αρχηγού), καλούνται από τον Τσίπρα να δηλώσουν επιλογή. Ο Ν. Φίλης έγραψε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν µπορεί, δεν θέλει και δεν πρέπει να γίνει ΠΑΣΟΚ, αλλά µέσα στο κόµµα του η επιχείρηση µετατροπής σε µακρονικού τύπου σοσιαλδηµοκρατία είναι σε πλήρη καλπασµό. Η αµεσότητα της δεξιάς µετατόπισης του Τσίπρα στη ΔΕΘ δεν αφήνει πλέον σε κανέναν άλλοθι για καθυστερήσεις.
Ποιες προοπτικές έχει αυτή η στροφή; Λίγες, επισφαλείς και αβέβαιες. Η ελπίδα του Τσίπρα να σωθεί παρουσιάζοντας «θετικά οικονοµικά αποτελέσµατα» µπορεί να αποδειχθεί τραγική αυταπάτη, την ώρα που οι διεθνείς γκουρού του νεοφιλελευθερισµού πουλάνε µαζικά τις µετοχές τους προβλέποντας νέα «βουτιά» του καπιταλισµού στην κρίση. Η επικοινωνιακή υπεροχή, οι δηµαγωγίες και οι τακτικισµοί του Μαξίµου δεν αρκούν για να καλύψουν την πραγµατικότητα: που λέει ότι στα εφτά χρόνια της µνηµονιακής εποχής, τα λαϊκά νοικοκυριά έχασαν το 33% του εισοδήµατός τους.
Η ολοκλήρωση της µνηµονιακής νεοφιλελεύθερης στροφής του Τσίπρα φέρνει αναµφισβήτητα στην επιφάνεια ένα τεράστιο κενό: το κενό της πολιτικής έκφρασης των εργατικών και λαϊκών δυνάµεων, το κενό που παλιότερα προσωρινά κάλυψε ο ΣΥΡΙΖΑ στην ανοδική πορεία του µετά το 2010…
*Αναδημοσίευση από την “Εργατική Αριστερά” φ.391 (13/9/17)