Κριτική – Ομάδα Kursk: «Λεντς» του Γκέοργκ Μπύχνερ στο Bios

2537
kursk

H θεατρική ομάδα Kursk σε σκηνοθεσία του Χάρη Φραγκούλη ανέβασε τις προηγούμενες μέρες, στο MainBios μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα παράσταση του έργου του Γκέοργκ Μπύχνερ Λέντς. Πρόκειται για τη δεύτερη ενασχόλησή της με έργο του γερμανού δημιουργού, αφού το 2012, έτος ίδρυσης της ομάδας, είχε επιλέξει να ανεβάσει το πιο γνωστό του θεατρικό έργο Βόυτσεκ.

Το λογοτεχνικό έργο του πρόωρα χαμένου Μπύχνερ –μόλις σε ηλικία 26 χρόνων πεθαίνει από τύφο– εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο του ρεαλιστικού κινήματος με έντονο ιστορικό και πεσιμιστικό χαρακτήρα. Μακριά από το ηρωικό ύφος του ρομαντισμού της προηγούμενης περιόδου, σε μια μετα-ναπολεόντεια Ευρώπη, που τρέμει, και γι’ αυτό πατάσσει με σφοδρότητα τις εθνικές και κυρίως τις κοινωνικές επαναστάσεις, ο Μπύχνερ δραστηριοποιείται πολιτικά στον χώρο του πρώιμου σοσιαλισμού. Συγγράφει ένα πολιτικό κείμενο –μανιφέστο– που το απευθύνει στους εξαθλιωμένους αγρότες της κατατμημένης σε δουκάτα Γερμανίας, και για τον λόγο αυτό αναγκάζεται να καταφύγει στο Στρασβούργο προκειμένου να γλιτώσει τη σύλληψη του από τις αρχές. Στα δύσκολα χρόνια που ακολουθούν, ολοκληρώνει τις σπουδές του στην ιατρική και παράλληλα συγγράφει τέσσερα έμμετρα θεατρικά (ένα έχει χαθεί), ανάμεσά τους το Βόυτσεκ (1836), και μια νουβέλα το Λεντς (1835).

Το Λεντς είναι, στην πραγματικότητα, ένα ημιτελές πεζό κείμενο, βασισμένο στο ημερολόγιο του ιερωμένου Όμπερλιν, που αφηγείται τις μέρες της επίσκεψης του θεατρικού συγγραφέα Τζάκομπ Μίκαελ Ράινχολντ Λεντς στο πρεσβυτέριο του στην πόλη Βάλντμπαχ, από τις 20 Ιανουαρίου έως τις 8 Φεβρουαρίου 1778, και τις πρώτες κρίσεις σχιζοφρένιας του τελευταίου, που εκδηλώνονται εκείνο τον καιρό. Λόγος στοχαστικός, με νύξεις που παραπέμπουν στις απαρχές του μηδενιστικού κινήματος, αντιπαραβάλει τον «ασθενή» ήρωα με τους «υγιείς» που τον πλαισιώνουν, θίγοντας ζητήματα θρησκευτικής πίστης, φιλοσοφίας και τέχνης.

Οι πέντε ηθοποιοί Σοφία Κόκκαλη, Αντρέας Κοντόπουλος, Ηρώ Μπέζου, Γιάννης Παπαδόπουλος και Μιχάλης Τιτόπουλος, η σκηνογράφος και ενδυματολόγος Μαρία Πανουργιά, ο μουσικός Κορνήλιος Σελαμσής, η επιμελήτρια κίνησης Χαρά Κότσαλη και ο ‘μαέστρος’ τους Χάρης Φραγκούλης, επέλεξαν να παρουσιάσουν το Λεντς επιστρατεύοντας μια ποικιλία θεατρικών τεχνικών, τέλεια εκτελεσμένων, καταφέρνοντας ένα εύρυθμο και αισθητικά άρτιο αποτέλεσμα. Κρατώντας πολύ από τον αφηγηματικό λόγο του κειμένου, στην εξαιρετικά αισθαντική μετάφραση του Μένη Κουμανταρέα, δημιούργησαν ένα «επικό» μπρεχτικό περιβάλλον μέσα στο οποίο όλοι οι ηθοποιοί αναλάμβαναν, εκτός από το ρόλο του αφηγητή και αρκετούς άλλους. Ο πρωταγωνιστικός ρόλος μοιράστηκε στους τρεις άνδρες ηθοποιούς, σε αντιστοιχία με τις τρεις διακριτές διαδοχικές φάσεις που ο ήρωας εμφανίζεται στο έργο. Ο σωματότυπος του καθενός χρησιμοποιήθηκε ώστε να εγγραφεί η φθίνουσα πορεία της υγείας του Λέντς. Οι διάλογοι που αναπτύσσονταν -σε μεγάλο βαθμό τους εμπεριείχε το πρωτότυπο- δεν περιορίζονταν στα πρόσωπα της σκηνής, αλλά, χρησιμοποιώντας τεχνικές της performance, ενέπλεκαν ευθύς εξ αρχής και τον θεατή σε ένα παιχνίδι διάδρασης. Αρχικά με το βλέμμα και το λόγο και στη συνέχεια με τη σωματική επαφή.

Τα σώματα των ηθοποιών κινήθηκαν σε έναν άδειο σκηνικό χώρο και χωρίς τη χρήση κανενός τεχνολογικού μέσου (μικρόφωνα, οθόνες…). Η μουσική της παράστασης εκτελέστηκε αποκλειστικά από τις φωνές τους. Τα ελάχιστα σκηνικά αντικείμενα, τα οποία έρχονταν στη σκηνή –σπρωγμένα ή συρόμενα τις περισσότερες φορές- διογκώνονταν μέσα από την ηχητική τους παρουσία. Φυσικά υλικά (μικρά βράχια, πέτρες, κλαδιά, νερό, βαμβάκι) με ελάχιστη ή καθόλου επεξεργασία, ένα πιάνο (που δεν χρησιμοποιήθηκε ως μουσικό όργανο) και ένας μεταλλικός κουβάς, απέκτησαν μεταφορική σημασία στον σκηνικό χώρο, παριστάνοντας άλλοτε ορεινά τοπία με χιονισμένα δάση και τρεχούμενα νερά, άλλοτε μια αυλή με ένα πηγάδι, άλλοτε το εσωτερικό ενός σπιτιού, μια τραπεζαρία με εδέσματα, ή ακόμα και τον άμβωνα ενός ιερού.

Η ομάδα Kursk δεν ξεχωρίζει μόνο γιατί έδωσε με το Λέντς μία από τις πιο ολοκληρωμένες θεατρικές παραστάσεις της φετινής αθηναϊκής σκηνής, αλλά γιατί απέδειξε με την ωριμότητα της δουλειάς της ότι μπορεί να αποτελέσει μια ουσιαστική παρακαταθήκη δημιουργίας και μια πολύσημη νότα αισιοδοξίας απέναντι στο τόσο δυσδιάκριτο και σκοτεινό πολιτισμικό μας μέλλον.

*Η Ναταλί Μηνιώτη είναι διδάκτωρ Θεατρολογίας.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας