Εννέα ολόκληρα χρόνια είχαν να ψηφίσουν σε γενικές εκλογές οι πολίτες του Λιβάνου. Στο διάστημα αυτό, κατέρρευσαν δύο κυβερνήσεις, η χώρα έμεινε για 29 μήνες χωρίς πρόεδρο της Δημοκρατίας και το Κοινοβούλιο παρέτεινε τη θητεία του για πέντε ολόκληρα χρόνια. Η Χώρα των Κέδρων πλήρωσε με την πολιτική της αποσταθεροποίηση και με ένα γιγαντιαίο κύμα προσφύγων (περίπου 1,5 εκατ. με έναν εγχώριο πληθυσμό μόλις 6 εκατ.) τον επταετή εμφύλιο πόλεμο στη γειτονική Συρία.
Στις βουλευτικές εκλογές ΅της Κυριακής ο μεγάλος νικητής ήταν η Χεζμποάχ και η… αποχή, που έφτασε το ποσοστό-ρεκόρ 51%. Με αυτό τον τρόπο ένα μεγάλο τμήμα των ψηφοφόρων και ιδίως των νέων εξέφρασε την κατακραυγή του απέναντι στο φατριαστικό πολιτικό σύστημα των διαιρέσεων σε θρησκευτική βάση, στη διαφθορά και στην οικογενειοκρατία. Αλλά και την αντίθεσή τους στην εμπλοκή της χώρας τους στη μεγάλη περιφερειακή σύγκρουση μεταξύ Ιράν και Σαουδικής Αραβίας, που απειλεί να ξαναζωντανέψει τα φαντάσματα του εμφυλίου πολέμου και να παρασύρει τον Λίβανο σε οδυνηρές περιπέτειες.
Στην εκλογική αναμέτρηση εφαρμόστηκε για πρώτη φορά ένα εξαιρετικά περίπλοκο εκλογικό σύστημα. Βάσει της συμφωνίας του Ταΐφ (1989), που τερμάτισε τον εμφύλιο πόλεμο, χριστιανοί και μουσουλμάνοι μοιράζονται σε ίσα μέρη τις 128 έδρες του Κοινοβουλίου. Ο νέος εκλογικός νόμος εισάγει στοιχεία αναλογικότητας.
Τα δύο μεγάλα μπλοκ που ήρθαν σε αντιπαράθεση ήταν, σχηματικά μιλώντας, εκείνο που βλέπει προς τη Δύση και τη Σαουδική Αραβία, από τη μια πλευρά, και εκείνο που στηρίζεται από το Ιράν και τη Συρία, από την άλλη. Στο πρώτο μπλοκ βασικές συνιστώσες ήταν το «Μέλλον» του σουνίτη πρωθυπουργού Σαάντ Χαρίρι και άλλοι συνδυασμοί σουνιτικών και χριστιανικών δυνάμεων.
Στο δεύτερο στρατόπεδο κυριαρχούν η σιιτική οργάνωση Χεζμπολάχ του Χασάν Νασράλα, από τους βασικούς συμμάχους του Μπασάρ Ασαντ στον συριακό εμφύλιο, η επίσης σιιτική «Αμάλ» του προέδρου της Βουλής Ναμπίχ Μπέρι και το Προοδευτικό Σοσιαλιστικό Κόμμα του ηγέτη των Δρούζων Ουαλίντ Τζουμπλάτ. Ενδιάμεση θέση κατέχει το Ελεύθερο Πατριωτικό Κίνημα του χριστιανού μαρωνίτη προέδρου Μισέλ Αούν και του γαμπρού του, υπουργού Εξωτερικών, Γκεμπράν Μπασίλ, το οποίο έχει αποκαταστήσει, πάντως, κανάλια συνεννόησης με τη Χεζμπολάχ.
Σύμφωνα με τα πρώτα αποτελέσματα, το μπλοκ της Χεζμπολάχ σημειώνει σημαντική άνοδο, εκταμιεύοντας πολιτικά την οργανωτική της ισχύ και την ενδυνάμωσή της μέσα από τη δοκιμασία του συριακού εμφυλίου πολέμου. Φαινόταν, μάλιστα, ότι υπερβαίνει τον μαγικό αριθμό των 65 εδρών (τουλάχιστον 67 σύμφωνα με την τελευταία καταμέτρηση), εξασφαλίζοντας απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή, σε συνεργασία με το συνδυασμό των Αούν-Μπασίλ.
Αντίθετα, η υψηλή αποχή έδρασε αρνητικά για το πιο ετερόκλητο κόμμα του Σαάντ Χαρίρι – γιου του πρώην πρωθυπουργού Ραφίκ Χαρίρι, που δολοφονήθηκε υπό μυστηριώδεις συνθήκες το 2005. Πάντως, ο Χαρίρι επικράτησε των ανταγωνιστικών σουνιτικών συνδυασμών, κάτι που σημαίνει ότι πιθανότατα θα συνεχίσει να είναι πρωθυπουργός, καθώς η συμφωνία του Ταΐφ προβλέπει έναν καταμερισμό εξουσίας στον οποίο ο πρόεδρος θα είναι πάντα χριστιανός, ο πρωθυπουργός σουνίτης και ο πρόεδρος της Βουλής σιίτης.
Μακρόν και Αούν
Τον περασμένο Νοέμβριο, ο Χαρίρι εμφανιζόταν ως πολιτικό πτώμα, καθώς ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά από τη Σαουδική Αραβία την παραίτησή του από την πρωθυπουργία. Γενική ήταν η αίσθηση ότι ο Χαρίρι και η οικογένειά του τελούσαν υπό την ομηρία της Σαουδικής Αραβίας, η οποία πίεζε για πιο σκληρή γραμμή έναντι της Χεζμπολάχ και του Ιράν.
Τελικά, διασώθηκε χάρη στην αποφασιστική παρέμβαση του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν και τη στήριξή του από τον πρόεδρο Αούν, ο οποίος είχε περάσει αρκετά χρόνια ως πολιτικός εξόριστος στη Γαλλία. Η ανάδειξη ενός πιο αποδυναμωμένου Χαρίρι ως πρωθυπουργού αποτελεί, υπό τις σημερινές συνθήκες, ιδανική εξέλιξη για τη Χεζμπολάχ και τους περιφερειακούς συμμάχους της, το Ιράν και τη Συρία.
Ενα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία της προχθεσινής αναμέτρησης ήταν η εμφάνιση νέων πολιτικών συνδυασμών από την κοινωνία των πολιτών, που ξεπερνούσαν τους θρησκευτικούς διαχωρισμούς και τις παραδοσιακές πολιτικές «φαμίλιες», θέτοντας στο κέντρο τα οξύτατα προβλήματα της διαφθοράς και της καθημερινότητας.
Ο κυριότερος από αυτούς ήταν ο συνδυασμός «Είμαστε όλοι ένα έθνος», συνέχεια του κινήματος «Η Βηρυτός είναι η πόλη μου», που είχε απρoσδόκητα καλές επιδόσεις στις δημοτικές εκλογές του 2016. Πρόκειται για έναν συνασπισμό αριστερών και φιλελεύθερων ακτιβιστών που ξεπήδησε μέσα από το μεγάλο κίνημα του 2015 με αφορμή την εκρηκτική κρίση των απορριμμάτων – ένα πρόβλημα που παραμένει και σήμερα άλυτο, όπως και εκείνο των αλλεπάλληλων διακοπών στην ηλεκτροδότηση.
Γενικότερα, ένα μεγάλο κομμάτι του κοινωνικού σώματος δυσφορεί έντονα για την εμπλοκή του Λιβάνου στη διαμάχη των μεγάλων και περιφερειακών δυνάμεων και στρέφει την προσοχή του στα οξύτατα οικονομικά και κοινωνικά θέματα που θα περιμένουν τη νέα κυβέρνηση, όποια κι αν είναι αυτή. Με το χρέος να έχει φτάσει το 156% του ΑΕΠ και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών το 20%, το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται ο Λίβανος είναι να παρασυρθεί στη δίνη καινούργιων εμφύλιων συγκρούσεων. Ενα ενδεχόμενο εφιαλτικό μεν, καθόλου απίθανο δε.
*Πηγή: kathimerini.gr