Για τις κινητοποιήσεις των ‘Κίτρινων Γιλέκων’ στη Γαλλία

1024
κίτρινων

«Ήταν εκεί στην σκιερή σπηλιά των ήπιων βράχων της Ποιήεσσας με τις ανάσες του αγέρα να ανεμίζουν τα μαλλιά της και να αγγίζουν τα ανθισμένα της μάγουλα. Ήταν εκεί δίχως τις γοργές Νύμφες αναπαυόμενη αλλά ζωντανή μέσα από τους αιώνες. Ήταν εκεί η Αρετή. Την είδα με τα μάτια μου κι ας ήτανε κλειστά από τον ήλιο του μεσημεριού» (Βαγγέλης Χρόνης, ‘Ου δε Παντών Βλέφαροις   Θνάτων Έσοπτος’).

Οι χθεσινές διαδηλώσεις[1] στο Παρίσι, από το μπλοκ των περιώνυμων ‘Κίτρινων Γιλέκων’[2] αναδεικνύουν με ενάργεια το βάθος και την ευρύτητα που προσλαμβάνουν οι κινητοποιήσεις[3] την τελευταία περίοδο στη χώρα, κινητοποιήσεις που έχουν ως επίκεντρο το Παρίσι[4] και εκ-διπλώνονται παράλληλα και σε άλλα αστικά κέντρα, ενέχοντας ως στρατηγικό άξονα την παρουσία των ‘Κίτρινων Γιλέκων’[5] όπως αυτο-αποκαλούνται, υπό το πρίσμα αφενός μεν του βαθυ-δομικού προσδιορισμού της σημαντικότητας που δύναται να διαδραματίσει το όχημα στις καθημερινές μετακινήσεις από και προς τον χώρο εργασίας (και όχι μόνο), αφετέρου δε της κοινωνιο-συμβολικής όσο και ‘φορτισμένης’ ανάδειξης της ‘διακριτότητας’ τους από τις πολιτικές που εφαρμόζει η κυβέρνηση του Γάλλου προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν, προσιδιάζοντας στην προσίδια κοινωνική-πολιτική ανασύσταση της ‘γλώσσας’ και του περιγράμματος του ‘ξεχασμένου’ που για να καταστεί ‘ορατός’, κοινωνικά ‘ορατός’ από το αποκλίνον άρχον αστικό συγκρότημα εξουσίας και την κυβέρνηση Μακρόν που επιτείνει το κοινωνικό-ταξικό χάσμα, φορά ‘κίτρινο γιλέκο’.

Οι κινητοποιήσεις που συγκλίνουν γύρω από το πρόταγμα της διαμαρτυρίας για την περαιτέρω αύξηση της τιμής των καυσίμων, για την αύξηση του κόστους διαβίωσης στο Παρίσι και στα υπόλοιπα αστικά κέντρα, ενέχουν ένα βαθύτερο κοινωνικό-ταξικό όσο και πολιτικό υπόβαθρο που την ίδια στιγμή εκ-φεύγει και ‘απαντάται’ στο πλαίσιο του κινηματικού ‘πράττειν’ εναντίον της αύξησης της τιμής των καυσίμων και του επιπέδου ζωής, συναρθρώνοντας εγκάρσια την περιεχομενικότητα της διεύρυνσης των κοινωνικών-ταξικών χασμάτων και ανισοτήτων,  την εμφάνιση και ‘εδαφοποίηση’ των κοινωνικών αντιθέσεων και αντινομιών μεταξύ της (κοινωνικά ‘ελιτίστικης’ και ‘Παρισιο-κεντρικής’) μητροπολιτικής[6] και περιφερειακής Γαλλίας (η κοινωνιο-γεωγραφική, ποδοσφαιρική αντιπαράθεση της ομάδος με της ‘Olympique De Marseille’ με την ‘Paris Saint Germain’ είναι χαρακτηριστική ως προς αυτό που νοείται ως ‘μητροπολιτική-ελιτίστικη[7] ‘μη-κατανόηση), την συνακόλουθη επιδείνωση των συνθηκών ζωής για μεγάλα τμήματα και μερίδες του μπλοκ των λαϊκών-υποτελών τάξεων της χώρας που διαβούν στα προάστια των μείζονων αστικών κέντρων και στην επαρχία, την ευρύτερη κοινωνική-εργασιακή ‘επισφαλειοποίηση’ με αυτό που σημαίνεται ως ‘ανεκπλήρωτες προσδοκίες’[8] της προεδρίας Μακρόν, προσδοκίες που αυξήθηκαν λόγω και της ‘μετωπικής’ στρατηγικής που ακολουθήθηκε έναντι της Μαρίν Λεπέν στο δεύτερο γύρο των Γαλλικών προεδρικών εκλογών τον Μάϊο του 2017, εκεί όπου πλέον οι ασκούμενες κυβερνητικές πολιτικές προσιδιάζουν σε μία κατάσταση παγίωσης ή ‘μονιμοποίησης’ της ανεργίας σε υψηλά ποσοστά (γύρω στο 10%), σε μία συνθήκη διαπραγμάτευσης της θέσης των Γαλλικών συνδικάτων στον κεφαλαιοκρατικό καταμερισμό εργασίας, της άμβλυνσης αυτού που θεωρείται ως ‘αρτηριοσκληρωτικής’ συνδικαλιστικής ισχύος, κίνηση που δύναται να ανα-νοηματοδοτήσει ‘ποιοτικά’ και όχι εξωγενώς την ταξική-εργοδοτική, ‘στρατηγική θέση’, στην ‘απελευθέρωση’ της αγοράς εργασίας υπό την εργασιακή τυπολογία του Γερμανικού μοντέλου[9] ή τυπολογίας το οποίο τείνει σε μία στρατηγική ‘κατάτμησης’ και σημαίνουσας αναφοράς των χαρακτηριστικών της μερικής και ευέλικτης[10] απασχόλησης, συνθήκη που στη Γερμανία σχετίζεται και με τις εκφάνσεις αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης και της διαβίωσης των υπο-αμειβόμενων εργατικών στρωμάτων, στην ανα-δόμηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης πολιτικά, στρατιωτικά[11] όσο και στην ανα-πλαισίωση της Ευρώπης ως ζωτικού οικονομικού χώρου δράσης για το Γαλλικό αστικό μπλοκ εξουσίας (και για τις ηγεμονικές του μερίδες), διαμέσου της ‘στρατηγικοποίησης’ της οικονομικής ένωσης προς την κατεύθυνση της ιεραρχικής δομής και της αναπαραγωγής της ‘Ευρώπης των πολλών ταχυτήτων’ όσο και υπό το πλέγμα της σύναψης οικονομικών-εμπορικών συμφωνιών, δίκην τελωνειακής ένωσης με χώρες που κινούνται πέριξ του πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε) όσο και της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ).

Στα πλαίσια των αυξανόμενων κινητοποιήσεων που εκ-διπλώνονται ενεργητικά επενεργώντας στην αναπαραγωγή του Γαλλικού Κεφαλαιοκρατικού Τρόπου Παραγωγής, αποσταθεροποιώντας την παραγωγή του ‘εμπορεύματος-φετίχ’, την πραγμολογική διάσταση ενός καπιταλισμού της ‘αυτάρκειας’ τοποθετούμενες στη συμβολική όσο και πραγματική ιστορία του Παρισιού, περιλαμβάνονται και συμπυκνώνονται ωσάν κοινωνικό-πολιτικό υπόστρωμα η κοινωνική-ταξική-εργασιακή ‘επισφάλεια’ που επι-φέρει ρευστές και αγχώδεις συνθήκες ύπαρξης, όπως και εκείνο «το διαπεραστικό αίσθημα του «κατεστραμμένου μέλλοντος» στο οποίο και αναφέρεται η Laura Berlant»[12], που δύναται να ‘συν-διαλλαγεί’ με το ‘μη-ουσιώδες παρόν’ και μέλλον, με την απώλεια εργασιακών σημείων αναφοράς, την κοινωνική-‘κινησιολογική’ μετατόπιση από τόπο εργασίας σε τόπο εργασίας, την εκτατικότητα αξιοποίησης/εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, συστατικά που συνθέτουν, με ανεστραμμένους και μη όρους, την επιθυμία της αύξησης της ανταγωνιστικότητας του συγχρονικού Κεφαλαιοκρατικού Τρόπου Παραγωγής που ανάγει την ανταγωνιστικότητα σε αξιο-θεμελιωτικό εγχείρημα ‘επανεπινόησης’ του: ‘ανταγωνιστικός’ εργαζόμενος καθίσταται ο μετακινούμενος εργαζόμενος, ο συνεχώς ‘καταρτιζόμενος και ‘αξιολογούμενος’ ποιοτικά και ποσοτικά από την βιο-πολιτική της πειθάρχησης εντός χώρου εργασίας. Στο πεδίο του κοινωνικού, το συγκροτούμενο και ανομοιογενές κίνημα, ενέχει την ακτιβιστική δυναμική, εντός της Γαλλικής κοινωνικής[13] και πολιτικής ιστορίας, μερίδων της μικροαστικής τάξης, της «τάξης-στήριγμα»[14], σύμφωνα με την αναλυτική του Νίκου Πουλαντζά, τροφοδοτείται από τους εμπρόθετους προσδιορισμούς της ‘κίνησης’-αναπαραγωγής, εντός ενός συγκεκριμένου τρόπου παραγωγής[15], τμημάτων της εργατικής τάξης, ‘επι-κοινωνεί’ με την γενεαλογική υποβάθμιση κοινωνικών υποκειμένων, και μεταναστευτικής προέλευσης[16] που, μεταξύ εργασίας-ανεργίας, ευέλικτης απασχόλησης και υπο-αμοιβής, διαβούν κύρια στα προάστια του Παρισιού αλλά και άλλων πόλεων, σημασιοδοτεί και σημασιοδοτείται από τον ‘αστερισμό των ίδιων αντιφάσεων-αντινομιών του, προβαίνοντας σε μία εναλλαγή των μορφών δια-πάλης, μεταξύ απεργίας και πολιτικής ανα-νοηματοδότησης του δημόσιου χώρου, και, προχωρώντας στη σύζευξη μεταξύ ‘αυθόρμητου’ και ‘οργανωμένου’ το οποίο διαρκώς ενσκήπτει και ανα-προσαρμόζεται στις σφαιρικές διαστάσεις της κοινωνικής ολότητας: το κίνημα είναι όσο ‘οργανωμένο’ απαιτείται ενώπιον της αντίδρασης του Γαλλικού κράτους και των κατασταλτικών του τμημάτων (και όχι μόνο), ασκεί τους όρους της διάστικτης ‘ρευστότητας’ (‘ρευστότητας’ που αποτελεί την αδυναμία[17] και το πλεονέκτημα του κινήματος) του στο δρόμο, δρα και μέσω επιμέρους ομαδοποιήσεων, κινούμενο εμπροσθοβαρώς ενώπιον του διακυβεύματος. Όπως επισημαίνει η Ρόζα Λούξεμπουργκ, «με την εξάπλωση της πολιτικής πάλης, με το ξεκαθάρισμα και την κλιμάκωση της, ο οικονομικός αγώνας όχι μονάχα δεν εξαφανίζεται, αλλά εξαπλώνεται, οργανώνεται και κλιμακώνεται παράλληλα. Υπάρχει μια πλήρης αλληλεπίδραση ανάμεσα στα δύο».[18]

Η εκτατικότητα της διαμαρτυρίας ερείδεται στους ίδιους λόγους της, προσλαμβάνει δι-ιστορικά χαρακτηριστικά περαιτέρω ανάπτυξης, συσσωρεύει αντινομίες και δυναμικές, που συμβάλλουν σε μία μετατόπιση της θέσης των πολιτικών-συνδικαλιστικών δυνάμεων, διαμεσολαβώντας το μη-τυποποιημένο όσο διαλεκτικό και σε επάλληλη ώσμωση με τις ευρύτερες κοινωνικές-πολιτικές[19] συνθήκες, περιβάλλον της «αλληλεπίδρασης ανάμεσα στην οικονομική και στην πολιτική δια-πάλη», με το ετερογενές κίνημα να αναπτύσσεται φυγό-κεντρα[20], δια-κρατώντας το σχήμα μίας ιδιαίτερης αντι-ελιτίστικης νοηματοδότησης, με «τα σώματα να επιτελούν μορφές αλληλεξάρτησης, επιμονής, αντίστασης και ισότητας που τους επιτρέπει να δημιουργούν μια εναλλακτική κοινωνική συσσωμάτωση εν μέσω ιεραρχικών και ρυθμιστικών καθεστώτων εξουσίας»[21], σύμφωνα με τα γραφόμενα της Αθηνάς Αθανασίου.

Η διεκδίκηση του μερικού δεικνύει το όλον, εκφράζοντας περαιτέρω δυνατότητες ριζοσπαστικοποίησης στη Γαλλία και στην υπόλοιπη Ευρώπη[22].  Τα επάλληλα αιτήματα του κινήματος, με βάση τα λεχθέντα του Andre Gorz, «καθορίζονται όχι με όρους αυτού που μπορεί να υπάρξει, αλλά αυτού που θα έπρεπε να υπάρχει»[23], ‘ρηγματώνοντας’ την θεωρία των «συντεταγμένων και πειθαρχημένων μαχών που διεξάγονται μόνο σύμφωνα μ’ ένα σχέδιο κι ένα σχήμα», τους λόγους εκείνων κυρίως «που θέλουν να ξέρουν επακριβώς κι από πριν «πως θα έπρεπε να εξελιχθούν τα πράγματα».[24]

[1] Η ασκούμενη βία και από πλευράς μερών του κινήματος των ‘Κίτρινων Γιλέκων’, αρθρώνεται στο πεδίο της πόλης, ενέχει τα χαρακτηριστικά της άμεσης ‘συμβολοποίησης’, αναπαριστά την ‘γλώσσα’ του ‘αγώνος’ που οφείλει να είναι αντίστοιχος της επίθεσης που δέχεται, προσδιορίζοντας την προσίδια περιεχομενικότητα του εντός του άξονα της αντι-κεφαλαιοκρατικής τομής και του προσλαμβανόμενου ως αντι-κεφαλαιοκρατικού, αντι-ελιτίστικου υποδείγματος που εμβαπτίζεται στα νάματα της ‘κοσμο-αντίληψης’ περί  ‘καταστροφής’ του συλλογικού ‘εαυτού’ (Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία), και περί εμπλόκισης του αναπαραγόμενου εμπορικού ‘πυρήνα’ της πόλης: εμπορικές στοές ‘πυρπολούνται’,  βιτρίνες εμπορικών επωνυμιών ‘δέχονται’ την βίαιη εμπλόκιση και απο-κοπή υπό το πρίσμα ενός ‘ενεργείν’ που δυνάμεθα να το χαρακτηρίσουμε τελετουργικά κινούμενο προς το ‘άνευ όρων, διαμέσου της άσκησης μίας βίας της απορρύθμισης της εμπορικής και κοινωνιο-οικονομικής ‘κυκλοφορίας’ της πόλης, υπενθυμίζοντας την ανάσυρση στη δημόσια σφαίρα της αναγνωρίσιμης βίας του ελληνικού-Αθηναϊκού  Δεκέμβρη του 2008, στο σημείο όπου διασταυρώνεται το προλεταριάτο των πόλεων και δη του Παρισιού με την κοινωνική-πολιτική οργή του ‘πληττόμενου νοικοκυραίου’ που δεν διαθέτει κεφάλαιο ώστε να το μεταβιβάσει στους απογόνους του. Η συγκέντρωση των προϋποθέσεων της δια-γενεακής και δια-οικογενειακής ‘απο-κοπής’ ετίθετο στον πυρήνα της κινητοποίησης και των κατευθύνσεων που λαμβάνει η βία ως κάτι περισσότερο από ‘μήτρα’, ήτοι ως κοινωνική ιστορία που δεν γνωρίζει παρά την εμμένεια του χρώματος: ‘Κίτρινα Γιλέκα’. Η παροντική-κινηματική  βία ωσάν αλληλουχία ‘τοπολογικών ‘δυνατοτήτων, αναγνωρίζει και αναγνωρίζεται υπό τα,  με Σορελιανές αναφορές, «κλασικά χαρακτηριστικά της πράξης, η οποία, ήδη από τον Hegel, ορίζεται ως αρνητική δραστηριότητα, ως άρση των ανασχέσεων για την πραγματοποίηση των περιεχομένων του πνεύματος», υπό την αναλυτική οπτική του Θανάση Γκιούρα. Βλέπε σχετικά, Γκιούρας Θανάσης, ‘Ελευθερία και Ιστορία. Με βασική αναφορά στις θέσεις για την έννοια της Ιστορίας του Walter Benjamin’, Εκδόσεις ΚΨΜ, Αθήνα, 2012, σελ. 434.

[2] «Την εμφάνιση των “κίτρινων γιλέκων” πυροδότησε, ως γνωστόν, η θέσπιση “πράσινου φόρου” στα καύσιμα. Οι αντιδράσεις του “λαού του ντίζελ” μπορεί να φαντάζουν εντελώς οπισθοδρομικές στην κινητική και εξωστρεφή (αλλά μάλλον υποκριτική στα θέματα του περιβάλλοντος) “Γαλλία της κηροζίνης”. Όμως για την πλειοψηφία των Γάλλων, που εξακολουθεί να ζει στην επαρχία, η καθημερινή μετακίνηση κατά δεκάδες χιλιόμετρα για την εξασφάλιση εργασίας, εμπορικού κέντρου ή περίθαλψης, σε ένα τοπίο εγκατάλειψης και συρρίκνωσης των δημόσιων υπηρεσιών, δεν αποτελεί φιλολογικό ζήτημα. Το κλείσιμο λ.χ. του ταχυδρομείου του χωριού, λόγω περικοπών, συμπυκνώνει συμβολικά ένα αίσθημα βαθιάς παραμέλησης από το κεντρικό κράτος». Βλέπε σχετικά, Ράπτης Κώστας,  ‘Ευάλωτος απέναντι στα «κίτρινα γιλέκα» ο Μακρόν’, ‘Iskra.gr’, 27/11/2018, https://iskra.gr/%CE%B5%CF%85%CE%AC%CE%BB%CF%89%CF%84%CE%BF%CF%82-%CE%B1%CF%80%CE%AD%CE%BD%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9-%CF%83%CF%84%CE%B1-%CE%BA%CE%AF%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%BD%CE%B1-%CE%B3%CE%B9%CE%BB%CE%AD%CE%BA/. Δεν δεικνύεται μόνο το εκκρεμές ζητούμενο του «αισθήματος βαθιάς παραμέλησης από το κεντρικό κράτος», αλλά και η εκτατικότητα, η κοινωνιο-πολιτισμική διαθετικότητα που προσδιορίζει η αίσθηση της επισφάλειας, της κοινωνικής μορφής που ενσταλάζει την κομβική εκκρεμότητα της θέσης: μεταξύ παρόντος και μέλλοντος, τι;. Οι κοινωνιο-γεωγραφικές δια-ρρήξεις και τα χάσματα, η αύξηση του επιπέδου ζωής, η υψηλή ανεργία,  η καθημερινότητα των μεταναστευτικών πληθυσμών, οι αποκλεισμοί και το βάρος της αποικιοκρατικής Γαλλίας που απαντάται στη μητρόπολη,  οι  επιδεινούμενες συνθήκες εργασίας και η μισθολογική στασιμότητα σε ένα περιβάλλον εντεινόμενης ‘φυγής προς τα εμπρός’ (πρόεδρος Μακρόν), ‘διασταυρώνονται’ σύνθετα  στο ‘πράττειν’ του σημερινού κινήματος που μαρτυρεί το χρώμα και την αξίωση του χρώματος: κίτρινο και γκρι.  

[3] Η ασκούμενη κρατική-κατασταλτική βία εντείνεται και εγγράφει την ‘δυναμολογία’ της σχεδόν βιωματικής ‘απορριπτικότητας’: στο πεδίο του δρόμου, δεν ‘ενυπάρχει χώρος’ για ‘κοινωνικούς καταστροφείς’ (ακροδεξιάς προελεύσεως) και υποκείμενα ‘διασάλευσης’ της κοινωνικής ‘τάξης’ και ‘ειρήνης’. Κάνουμε λόγο και για την εκ-φορά, για  μία ιδιαίτερη Φροϋδική βίαιη «έρειση» (‘Anlehnung) που ‘φιλτράρει’ την ‘προθεσιακότητα’ ως υποκείμενο (η βία ως παιγνιώδες λεκτικό υποκείμενο), ή, διαφορετικά τιθέμενο, για μία «βία του λόγου (πέραν των κατασταλτικών της συν-δηλώσεων): αποκλειστική και ανηλεής χρήση της ταυτιστικής λογικής, που είναι (το ‘δηλωτικό είναι’ ), μια ουσιώδης απαίτηση του λόγου από τη στιγμή που τέθηκε το ζήτημα της καθοριστικότητας και της συνοχής». Βλέπε σχετικά, Καστοριάδης Κορνήλιος, ‘Η Φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας’, Μετάφραση: Σπαντιδάκη Γιούλη, Σπαντιδάκης Κώστας & Χαλικιάς Σωτήρης, Επιμέλεια Μετάφρασης: Σπαντιδάκης Κώστας, Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα, 1978, σελ. 409, 487-488. Η Καστοριαδική προσέγγιση ερείδεται στην ίδια Αριστοτελική θέσμιση.

[4] Ο Άρης Χατζηστεφάνου τονίζει το ό,τι «πίσω από την οργή για την αύξηση στα καύσιμα, κρύβεται η φούσκα των ακινήτων και στο Παρίσι με υπέρογκες τιμές στο κέντρο , που οδήγησαν τον κόσμο της εργασίας στα προάστια, όπου όμως ο Μακρόν δεν επιδοτεί πλέον τα μέσα μαζικής μεταφοράς, άρα η επιστροφή για εργασία στο κέντρο με αυτοκίνητο γίνεται πλέον δυσβάσταχτη». Η ανάλυση του εκ-φεύγει από την τυπολογία και τον μηχανιστικό αναγωνισμό συσχέτισης του κινήματος με την Γαλλική ‘ακροδεξιά’. Βλέπε σχετικά, Χατζηστεφάνου Άρης, ‘Τα κίτρινα γιλέκα δεν ανήκουν στην άκρα δεξιά’, ‘Ιnfo-War’, 04/12/2018, https://info-war.gr/a-chatzistefanoy-ta-kitrina-gileka-den-anikoyn-stin-akra-dexia/.

[5] «Η κοινωνική διαμαρτυρία που παίρνει νέο, κυριολεκτικά και μεταφορικά, χρώμα, δεν οφείλεται σε συγκυριακές αλλά σε δομικές θεσμικές αδυναμίες και σε παγίως ελλειμματικές πολιτικές και συμπερίληψης». Βλέπε σχετικά, Αντωνίου Δημήτρης, ‘Κίτρινα γιλέκα και σταματημένα «αυτοκίνητα», Εφημερίδα ‘Τα Νέα’, 03/12/2018, σελ. 4.

[6] Την διάσταση της κοινωνικής, διαιρετικής τομής και πόλωσης μεταξύ κέντρου και περιφέρειας στη Γαλλία, την θέτει ο γεωγράφος Κριστόφ Γκιγί, τονίζοντας ό,τι «η απασχόληση και ο πλούτος συγκεντρώνονται ολοένα και περισσότερο στις μεγάλες πόλεις. Οι αποβιομηχανοποιημένες περιοχές, οι αγροτικές περιοχές, οι μικρού και μεσαίου μεγέθους πόλεις γίνονται ολοένα και λιγότερο δυναμικές». Βλέπε σχετικά, Ξενάκη Κίττυ, ‘Σύμπτωμα μιας διχασμένης Γαλλίας’, Εφημερίδα ‘Τα Νέα…ό.π., σελ. 4.

[7] H αντι-ελιτίστικη χροιά των επάλληλων διαδηλώσεων, σχετίζεται με το ανεστραμμένο υπόδειγμα του κοινωνικά ‘περιθωριοποιούμενου’ από τις διεθνοποιημένες κοινωνικές και πολιτικές ελίτ που συσσωρεύουν κεφάλαιο και ‘γνώση’, αδυνατούν να εκθέσουν την κοινωνική ‘οικειότητα’-αλληλεγγύη, επιτείνουν τις συν-δηλώσεις εκείνες που προσομοιάζουν στην εννοιολόγηση της «τρωτότητας» (Judith Butler), με το κίνημα των ‘Κίτρινων Γιλέκων’ να προχωρά στην επι-γενόμενη πολιτική ‘κατασκευή’ και συναρμογή του αντι-κεφαλαιοκρατισμού και του αντι-τραπεζικής μομφής, στοιχεία που ‘ενσαρκώνει’, στοιχεία που ‘προσωποποιούνται’ στην περίπτωση του Γάλλου προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν, του πολιτικού ‘εκπροσώπου’ των ‘απρόσιτων’ ελίτ (η ‘εγγενής αλαζονεία’ του μείζονος πλούτου), συμπυκνώνονται στη συνθηματολογία κυβερνητικής-κυβερνολογικής απόρριψης: ‘Μακρόν, παραιτήσου!’, ως (ανολοκλήρωτη) μαρτυρία του πρωταρχικά ρεαλιστικού στόχου-προτάγματος. Δεν επρόκειτο για εργαζόμενους ‘ξεχασμένους’ από την διαδικασία της Παγκοσμιοποίησης’, αλλά για την ανάδυση της «τρωτότητας» ως μορφή της Κεφαλαιοκρατικής επέκτασης που μετατοπίζει διαρκώς τα όρια μεταξύ τοπικού και διεθνικού, που προσλαμβάνει όψεις μίας ‘κοσμο-πολιτικής’, πλαισιώνοντας στην ίδια χώρα και στον ίδιο χώρο, εργαζόμενους ‘διαφόρων ταχυτήτων’.

[8] Προσδοκίες που ‘εδαφοποιούνται’ κοινωνικά, δια-περνώντας τους μείζονες όρους εκλογής στην Γαλλική προεδρία του Εμμανουέλ Μακρόν, του πολιτικού-ιδεολογικού πλαισίου του εμπρόθετου ‘Κεντρισμού’, μετά και την πεντάχρονη θητεία του Φρανσουά Ολάντ που έθεσε τις βάσεις για την ανάδυση της Μακρονικής κυβερνολογικής του ιδιαίτερου  πολιτικού  ‘εκλεκτικισμού’.

[9] Για τις εγκάρσιες τομές και τις κοινωνικές δια-ρρήξεις που επι-φέρουν οι μεταρρυθμίσεις στη Γερμανική αγορά εργασίας (‘Agenda 2010’), και στους όρους αναπαραγωγής μερίδων της εργατικής τάξης που εκ-φεύγει από την τυπολογία της μεταπολεμικής ‘καθολικότητας, βλέπε σχετικά, Schultheis Franz & Schulz Kristina, ‘Η αθλιότητα της οικονομίας. Η αθέατη όψη του γερμανικού «θαύματος»’, Μετάφραση: Καράμπελας Γιώργος, Γεμελιάρης Χρήστος, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2015. Η συγκεκριμένη κοινωνιολογική εργασία εμβαθύνει στον λόγο των ‘από κάτω’, ανα-συνθέτοντας τις όψεις του Γερμανικού κοινωνικού ‘ανάγλυφου’, αναδεικνύει τις κοινωνικές-ταξικές αποκλίσεις και ανατροπές στο μακρύ ιστορικό χρόνο της Γερμανικής επανένωσης (με αναφορά στους μετασχηματισμούς που συντελούνται στο έδαφος της Πρώην Λαϊκής Δημοκρατίας της Ανατολικής Γερμανίας), δίχως να εκπίπτει σε μία ταυτολογική περιπτωσιολογία.

[10] Οι «τύποι» και τα χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης μορφής απασχόλησης, ‘εγγίζουν’ και «σηματοδοτούν διαδικασίες αποσταθεροποίησης και υποβάθμισης, αποτελούν σημάδια του τρόπου με τον οποίο διευθύνονται πολιτικά οι κοινωνικοί μετασχηματισμοί και φωτίζουν τα μοντέλα εμπειρίας που αναδύονται στην κοινωνία», για να παραφράσουμε ελαφρά τους Michael Hofmann, Olaf Groh-Samberg, Carsten Keller & Berthold Vogel. Βλέπε σχετικά,Hofmann Μichael,  Groh-Samberg Olaf,   Keller Carsten &  Vogel Berthold, ‘Η Ανατολή σε οικτρή κατάσταση’, στο: Schultheis Franz & Schulz Kristina, (επιμ.),  ‘Η αθλιότητα της οικονομίας. Η αθέατη όψη του γερμανικού «θαύματος»…ό.π., σελ. 197.

[11] Η πολιτική του προέδρου Μακρόν, όσον αφορά την αμυντική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποβλέπει προς τις αλληλο-τροφοδοτούμενες κατευθύνσεις της ‘ενιαιοποίησης’ και της ολοκλήρωσης της κοινής αμυντικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας, της συγκρότησης μίας στρατηγικής συμμαχιών με διακύβευμα την διασφάλιση των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης, με ιδιαίτερο γεω-πολιτικό και γεω-στρατηγικό ρόλο να διαδραματίζουν, σε αυτή την περίπτωση, η Αίγυπτος, το Ισραήλ και το Μαρόκο.

[12] Βλέπε σχετικά, Αθανασίου Αθηνά & Butler Judith, ‘Απ-αλλοτρίωση. Η επιτελεστικότητα στο πολιτικό’, Μετάφραση: Κιουπκιολής Αλέξανδρος, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα, 2016, σελ. 212. Η επιστημολογική ανάλυση και η χρήση της έννοια του «κατεστραμμένου μέλλοντος» από την Laura Berlant, προσφέρει το αναλυτικό πλαίσιο της εμβάθυνσης στους επάλληλους όρους της κοινωνικής ‘ρευστοποίησης’ που επιτελείται στη σημερινή κρισιακή εποχή, της αίσθησης και της ‘κουλτούρας’ απώλειας της ζωής, του βιωμένου βίου εντός χρόνου, εκεί όπου όλα λαμβάνουν χώρα εντός συντελεσμένου, ατομικού και πληθυντικού παρόντος-παροντικότητα: υπό ποίες δυνατότητες και κοινωνικές ‘ικανότητες’ να προγραμματίσεις, και στο βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, το οτιδήποτε; Το «κατεστραμμένο μέλλον», εντός και διαμέσου των δικτύων του Κεφαλαιοκρατικού Τρόπου Παραγωγής και της ‘φαντασμαγορίας’ του ‘φετίχ-εμπορεύματος’ και του ‘φετίχ’-σώματος, αποκτά μία εν γένει σχεσιακότητα με την νεανική γενεαλογία που ‘αδυνατεί να ζήσει’ και όχι μόνο να ‘προγραμματίσει’.

[13] Οι κοινωνικές-ταξικές συγκρούσεις «σε διαφορετικούς κοινωνικούς σχηματισμούς  φέρουν μία «πολυπλοκότητα που περιπλέκει την ανάλυση του bloc au pouvoir (μπλοκ εξουσίας)», γράφει ο George Ross. Βλέπε σχετικά, Ross George, ‘Επανεξετάζοντας τον Νίκο Πουλαντζά: Το Καπιταλιστικό Κράτος και η Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση’, στο: Ρήγος Άλκης & Τσουκαλάς Κωνσταντίνος, (επιμ.), ‘Η Πολιτική σήμερα. Ο Νίκος Πουλαντζάς και η επικαιρότητα του έργου του’, Ελληνική Εταιρεία Πολιτικής Επιστήμης/Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 2001, σελ. 453. Η δράση των ‘Κίτρινων Γιλέκων’ φέρει σημάνσεις κοινωνικής-ταξικής δια-πάλης.

[14] Εκ-φέροντας τους τρόπους αναπαραγωγής της μικρής παραγωγής, των «τάξεων μη κυρίαρχων τρόπων παραγωγής μέσα στον κεφαλαιοκρατικό σχηματισμό, που δρουν απ’ την υπερπροσδιορισμένη απομόνωση του κυρίαρχου Κ.Τ.Π., (σ.σ: Κεφαλαιοκρατικού Τρόπου Παραγωγής), η Πουλαντζική αναλυτική εστιάζει στην δυνατότητα άμεσης εκπροσώπησης της μικρής παραγωγής από το Κεφαλαιοκρατικό κράτος, στην κοινωνική-πολιτική-ιδεολογική της αναφορικότητα και εξύψωση σε ‘πραγματικό στυλοβάτη’, από και δια του κράτους, λειτουργώντας, μεταξύ της παραγωγικότητας της εργασίας και του ‘βιό-κοσμου’ των περιώνυμων δύο σχεσιακών κοινωνικών τάξεων, ως «τάξη-στήριγμα», όρο στον οποίο ο Νίκος Πουλαντζάς συμπεριλαμβάνει, τον κατά Λένιν, «ωκεανό της μικρής παραγωγής», ήτοι την «αγροτιά, ιδιαίτερα την μικρή ιδιοκτησία και τη μικροαστική τάξη». Η απουσία μίας «πολιτικής επιβεβαίωσης» των συγκεκριμένων τάξεων, ενσκήπτει, όχι μηχανικά και άχρονα, αλλά ως ‘προϊόν’ της ιδιο-νομοτέλειας ενός Τρόπου Παραγωγής, με τις «τάξεις-στηρίγματα» να δύνανται να ‘ενσαρκώσουν’ το ‘γράμμα’ και το ‘πνεύμα’ του Νόμου, την ‘αυταξία’ που ανα-πληρώνει: την ‘ψυχή’ του κράτους. Βλέπε σχετικά, Πουλαντζάς Νίκος, ‘Πολιτική Εξουσία και Κοινωνικές Τάξεις’, Τόμος Β’, Γ’ έκδοση, Μετάφραση: Χατζηπροδρομίδης Λ., Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 1982, σελ. 155.

[15] Ως κοινωνική και πολιτική συστηματοποίηση που προβαίνει σε έναν συγκεκριμένο καταμερισμό και σε μία εκτατική κοινωνικοποίηση της εργασίας, ο «υπάρχων καπιταλισμός ενσωματώνει τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους κατόχους του κυρίαρχου κεφαλαίου». Βλέπε σχετικά, Amin Samir, ‘Οικονομική Παγκοσμιοποίηση και Πολιτικός Οικουμενισμός. Δύο συγκρουόμενα ζητήματα;’, Μετάφραση: Κακεπάκη Μανίνα,  στο: Ρήγος Άλκης & Τσουκαλάς Κωνσταντίνος….ό.π., σελ. 280.

[16] «Μία άλλη βαθιά διαχωριστική γραμμή αντιπαραθέτει τους “γηγενείς” με τον μεταναστευτικής προέλευσης “λαό των προαστίων” και μία τρίτη τους εναπομείναντες πυρήνες συνδικαλιστικής οργάνωσης και πολιτικής ένταξης προς ένα περισσότερο “άμορφο”, αλλά όχι απαραιτήτως συμφιλιωμένο με την υπάρχουσα κατάσταση, πλήθος». Η σύνθεση του κινήματος είναι ποικιλόμορφη και ετερογενής, δίχως ‘σφραγίδα’ επιβεβαίωσης. Βλέπε σχετικά, Ράπτης Κώστας,  ‘Ευάλωτος απέναντι στα «κίτρινα γιλέκα» ο Μακρόν…ό.π.

[17] Με όρους αρνητικότητας, όσον αφορά τις στοχεύσεις του κινήματος, την έλλειψη ενός σαφούς πολιτικού προγράμματος, ο Δημήτρης Αντωνίου αναφέρει: «Οι κινητοποιήσεις των Κίτρινων Γιλέκων αποτελούν αναμφίβολα απείκασμα θυμού: θυμού ακατέργαστου και αδιαφοροποίητου, που ακόμη συλλαβίζει βρεφικά, χωρίς να αρθρώνει ολικά ή έστω σχετικά συνεκτικά πολιτικά αιτήματα». Η, με τάσεις ανάδειξης της κινηματικής ‘ανωριμότητας’ προσέγγιση, παραγνωρίζει το γεγονός ό,τι η ευρύτητα του κινήματος εδράζεται στις παραμέτρους της συγκρότησης του, θέτει ταυτολογικά τα χαρακτηριστικά ενός  συναισθηματισμού («ακατέργαστος θυμός»), που αποτελεί τον ‘οδηγό δράσης’ του, αναφέρει την «βρεφική» του στρέβλωση μονοσήμαντα,  ωσάν σημαίνουσα έλλειψη «μαστού»  τροφοδότησης (ανακύπτει η τελεολογική διάσταση της, με ‘μαθηματική ακρίβεια, αποτυχίας’), φέρει τα πλέγματα ενός θετικιστικού ακαδημαϊσμού (ή και ‘ελιτισμού’) της ‘υπόδειξης’ (της θεωρίας, κατά Ρόζα Λούξεμπουργκ, του «ενός σχεδίου κι ενός σχήματος»),   με  το κίνημα όμως να  συνιστά κοινωνικό-πολιτικό συμβάν, να προσδίδει πολιτική χροιά σε κάθε ένα μερικό ή ξεχωριστό αίτημα, εκεί όπου η έλλειψη περιεκτικού προγράμματος (με τις προϋποθέσεις της κινητοποίησης να ανα-πληρώνουν την έλλειψη προγράμματος), η εν γένει ‘ρευστότητα’ του  να μην στερεί την δυναμική του, αποτελώντας σχετική  ‘αδυναμία’ όσο και ‘συγκριτικό πλεονέκτημα’ δράσης που προσελκύει κοινωνικά υποκείμενα πάνω στο έδαφος της συν-ταύτισης με ένα και πολλά αιτήματα.  Βλέπε σχετικά, Αντωνίου Δημήτρης, ‘Κίτρινα γιλέκα και σταματημένα «αυτοκίνητα»…ό.π. Η απουσία πολιτικού προγράμματος επεξεργασμένου δεν αποτελεί τελεολογικό εχέγγυο ‘αποτυχίας’ του κινήματος και κάποιου κινήματος στο παρόν και στο μέλλον.

[18] Βλέπε σχετικά, Λούξεμπουργκ Ρόζα, ‘Η αλληλεπίδραση του πολιτικού και του οικονομικού αγώνα’, στο: Λούξεμπουργκ Ρόζα, ‘Μαζική απεργία, Κόμμα, Συνδικάτα’, Μετάφραση: Πίττας Γιώργος, Εκδόσεις Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, Αθήνα, 2014, σελ. 65.

[19] Το κίνημα-χωρο-χρονικό συμβάν, θεμελιώνεται διαρκώς πάνω στο περιβάλλον της ιδιάζουσας κοινωνικής σύνθεσης και ‘ρευστότητας’ του.  Βλέπε σχετικά, Αθανασίου Αθηνά & Butler Judith, ‘Απ-αλλοτρίωση. Η επιτελεστικότητα στο πολιτικό…ό.π., σελ. 220. «Αυτό το (ομολογουμένως ποικιλόμορφο) σύνολο πρακτικών διαφωνίας (σ.σ: η Judith Butler εστιάζει και αναφέρει κινήματα τύπου ‘Occupy Wall Street’) δεν πηγάζει από μια μοναδική πολιτική λογική όπως και δεν παράγει παγιωμένους και ενοποιημένους πολιτικούς σχηματισμούς».  Βλέπε σχετικά, Αθανασίου Αθηνά & Butler Judith, ‘Απ-αλλοτρίωση. Η επιτελεστικότητα στο πολιτικό…ό.π., σελ. 220. Η «πρακτική διαφωνίας» υπό την επωνυμία ‘Κίτρινα Γιλέκα’ δεν εδράζεται «σε μια μοναδική πολιτική λογική» δράσης και δια-μφισβήτησης, πολιτικά και συνδικαλιστικά.

[20] Μετατοπίζοντας μορφές δια-πάλης, το κοινωνική κίνημα, τείνει σε ένα παρών ‘απρόβλεπτο’ και δυνάμει ‘απροσδιόριστο’ που δύναται να αποσυντονίσει στρατηγικές κρατικής-κατασταλτικής ‘ασφαλειοποίησης’.

[21] Βλέπε σχετικά, Αθανασίου Αθηνά & Butler Judith, ‘Απ-αλλοτρίωση. Η επιτελεστικότητα στο πολιτικό…ό.π., σελ. 248.

[22] Η δράση των ‘Κίτρινων Γιλέκων’ εγκολπώνεται τις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις στην υπόλοιπη Ευρώπη, υπό το πλέγμα μίας στρατηγικής διαμαρτυρίας που ‘συν-διαλέγεται’ και με τις ευρύτερες ευρωπαϊκές, χωρικές και κοινωνικές ανισότητες και κεφαλαιακές συσσωρεύσεις.

[23] Βλέπε σχετικά, Gorz Andre, ‘Strategy For Labour,’ Beacon, Βοστώνη, 1967, σελ. 7-9.

[24] Βλέπε σχετικά, Λούξεμπουργκ Ρόζα, ‘Η ανάπτυξη του κινήματος της μαζικής απεργίας στη Ρωσία…ό.π., σελ. 41.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας