Γιατί το άνοιγμα των Βαρωσίων επηρεάζει δυσμενώς και τις τουρκο-αιγυπτιακές σχέσεις

448
αμερικανικού στρατιωτικού πραξικοπήματος

Ήτανε στραβό το κλίμα, έδωσαν και τα Βαρώσια μια επιπλέον ευκαιρία. Οι εξαγγελίες του Ταγίπ Ερντογάν από την κατεχόμενη βόρεια Κύπρο για την επέτειο της εισβολής του 1974, για το περαιτέρω μερικό άνοιγμα της περίκλειστης επί 47 χρόνια νέας πόλης της Αμμοχώστου δεν προκάλεσε μόνο τις έντονες αντιδράσεις της Αθήνας και της Λευκωσίας, αλλά απαντήθηκε και από το αιγυπτιακό υπουργείο Εξωτερικών με μιαν ασυνήθιστα αυστηρή ανακοίνωση.

Σύμφωνα με αυτήν, “Η Αραβική Δημοκρατία της Αιγύπτου εκφράζει την έντονη ανησυχία της για όσα ανακοινώθηκαν σχετικά με την αλλαγή του καθεστώτος της περιοχής των Βαρωσίων στην Κύπρο, προς την κατεύθυνση του μερικού ανοίγματός της, αντίθετα από τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας.

Η Αίγυπτος υπογραμμίζει την απαίτησή της για συμμόρφωση με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας επί του θέματος και για αποφυγή τυχόν μονομερών πράξεων που ενδέχεται να περιπλέξουν την κατάσταση και να αυξήσουν την ένταση, τονίζει δε την αναγκαιότητα για μια πορεία συνολικής διευθέτησης του Κυπριακού σύμφωνα με τη διεθνή νομιμότητα”.

Το γιατί το Κάιρο, καίτοι μη άμεσα εμπλεκόμενο στο Κυπριακό, αισθάνθηκε την ανάγκη να παρεμβληθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν είναι δύσκολο να ερμηνευθεί.

Η Αίγυπτος επιθυμεί να διαφυλάξει τις καλές σχέσεις που έχει οικοδομήσει με την Ελληνική και την Κυπριακή Δημοκρατία στο πλαίσιο της τριμερούς συνεργασίας που κύριο θεμέλιό της έχει την προοπτική εκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου.

Και αυτό δεν αναιρείται από το γεγονός ότι Κάιρο και Άγκυρα επιδιώκουν το τελευταίο διάστημα να αποκαταστήσουν τις βαριά τραυματισμένες από το 2013 σχέσεις τους.

Άλλωστε, για λόγους πολύ ευρύτερους του Κυπριακού και πολύ αμεσότερου ενδιαφέροντος για την αιγυπτιακή πλευρά, η προσπάθεια αυτή έχει κιόλας φρενάρει.

Παρά τις “ειλικρινείς και εις βάθος”, κατά το κοινό ανακοινωθέν, διαβουλεύσεις Τούρκων και Αιγυπτίων διπλωματών που πραγματοποιήθηκαν με πολλή αισιοδοξία στις 5 και 6 Μαϊου στο Κάιρο, νέα συνάντηση δεν έχει προγραμματισθεί, ενώ από τα τέλη Ιουνίου ο Αιγύπτιος υπουργός Εξωτερικών Σάμεχ Σούκρι έκανε γνωστό ότι ο διάλογος έχει προς το παρόν τερματισθεί.

Ο ίδιος τόνισε χαρακτηριστικά ότι περιμένει συγκεκριμένα βήματα και “όχι μόνο λόγια”.

Είναι γνωστό ποιά δύο ζητήματα αποτελούν τα κατεξοχήν αγκάθια στις τουρκο-αιγυπτιακές σχέσεις. Το πρώτο αφορά την παρουσία Τούρκων στρατιωτικών και φιλότουρκων ισλαμιστών μισθοφόρων στην γειτονική προς την Αίγυπτο Λιβύη και το δεύτερο την χρήση της τουρκικής επικράτειας ως ασύλου για καταδιωκόμενα από το καθεστώς Σίσι στελέχη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.

Υπενθυμίζεται ότι ο νυν ηγέτης της Αιγύπτου στρατάρχης Σίσι ηγήθηκε αιματηρού πραξικοπήματος (που πάντως συνοδεύτηκε και από ογκώδεις διαδηλώσεις υποστήριξης) εναντίον της κυβέρνησης του Μοχάμαντ Μόρσι της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, της οποίας η κυβέρνηση του Ταγίπ Ερντογάν λειτουργεί ως μεγάλος πάτρωνας. Εξ ού και από τον Νοέμβριο του 2013 οι δύο χώρες δεν διατηρούν διπλωματικές σχέσεις σε επίπεδο πρεσβευτή.

Ήταν χαρακτηριστικό δείγμα της προσπάθειας διμερούς επαναπροσέγγισης το γεγονός ότι οι τουρκικές αρχές υποχρέωσαν από τον Μάρτιο τα μέσα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας που λειτουργούν στο έδαφός τους να σταματήσουν τις επικρίσεις προς το καθεστώς της Αιγύπτου. Όμως μπροστά στους όρους που θέτει το Κάιρο αυτό δεν ήταν αρκετό.

Σε αυτό το πλαίσιο, είναι σαφές γιατί η αιγυπτιακή πλευρά δεν μπορεί να καλωσορίζει κινήσεις οι οποίες στρώνουν το έδαφος για την αλλαγή συνόρων και δικαιοδοσιών, όπως εκτιμάται ευρέως ότι είναι το άνοιγμα των Βαρωσίων, αφότου ο Ερντογάν προσχώρησε, τουλάχιστον ρητορικά, στην λογική αναγνώρισης δύο κρατών στην Κύπρο. Σε κάθε περίπτωση, ο συσχετισμός κρίνεται συνολικά και η αιγυπτιακή κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να κοιτάζει όλο το εύρος του χάρτη.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας