Ποιος είναι ο πραγματικός Ντόναλντ Τραμπ; Αυτός που διακήρυξε στις αρχές της εβδομάδας ότι η “συμφωνία πρώτης φάσης” για τον τερματισμό του εμπορικού πολέμου με την Κίνα βρίσκεται στις “τελευταίες πινελιές” ή αυτός που στα μέσα της εβδομάδας προσυπέγραψε, προς μεγάλη οργή του Πεκίνου, τα δύο νομοθετήματα του αμερικανικού Κογκρέσου που προβλέπουν την επιβολή κυρώσεων στους Κινέζους ιθύνοντες που εμπλέκονται στην καταστολή των διαδηλώσεων του Χονγκ Κονγκ;
Πρώτα το πολιτικό κεφάλαιο
Από τους “δύο Ντόναλντ Τραμπ”, ο πρώτος ήδη διεξάγει καμπάνια για την εκλογή του – και επιδιώκει διακαώς να εμφανίσει “επιτυχίες”, έστω και κλείνοντας όπως όπως τον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα τον οποίο ο ίδιος εγκαινίασε πριν από 16 μήνες. Είναι αυτός που έκανε γνωστό, μετά από τηλεφωνική επικοινωνία των εμπορικών διαπραγματευτών ΗΠΑ και Κίνας, ότι επίκειται, όπως το έθεσε στο γλαφυρό του ύφος, μια συμφωνία που όμοιά της δεν έχει υπάρξει.
Ο δεύτερος, όμως, είναι δέσμιος του Κογκρέσου. Και δεν έχει την πολυτέλεια να δαπανήσει πολιτικό κεφάλαιο άνευ λόγου, όταν τα δύο επίμαχα νομοθετήματα εγκρίθηκαν με πλειοψηφία τόσο μεγάλη, που αρκεί για να υπερκεράσει οποιοδήποτε προεδρικό βέτο.
Επιχειρεί, ωστόσο, να περιτυλίξει την προσυπογραφή των νομοθετημάτων, με γλώσσα φιλική προς το Πεκίνο, κάνοντας λόγο για τον σεβασμό του προς τον κινεζικό λαό και τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ και εκφράζοντας την ελπίδα η ηπειρωτική Κίνα και το Χονγκ Κονγκ να επιλύσουν το συντομότερο τις διαφορές τους με ειρηνικό τρόπο.
Το μεγάλο “εάν”
Κατοπτρικό είδωλο της στάσης του Τραμπ αποτελεί η αντίδραση της κινεζικής ηγεσίας. Ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στο Πεκίνο εκλήθη δύο φορές μέσα στην εβδομάδα στο υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας, το οποίο μάλιστα εξέδωσε ασυνήθιστης οξύτητας ανακοίνωση, όπου υποστηρίζεται ότι τα δύο νομοθετήματα αποδεικνύουν τον “ηγεμονισμό” και την “κακοβουλία” της Ουάσινγκτον, προς υπεράσπιση “κακοποιών στοιχείων” στο Χονγκ Κονγκ.
Επαναλαμβάνεται, μάλιστα, η απειλή ότι εάν η αμερικανική πλευρά συνεχίσει να επεμβαίνει στις εσωτερικές υποθέσεις της Κίνας θα ακολουθήσουν “αυστηρά αντίμετρα”.
Οι εκατέρωθεν αδυναμίες
Η αδυναμία του Τραμπ είναι ότι θα πρέπει από τη μια να οχυρωθεί απέναντι σε τυχόν πολιτικές επιθέσεις και από την άλλη να “διαμερισματοποιήσει” τη διαπραγμάτευση με το Πεκίνο, απομονώνοντας τα πολιτικά θέματα από το μέγα επίδικο της εμπορικής συμφωνίας. Όμως η ηγεσία της Κίνας πολύ δύσκολα υποχωρεί όταν θίγονται ζητήματα της κυριαρχίας της – σε μία αντιπαράθεση που ούτως ή άλλως ερμηνεύει ως εντέλει γεωπολιτική.
Αλλά και η κινεζική πλευρά έχει τις αδυναμίες της, τόσο πολιτικές όσο και οικονομικές. Η συντριπτική επικράτηση της αντιπολίτευσης στις εκλογές της Κυριακής για την ανάδειξη των τοπικών συμβουλίων του Χονγκ Κονγκ, μετά από πέντε μήνες διαδηλώσεων, φέρει τον Πεκίνο αντιμέτωπο με την απειλή απώλειας του ελέγχου επί της πρώην βρετανικής αποικίας, που τώρα αποτελεί τη “βαλβίδα ασφαλείας” στην αλληλεπίδραση της ελεγχόμενης κινεζικής οικονομίας με το παγκοσμιοποιημένο διεθνές περιβάλλον.
Το κύριο μέλημα του Πεκίνου είναι η μη αμφισβήτηση του δόγματος “μία χώρα, δύο συστήματα”, βάσει του οποίου μεταβιβάστηκε το Χονγκ Κονγκ το 1997 στην Κίνα με ειδικό διοικητικό καθεστώς, καθώς και ο τερματισμός των βίαιων διαδηλώσεων που κινδυνεύουν να ακυρώσουν τον ρόλο της πόλης ως διεθνούς χρηματοπιστωτικού κέντρου. Τουλάχιστον το εκλογικό αποτέλεσμα θα μπορούσε να σημάνει τη διοχέτευση της λαϊκής δυσαρέσκειας σε θεσμικές διεξόδους, πράγμα διευκολυντικό για το Πεκίνο, αν μάλιστα συντελέσει στην απομόνωση της περισσότερο βίαιης πτέρυγας του κινήματος διαμαρτυρίας, αλλά και στην πολιτική “εκκαθάριση” ορισμένων από τους ολιγάρχες που νέμονται την εξουσία στην πόλη. Η “κόκκινη γραμμή” είναι άλλη και αφορά την ανάδυση αυτονομιστικών τάσεων και την ενδεχόμενη εξάπλωση της αναταραχής στην ενδοχώρα.
Το μήνυμα της οικονομίας
Αλλά και τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν την Τετάρτη και εμφανίζουν την κερδοφορία των κινεζικών επιχειρήσεων να προσγειώνεται σε χαμηλό οκταμήνου, εικονογραφούν τον πιεστικό συνδυασμό της υποχώρησης της εγχώριας ζήτησης με τις επιπτώσεις του εμπορικού πολέμου. Επιπλέον ο ρυθμός ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας το τρίτο τρίμηνο του έτους περιορίσθηκε στο 6%, καθιστώντας άκρως αμφίβολη την επίτευξη του επίσημου στόχου (6%-6,5%) για όλη τη χρονιά.
Για όλους, ο χρόνος πιέζει. Στις 15 Δεκεμβρίου λήγει η αναβολή στην ενεργοποίηση των νέων δασμών της τάξης του 15% σε κινεζικά προϊόντα (υποδήματα, ρουχισμός, τρόφιμα κ.ο.κ.) συνολικής αξίας 300 δισ. δολαρίων, που έχει αποφασίσει η κυβέρνηση Τραμπ ενώ σε απάντηση εκκρεμούν δασμοί σε αμερικανικά προϊόντα αξίας 75 δισ. δολαρίων, συμπεριλαμβανομένων για πρώτη φορά, με συντελεστή 5%, και των εισαγωγών πετρελαίου από τις ΗΠΑ.
Δύο γραμμές σε μία
Σε κάθε περίπτωση, το κρισιμότερο στοιχείο είναι οι αντιφάσεις της αμερικανικής πολιτικής. Ο Τραμπ ήρθε στην εξουσία με ένα (οσοδήποτε ασαφές) σχέδιο στοχοποίησης της Κίνας και οιονεί περικύκλωσής της διά του προσεταιρισμού της Ρωσίας – στον αντίποδα δηλ. της προηγούμενης γραμμής που επένδυε στην προώθηση της παγκοσμιοποίησης διά της κινεζικής οδού, με απομόνωση της Ρωσίας ως δυνάμει γεωπολιτικού ανταγωνιστή. Ο πολιτικός αλληλοσπαραγμός της Ουάσινγκτον, που συχνά μοιάζει να μην καθοδηγείται από τίποτε περισσότερο στρατηγικό από την αντίθεση στην εκάστοτε πρωτοβουλία του Τραμπ, είχε το παράδοξο αποτέλεσμα να υλοποιηθούν και οι δύο γραμμές ταυτοχρόνως κατά τον χειρότερο δυνατό τρόπο – ήτοι, με ταυτόχρονη αποξένωση και της Ρωσίας και της Κίνας, που συσφίγγουν διαρκώς τις μεταξύ τους σχέσεις, και αποσταθεροποίηση της παγκοσμιοποίησης εν μέσω αλλεπάλληλων κυρώσεων και δασμών.