Εξορύξεις υδρογονανθράκων στην Ήπειρο. Ο τόπος έχει τη δική του ιστορία και αυτή απειλείται

1980
διαλόγου

Δεν υπάρχει καμιά αμφισβήτηση πως το πολυτιμότερο κεφάλαιο της Ηπείρου είναι η φυσιογνωμία της. Το μοναδικό της φυσικό περιβάλλον και η εξίσου μοναδική και ζηλευτή πολιτιστική της ταυτότητα. Αυτά τα δύο σε συνδυασμό την αναδεικνύουν, την κάνουν ξεχωριστή, μοναδική σχεδόν, και θα πρέπει αλώβητα μαζί τα δυο να αποτελούν την αδιαπραγμάτευτη βάση της σημερινής και μελλοντικής της εξέλιξης.
Αυτά εξάλλου διαμόρφωσαν με τους αιώνες και τους ανθρώπους της και τους έκαναν ξεχωριστούς. Τίποτα δεν χαρίστηκε στους Ηπειρώτες πέρα από το επιβλητικό σκληρό τοπίο, τα υπέροχα δάση, τον καθαρό της αέρα, το καθαρό και άφθονο νερό και την ικανότητά τους να αποτιμούν τις υλικές αξίες με τη σοφία που χαρίζει το κοίταγμα του κόσμου από τα κορφοβούνια του τόπου τους. Όλα τ’ άλλα τα κέρδισαν με μακρόχρονο συλλογικό αγώνα και πάρα πολύ μόχθο. Αυτά όλα, τα χαρισμένα από τη φύση και τα αποκτημένα με μόχθο γενιών και γενιών είναι η κληρονομιά των Ηπειρωτών που πρέπει να τη διαφυλάξουν ως μοναδική παρακαταθήκη. Και πάνω στην παρακαταθήκη αυτή να συνεχίσουν χτίζοντας και το μέλλον τους.
Σήμερα η Ήπειρος αντιμετωπίζει μια σημαντικότατη πρόκληση. Την προοπτική (όχι ακόμα βεβαιότητα) να μετατραπεί σε πετρελαιοπαραγωγό περιοχή. Πράγμα που ασφαλώς και θα επηρεάσει δραματικά τη φυσιογνωμία της. Κάποιοι θα πουν προς το καλύτερο, άλλοι θα εκτιμήσουν προς το χειρότερο.
Η εξόρυξη υδρογονανθράκων στην Ήπειρο προτείνεται όταν η ήδη επελαύνουσα κλιματική αλλαγή επιβάλλει σε παγκόσμια κλίμακα την όσο το δυνατόν ταχύτερη απεξάρτησή της από τη χρήση ορυκτών καυσίμων. Εδώ λοιπόν, στην Ήπειρο, προτείνεται ακριβώς τώρα η εξόρυξη αυτού από το οποίο όλη η ανθρωπότητα προσπαθεί να απεξαρτηθεί. Το πρώτο που πρέπει να αναρωτηθούμε λοιπόν είναι αν κάτι τέτοιο μπορεί να θεωρηθεί εκσυγχρονισμός ή αναχρονισμός. Και το δεύτερο αν η εξόρυξη των υδρογονανθράκων στην  Ήπειρο θα συμβάλλει και θα εκτοξεύσει την ανάπτυξή της ή μήπως θα αποτελέσει πλήγμα στις ήδη υπάρχουσες, που δεν είναι λίγες ούτε ασήμαντες, για την αναπτυξιακή της προοπτική.
Έγινε πλέον σαφές και ορατό ότι ολόκληρη η Ήπειρος δυστυχώς μπορεί να γίνει ενεργειακό οικόπεδο και μεγάλο περιβαλλοντικό θύμα του Ευρωπαϊκού Νότου, στα κελεύσματα των πολυεθνικών γεωτρύπανων γιατί πλην του νομού Ιωαννίνων, προσαρτώνται και οι νομοί Άρτας και Πρέβεζας. Φυσικά γίνεται αντιληπτό γιατί τόση βιασύνη στην «ελευσινοποίησης» της περιοχής και την επίσπευση του έργου με στόχο την εξυπηρέτηση των δανειστών. Ωστόσο εκείνο που δεν γίνεται αντιληπτό είναι ποια θα είναι τα οικονομικά οφέλη για την Ήπειρο;
Η αρχική εκτίμηση αφορά την άντληση πετρελαίου 4,5 δις € σε βάθος χρόνου 25 ετών, από τα οποία το Ελληνικό Δημόσιο ευελπιστεί να ωφεληθεί το 20%, από άμεσους και έμμεσους φόρους, ήτοι μόλις 900 εκατ. ευρώ! Η γενικόλογη Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) για την έρευνα και εκμετάλλευση, 512 σελίδων από το Μετσόβιο Πολυτεχνείο, που βρίσκεται αναρτημένη στην ιστοσελίδα του ΥΠΕΚΑ, στα ειδικότερά της συμπεράσματα αναφέρεται σε ιδιαίτερα αυστηρούς περιβαλλοντικούς όρους, που μόνο εάν τηρηθούν δεν αναμένεται η υλοποίηση του σχεδίου να επιφέρει σημαντικές επιπτώσεις. Παρόλο που δεν εξετάζεται το σενάριο του πιθανού ατυχήματος, αν και αναφέρεται πολλές φορές ότι οι ισχυρές πιέσεις ανάγκασαν την εγκατάλειψη των πειραματικών γεωτρήσεων το 2002 [κόστισαν 20 εκ. ευρώ] λόγω υψηλού κινδύνου ατυχήματος τα άλλα 2 εξορυκτικά σενάρια, που παρατίθενται ουσιαστικά δεν διαφέρουν . Η διάρθρωση της μελέτης είναι τέτοια που αντιμετωπίζει τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις και προβλήματα σε 3 στάδια· αυτά της αναζήτησης, της έρευνας και της εκμετάλλευσης, κρίνοντάς τα “αντιμετωπίσιμα“, δίχως ν’ αναφέρεται στις ακριβείς περιοχές του εντοπισμού των κοιτασμάτων, στον τρόπο εξόρυξής τους και στη μεταφορά τους προς τους χώρους αποθεματοποίησης! Πού ακριβώς θα χωροθετηθούν αυτοί οι χώροι διύλισης και εκμετάλλευσης και με ποιον τρόπο;
Η ΣΜΠΕ παρά τα ελλείμματά της αναγνωρίζει ότι θα υπάρχουν σοβαρές επιπτώσεις:
1. Από τις  Εκπομπές αέριων ρύπων.
2. Από την Ρύπανση επιφανειακών και υπόγειων νερών
3.   Παρουσιάζει τις επιδράσεις μικρές και αναστρέψιμες μόνο υπό αυστηρούς όρους , παρόλο που είναι γνωστό ότι οι παραβάσεις στην περιβαλλοντική νομοθεσία στην χώρα είναι κοινός τόπος.
4.    Δεν κάνει καμία ουσιώδη αναφορά στην σχέση κόστους-οφέλους, ούτε υπάρχει διατυπωμένο σχέδιο δράσης σε περίπτωση ατυχήματος. Η ενδελεχής ανάγνωση λοιπόν της ΣΜΠΕ μόνο ανησυχία προκαλεί, ενώ είναι εντυπωσιακή η προχειρότητα και επιπολαιότητα της αντιμετώπισης του θέματος.
Οι αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις της εξορυκτικής δραστηριότητας είναι προφανείς: καθ’ όλη την παραγωγική διαδικασία εκλύονται τοξικές χημικές ουσίες και λύματα, που χρειάζονται ειδική διαχείριση, την οποία δεν είδαμε στην περιοχή ούτε για την απορρύπανση της Παμβώτιδας, ούτε του Αμβρακικού, ούτε και του Καλαμά. Οι πιθανές επιπτώσεις λοιπόν στον πρωτογενή τομέα, την γεωργία, την κτηνοτροφία, τα νερά, τα παρακείμενα φυσικά οικοσυστήματα και κατ’ επέκταση στον τουρισμό δεν πρέπει να θεωρούνται καθόλου αμελητέα, ενώ η περίπτωση ατυχήματος (που παραδέχεται ότι είναι υψηλή και θα πρέπει να αντιμετωπισθεί) μόνο εφιαλτικά σενάρια μπορεί να περιγράψει με το επίπεδο εγρήγορσης της χώρας και του κρατικού μηχανισμού εν μέσω οικονομικής κρίσης στην αντιμετώπιση τέτοιων καταστροφών.
Στην φτωχότερη περιφέρεια της Ευρώπης, παρά τις προσδοκίες των δύο μνημονίων, θα βαθύνουν κι άλλο τα πλήγματα της κοινωνικής ειρήνης, με την εγκαθίδρυση του εργασιακού μεσαίωνα και την «κινεζοποίηση» των συνθηκών εργασίας. Υπό αυτό το πρίσμα της περιθωριοποίησης, η Περιφέρεια Ηπείρου μπαίνει στο στόχαστρο της κερδοσκοπίας, των σπρεντ του χρηματιστηρίου των κολοσσών των ορυκτών καυσίμων. Εν «κατακλείδι», δεν μπορεί η Ελλάδα των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, της εξαθλίωσης και του χρέους να αρνηθεί «τα δώρα» της φύσης υποστηρίζουν ορισμένοι λαθεμένα.
Αντίθετα όμως η «υπόγεια» λεηλασία του ορυκτού μας κεφαλαίου μεγεθύνει τον φαύλο κύκλο της ύφεσης, επιδρώντας αρνητικά στην ποιότητα της πρωτογενούς μας παραγωγής. Η έλλειψη Στρατηγικού Σχεδιασμού και ιεράρχησης προτεραιοτήτων, η μη ανάδειξη του πράσινου, εναλλακτικού προφίλ, με την επιβράβευση ασύμβατων μοντέλων ανάπτυξης, από τα συστημικά και οικονομικά κέντρα , ακυρώνουν κάθε ηθικό υπόβαθρο υγιούς αντίδρασης. Η διατήρηση της υψηλής ποιότητας της εικόνας του Ηπειρωτικού τοπίου, ως μοναδικού δείγματος πολιτιστικού προϊόντος, ουδέποτε απασχόλησε τους ιθύνοντες. Πάντα συναινετικοί σ’ ό,τι βαφτίζεται, γενικώς και αορίστως, «αναπτυξιακό», όσο ανορθολογικό και εφιαλτικό κι αν είναι.
Η επιλογή της βόμβας των πολυαρωματικών υδρογονανθράκων στην καρδιά ενός μοναδικού περιβάλλοντος, που η γεωγραφική του ενότητα καταλαμβάνεται κατά 50% από Εθνικά Πάρκα και Δρυμούς και με μερίδιο 30% στους υδάτινους πόρους της χώρας, αγγίζουν τα όρια του παραλόγου… Οι παραινέσεις όσων αγαπούν την Ήπειρο για τον αναπροσανατολισμό του μοντέλου ανάπτυξης της Ηπείρου με την αξιοποίηση της υπαίθρου, των ακτών και του ορεινού όγκου σε ζωντανό μνημείο φυσικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, καταφύγιο βιοποικιλότητας και πεδίο εναλλακτικού τουρισμού, στην κατεύθυνση μιας ολοκληρωμένης και πολύπλευρης οικονομίας της Οικολογίας, η οποία δεν χρεοκοπεί, θα’ έπρεπε ν’ αποτελούν μονόδρομο. Το άτυπο όμως καθεστώς της χρεοκοπίας, υιοθετεί τις open door διαδικασίες των κοιτασμάτων και τις fast track διευκολύνσεις, που μετακυλούν την περιβαλλοντική βλάβη στις επόμενες γενιές.
Ο απλός στόχος της προστασίας (του υπέργειου φυσικού), της αλληλεξάρτησης και συν-εξέλιξης των ανθρώπινων οικονομικών και φυσικών οικοσυστημάτων, στο διηνεκές, απουσιάζει από κάθε πολιτική ατζέντα. Απεναντίας προκρίνεται η αξία των πετροδόλαρων με τα μελλοντικά απολήψιμα βαρέλια «μαύρου χρυσού», που ανήκουν στην Κυριότητα του Ταμείου Δημόσιας Περιουσίας, σαν εμπράγματη ασφάλεια της Δανειακής Σύμβασης του αγγλικού δίκαιου. Το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας είναι γεγονός αν προχωρήσουν αυτές οι καταστροφικές επιλογές
Η καθυπόταξη όλης της ιστορικής μας διαδρομής στην πολυεθνική κυριαρχία των «χρυσοθήρων» των κοιτασμάτων, αντανακλά το φεουδαρχικό κατάλοιπο και την ανυπαρξία της πολιτικής ζωής, που παραχωρεί τη θέση της σε οικονομικά προτεκτοράτα και αφεντικά, που δεν θα υπακούν σε κανένα Εργατικό και Εγχώριο Δίκαιο.
Επειδή η τεράστια χωρική δραστηριότητα των εξορύξεων θα καθορίσει, νομοτελειακά, το οικονομικό κοινωνικό και περιβαλλοντικό μοντέλο της περιοχής, ακυρώνοντας την αειφορία και τους υψηλούς παραδοσιακούς τομείς της περιφερειακής μας οικονομίας, είναι απαραίτητη μια ευρεία κοινωνική και πολιτική διαβούλευση, με τη συμμετοχή όλων των φορέων της τοπικής κοινωνίας. Είναι ικανό το πολιτικό προσωπικό και οι θεσμοί να ασκήσουν τον απαραίτητο δημόσιο έλεγχο; ή θα μετατραπούν σε «θεσμικούς σεΐχηδες» των πετρελαϊκών κύκλων εργασιών και του ξεπουλήματος των φυσικών μας πλεονεκτημάτων;
*Ο Βασίλης Πριμικήρης είναι μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου της ΛΑ.Ε

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας