Μετά από μία σειρά ηττών σε διαφορετικές ευρωπαϊκές χώρες η Σοσιαλδημοκρατία γνωρίζει πλήγμα ακόμα και στην κατεξοχήν εστία της: τη Σουηδία, στην οποία κυριαρχεί από το 1917, έχοντας ταυτιστεί με την οικοδόμηση του γενναιόδωρου σουηδικού κοινωνικού μοντέλου.
Το κόμμα του Σοσιαλδημοκράτη πρωθυπουργού Στέφαν Λέφεν απέφυγε βέβαια, σύμφωνα με τα exit polls των βουλευτικών εκλογών της Κυριακής, την ταπείνωση της απώλειας της πρώτης θέσης. Όμως καταγράφει ιστορικό χαμηλό και πιθανότατα θα πρέπει να παραχωρήσει την εξουσία.
Μία άλλη σταθερά της σουηδικής πολιτικής ζωής, η οποία δείχνει να εκλείπει μετά την ετυμηγορία της κάλπης, είναι ο ιδιόμορφος διπολισμός που είχε συγκροτηθεί γύρω από τα δύο μεγάλα κόμματα. Από την μία, οι Σοσιαλδημοκράτες συγκυβερνούσαν από το 2014 με τους Πράσινους, σε κυβέρνηση μειοψηφίας η οποία είχε και την ανοχή του κόμματος της Αριστεράς.
Από την άλλη, η κεντροδεξιά είχε από την προηγούμενη δεκαετία συγκροτήσει τετρακομματική “Συμμαχία για τη Σουηδία”, υπό την ηγεσία του κόμματος των Μετριοπαθών και με τη συμμετοχή των Χριστιανοδημοκρατών, των Φιλελευθέρων και του κόμματος του Κέντρου.
Οι δύο αυτοί συνασπισμοί εξέρχονται διπλά τραυματισμένοι από τις εκλογές: κανείς τους δεν συγκεντρώνει καθαρή πρωτιά, εφόσον η διαφορά τους εμφανίζεται οριακή, ούτε κανείς συγκεντρώνει αθροιστικό ποσοστό ικανό να δώσει κυβερνητική αυτοδυναμία, ενώ τα κόμματα-“πρωταγωνιστές”, δηλ. οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Μετριοπαθείς, χάνουν τέσσερις με πέντε μονάδες έκαστο από τη δύναμή τους.
Επιπλέον, η εσωτερική συνοχή των δύο συνασπισμών έχει υποχωρήσει. Αυτό ήταν ήδη εμφανές στο τελευταίο διάστημα της συγκυβέρνησης Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων, ενώ και η δοκιμασία της κάλπης υπήρξε δεινή για τον ελάσσονα κυβερνητικό εταίρο. Παρά τις προεκλογικές εκτιμήσεις ότι η ανάδειξη του προβλήματος της κλιματικής μεταβολής (λ.χ. με τις πυρκαγιές που κατέστρεψαν 125.000 εκτάρια γης στη Σουηδία το φετινό καλοκαίρι) θα ενίσχυε τους Πράσινους, το ποσοστό τους κατά τα exit polls μετά βίας ξεπερνά το όριο κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης του 4%.
Αλλά και η κεντροδεξιά συμμαχία μοιάζει κατακερματισμένη, ιδίως σε ό,τι αφορά την απροθυμία του κόμματός του Κέντρου να ακολουθήσει τη στροφή των υπολοίπων στη σκλήρυνση της μεταναστευτικής πολιτικής.
Και οι δύο αυτές εξελίξεις (αριθμητική καχεξία και εσωτερική αποσυσπείρωση των αντιπάλων συνασπισμών) έχουν ασφαλώς να κάνουν με τη δυναμική είσοδο στο παιχνίδι ενός όγδοου κόμματος με “αντισυστημική” ρητορική: των Σουηδών Δημοκρατών που αναδεικνύουν σχεδόν μονοθεματικά τα ζητήματα της μετανάστευσης και της εγκληματικότητας (συσχετίζοντάς τα κατά τρόπο που δεν προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία), ενώ παράλληλα έχουν προτείνει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την έξοδο της Σουηδίας από την Ε.Ε.
Πρόκειται για σχηματισμό που ιδρύθηκε το 1988, εισήλθε στη Βουλή με ποσοστό 5,7% μόλις το 2010, εκτοξεύθηκε στην τρίτη θέση με ποσοστό 13% το 2014, και τώρα αποσπά σχεδόν το ένα πέμπτο των ψήφων, κεφαλαιοποιώντας την κοινωνική αμηχανία που προκάλεσε στη Σουηδία η εισροή 163.000 προσφύγων το 2015 και η χαοτική διαχείρισή της – σε μία χώρα, όπου η αγορά εργασίας δεν προσφέρεται για την ενσωμάτωση ανειδίκευτων και το γενναιόδωρο κοινωνικό κράτος δοκιμάζεται ήδη από τη γήρανση του πληθυσμού.
Με ηγέτη από το 2005 τον 39χρονο σήμερα Τζίμι Όκεσον, που ξεχωρίζει για τη ρητορική του δεινότητα, το κόμμα των Σουηδών Δημοκρατών ισχυρίζεται ότι ακολουθεί στις γραμμές του πολιτική “μηδενικής ανοχής” σε φαινόμενα ρατσισμού και ξενοφοβίας. Ωστόσο, οι ρίζες του βρίσκονται στο παλαιότερο φασιστικό κίνημα “Να κρατήσουμε τη Σουηδία σουηδική”, ενώ μόλις λίγα 24ωρα πριν από τις κάλπες ορισμένοι υποψήφιοί του αποσύρθηκαν λόγω της αποκάλυψης των σχέσεών τους με τη βίαιη ακροδεξιά.
Σε κάθε περίπτωση, οι ψηφοφόροι αισθάνονται πώς τα καθιερωμένα κόμματα λειτουργούν πλέον ως αυτοαναφορικό καρτέλ και αδιαφορούν για πιεστικά προβλήματα, όπως λ.χ. η αύξηση του κόστους κατοικίας. Σε ένα τοπίο υποχώρησης της άλλοτε υψηλής συμμετοχής σε κόμματα και συνδικάτα, η επιθετικά “μη πολιτικά ορθή” παρουσία των Σουηδών Δημοκρατών φαντάζει σε κάποιους ως ένας τρόπος αναζωογόνησης της πολιτικής αντιπαράθέσης, που είχε γίνει άνευρη και προσχηματική.
Η επόμενη μέρα
Κατά το exit poll του δημόσιου τηλεοπτικού καναλιού SVT, οι Σοσιαλδημοκράτες αποσπούν το 26,2% των ψήφων, οι Σουηδοί Δημοκράτες το 19,2% (ποσοστό κάπως μικρότερο από τις δικές τους προσδοκίες και τις εντυπώσεις που είχαν καλλιεργήσει οι προεκλογικές δημοσκοπήσεις), οι Μετριοπαθείς το 17,8%, η Αριστερά το 9%, το Κέντρο το 8,9%, οι Χριστιανοδημοκράτες το απρόσμενο 7, 4%, οι Φιλελεύθεροι το 5,5% και οι Πράσινοι το 4,2%.
Σε κάθε περίπτωση, η ενίσχυση των Σουηδών Δημοκρατών περιπλέκει εξαιρετικά το ερώτημα του σχηματισμού κυβέρνησης (με βάση και το ότι η Αριστερά έχει μία έκκεντρη θέση στο πολιτικό σκηνικό, λόγω της αντίθεσής της προς την Ε.Ε.). Τυχόν επιλογή της Συμμαχίας να κυβερνήσει με την ανοχή της ακροδεξιάς θα ενισχύσει περαιτέρω τις φυγόκεντρες τάσεις στους δικούς της κόλπους. Από την άλλη πλευρά το γερμανικό μοντέλο του Μεγάλου Συνασπισμού δεν συνάδει προς τα σουηδικά πολιτικά ήθη. Δεν αποκλείεται μάλιστα και η προκήρυξη νέων, πρόωρων εκλογών – για πρώτη φορά από το 1958.
*Πηγή: capital.gr