Η Τουρκία θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια πολύ δύσκολη και σκληρή προσπάθεια να εξισορροπήσει σε τεντωμένη κλωστή, όχι σχοινί, ως προς τις σχέσεις της με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Ρωσία εάν η κρίση στην Ουκρανία πάρει χειρότερη τροπή, δήλωσε ο Αλί Τουιγκάν, πρώην Τούρκος πρεσβευτής στον Καναδά, τη Σαουδική Αραβία και την Ελλάδα, σε άρθρο για το Diplomatic Opinion τη Δευτέρα.
Ο Τουιγκάν είπε ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν θα κάνει ό,τι καλύτερο μπορούσε για να διατηρήσει μια καλή σχέση με την Τουρκία, την οποία βλέπει ως βασικό μέρος του σχεδίου του για την ευρασιατική του πολιτική.
Όπως γράφει ο Τουιγκάν, σε μια πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου Kadir Has, “Τάσεις στην Τουρκία το 2021”, οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν: “Πιστεύετε ότι οι ακόλουθες χώρες αποτελούν απειλή για την Τουρκία;”. Το ποσοστό όσων είπαν “ναι” για τις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν 56,1%. Το ποσοστό ήταν 40,7% για τη Ρωσία, 37,3% για την Κίνα, 42,4% για την Ελλάδα, 32,2% για τη Γερμανία, 43,7% για τη Γαλλία, 44,4% για το Ηνωμένο Βασίλειο, 60,5% για το Ισραήλ και 60,9% για την Αρμενία.
Οι απαντήσεις στο ερώτημα “Είναι οι παρακάτω χώρες σύμμαχοι και/ή φίλοι της Τουρκίας;” ήταν εξίσου ενδιαφέροντα. Το Αζερμπαϊτζάν ήταν στην κορυφή της λίστας με 57,4% απάντηση “ναι”. Το ποσοστό ήταν 30,2% για τη Γερμανία, 15,7% για τις Ηνωμένες Πολιτείες, 22,2% για τη Ρωσία, 13,1% για το Ιράν, 11,2% για τη Γαλλία, 10,9% για το Ηνωμένο Βασίλειο και 9,9% για την Ελλάδα. Αυτά τα στοιχεία σε αυτή την κατηγορία ήταν γενικά χαμηλά.
Όσον αφορά την ένταξη της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, το ερώτημα ήταν, “υπό τις τρέχουσες εθνικές και διεθνείς συνθήκες, θα πιστεύατε ότι η ένταξη στο ΝΑΤΟ είναι σημαντική/ζωτική για την Τουρκία;” Το 58% το θεώρησε σημαντικό, το 11,6% ως ασήμαντο και το 30,4% είπε “ούτε σημαντικό ούτε ασήμαντο”.
Τέλος, η υποστήριξη για την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ ανήλθε στο 58,4%.
“Αυτή είναι μια ζοφερή εικόνα για τις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση, που αντανακλά την αποτυχία της πολιτικής “πολύτιμης μοναξιάς” της κυβέρνησης του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) και την απότομη δημοκρατική παρακμή της Τουρκίας. Αυτή η αποτυχημένη πολιτική, τα εμπόδια που τέθηκαν ενώπιον της Τουρκίας στη διαδικασία ένταξης στην ΕΕ, οι ευρωπαϊκές χώρες που συμπορεύονται με την Ελλάδα στα ζητήματα του Αιγαίου και της Κύπρου ό,τι κι αν γίνει, και η υποστήριξη της Ουάσιγκτον προς το PYD/YPG έχουν παίξει ρόλο στην απογοήτευση του τουρκικού λαού όχι μόνο με τους παραδοσιακούς συμμάχους και φίλους της Τουρκίας αλλά και με μεγάλες δυνάμεις και περιφερειακές χώρες”, γράφει ο πρώην πρέσβης.
Συνεχίζοντας αναφέρει: “Προς το παρόν, υπάρχουν αναφορές για επίσκεψη του ισραηλινού προέδρου Ισαάκ Χέρτσογκ στην Τουρκία και για το άνοιγμα μιας νέας σελίδας. Αν και αυτή είναι μια ευπρόσδεκτη εξέλιξη, δεν μπορούμε παρά να αναρωτηθούμε, ‘τι έχει αλλάξει;’ Το Ισραήλ δεν έχει αλλάξει. Η Τουρκία δεν έχει αλλάξει. Όμως τέσσερις αραβικές χώρες έχουν ομαλοποιήσει τις σχέσεις με το Ισραήλ. Άρα, θα μπορούσε τελικά να συνειδητοποιήσει η τουρκική κυβέρνηση ότι ούτε η “πολύτιμη μοναξιά” της ούτε η επιθετική ρητορική της είναι βιώσιμες, που και οι δύο έχουν αποδειχθεί αυτοκαταστροφικές; Μπορεί να πει κανείς κάλλιο αργά παρά ποτέ. Αλλά δυστυχώς, χρειάζεται μηδέν χρόνος για να καταστραφεί η εμπιστοσύνη, αλλά χρόνια και χρόνια για να ξεναχτιστεί”.
Για δεκαετίες οι σχέσεις της Άγκυρας με τη Μόσχα ήταν σε σταθερή πορεία. Η άστοχη εμπλοκή της Τουρκίας στη συριακή σύγκρουση, η κατάρριψη ενός ρωσικού μαχητικού αεροσκάφους το 2015, η αγορά των συστημάτων αεράμυνας S-400 ουσιαστικά για την αποκατάσταση της σχέσης και η επακόλουθη επιδείνωση των σχέσεων της χώρα με την Ουάσιγκτον έχουν βάλει την Τουρκία σε ένα στενό δρομάκι μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ. Περιττό να προσθέσουμε ότι η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής φυσικού αερίου στην Τουρκία, η μεγαλύτερη πηγή εσόδων από τον τουρισμό της Τουρκίας και σημαντική εξαγωγική αγορά για τον αγροτικό τομέα της Τουρκίας. Τουρκικές κατασκευαστικές εταιρείες δραστηριοποιούνται στη Ρωσία.
Την περασμένη εβδομάδα, ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επανέλαβε την υποστήριξη της Τουρκίας στην κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας. Υποστήριξε την αποκλιμάκωση καθώς και τον διάλογο για την αντιμετώπιση των ανησυχιών της Ρωσίας για την ασφάλεια. Επανέλαβε την προσήλωση της Τουρκίας στις δεσμεύσεις της στο ΝΑΤΟ. Συμμετείχε πλήρως η Άγκυρα στις εντατικές διπλωματικές ανταλλαγές μεταξύ των συμμάχων του ΝΑΤΟ τις τελευταίες εβδομάδες; Δύσκολο να ειπωθεί.
Ας ελπίσουμε ότι η λογική θα επικρατήσει από όλες τις πλευρές. Διότι, εάν η κρίση στην Ουκρανία έπαιρνε μια στροφή προς το χειρότερο, η Άγκυρα θα ερχόταν αντιμέτωπη με την ανάγκη ή να διαλέξει στρατόπεδο ή να προσπαθήσει να ισορροπήσει όχι σε σχοινί αλλά σε κλωστή μεταξύ Ρωσίας και Ηνωμένων Πολιτειών. Και το να κρατήσεις ίσες αποστάσεις ως προς τις ΗΠΑ μπορεί να αποδειχθεί μεγαλύτερη πρόκληση, επειδή ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν θα έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε για να διατηρήσει μια καλή σχέση με την Άγκυρα, την οποία θεωρεί ως μακροπρόθεσμη επένδυση στο ευρασιατικό έργο του. Δεν μπορεί παρά να παραδεχτεί κανείς ότι, προς τιμήν του, άρπαξε μια ευκαιρία και απλώς δεν θα την άφηνε να χαθεί. Η θετική ανταπόκρισή του σε πρόσκληση να επισκεφθεί την Τουρκία στο εγγύς μέλλον απλώς το επιβεβαιώνει αυτό. Δεν θα πρέπει να προκαλέσει απόλυτη έκπληξη η πιθανότητα να επιτρέψει στην Άγκυρα να ισχυριστεί με κάποιο τρόπο ότι παίζει το ρόλο του μεσολαβητή ή του διευκολυντή μεταξύ Κιέβου και Μόσχας.
Όπως γράφει ο Τούρκος πρώην πρέσβης “έχοντας πει όλα αυτά, πρέπει επίσης να παραδεχτώ ότι το πόρισμα της έρευνας ‘Turkey Trends 2021’ για ποσοστό έγκρισης 50,6% της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης, από 28,5% το 2019, με αφήνει να αναρωτιέμαι. Πιθανώς, αυτός ο αριθμός θα πρέπει να προκαλεί τεράστιες απορίες και στην τουρκική αντιπολίτευση.