Η νέα κλίμακα και τα αφορολόγητα ποσά που θα τεθούν σε ισχύ από την Πρωτοχρονιά δεν προσφέρουν κανένα φορολογικό όφελος για τον μισθωτό ή τον συνταξιούχο μεσαίου εισοδήματος.
Αδιόρατες θα είναι για την τσέπη της λεγόμενης μεσαίας τάξης οι ελαφρύνσεις στη φορολογία, οι οποίες για όλες τις υπόλοιπες κατηγορίες θα γίνουν αντιληπτές μέσω της νέας μειωμένης παρακράτησης του φόρου στους μισθούς και τις συντάξεις.
Η νέα κλίμακα και τα αφορολόγητα ποσά που θα τεθούν σε ισχύ από την Πρωτοχρονιά δεν προσφέρουν κανένα φορολογικό όφελος για τον μισθωτό ή τον συνταξιούχο μεσαίου εισοδήματος, τα πρόσωπα δηλαδή που βρίσκονται στη ζώνη των ετήσιων εισοδημάτων από 20.000 έως 50.000 ευρώ και έχουν ένα παιδί.
Παρά τις βελτιώσεις που έγιναν στη φορολογική κλίμακα (στο πρώτο κλιμάκιο ο εισαγωγικός συντελεστής έχει μειωθεί στο 9% από 22%), οι μειώσεις στον φόρο που παρακρατείται κάθε μήνα στις αποδοχές μισθωτών και συνταξιούχων θα είναι μηδενικές ή σχεδόν μηδενικές.
Για παράδειγμα, μισθωτός στον ιδιωτικό τομέα με ένα παιδί και μηναίο φορολογητέο εισόδημα 1.571 ευρώ θα εξακολουθήσει να έχει περίπου 218 ευρώ μηνιαία παρακράτηση φόρου από τον Ιανουάριο του 2020, όσο δηλαδή ήταν και στη διάρκεια του περσινού έτους.
Αν ο ίδιος φορολογούμενος έχει δύο παιδιά, τότε υπάρχει φορολογικό όφελος, πολύ μικρό βέβαια, μόλις 2,86 ευρώ τον μήνα ή 40 ευρώ τον χρόνο, λόγω της ευεργετικής επίδρασης που ασκεί στην έκπτωση φόρου το δεύτερο παιδί. Το ποσό των 2,86 ευρώ είναι η αύξηση που θα έχει ο προηγούμενος εργαζόμενος με δύο παιδιά στις καθαρές αποδοχές του από τον επόμενο χρόνο.
Η μηνιαία παρακράτηση από τα 214,29 ευρώ το 2019 μειώνεται στα 211,43 ευρώ το 2020.
Το νέο φορολογικό νομοσχέδιο δεν αλλάζει δραστικά τον χάρτη των μισθών ή των συντάξεων από το νέο έτος, αφού οι διαφορές στη μηνιαία παρακράτηση για υπόχρεους με μεικτές μηνιαίες αποδοχές κάτω των 800 ευρώ είναι από οριακές έως ανύπαρκτες.
Για παράδειγμα, φορολογούμενος με μηνιαίο εισόδημα 571,43 ευρώ και ετήσιο 8.000 ευρώ δεν θα έχει καμία φορολογική ανακούφιση από το νέο έτος. Εάν λάβει κανείς υπόψη του ότι σε αυτό το κλιμάκιο εισοδήματος, δηλαδή εισοδήματα από 5.000 έως 10.000 τον χρόνο, βρίσκονται 1.282.232 φορολογούμενοι, το πλήγμα για τους χαμηλόμισθους και τους χαμηλοσυνταξιούχους είναι εξαιρετικά μεγάλο.
Στα 10.000 με 16.000 ευρώ μεικτά ετησίως, θα υπάρξει μια αύξηση που κυμαίνεται από 6,9 ευρώ έως 12,6 ευρώ τον μήνα για όσους δεν έχουν παιδιά και φτάνει μέχρι και 30 ευρώ για γονείς με τρία παιδιά. Οριακές μεταβολές από ένα ευρώ έως και 5,50 ευρώ τον μήνα θα δουν οι έχοντες καθαρές μηνιαίες αποδοχές από 1.200 ευρώ έως 2.500 ευρώ.
Στα πολύ υψηλά μισθολογικά κλιμάκια τα φορολογικά οφέλη είναι σημαντικά λόγω της μείωσης του ανώτατου συντελεστή από το 45% στο 44%.
Επίσης, όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός των τέκνων τόσο μεγαλώνει το αφορολόγητο ποσό, που πάντως είναι ασήμαντα αυξημένο σε σχέση με την προηγούμενη φορολογική κατάσταση.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο:
– Εάν δεν υπάρχουν παιδιά, το έμμεσο αφορολόγητο όριο ανέρχεται σε 8.636 ευρώ.
– Εάν υπάρχει 1 παιδί, το αφορολόγητο διαμορφώνεται σε 9.000 ευρώ.
– Εάν υπάρχουν 2 παιδιά, το αφορολόγητο πάει στα 10.000 ευρώ.
– Εάν υπάρχουν 3 παιδιά, το αφορολόγητο φτάνει στα 11.000 ευρώ.
– Εάν υπάρχουν 4 παιδιά, το αφορολόγητο διαμορφώνεται σε 12.000 ευρώ.
-Με 5 παιδιά αφορολόγητο όριο 13.000 ευρώ.
– Εάν υπάρχουν 6 παιδιά, το αφορολόγητο όριο φτάνει τα 14.000 ευρώ.
Για τους πολύτεκνους (5 παιδιά και άνω) δεν θα γίνεται «ψαλίδισμα» του αφορολόγητου ακόμα κι όταν το εισόδημά τους ξεπερνά τις 12.000 ευρώ.
Για τους υπόλοιπους φορολογούμενους, όπως ισχύει και τώρα, το αφορολόγητο σβήνει 20 ευρώ ανά 1.000 ευρώ εισοδήματος στα επίπεδα πάνω από τις 12.000 ευρώ.
Οι συντελεστές
Η νέα κλίμακα φορολογίας εισοδήματος, η οποία θα ισχύσει από το 2020 για μισθωτούς, συνταξιούχους, κατ’ επάγγελμα αγρότες και ελεύθερους επαγγελματίες-αυτοαπασχολούμενους, προβλέπει:
– συντελεστή φόρου 9% (αντί 22%) για το τμήμα του ετήσιου εισοδήματος μέχρι τα 10.000 ευρώ.
– συντελεστή φόρου 22% (όπως και σήμερα) για το τμήμα του ετήσιου εισοδήματος από τα 10.000 έως τα 20.000 ευρώ.
– συντελεστή φόρου 28% (αντί 29%) για το τμήμα του ετήσιου εισοδήματος από τα 20.000 έως τα 30.000 ευρώ.
– συντελεστή φόρου 36% (αντί 37%) για το τμήμα του ετήσιου εισοδήματος από τα 30.000 έως τα 40.000 ευρώ.
– συντελεστή φόρου 44% (αντί 45%) για το τμήμα του ετήσιου εισοδήματος πάνω από τα 40.000 ευρώ.