«Πλυντήριο» για τα θαλασσοδάνεια της Πειραιώς το έκτρωμα Μητσοτάκη απαλλαγής τραπεζιτών

691
Πειραιώς το έκτρωμα Μητσοτάκη

Σε «κουρελόχαρτα» έχει μετατρέψει τα εισαγγελικά έγγραφα ο κατάπτυστος νόμος 4367/2019 της κυβέρνησης Μητσοτάκη, ο οποίος προβλέπει την ποινική δίωξη των τραπεζιτών για το αδίκημα της απιστίας μόνο μετά την υποβολή έγκλησης από την πλευρά της τράπεζας. Πρώτη φορά εισαγγελέας περιγράφει καραμπινάτο σκάνδαλο εκατομμυρίων ευρώ, για το οποίο έχουν ασκηθεί ποινικές διώξεις σε 36 πρόσωπα για αδικήματα κακουργηματικού χαρακτήρα, όμως η πρότασή της προς το Δικαστικό Συμβούλιο είναι απαλλακτική για τους εμπλεκόμενους, εξαιτίας του νομικού τερατουργήματος της «άριστης» κυβέρνησης. Ηδη τρία δικαστικά συμβούλια πλημμελειοδικών είχαν κρίνει αντισυνταγματικό τον νόμο για τρεις ξεχωριστές υποθέσεις απιστίας τραπεζικών στελεχών. Ωστόσο το Στ΄ Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου έκρινε ομόφωνα συνταγματική την επίμαχη διάταξη και πλέον αναμένεται η έκδοση απόφασης από την ολομέλεια του Αρείου Πάγου. Είναι η πρώτη εφαρμογή στην ποινική διαδικασία του νόμου Μητσοτάκη υπέρ των τραπεζιτών με εισαγγελική σφραγίδα, σε μία υπόθεση με σκανδαλώδεις αγοραπωλησίες «κόκκινων» δανείων από εταιρείες του εφοπλιστικού ομίλου Λογοθέτη από την Τράπεζα Πειραιώς δίχως να πληρώσει το ανάλογο τίμημα.

Οι εταιρείες συμφερόντων Λογοθέτη, αφού αρχικά «καθάρισαν» ανώτατα στελέχη της Τράπεζας Πειραιώς αγοράζοντας εκατομμυρίων ευρώ μετοχοδάνειά τους, τα οποία είχαν δοθεί επί διοίκησης Σάλλα προκειμένου να συμμετάσχουν σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου (ΑΜΚ) της τράπεζας και δεν αποπληρώνονταν, στη συνέχεια απέκτησαν πανίσχυρο χαρτοφυλάκιο της ίδιας τράπεζας με ναυτιλιακά και επιχειρηματικά «κόκκινα» δάνεια. Τα εν λόγω δάνεια, όπως είχε αποκαλύψει το Documento, ενώ αρχικά η πλευρά Λογοθέτη τα απέκτησε από την Πειραιώς με ελάχιστο τίμημα, στη συνέχεια τα πούλησε στους οφειλέτες σε εξευτελιστική τιμή. Για την υπόθεση ασκήθηκαν ποινικές διώξεις από τους εισαγγελείς. Ωστόσο το γεγονός ότι η τράπεζα δεν υπέβαλε την απαιτούμενη εκ του νόμου έγκληση για τη συνέχιση της ποινικής διαδικασίας έχει αποτέλεσμα να προτείνεται η παύση των ποινικών διώξεων.

Η εισαγγελική πρόταση αφορά συνολικά 36 πρόσωπα στα οποία έχουν ασκηθεί ποινικές διώξεις για τρία αδικήματα κακουργηματικού χαρακτήρα για τη χορήγηση δανείων εκατομμυρίων ευρώ σε «ωφεληθείσες εταιρείες» κατά τα έτη 2014-16. Μεταξύ αυτών ο πρώην πρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς Μιχάλης Σάλλας, ο εφοπλιστής Μιχάλης Λογοθέτης, ο πρώην διευθύνων σύμβουλος της Πειραιώς Ανθιμος Θωμόπουλος, ο πρώην αντιπρόεδρος του ΔΣ της τράπεζας Σταύρος Λεκκάκος, ανώτατα στελέχη, μέλη των επιτροπών που ενέκριναν μία σειρά από δάνεια κ.ά. Οι κατηγορίες που αντιμετωπίζουν αφορούν τα αδικήματα «της απιστίας από κοινού και κατ’ εξακολούθηση με περιουσιακή ζημία που υπερβαίνει τα 120.000 ευρώ», «της ηθικής αυτουργίας σε απιστία» και «της συνέργειας σε απιστία από κοινού και κατ’ εξακολούθηση». Επίσης τέσσερα από τα 36 πρόσωπα αντιμετωπίζουν επιπλέον κατηγορίες. Βαρύνονται με το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από «εγκληματική δραστηριότητα τελεσθείσα κατ’ εξακολούθηση», επίσης κακουργηματικού χαρακτήρα.

Η εισαγγελέας στην πρότασή της προς το Δικαστικό Συμβούλιο ζητεί να παύσουν όλες οι ποινικές διώξεις σε βαθμό κακουργήματος κατά των 36 εμπλεκόμενων προσώπων, καθώς όπως αναφέρει το αξιόποινο της πράξης έχει εξαλειφθεί, επειδή η Τράπεζα Πειραιώς, όπως βεβαίωσε στην ανακρίτρια εκπρόσωπος της τράπεζας, ουδέποτε υπέβαλε έγκληση για το αδίκημα της απιστίας όπως ορίζει ο νόμος 4367/2019 της κυβέρνησης Μητσοτάκη προκειμένου να προχωρήσει η ποινική διαδικασία.

 

Η αγορά μετοχοδανείων ανώτατων στελεχών

Στην εισαγγελική πρόταση περιγράφονται αναλυτικά οι παράνομες και σκανδαλώδεις αγοραπωλησίες δανείων που οδήγησαν στην άσκηση ποινικών διώξεων. Μία από αυτές αναφέρει αγοραπωλησίες «κόκκινων» δανείων από εταιρείες του ομίλου Λογοθέτη που είχε αποκαλύψει τον Οκτώβριο του 2020 το Documento. H πρώτη αφορούσε την αγορά στεγαστικών δανείων αλλά και μετοχοδανείων δώδεκα ανώτατων στελεχών της Τράπεζας Πειραιώς από την εταιρεία Lindfield Worldwide Ltd συμφερόντων του ομίλου Λογοθέτη, όπως καταγράφεται στην εισαγγελική πρόταση προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών. Τα μετοχοδάνεια είχαν χορηγηθεί σε ανώτατα στελέχη επί διοίκησης Σάλλα προκειμένου να συμμετάσχουν σε ΑΜΚ της Τράπεζας Πειραιώς. Από την εισαγγελική έρευνα προέκυψαν μια σειρά από παρατυπίες – παρανομίες κατά τη χορήγηση των δανείων. Οπως διαπίστωσαν οι εισαγγελείς, η πώληση των δανείων είχε γίνει «χωρίς έλεγχο των νομιμοποιητικών εγγράφων της αγοράστριας εταιρείας, χωρίς δήλωση πραγματικού δικαιούχου και χωρίς έλεγχο της οικονομικής κατάστασης της εταιρείας». Διαδικασίες δηλαδή που δεν έχουν καμία σχέση με τις πρακτικές που ακολουθούν συνήθως οι τράπεζες σε παρόμοιες περιπτώσεις. Ολα είχαν αποτέλεσμα να δημιουργηθούν οφειλές αρκετών εκατομμυρίων ευρώ προς την τράπεζα, καθώς τα δάνεια δεν αποπληρώνονταν.

«Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις με την πρακτική που τήρησαν τα μέλη των εγκριτικών επιτροπών της Τράπεζας Πειραιώς διαμορφώθηκαν υπόλοιπα οφειλής από τα χορηγηθέντα δάνεια ύψους πολλών εκατομμυρίων για κάθε συμβαλλόμενη εταιρεία» επισημαίνεται μεταξύ άλλων στην εισαγγελική πρόταση, ενώ «εξαιτίας των επισφαλών συναλλαγών τέθηκαν σε διακινδύνευση τα κεφάλαια της Τράπεζας». Τελικά τα μετοχοδάνεια αποπληρώθηκαν από άλλη εταιρεία του ομίλου Λογοθέτη τον Ιούλιου του 2016, συγκεκριμένα από την Albion Navigation Ltd. Με λίγα λόγια, ο όμιλος Λογοθέτη «καθάρισε» τα ανώτατα στελέχη της Τράπεζας Πειραιώς από τις οφειλές τους.

Αγορά χαρτοφυλακίου χωρίς να πληρώσει

Εκτός από τα μετοχοδάνεια, ο νόμος Μητσοτάκη λειτούργησε ως «πλυντήριο» για τις ποινικές ευθύνες και σε ακόμη μία περίπτωση: την επίσης σκανδαλώδη αγοραπωλησία ενός πανίσχυρου χαρτοφυλακίου με «κόκκινα» ναυτιλιακά –και όχι μόνο– δάνεια από την εταιρεία Baywest Business Ltd του ομίλου Λογοθέτη, την οποία επίσης είχε αποκαλύψει το Documento. Πρόκειται για δάνεια Ελλήνων κροίσων οφειλετών τα οποία αγόρασε η εν λόγω εταιρεία από την Πειραιώς δίχως να καταβάλει το ανάλογο τίμημα και στη συνέχεια τα επαναπούλησε «κουρεμένα» στους οφειλέτες. Με τον τρόπο αυτό οι εφοπλιστές «καθάρισαν» από το σύνολο των οφειλών τους προς την Τράπεζα Πειραιώς. Μεταξύ αυτών και η εφοπλιστική οικογένεια Λασκαρίδη, η οποία επωφελήθηκε από «κούρεμα» σχεδόν 26 εκατ. ευρώ. Η επιχειρηματική οικογένεια αποτελεί τον κρυφό χρηματοδότη της πρωθυπουργικής οικογένειας και της εφημερίδας «Πρώτο Θέμα».

Σύμφωνα με όσα περιγράφονται στην εισαγγελική πρόταση, η τράπεζα αποδείχτηκε ασυνήθιστα «χαλαρή» απέναντι στον όμιλο Λογοθέτη. Ηταν Μάιος του 2014 όταν η Baywest Business Ltd αγόρασε ναυτιλιακά και επιχειρηματικά δάνεια της Πειραιώς που δεν είχαν αποπληρωθεί. Δηλαδή «κόκκινα» δάνεια που το χαρτοφυλάκιό τους ανερχόταν σε 1 δισ. ευρώ.

Το τίμημα της πώλησης στην Baywest καθορίστηκε σε 320,5 εκατ. ευρώ με έκπτωση 70%. Ωστόσο η εταιρεία του ομίλου Λογοθέτη ουδέποτε κατέβαλε το σύνολο του τιμήματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα τέλη του 2018 οι οφειλές της προς την Τράπεζα Πειραιώς ανέρχονταν σε 220 εκατ. ευρώ.

Ιδιαίτερα εντυπωσιακό είναι και αυτό που καταγράφεται στην εισαγγελική πρόταση σχετικά με τη στάση της τράπεζας. Αν και ο όμιλος Λογοθέτη «αποδεικνυόταν» μπαταχτσής και χρωστούσε το μεγαλύτερο μέρος για το χαρτοφυλάκιο των δανείων, εντούτοις συνέχιζε να πουλά στην Baywest «πακέτα» επιχειρηματικών δανείων.

Το παράξενο όμως έχει να κάνει με τη συμπεριφορά των τραπεζικών στελεχών απέναντι στον όμιλο Λογοθέτη. Ενώ συνήθως η τράπεζα είναι σκληρή και αμείλικτη με τους «μπαταχτσήδες» πελάτες της, στην περίπτωση Λογοθέτη δεν έγινε το παραμικρό. Παρότι η Πειραιώς μπορούσε βάσει όρου να «αναστρέψει την πώληση» σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης αποπληρωμής του τιμήματος». Αντίθετα, αντί να ενεργοποιηθεί ο όρος αυτός, η τράπεζα αποφάσισε να παρατείνει την αποπληρωμή του τιμήματος, «χωρίς πρόβλεψη για καταβολή τόκων και εγγραφής υποθήκης».

«Ολες οι παραπάνω ενέργειες έγιναν χωρίς η Τράπεζα να τηρήσει τους κανόνες αξιολόγησης του κινδύνου διακανονισμού, χωρίς επαρκή στοιχεία για τη μεσίτρια και αγοράστρια εταιρεία, αμφότερες συμφερόντων ομίλου Λογοθέτη και χωρίς εξασφάλιση των συμφερόντων της Τράπεζας έναντι ενδεχόμενης μη καταβολής του τιμήματος» αναφέρεται χαρακτηριστικά στην εισαγγελική πρόταση.

Τα δάνεια σε εταιρείες ΑΠΕ και οι τεχνητές υπεραξίες

Η εισαγγελική πρόταση αναφέρεται όμως και σε μια σειρά από δανειοδοτήσεις σε εταιρείες που δραστηριοποιούνταν στον κλάδο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ). Η Τράπεζα Πειραιώς δανειοδοτούσε εταιρείες με σκοπό την υλοποίηση επενδύσεων στον κλάδο. Το ποσό στη συνέχεια πήγαινε σε τρίτες εταιρείες και εμφανιζόταν ως ίδια συμμετοχή για συγχρηματοδοτούμενα ενεργειακά έργα. Η μέθοδος ήταν απλή. Το δανεισθέν από την τράπεζα ποσό χορηγούνταν ως δάνειο σε άλλη εταιρεία του ίδιου ομίλου ή ως αύξηση μετοχικού κεφαλαίου· ποτέ όμως ως εισροή νέων κεφαλαίων. Με τον τρόπο αυτό δημιουργούνταν τεχνητές υπεραξίες, ενώ η τράπεζα ουδέποτε ήλεγχε πραγματικά είτε τις εταιρείες είτε τους κινδύνους από τη χορήγηση των δανείων.

«Κατά το χρονικό διάστημα 20162017 πραγματοποιήθηκε η χρηματοδότηση εταιρειών ΑΠΕ με δημιουργία τεχνητών υπεραξιών και συνακόλουθο υψηλόποσο δανεισμό, χωρίς έλεγχο των μετοχικών συνθέσεων, των πραγματικών δικαιούχων και χωρίς γνώση του βαθμού ωριμότητας των χρηματοδοτούμενων αδειών, χωρίς πλήρεις οικονομοτεχνικές μελέτες κατά παρέκκλιση της πιστωτικής πολιτικής της Τράπεζας και με υψηλό κίνδυνο ως προς την αποπληρωμή ιδιαίτερα μεγάλων ποσών» επισημαίνεται στην εισαγγελική πρόταση.

Το αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν τον Μάιο του 2017 η Πειραιώς να έχει παράσχει δάνεια σε νεοσύστατες εταιρείες ΑΠΕ ύψους 715 εκατ. ευρώ. Από αυτά είχαν εκταμιευτεί 515 εκατ. ευρώ, από τα οποία τα 238 εκατ. ευρώ είχαν κατευθυνθεί για την αγορά άυλων περιουσιακών στοιχείων.

«Καθάρισαν» με τον νόμο Μητσοτάκη

Αν και στην εισαγγελική πρόταση περιγράφονται καραμπινάτες παρανομίες και βαρύτατα αδικήματα κακουργηματικού χαρακτήρα, εντούτοις η εισαγγελική πρόταση προς το Δικαστικό Συμβούλιο είναι απαλλακτική για τα 36 εμπλεκόμενα πρόσωπα. Ο λόγος έχει να κάνει με τον νόμο 4367/2019 της κυβέρνησης Μητσοτάκη που καταργεί την άσκηση ποινικής δίωξης σε τραπεζικά στελέχη για το αδίκημα της απιστίας αυτεπάγγελτα όπως ίσχυε. Με τον νόμο αυτό, για να ασκηθούν ποινικές διώξεις σε τραπεζικά στελέχη για το αδίκημα της απιστίας απαιτείται η υποβολή έγκλησης από την πλευρά της τράπεζας. Στην προκειμένη περίπτωση όμως δεν συνέβη.

Η ποινική διαδικασία ναι μεν ξεκίνησε αυτεπάγγελτα, ωστόσο, όπως αναφέρεται στην εισαγγελική πρόταση, «ουδέποτε υποβλήθηκε έγκληση νομότυπα και εμπρόθεσμα από την Τράπεζα Πειραιώς». Μάλιστα όταν η ανακρίτρια που χειριζόταν την υπόθεση ζήτησε εγγράφως από την τράπεζα να απαντήσει εάν επιθυμεί ή όχι να προχωρήσει η συγκεκριμένη ποινική διαδικασία, η απάντηση ήταν άλλα λόγια να αγαπιόμαστε. «Το μόνο και αποφασιστικό όργανο για την υλοποίηση ή μη της μεταβατικής διάταξης του άρ. 6 παράγραφος 2 του ν. 4637/2018 δεν έχει αποφασίσει εισέτι» απάντησε η Group Compliance Officer της Πειραιώς, όπως υπογραμμίζεται στη σχετική απόφαση.

Το αποτέλεσμα ήταν η εισαγγελέας Ειρήνη Μαραγκάκη να προτείνει στο Δικαστικό Συμβούλιο την παύση όλων των ποινικών διώξεων για τα εμπλεκόμενα πρόσωπα καθώς, όπως ανέφερε, το αξιόποινο της πράξης είχε εξαλειφθεί.

Πιο αναλυτικά ως προς το αδίκημα «της απιστίας από κοινού κατ’ εξακολούθηση με περιουσιακή ζημία άνω των 120.000 ευρώ» η εισαγγελέας έκρινε ότι το «αξιόποινο έχει εξαλειφθεί λόγω μη υποβολής εγκλήσεως παθόντα εκ της πράξης, μη δήλωσης συνέχισης της ποινικής διαδικασίας εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών και μη υπάρχουσας περαιτέρω τέτοιας προθεσμία ή αναστολής αυτής». Η εξάλειψη του αξιοποίνου σε αυτή την κατηγορία είχε αποτέλεσμα να γίνει το ίδιο και στις άλλες δύο κατηγορίες που έχουν να κάνουν με την απιστία: «της ηθικής αυτουργίας σε απιστία» και «της συνέργειας σε απιστία από κοινού και κατ’ εξακολούθηση». Σε ό,τι αφορά το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, η εισαγγελέας έκρινε πως δεν «στοιχειοθετείται» επειδή έχει «εξαλειφθεί το βασικό αδίκημα της απιστίας, από το οποίο παρήχθη η φερόμενη ως επιλήψιμη περιουσία. Πιο απλά, με τον νόμο Μητσοτάκη όχι μόνο αποφασίζουν οι τραπεζίτες εάν θα διωχτούν ή όχι για απιστία αλλά και για ξέπλυμα χρήματος.

Πηγή: Documento – Βαγγέλης Τριάντης

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας