Πλειστηριασμοί και αγορά εργασίας

1999
αυτοκίνητα

Με την εισαγωγή στη βουλή για ψήφιση, με τη διαδικασία του κατεπείγοντος μάλιστα, της ντροπολογίας για την αυτεπάγγελτη δίωξη όποιου εμποδίζει τη διεξαγωγή πλειστηριασμού και την τελική της υπερψήφιση, η συζήτηση γύρω από το θέμα και το γιατί αυτής της πρεμούρας της κυβέρνησης για να ξεκινήσουν -ανεμπόδιστα κατά το δυνατόν- μαζικοί πλειστηριασμοί ιδιωτικής περιουσίας, πήρε νέες διαστάσεις.
Ο γνωστός οικονομολόγος κ. Σπύρος Στάλιας σε ανάρτησή του στη σελίδα του στο facebook, προσπάθησε να δώσει μια επιστημονική ερμηνεία (από καθαρή οικονομολογική σκοπιά), αυτής της βάρβαρης προσπάθειας από την πλευρά των δανειστών και του εγχώριου υπηρετικού τους προσωπικού στην κυβέρνηση και στην αντιπολίτευση, στη Δικαιοσύνη και στους υπόλοιπους κρατικούς θεσμούς, για εκποίηση της ιδιωτικής περιουσίας των Ελλήνων (*η ανάρτηση του κ. Στάλια -που συμφωνώ απόλυτα-, συνοδεύει το παρόν άρθρο στο τέλος του κειμένου). Μιας εκποίησης που έρχεται σε συνέχεια της κατάρρευσης των μισθών και των συντάξεων, της αντίστοιχης εκποίησης της κρατικής περιουσίας, καθώς και της συντριβής των εργασιακών σχέσεων. Όπως είναι φυσικό μια επιστημονική προσέγγιση υπό τύπον σχολιασμού σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης είναι αναγκαστικά λιτή, περισσότερο επιγραμματική και ενώ εξηγεί επαρκώς και λύνει απορίες, ταυτόχρονα δημιουργεί νέες. Έτσι, διατυπώθηκε από ορισμένους η εύλογη απορία, πως είναι δυνατό να συσχετίζεται η ιδιωτική περιουσία του πληθυσμού και η προσπάθεια εκποίησής της, με την αγορά εργασίας και τις τιμές των προϊόντων.
Ενδεχομένως υπάρχουν πολλοί ακόμη που δεν μπορούν να κατανοήσουν, διότι στερούνται των εργαλείων, το πως μπορούν να συνδέονται όλα αυτά που μας συμβαίνουν μεταξύ τους και που τελικά αποσκοπούν, με πρόσχημα πάντα το υπερβολικό χρέος και τις αναγκαίες «μεταρρυθμίσεις» για να επιστρέψουμε -υποτίθεται- στην «κανονικότητα». Αξίζει, λοιπόν, τον κόπο να αναπτυχθεί λίγο περισσότερο το θέμα, αποδεικνύοντας τον άμεσο συσχετισμό των πάντων που συμβαίνουν και την τελική στόχευση αυτών που είναι σε θέση να τα επιβάλλουν (οι δανειστές και οι υποταγμένες σε αυτούς κυβερνήσεις και μηχανισμοί).
Πέραν λοιπόν της εξασφάλισης των αναγκαίων πόρων για την αποπληρωμή των δανείων και της ταυτόχρονης βελτίωσης της καθαρής θέσης των τραπεζών, για να μην υποχρεωθούν σε νέες ανακεφαλαιοποιήσεις, το θέμα είναι απλό: Στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο όλα έχουν να κάνουν με τον ανεμπόδιστο ανταγωνισμό. Τα πάντα στις αγορές πρέπει να είναι απολύτως ελεύθερα, με βάση την προσφορά και τη ζήτηση εντός τους, και ο ανταγωνισμός φροντίζει για τα σημεία της ισορροπίας τους. Πρόκειται για την περίφημη αυτορρύθμιση των αγορών.
Η πιο σημαντική αγορά είναι αυτή της εργασίας. Με βάση αυτή καθορίζονται όλες οι υπόλοιπες.
Έτσι ο οποιοσδήποτε εξωγενής παράγων που θα μπορούσε να επηρεάσει έστω έμμεσα αυτή την αγορά, δημιουργεί -πάντα κατά τη νεοφιλελεύθερη δοξασία- ανεπίτρεπτες στρεβλώσεις στη διαδικασία της προσφοράς και της ζήτησης. Συνεπώς, αυτό έχει άμεσες επιπτώσεις στην ισορροπία και της αγοράς των προϊόντων, αφού αυτή η τελευταία επηρεάζεται άμεσα από το επιτυγχανόμενο κάθε φορά ύψος της αμοιβής της προσφερόμενης εργασίας για την παραγωγή αυτών των προϊόντων (ή την προσφορά υπηρεσιών).
Οι κρατικές παρεμβάσεις μέσω της νομοθεσίας (πχ καθορισμός κατώτατου μισθού, προστασία των συλλογικών συμβάσεων, έλεγχος τιμών κτλ), η ύπαρξη ισχυρού κρατικού τομέα και συνεπώς κρατικής περιουσίας, ο διεκδικητικός συνδικαλισμός, αλλά και πολιτιστικά πρότυπα, όπως πχ η αργία της Κυριακής, αποτελούν εξωγενείς παράγοντες, που εκτρέπουν τον «υγιή» ανταγωνισμό. Αφού, εμποδίζουν τις επιχειρήσεις να λειτουργούν ελευθεροβούλως και να αντλούν με τη μεγίστη δυνατή ελευθερία την εργατική «δύναμη» που απαιτεί η παραγωγή των προϊόντων, δημιουργώντας ανεπιθύμητα κόστη. Έτσι, οι παράγοντες αυτοί, που διαμεσολαβούν -χωρίς να αποτελούν οργανικά στοιχεία της αγοράς- στον ανταγωνισμό μεταξύ εργοδότη – εργαζόμενου, «στρεβλώνουν» αυτήν την ίδια την αγορά εργασίας και συνεπώς κάθε αγορά που εξαρτάται από αυτήν.
Το ίδιο ισχύει και με την ιδιωτική περιουσία των εργαζόμενων -ακίνητη (σπίτι κτλ) και κινητή (καταθέσεις)-, και κυρίως με αυτήν, διότι και αυτή θεωρείται σημαντικός εξωγενής παράγων επηρεασμού του ανταγωνισμού, αφού η ύπαρξή της δύναται να προσφέρει πλεονέκτημα στη «διαπραγμάτευση» τους με τις επιχειρήσεις (διότι μπορεί να περιορίζει τη θέλησή των εργατών να εργαστούν με τον προσφερόμενο μισθό, συνεπώς ο εργαζόμενος, ενδεχομένως, να επιλέξει να παραμείνει ανενεργός μέχρι ότου πετύχει καλύτερη αμοιβή), μειώνοντας έτσι εξωγενώς τη ζήτηση της εργασίας και να ανεβάσει με αυτόν τον τρόπο «αθέμητα» την αμοιβή της προσφερόμενης εργασίας και συνεπώς την τιμή των προϊόντων. Δηλαδή με απλά λόγια, η μείωση -έως πλήρους εξάλειψης- της προσωπικής περιουσίας του εργαζόμενου θα συντελέσει, ώστε ο πληθυσμός, προκειμένου να επιβιώσει, να είναι εξαιρετικά πρόθυμος να εργαστεί με ολοένα χαμηλότερους μισθούς, συμμετέχοντας οικειοθελώς σε μια άγρια αγορά εργασίας (αφού αυτή θα περιλαμβάνει όσους επιθυμούν -έχουν άμεση ανάγκη- να εργαστούν και οι υπόλοιποι δεν θα θεωρούνται άνεργοι, αλλά ηθελημένα μη ενεργοί) και οδηγώντας έτσι την αγορά σε ολοένα και χαμηλότερα επίπεδα αμοιβών, με άμεση αντανάκλαση στην τιμή των προϊόντων και άρα στην «ανταγωνιστικότητα».
Ας μην απορούμε λοιπόν για το τι μας συμβαίνει. Ξεκίνησαν με την εσωτερική λεγόμενη υποτίμηση, δηλαδή με την άμεση μείωση μισθών, συντάξεων, εν γένει εισοδημάτων. Προχώρησαν με την καταστροφή των εργασιακών σχέσεων, την «απελευθέρωση» των επαγγελμάτων, την καθιέρωση της μεγαλύτερης δυνατής «ελαστικότητας» και της εκ περιτροπής εργασίας. Συνέχισαν με την υπερφορολόγηση, την εκποίηση κάθε δημόσιας και κρατικής περιουσίας και της κατάργησης κάθε δημοκρατικού ελέγχου παραχωρώντας εξουσίες σε δήθεν ανεξάρτητες αρχές.
Τώρα ήλθε η ώρα για το τελευταίο και αποφασιστικότερο βήμα. Η εκποίηση της ιδιωτικής περιουσίας των Ελλήνων πολιτών. Μοχλός αυτής της διαδικασίας από την μια οι τράπεζες και από την άλλη τα «ασφαλιστικά» ταμεία και η ανεξάρτητη αρχή «δημοσίων» εσόδων. Εργαλείο οι πλειστηριασμοί των περιουσιών του ολοένα αυξανόμενου αριθμού μη εχόντων τη δυνατότητα να ανταποκριθούν στις δανειακές, ή φορολογικές τους υποχρεώσεις. Έτσι θα αποκατασταθεί ο «υγιής» και «γνήσιος» ανταγωνισμός στην αγορά εργασίας. Ο διεκδικών εργασία να μην έχει τίποτε άλλο από την ανάγκη του -και μόνον αυτή- για δουλειά έναντι οποιουδήποτε τιμήματος. Χωρίς κάτι να τον δένει καν με τον τόπο του. Νομάς και τροφοσυλλέκτης. Ο ανταγωνισμός στην απολυτότατή του έκφανση. Αυτή του άοπλου μονομάχου εντός του λάκκου των λεόντων.
Το έχουμε τονίσει επανειλημμένως, ο νεοφιλελευθερισμός -και το δημιούργημά του το ευρώ- αποτελούν στρέβλωση της λογικής, προϊόν ενός κτηνώδους «ρεαλισμού» από αρρωστημένες και βουλιμικές συνειδήσεις. Ας κάνουμε όλοι ό,τι μας είναι δυνατό, να απαλλαγούμε από την κακή αρρώστια ΤΩΡΑ!
*Η ανάρτηση του αγαπητού κ. Σ. Στάλια που στάθηκε η αφορμή για τη συγγραφή του παραπάνω άρθρου:
«Γιατί πλειστηριασμοί;
του Σπύρου Στάλια
Ο έσχατος λόγος της εκτέλεσης των πλειστηριασμών, πέραν της βελτίωσης της καθαρής θέσης των Τραπεζών, είναι η αποκατάσταση της ισορροπίας στην αγορά εργασίας η οποία παρεμποδίζεται από την κατοχή περιουσίας των εργαζομένων.
Όλο το νεοφιλελεύθερο μοντέλο του ευρώ στηρίζεται στην αγορά εργασίας. Φανταστείτε, και δεν θα κάνετε λάθος, ότι υπάρχει ένα χώρος όπου προσέρχονται επιχειρήσεις και ατομικοί επιχειρηματίες που αναζητούν εργαζόμενους, και στον ίδιο τόπο προσέρχονται άνθρωποι που προσφέρουν εργασία, οι εργαζόμενοι, που αναζητούν δουλειά.
Εκ του υποδείγματος προκύπτει ότι δεν υπάρχει προηγουμένη σχέση μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών, αλλά εκεί στην αγορά αναπτύσσεται μια σχέση.
Και τα δυο μέρη προσέρχονται με την ‘ηδονιστική αντίληψη’ να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους, δηλαδή οι επιχειρήσεις να πληρώσουν πραγματικό μισθό που θα μεγιστοποιεί το κέρδος τους, οι δε εργάτες προσέρχονται να εισπράξουν το μέγιστο δυνατό πραγματικό μισθό που θα τους ωθήσει να εργαστούν.
Αν δεν υπάρχουν εμπόδια στην αγορά, παρέμβαση του κράτους, εργατική προστατευτική νομοθεσία, εργατικά συνδικάτα, περιουσιακά στοιχεία, οικογένεια, πολιτιστικά πρότυπα, τότε ο πραγματικός μισθός ικανοποιεί την πρωταρχική του λειτουργία, σαν διανεμητικός μηχανισμός, αφού κατευθύνει την εργασία από τις πλέον παραγωγικές δραστηριότητες στις λιγότερο παραγωγικές, και λόγω της ευελιξίας του, καθορίζει τις σχετικές τιμές των προϊόντων, έτσι ώστε η αγορά εργασίας να είναι σε ισορροπία, που σημαίνει ότι με τον επικρατούντα μισθό όλοι όσοι επιθυμούν θα έχουν εργασία.
Το ποσοστό των εργατών που παραμένει ανενεργό, αντανακλά την παραγωγική ικανότητα της οικονομίας, αλλά και την ύπαρξη κρατικών, συνδικαλιστικών εμποδίων και πολιτιστικών προτύπων στην αγορά εργασίας.
Αφού, με την ανεμπόδιστη συνάρτηση προσφοράς και ζήτησης, καθοριστεί το επίπεδο της απασχόλησης, ταυτόχρονα καθορίζεται και η πραγματική παραγωγή, δεδομένης βεβαίως της κεφαλαιακής παραγωγικής σύνθεσης της οικονομίας. Κατά συνέπεια η ισορροπία στην αγορά εργασίας έχει ως επακόλουθο την ισορροπία στην αγορά προϊόντων, όπου η συνολική προσφορά συμπίπτει με την πραγματική παραγωγή.
Η περιουσία είναι ένα από τα μέγιστα εμπόδια στη λειτουργία της οικονομίας και κατά συνέπεια όπως αρπάζεται η κρατική περιουσία θα αρπαχτεί και η ιδιωτική για να ακολουθήσει η αρπαγή των καταθέσεων!!
Αμυνθείτε στη Βία με Βία!»

1 σχόλιο

  1. Υπάρχει περίπτωση να αποκτά πλεονέκτημα ένας εργαζόμενος στη «διαπραγμάτευση» του με τις επιχειρήσεις, μένοντας σκόπιμα και ηθελημένα εκτός εργασίας; Και ταυτόχρονα να έχει ψιχία έστω ταξικής συνείδησης ως εργαζόμενος;
    Το πρώτο είναι το αποκορύφωμα της εγωιστικής συμπεριφοράς και ταιριάζει μόνον σε λούμπεν μεσο-μικροαστούς. Ούτε καν σε μεσοαστούς με στοιχειώδη κοινωνικότητα. Όσοι έχουν παιδιά που έφυγαν (ή ετοιμάζονται να φύγουν) για άλλες χώρες, το ξέρουν καλά.
    Δεν χρειάζεται να έχει διαβάσει κανείς το «Κεφάλαιο» για να καταλάβει ότι η μείωση του μισθών, και ιδίως όσων αναζητούν για πρώτη φορά εργασία, έχει ως απαραίτητη προυπόθεση την υψηλή ανεργία. Αυτήν που βλέπουμε παντού γύρω μας.
    Η ανεργία – δηλαδή η παραμονή των (πραγματικών) εργαζομένων εκτός εργασίας – διογκώνεται γιατί οι εργοδότες δεν προσφέρουν θέσεις εργασίας. Και έτσι ακριβώς, δημιουργώντας πολλούς ανέργους, ρίχνουν το επίπεδο των μισθών.
    Κανείς πραγματικός εργαζόμενος δεν παραμένει με τη θέλησή του εκτός αγοράς εργασίας, εκτός άν είναι χρήσιμος ηλίθιος ή άν ανήκει σε άλλες κοινωνικές τάξεις και έχει άλλους εισοδηματικούς πόρους· ως αστός και όχι ως εργαζόμενος.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας