Από το χθεσινό, θαυμάσιο, ρεπορτάζ του συνάδελφου Απόστολου Λυκεσά για τους μουσικούς του δρόμου [ενίοτε, λέει, προσάγονται στα αστυνομικά τμήματα και τους ασκούνται ποινικές διώξεις για το αδίκημα της επαιτείας!], συγκρατώ το εξής από το κείμενο που απέστειλε στην Εισαγγελία ο Σύλλογος Μουσικών Βορείου Ελλάδος – ιδρύθηκε το 1922 και αριθμεί 3.300 μέλη: «Οι μουσικοί του δρόμου είναι κατά κύριο λόγο οι νεαροί μαθητές του μουσικού σχολείου, οι φοιτητές του μουσικού τμήματος του πανεπιστημίου και οι σπουδαστές των ωδείων, που θέλουν να θέσουν την τέχνη τους στη δοκιμασία της ανοιχτής ακρόασης στον δρόμο, μετρώντας τρόπον τινά την αποδοχή της μουσικής τους από το κοινό…».
Ας πούμε ότι αυτό δεν ισχύει [που ισχύει!]. Είναι κι άλλοι, όμως. Οσοι έχασαν τη δουλειά τους και προτιμούν να παίζουν με αξιοπρέπεια στον δρόμο παρά να βυθιστούν στην κατάθλιψη και να νιώσουν αποκλεισμένοι από την κοινωνία. Αυτά προφανώς είναι ψιλά γράμματα για εκείνους που προέβησαν στη δίωξη. Μένω στο ότι οι μουσικοί θέτουν σε δοκιμασία την τέχνη τους. Αυτό νομίζω είναι η πεμπτουσία της υπόθεσης και όχι ποιοι συναπαρτίζουν τους μουσικούς του δρόμου.
Ετσι, μόνο έτσι αποκτά σημασία η τέχνη, όταν δοκιμάζεται στον δρόμο και όχι όταν μας σερβίρεται έτοιμη από δισκογραφικές εταιρείες με τη συναίνεση [βεβαίως!] των «επίσημων» μουσικών της χώρας. Το αυτό [θα έπρεπε να] ισχύει για κάθε μορφή τέχνης, εάν θέλει να είναι λαϊκή, δηλαδή παγκόσμια. Το λαϊκό είναι παγκόσμιο, για όσους το έχουν αμελήσει [ή δεν το κατάλαβαν ποτέ στη ζωή τους].
Ανασύρω από παλιό κείμενο της δεκαετίας του ’70 μερικές αράδες του συγγραφέα Γιώργου Μανιάτη για το ελληνικό τραγούδι: «Λαμβάνει χώρα στο σπίτι με τους ηχολήπτες, το στούντιο της φωνογραφικής εταιρείας, ενώ στα σπίτια μας μπαίνει έτοιμο και σκοτωμένο, θνησιγενές. Δεν αφήνουν τ α τ ρ α γ ο ύ δ ι α ν α ζ ή σ ο υ ν, να αναπτυχθούν σαν κανονικοί οργανισμοί, να λειανθούν από τη χρήση που θα τους γίνει, να διορθωθούν από την ποικιλία των εκτελέσεων και ύστερα να μπουν στο μουσείο (στον δίσκο)»– η αραίωση δική μας.
Προφανώς η Θέμις αλλά και η Τέχνη σήμερα αγνοούν τον ρόλο που έχει παίξει η ελληνική μουσική στη διατήρηση του ελληνικού στοιχείου, περισσότερο και από τη γλώσσα – δεν μιλάμε για τη βίαιη διείσδυση των ξένων θρησκειών στον ελληνισμό και την πλήρη επικράτησή τους [χριστιανισμός και λοιπές…].
Οι μουσικοί του δρόμου διασώζουν την τέχνη και την παράδοση, είναι οι σύγχρονοι ομηρικοί αοιδοί, οι άνθρωποι που με το ταλέντο τους [και τη σπουδή τους] συνέχουν ξεχαρβαλωμένες και απολίτιστες εν γένει κοινωνίες, αυθαδιάζουν στον σφαλερό τρόπο παραγωγής και διαδίδουν μιαν άλλη, ελεύθερη, ανεξάρτητη, ανθρώπινη επικοινωνία. Χρειαζόμαστε πολλές «ανασκαφές» και πολλές δοκιμασίες ώστε να ξαναγίνουμε σοβαροί. Οπως και ο συνάδελφος, προσυπογράφω το κείμενο του Συλλόγου Μουσικών Βορείου Ελλάδος.
*Πηγή: efsyn.gr