Η μάχη της Αριστεράς στις Γαλλικές εκλογές

3377
κάλπες

25 περίπου ημέρες πριν από τον πρώτο γύρο της Présidentielle, των γαλλικών δηλαδή προεδρικών εκλογών (23 Απριλίου και 7 Μαΐου ο δεύτερος γύρος) το πολιτικό θερμόμετρο στη χώρα αρχίζει να ανεβαίνει. Η ανάδειξη του νέου κατοίκων του μεγάρου των Ηλυσίων, έτσι κι αλλιώς, αποτελεί ένα από τα κορυφαία πολιτικά γεγονότα του πλανήτη. Πολύ δε περισσότερο σήμερα που οι εκλογές διεξάγονται μέσα σ΄ ένα κλίμα ευρύτερων πολιτικών ανακατατάξεων που σαρώνει σχεδόν όλες τις γωνιές της Ευρωπαϊκής ηπείρου. Πρόκειται για μία αναμέτρηση με μεγάλη κρισιμότητα τόσο για το μέλλον της Γαλλίας, όσο και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς εκτός των άλλων το αποτέλεσμά της θα έχει αντίκτυπο και στις γερμανικές εκλογές του ερχόμενου Σεπτεμβρίου.

Τα παραδοσιακά κυρίαρχα κόμματα την γαλλικής δεξιάς και των σοσιαλιστών βρίσκονται σε βαθιά κρίση και έτσι η πολιτική και οικονομική ελίτ της χώρας αναζητά λύσεις σε «ανεξάρτητες» συστημικές υποψηφιότητες όπως του E. Macron με στόχο την ανακοπή της πορείας του νεοφασιστικού Front National της Marine Le Pen αλλά και της «πραγματικής» γαλλικής αριστεράς που στις εκλογές αυτές εκπροσωπείται κυρίως από την France Insoumise του J.L. Mélenchon.

Με την έννοια αυτή, μία ενδεχόμενη εκλογική επιτυχία του Mélenchon αλλά και του Philippe Poutou του NPA (Nouveau Parti Anticapitaliste) και της Natalie Arthaud της Lutte Ouvrière μπορεί να αποτελέσει την αναγκαία προυπόθεση για την ανάκαμψη των δυνάμεων της Αριστεράς στην Ευρώπη που έχουν να υπερβούν σε πολλές χώρες τις αρνητικές συνέπειες που προκάλεσε η άτακτη συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ το καλοκαίρι του 2015.

Τα γενικά χαρακτηριστικά των εκλογών

Οι προβλέψεις για το εκλογικό αποτέλεσμα είναι, κατά τη γνώμη μου, παρακινδυνευμένες. Βρισκόμαστε αρκετές ημέρες πριν τις εκλογές και οι αναποφάσιστοι (Pourrait changer davis) σε όλες τις μετρήσεις κινούνται σ΄ ένα περιθώριο από 30 εως 40%. Αν ωστόσο λάβουμε τις δημοσκοπήσεις «τοις μετρητοίς» στο δεύτερο γύρο θα περάσουν ο E. Macron και η Marine Le Pen, με ποσοστό 25% για τον καθένα, με τον Macron να εξασφαλίζει σχετικά εύκολα την εκλογή του στο μέγαρο των Ηλυσίων (Palais de l‘ Élysée). Μεγάλο ρόλο ωστόσο θα παίξει και η τελική συμμετοχή των 47 εκατομμυρίων ψηφοφόρων. Όσο μεγαλύτερη είναι συνήθως η συμμετοχή τόσο περισσότερο μειώνονται τα ποσοστά του Εθνικού Μετώπου (Front National).

Το «ημι-προεδρικό» σύστημα της Γαλλίας, ιδίως όπως καθιερώθηκε από την 5η Γαλλική Δημοκρατία του Charles de Gaulle και το σύνταγμα του 1958, σε μια περίοδο πολέμου των Γάλλων στην Αλγερία, δίνει υπερεξουσίες στον Πρόεδρο και έχει περιορίσει τον ιστορικό ρόλο της Γαλλικής εθνοσυνέλευσης ως μέσο ελέγχου της εκτελεστικής εξουσίας. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, παρά την ύπαρξη του πρωθυπουργού που θεωρητικά ασχολείται με ζητήματα εσωτερικής πολιτικής, είναι σχεδόν παντοδύναμος. Γι΄ αυτό ακριβώς θα πρέπει να εκλέγεται με απόλυτη πλειοψηφία στις εκλογές. Κάτι τέτοιο όμως έχει ως αποτέλεσμα οι προεδρικές εκλογές να γίνονται σε μεγάλο βαθμό υπόθεση των υποψηφίων και λιγότερο των κομματικών σχηματισμών που τους υποστηρίζουν. Οι εκλογές δηλαδή είναι εκ των πραγμάτων αρκετά εώς πολύ προσωποποιημένες.

Γενικώς, θα πρότεινα εξαιτίας ακριβώς του διαφορετικού πολιτικού συστήματος και πολιτικής κουλτούρας της Γαλλίας σε σχέση με την Ελλάδα να αποφεύγουμε τις ευθείες αντιστοιχίσεις και να μην προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε την εκλογική συμπεριφορά των Γάλλων με βάση την ελληνική πολιτική πραγματικότητα. Από την άλλη είναι σαφές ότι σε μια χώρα σαν τη Γαλλία οι εξωτερικές πολιτικές επιδράσεις (οικονομική κρίση, πολιτικές αλλαγές στην Ευρώπη, κρίση μοντέλου της Ε.Ε) επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα την εκλογική συμπεριφορά.

Τα διακυβεύματα της προεκλογικής εκστρατείας ποικίλλουν. Από τη μία πλευρά μεγάλο μέρος της προεκλογικής καμπάνιας εξαντλείται στα σκάνδαλα και στη διαφθορά του πολιτικού συστήματος. Ο υποψήφιος της Γαλλικής Δεξιάς F. Fillon παρότι οριακά κατάφερε να διασώσει την υποψηφιότητα του βρίσκεται σε δίωξη από τη γαλλική δικαιοσύνη για υπόθεση παράνομου διορισμού της συζύγου του. Η Marine Le Pen κατηγορείται από τις γαλλικές αρχές αλλά και από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ότι πλήρωνε εργαζόμενους του κόμματός της στη Γαλλία από κονδύλια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενώ και ο E. Macron κατηγορείται για χρήση προνομίων κατά τη διάρκεια της υπουργικής του θητείας.

Η εκλογική ατζέντα περιλαμβάνει ζητήματα για την οικονομία, οι δείκτες της οποίας βρίσκονται σε συνεχή υποχώρηση, τη δημόσια ασφάλεια, το προσφυγικό-μεταναστευτικό, το ρόλο της Γαλλίας στην Ευρώπη και τον κόσμο, την κοινωνική προστασία, την κρίση στη Μέση Ανατολή και τις σχέσεις με τις ΗΠΑ και τη Ρωσία, το περιβάλλον, τα πυρηνικά,τo κοσμικό κράτος (Laicité), τα εργασιακά αλλά και την πιθανότητα αναθεώρησης του συντάγματος με βάση και την πρόταση του JL Mélenchon για το πέρασμα στην 6η Γαλλική Δημοκρατία (θα αναφερθώ παρακάτω).

Τέλος, σε ότι αφορά τα γενικά χαρακτηριστικά των εκλογών θα πρόσθετα ότι η τηλεόραση και το διαδίκτυο παίζουν πολύ ισχυρό ρόλο στην προεκλογική περίοδο. Παρά τις μεγάλες σε αρκετές περιπτώσεις προεκλογικές συγκεντρώσεις που διεξάγουν οι υποψήφιοι-ες μεγάλο μέρος του εκλογικού παιχνιδιού παίζεται μπροστά στις οθόνες των τηλεοράσεων και των υπολογιστών με τα εκλογικά επιτελεία να οργανώνουν μέχρι και τις τελευταίες λεπτομέρειες της επικοινωνιακής πολιτικής των υποψηφίων.

Υποψηφιότητες και προγράμματα

Είναι δύσκολο για τους υποψηφίους από όλο το πολιτικό φάσμα, αν θέλουν να έχουν αξιώσεις για ικανοποιητικά ποσοστά, να αμφισβητήσουν ευθέως τον πυρήνα της αστικής δημοκρατίας της Γαλλίας η οποία έχει βαθιά ερείσματα μεταξύ του πληθυσμού και ιστορικές ρίζες που φτάνουν μέχρι τη Γαλλική επανάσταση. Ούτως ή άλλως σε όλα τα κράτη της Δυτικής Ευρώπης τα προεκλογικά προγράμματα των κομμάτων σπανίως βάζουν αιτήματα που αμφισβητούν συνολικά τον πυρήνα του καπιταλισμού και της αστικής δημοκρατίας. Με την έννοια αυτή οι γαλλικές εκλογές θα πρέπει να ειδωθούν εντός αυτού του πλαισίου.

Παρ΄ όλα αυτά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ριζοσπαστικά αιτήματα σε διάφορες κατευθύνσεις. Επιπλέον, διάφοροι υποψήφιοι, όπως η Le Pen, μεταμφιέζουν τον πολιτικό τους λόγο σε πιο μετριοπαθή, ώς μια αναγκαία προυπόθεση για την εκλογική τους επιτυχία, παρότι στην πραγματικότητα το σχέδιο της ταυτίζεται με την Άκρα Δεξιά και το Φασισμό.

To Front National και η Marine Le Pen

Η Le Pen, σε αντίθεση με τον πατέρα της και ιδρυτή του Front National, JeanMarie Le Pen, παρότι εκπροσωπεί σκληρές ακροδεξιές αντιλήψεις, για λόγους που προανέφερα, έχει λειάνει αρκετά τη ρητορική της σε σχέση με το παρελθόν. Η στάση αυτή βέβαια δεν πρέπει να ξεγελάει ως προς την επικινδυνότητα του πολιτικού της σχεδίου. Απλώς μεταχειρίζεται μια πιο έξυπνη στρατηγική για την επίτευξη του τελικού της στόχου, την κατάκτηση των Ηλυσίων.

Η Le Pen, υποβοηθούμενη από την ευνοϊκή γι αυτή συγκυρία των τελευταίων χρόνων (κρίση που πλήττει τα λαϊκά στρώματα, τρομοκρατικά χτυπήματα, κράτος έκτακτης ανάγκης) έχει καταφέρει να επηρεάσει και σε αρκετές περιπτώσεις να καθορίσει την πολιτική ατζέντα σε μια σαφώς ακροδεξιά κατεύθυνση. Έχει παραδείγματος χάρη καταφέρει να περάσει την άποψη σε μεγάλο τμήμα της γαλλικής κοινωνίας ότι κάθε μουσουλμάνος πρόσφυγας, μετανάστης ή και γεννημένος στη Γαλλία από μουσουλμάνους γονείς είναι ένας εν δυνάμει τρομοκράτης ικανός για μια νέα επίθεση τύπου Bataclan ή Νίκαιας. Αυτό, το έχει επιτύχει με συστηματική δουλειά και ανεξάρτητα από το ποσοστό που θα πάρει στις εκλογές.

Δεν είναι όμως μόνο ο πόλεμος εναντίον του μουσουλμανικού κόσμου. Η στρατηγική της έχει και τοπικά χαρακτηριστικά. Ιδιαίτερα στις περιοχές της Βόρειας Γαλλίας που μαστίζονται από την ανεργία ο λόγος της πάει παραπέρα. Εκεί βρίσκει ευκαιρία να πεί ότι ο εχθρός του γάλλου εργάτη δεν είναι μόνο ο μουσουλμάνος. Είναι γενικά ο ξένος. Είναι π.χ ο Ευρωπαίος γραφειοκράτης των Βρυξελλών που προσπαθεί να βλάψει τα συμφέροντα του γάλλου εργάτη ή αγρότη. Έτσι η Λεπέν συνθέτει το δίπολο «εμείς» εναντίον των κάθε «ξένων». Το ίδιο μας πολεμάει ο Γιούνγκερ και ο Άραβας τρομοκράτης. Η τακτική αυτή φαίνεται αποτελεσματική και μάλιστα διανθίζεται για χρόνια με επιχειρήματα ενάντια στην Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Συνέπεια της τακτικής αυτής είναι το αντι-Ε.Ε, αντι-ευρώ και αντι-συστημικό αίσθημα που υπάρχει σε σημαντικό τμήμα της γαλλικής εργατικής τάξης να σηματοδοτείται κυρίως στο πρόσωπο της Le Pen.

Η ευθύνη γι΄ αυτό βαραίνει, κατά την άποψή μου, και τη Γαλλική Αριστερά και ιδιαίτερα το Κ.Κ (Parti Communiste Français) που εδώ και χρόνια αρνούνταν να θέσει στην πολιτική του ατζέντα τα ζητήματα της Ε.Ε και της Ευρωζώνης με αποτέλεσμα να τα εκμεταλλευτεί με στρεβλό τρόπο η Le Pen. Ιδιαίτερα στα πρώτα χρόνια του 2000 που το ΚΚΓ είχε φτάσει στα πρόθυρα της απόλυτης παράλυσης, διάλυσης και πολιτικού τυχοδιωκτισμού. Χαρακτηριστικό της παρακμής εκείνης της εποχής είναι και το γεγονός ότι ο τότε Γ.Γ του κόμματος είναι σήμερα υποστηρικτής της υποψηφιότητας Macron.

Όμως τίποτα δεν μπορεί να κρύψει τον πραγματικό ρόλο του φασισμού, ότι είναι δηλαδή το μακρύ χέρι του καπιταλισμού. Έτσι, η ίδια η Le Pen στο debate (débat) μεταξύ των 5 βασικών υποψηφίων στη γαλλική τηλεόραση στις 20.3 θα πει μεγαλόφωνα : «L’ état doit privilégier les entreprises Françaises» (το κράτος πρέπει να πριμοδοτεί τις γαλλικές επιχειρήσεις).

Το «φαινόμενο» Macron

Η απάντηση του γαλλικού κατεστημένου στη Λεπέν (και όχι μόνο) στηρίζεται στην αξιοποίηση του πρώην «σοσιαλιστή» υπουργού οικονομίας της κυβέρνησης Hollande, Emmanuel Macron. O Macron έγινε γνωστός στο εξωτερικό για τον «νόμο Μακρόν» που έθεσε ως στόχο να αλλάξει προς το χειρότερο τις εργασιακές σχέσεις(δουλειά και τις Κυριακές) και που υπήρξε ο προάγγελος του «νόμου Ελ-Κομρί» που προκάλεσε μαζικές απεργίες και κοινωνική έκρηξη στη Γαλλία. Εκμεταλλευόμενος ωστόσο σήμερα την παρακμή των δύο παραδοσιακά μεγαλυτέρων κομμάτων, της Δεξιάς και των Σοσιαλιστών, επιχειρεί να παρουσιάσει τον εαυτό του ως ανεξάρτητο υποψήφιο που δεν στηρίζεται από κόμματα.

Παρά τον καθαρά νεοφιλελεύθερο λόγο του προσπαθεί να εισάγει το μεταμοντέρνο προφίλ του νέου υποψηφίου, του επιτυχημένου στελέχους της δημόσιας διοίκησης και του τραπεζικού τομέα, του ανθρώπου που είναι ο θεματοφύλακας της Γαλλικής Δημοκρατίας και των ευρωπαϊκών αξιών της χώρας. Η στρατηγική του «καί δεξιά και αριστερά», με βάση τουλάχιστον τις δημοσκοπήσεις, του δίνει πρόσβαση τόσο στο κομμάτι των ψηφοφόρων της Δεξιάς που δυσανασχετούν με την υποψηφιότητα Fillon όσο και στη δεξιά πτέρυγα του PS (Parti Socialiste) που θεωρούν την υποψηφιότητα του Benoît Hamon ως αριστερή παρέκκλιση.

Fillon και Hamon

Αν και εκφράζουν διαφορετικές πολιτικές θέσεις, ο Fillon και ο Hamon, είναι οι επίσημοι υποψήφιοι των δύο παραδοσιακά ισχυρών γαλλικών κομμάτων, της Δεξιάς και των Σοσιαλιστών που όμως βρίσκονται σε περίοδο βαθιάς κρίσης. Η καταστροφική από κάθε άποψη για τον γαλλικό αλλά και τους άλλους λαούς πενταετία Hollande ρίχνει βαριά τη σκιά της στην υποψηφιότητα του Hamon, η εκλογή του οποίου στις εσωκομματικές εκλογές των σοσιαλιστών αποτέλεσε έκπληξη. Ο πρώην υπουργός και Ευρωβουλευτής στην προεκλογική του ατζέντα τοποθετείται σαφώς αριστερότερα από την κυρίαρχη γραμμή των σοσιαλιστών. Παρ΄ όλα αυτά κοντά στις προτάσεις του για σταμάτημα τη λιτότητας, δίχτυ κοινωνικής προστασίας των αδυνάτων, ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, στα κρίσιμα ζητήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης προβάλει το θολό και ουτοπικό σύνθημα για «δημοκρατικοποίηση» της Ευρωζώνης.

Ο Fillon από την άλλη κινείται στα κλασσικά πλαίσια του νεοφιλελεύθερου θατσερισμού, με σκανδαλώδη εύνοια υπέρ των εργοδοτών και των επιχειρήσεων και με ανοιχτό μέτωπο απέναντι στις εργατικές διεκδικήσεις. Παράλληλα, προκειμένου να μειώσει τη μετακίνηση δεξιών ψηφοφόρων προς τη Le Pen επιδίδεται σε μια απροκάλυπτη αντιμεταναστευτική ρητορεία.

Η σφήνα Mélenchon

Είναι αλήθεια ότι όταν ο JL Mélenchon ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του για τις προεδρικές εκλογές του 2017, ένα χρόνο πριν, προκάλεσε αναταραχή στη γαλλική Αριστερά. Το ΚΚ αλλά και σύντροφοί του εντός του κόμματός του (Parti de Gauche) εξέφρασαν τη διαφωνία τους για τον τρόπο που ο Mélenchon προχώρησε σ’ αυτή την κίνηση εκτός συλλογικών διαδικασιών στο Front de Gauche (τον ενιαίο φορέα αριστερών δυνάμεων όπως το Parti de Gauche, το Κ.Κ (PCF), το “Ensemble”).

Είναι αλήθεια επίσης ότι ο υποψήφιος της France Insoumise (Ανυπότακτη Γαλλία) είναι ένας πολιτικός με ισχυρό «εγώ». Μπορούμε επίσης να βρούμε αρκετά πολιτικά ζητήματα, ιδιαίτερα από το πρόσφατο πολιτικό του παρελθόν, με τα οποία θα διαφωνήσουμε όπως πχ η συγκατάθεση του για τον βομβαρδισμό της Λιβύης. Ακόμη και για την όχι και τόσο ξεκάθαρη στάση του μέχρι τελευταία για τη Ζώνη του Ευρώ και την Ευρωπαϊκή ένωση.

Όμως, θα πρότεινα να κοιτάξουμε πέρα από αυτά και να συζητήσουμε αν και ποιες επιδιώξεις της Αριστεράς εξυπηρετεί με την υποψηφιότητα του στις τωρινές εκλογές. Ας θυμηθούμε καταρχάς ότι ο JLM και στις προηγούμενες εκλογές του 2012 είχε καταφέρει (προφανώς όχι μόνος του) να αποκαταστήσει, με το 11.5% (παρότι οι δημοσκοπήσεις μέχρι λίγες ημέρες πριν τις εκλογές του έδιναν ως και 18%), την εκλογική αξιοπιστία της Αριστεράς, η οποία είχε τρωθεί από τα συνεχόμενα αρνητικά ρεκόρ στις προηγούμενες εκλογές με εξαίρεση βέβαια την υποψηφιότητα του Olivier Besancenot του NPA (Nouveau Parti Anticapitaliste).

Από τότε μέχρι σήμερα αυτό που έχει καταφέρει η υποψηφιότητά του είναι να συσπειρώνει ένα σημαντικό ποσοστό ψηφοφόρων και ένα μεγάλο αριθμό στελεχών και νεολαίας που είτε τώρα είτε το επόμενο διάστημα μπορεί να αποτελέσει την απαραίτητη βάση για μια πραγματική αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών στη Γαλλία. Το στελεχιακό, συνδικαλιστικό, κινηματικό και νεολαιίστικο κομμάτι που συσπειρώνεται γύρω από την υποψηφιότητά του αλλά και αυτό που έχει ευρύτερη αναφορά στην αληθινή αριστερά της Γαλλίας μπορεί να παίξει το ρόλο του πυροκροτητή των πολιτικών εξελίξεων τα επόμενα χρόνια.

Παράλληλα με το ποσοστό που θα λάβει η «Ανυπότακτη Γαλλία» (κατά την εκτίμησή μου πάνω από 15% θα είναι ένα πολύ καλό αποτέλεσμα) είναι πλέον πρόδηλο ότι η Αριστερά στη Γαλλία είναι και πάλι παρούσα παρά την υποχώρησή της διεθνώς από τη συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ. Το πρόβλημα κατά την άποψή μου δεν έγκειται στη φιγούρα του Mélenchon αλλά στο ότι τα προηγούμενα χρόνια η Αριστερά είχε απολέσει τον αντισυστημικό της χαρακτήρα. Ίσα-ίσα που για τον τρόπο με τον οποίο γίνονται οι γαλλικές εκλογές ο JLM είναι μια εξαιρετικά χαρισματική παρουσία με δεινές ρητορικές ικανότητες.

Για να μην μπερδευτούμε πολιτικά και εννοιολογικά, ας θυμηθούμε και πάλι ότι εδώ μιλάμε για τις προεδρικές εκλογές, με τα ειδικά τους χαρακτηριστικά, και όχι γενικά και αφηρημένα για την πολιτική πάλη της Αριστεράς. Χωρίς βέβαια να υπονοώ ότι το ένα είναι ξεκομμένο απ’ το άλλο.

Δίπλα λοιπόν στην (αργοπορημένα πράγματι) θέση του προγράμματος «Το μέλλον από κοινού» (LAvenir en commun) της «Ανυπότακτης Γαλλίας» για «Δημοψήφισμα για έξοδο από την Ευρωπαϊκή ένωση αν δεν κάνουν πίσω οι Ευρωπαίοι» και τη θέση για τις συνταγματικές αλλαγές, το πέρασμα δηλαδή στην 6η Γαλλική Δημοκρατία (Ο Mélenchon προτείνει κατάργηση των υπερεξουσιών του Προέδρου και συντακτική συνέλευση (assemblée constituante) με τη συμμετοχή όλων των πολιτών που θα προετοιμάσει τις συνταγματικές αλλαγές) βρίσκουμε και άλλες βασικές και ενδιαφέρουσες όπως για έξοδο της Γαλλίας από το ΝΑΤΟ, αύξηση στη φορολόγηση του πλούτου, αύξηση μισθών και κοινωνικής προστασίας, κατάργηση των πυρηνικών, ανοιχτή κοινωνία και κοινωνικά δικαιώματα κ.ά.

Τέλος, θα ήταν παράληψη να μην αναφέρω την εντυπωσιακή καμπάνια που κάνει το επιτελείο της «France Insoumise» στο Internet που κατά γενική ομολογία είναι πολύ πιο πάνω από των υπόλοιπων επιτελείων. Επίσης, επειδή έτυχε να βρεθώ στις δύο προεκλογικές συγκεντρώσεις του JLM στη Βαστίλη, το 2012 και το 2017, πρέπει να πω ότι είναι εντυπωσιακή η κινητοποίηση των νέων συντρόφων και συντροφισσών, γεγονός ιδιαίτερα αισιόδοξο για το μέλλον.

Συμπερασματικά

Αν ορίσουμε ως κρίσιμα μεγέθη των εκλογών αυτών α) την προσπάθεια του γαλλικού πολιτικού κατεστημένου και κατ’ επέκταση των ευρωπαϊκών ελίτ να καταδείξουν ότι η «Ευρωπαϊκή ιδέα» είναι ακόμη ισχυρή β) της Ακροδεξιάς, μέσω της Marine Le Pen να κάνει το βήμα υπέρβασης που θα την καταστήσει ηγεμονική δύναμη γ) της «πραγματικής» Αριστεράς να σηματοδοτήσει την αντεπίθεση του χώρου μας στη Γαλλία και την Ευρώπη μπορούμε εύκολα να αντιληφθούμε γιατί το θετικό αποτέλεσμα για την τελευταία έχει εξαιρετική σημασία.

Οπωσδήποτε, η ιστορία δεν τελειώνει με τις γαλλικές εκλογές, ούτε και η επανάκαμψη της Αριστεράς στο προσκήνιο εξαρτάται αποκλειστικά από αυτές. Όσο η κρίση διεθνώς συνεχίζεται και οι ευρύτερες σχέσεις καπιταλιστικής εκμετάλλευσης παραμένουν άθικτες τόσο η ανάγκη για την ανάδειξη των ιδεών της Αριστεράς θα εξακολουθεί να έχει τη δική της δυναμική. Όμως, καθώς δεν μπορούμε να παραβλέψουμε την «οικουμενικότητα» του αποτελέσματος των γαλλικών εκλογών καθώς και τη σημασία του ίδιου του γεγονότος είναι, κατά τη γνώμη μου, αναγκαίο να σκεφτούμε με όρους «θετικού αποτελέσματος». Το θετικό αποτέλεσμα, σε συνδυασμό με τις βουλευτικές εκλογές που ακολουθούν μετά από ένα μήνα, μπορεί να δημιουργήσει το δικό του «χώρο» για την ανάπτυξη αυτής της δυναμικής.

Τέλος, η ελληνική Αριστερά, στην προσπάθεια της ενάντια στα μνημόνια και την κυβερνητική πολιτική, έχει ανάγκη από ισχυρές αριστερές συμμαχίες όσο και από θετικά εκλογικά αποτελέσματα των δυνάμεων της Αριστεράς που βρίσκονται στον αντίποδα της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ. Η ανάγκη μεγαλύτερης και πιο αποτελεσματικής επαφής και ζύμωσης με τις δυνάμεις αυτές παραμένει επιτακτική. Σ’ αυτή την κατεύθυνση, έχοντας θέσει τα γενικότερα όρια της «πολιτικής συγγένειας», χρειάζεται ανοιχτό πνεύμα συμμαχιών χωρίς να ψάχνουμε να βρούμε σε κάθε χώρα την κομματική μας φωτοτυπία για να συμμαχήσουμε. Ο αγώνας των Γάλλων αριστερών είναι και δικός μας. Η κρισιμότητα της ιστορικής φάσης που διανύουμε μας καλεί να σκεφτούμε με όρους ηγεμονίας και νίκης.

Άλκης Αντωνιάδης είναι συνεργάτης της επιτροπής πολιτικού σχεδιασμού της ΛΑ.Ε

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας