Ελπιδοφόρα αντισώματα στην χημική αυτοκτονική υστερία

1874
πλήρωμα

Κλιμάκωση σε επίπεδο παροξυσμού των εκφυλιστικών φαινομένων, ενός εκτροχιασμένου Δυτικού πολιτισμού σε συνεχώς στενότερο αδιέξοδο, που ερωτοτροπεί με  τον πειρασμό φυγής στο πυρηνικό ολοκαύτωμα, προκαλούν διασταυρούμενες προειδοποιήσεις κινδύνου από διάφορα σημεία του πλανήτη, οι οποίες υπερκαλύπτονται από την κυρίαρχη -σε πολιτικο-δημοσιογραφικό επίπεδο- εκκωφαντική προπαγάνδα και τον πάταγο της κατάρρευσης της λογικής, της αλήθειας και των κανόνων ειρηνικής συμβίωσης.
Τελευταίο σύμπτωμα αυτής της αυτοκτονικής υστερικής κρίσης: η υπόθεση της  «ρωσικής  χημικής επίθεσης στην Βρετανία-χώρα του ΝΑΤΟ», κατά την διάτρητη κατηγορία της πολιτικά τρικλίζουσας -λόγω  Brexit- πρωθυπουργού Τερέζας Μέι, η άμεση «συγκλονιστική» της απήχηση από την  αινιγματική εξουσία και τα φιλόξενα ηχεία της Ουάσιγκτον, η συμμαχική ανταπόκριση στο αμερικανικό προσκλητήριο για συσπείρωση και η διαλεκτική εκδίωξης εκατοντάδων διπλωματών με αποστολή να λειτουργούν ως νευρώνες ορθολογιζόμενου πλανητικού εγκεφάλου.
Ο προσεκτικός παρατηρητής της ανάπτυξης αυτού του τελευταίου νοσηρού συμπτώματος, πού αιφνίδια πρόβαλε για να διαψεύσει χαροποιές ενδείξεις ύφεσης στις  εύφλεκτες εστίες της Κορέας και της Μέσης Ανατολής, διακρίνει ωστόσο κάποια  ενθαρρυντικά στοιχεία αφύπνισης και λειτουργίας αντισωμάτων, που  αξίζει να επισημανθούν.
Πρώτα στο επίπεδο της Δυτικής  κοινής γνώμης -κυρίως της με περισσότερη γνώση και πληροφόρηση ευρωπαϊκής- η αξιοπιστία της υπόθεσης, η οποία πυροδότησε την τρέχουσα απειλητική κρίση, έχει καταπέσει στο επίπεδο του καγχασμού. Η πλήρης έλλειψη τεκμηρίων, η λογική ασυναρτησία και η διαφανής θεατρική αγανάκτηση  στην κοινοβουλευτική καταγγελία της κ. Τερέζας Μέι, η κραυγαλέα φίμωση των διατρητικών ερωτημάτων του ηγέτη της αντιπολίτευσης και  το αγοραίο λεξιλόγιο ενός μόνιμα αναμαλλιασμένου υπουργού των Εξωτερικών με πληθωρικό ταλέντο κλόουν, συνέβαλαν σ’ αυτήν την πρώτη εντύπωση.
Σε επιβεβαίωση ήρθε, από βρετανικές και τρίτες εγκυρότατες πηγές (δύο πρώην πρέσβεων και πρώην υψηλού στελέχους των μυστικών υπηρεσιών της Βρετανίας), σειρά στοιχείων και αναλύσεων που αποδείκνυαν την σαθρότητα της κατηγορίας και την εξομοίωναν με την σκευωρία των υπηρεσιών του Τόνι Μπλερ, περί των ιρακινών «όπλων μαζικής καταστροφής του Σαντάμ Χουσεΐν, που θα έπλητταν το Λονδίνο σε 45 λεπτά της ώρας», κατά τους τότε κραυγαλέους τίτλους του πειθαρχικού Τύπου.
Αλλά και (δεύτερο) στο κρισιμότερο ηγετικό συμμαχικό επίπεδο, προσεκτική παρατήρηση αναδεικνύει ότι τα πιεστικά σαλπίσματα της αγγλοσαξονικής ηγεσίας, σε συμμαχική συσπείρωση και αποφασιστικά τιμωρητικά μέτρα κατά της Ρωσίας, συνάντησαν υποδοχή κυμαινόμενη από απρόθυμη συμμόρφωση έως κραυγαλέα άρνηση συμμετοχής.
Οι πρώτες αντιδράσεις των προέδρων της Γαλλίας και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. κ. Μακρόν και Γιούνκερ, ήταν έκφραση επιφύλαξης και αναμονής του πορίσματος ανακριτικής έρευνας για την απόπειρα δολοφονίας στο Σόλσμπερι. Ο Γάλλος πρόεδρος έσπευσε να επανορθώσει την επομένη, κατόπιν «πειστικού» αμερικανικού τηλεφωνήματος (από τα πολλά, που παραδέχτηκε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ). Ο κ. Γιούνκερ παρέμεινε όμως αμετακίνητος, σε αντίθεση με τον  γνωστό πρόθυμο Πολωνό επικεφαλής της Ε.Ε. κ. Τουσκ, στην επιφάνεια ενός ρήγματος που χωρίζει σε βάθος την «Ευρωπαϊκή ΄Ενωση» και σε αυτό, το ευρύτερα υπαρξιακό, δίλημμα.
Το αμερικανικό παράδειγμα μαζικού «λακτίσματος» (kick-out) 60 Ρώσων διπλωματών και κλεισίματος προξενείου «κατασκόπων», δεν βρήκε πρόθυμη ευρωπαϊκή ανταπόκριση. Και η Βρετανία -το υποτιθέμενο θύμα του ρωσικού εγκλήματος- απέλασε μόνο 23. Γερμανία, Γαλλία και Πολωνία από τέσσερεις. Τσεχία και Λιθουανία από τρεις. Οι υπόλοιπες από τις πειθαρχήσασες χώρας απέλασαν από έναν η δύο. Μόνον οι μισές χώρες-μέλη πειθάρχησαν στις εντολές της μεγάλης συμμάχου και οι πλείστες με μόνο «συμβολικές απελάσεις» (συνοδευόμενες από απολογητικούς ψιθύρους σε ρωσικά αυτιά, όπως αποκάλυψε στις δηλώσεις του ο Σεργκέι Λαβρόφ, υπουργός των εξωτερικών της Ρωσίας).
Η υπουργός των Εξωτερικών της Αυστρίας Karin Kneissl αναβάθμισε μάλιστα το επίπεδο της απειθαρχίας σε επίπεδο εξέγερσης, με δηλώσεις σε τηλεοπτικό δίκτυο ότι υπέστη δύο πιεστικές επισκέψεις από τον Βρετανό πρεσβευτή και ένα τηλεφωνικό διάβημα στην Βάρνα, για να ακολουθήσει το παράδειγμα των απελάσεων. Δήλωσε την άρνηση της χώρας της να το πράξει και διακήρυξε ότι η Αυστρία μένει πιστή σε μια παράδοση μη εμπλοκής σε συγκρούσεις επιζήμιες για τα εθνικά της συμφέροντα και τα συμφέροντα ειρήνης στην Ευρώπη.
Βαρύτερης φυσικά σημασίας είναι η στάση της Γερμανίας, καθιερωμένης από δεκαετιών διεθνώς ως εγκεφάλου και κινητήρα της «Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης». Η γερμανική συμμόρφωση στο συμμαχικό παράγγελμα στον υψηλότερο βαθμό των τεσσάρων απελάσεων, πρώτον περιέργως συνέπεσε με την ανακοίνωση της έγκρισης από το αρμόδιο δικαστήριο της εγκατάστασης του ρωσικού αγωγού Νοrd Stream 2, σε πείσμα των αμερικανικών πιέσεων και της αντίθεσης Πολωνίας και Βαλτικών χωρών.
Αλλά και η απόφαση του νέου -σοσιαλδημοκράτη- υπουργού των Εξωτερικών, Heiko Maas, για την απέλαση των τεσσάρων διπλωματών, προκάλεσε βίαιες επικρίσεις από ηγετικά στελέχη όλου του πολιτικού φάσματος. Ο Σοσιαλδημοκράτης Γκύντερ Φερχόιγκεν, πρώην αντιπρόεδρος της Κομισιόν σε συνέντευξή του σε κρατικό δίκτυο επεσήμανε την «ανυπαρξία αποδείξεων ενοχής», την πυροδότηση «κρίσεως εκτός δυνατότητας ελέγχου» και την «λήψη μέτρων που δεν επιτρέπονται σε μια δημοκρατική κοινωνία». Ο δεύτερος κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του συμμετέχοντος στην κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος επέκρινε  την κυβέρνηση, χαρακτήρισε την απέλαση των Ρώσων διπλωματών «πρόωρη και μη δικαιολογούμενη με τα κριτήρια που όφειλαν να ισχύσουν στην υπόθεση Σκριπάλ».
Ο εκπρόσωπος ευρωπαϊκής πολιτικής του Αριστερού Κόμματος ευχαρίστησε ονομαστικά τις χώρες «που δεν ακολούθησαν την οδό της ανευθυνότητας απελαύνοντας Ρώσους διπλωμάτες χωρίς αποδείξεις ρωσικής ενοχής». Η κοινοβουλευτική εκπρόσωπος Σάρα Βάγκενκνεχτ έγραψε: «Δεν είναι αλληλεγγύη η αναστολή συνταγματικών αρχών και η περαιτέρω κλιμάκωση της υπάρχουσας έντασης με την Ρωσία, αλλά έλλειψη κατανόησης».
Δριμύτερες ακόμη καταγγελίες της κυβερνητικής αντιμετώπισης του ζητήματος διατυπώθηκαν από ηγετικά στελέχη του ανερχόμενου κόμματος της «αντι-ευρωπαϊκής» Δεξιάς.
Η κορυφαία όμως καταδίκη της κυβερνητικής ενέργειας ακούστηκε σε ομιλία του σοσιαλδημοκράτη  τέως υπουργού των Εξωτερικών Σίγκμαρ Γκάμπριελ ο οποίος -κατά το σχετικό ρεπορτάζ- «δεν απέκρυψε ότι θεωρεί τις βρετανικές και αμερικανικές προκλήσεις εναντίον της Ρωσίας ως απειλή κατά των γερμανικών εθνικών συμφερόντων.
Ουάσιγκτον και Λονδίνο εκμεταλλεύονται -υποστήριξε- την υπόθεση Σκριπάλ για να επιτύχουν τον στόχο τους. Επιδιώκουν, με κάθε κόστος, να εμποδίσουν την Γερμανία να συγκροτήσει μιαν ευρωπαϊκή συμμαχία, να επιδιώξει τα οικονομικά συμφέροντά της ανεξάρτητα από των ΗΠΑ και δημιουργήσει ένα εμπορικό  μπλοκ με την Ρωσία. Η συνεχής εντατικοποίηση του καθεστώτος των κυρώσεων αποτελεί μέρος των προσπαθειών της Ουάσιγκτων να υποτάξει την Ρωσία, έτσι ώστε να εμπεδώσει την ιμπεριαλιστική κυριαρχία της στην πλούσια σε πηγές  ευρασιατική γεωγραφική μάζα.
Ο Γκάμπριελ υπογράμμισε πως παρακολουθεί τις εξελίξεις με μεγάλη ανησυχία…  ότι οι ενέργειες της Δύσης έχουν ήδη φέρει τον κόσμο στο χείλος μιας πυρηνικής σύρραξης. Και προειδοποίησε ότι «όταν στήνεται το σκηνικό μιας πολεμικής αναμέτρησης, η εκτέλεσή της πραγματοποιείται στο έδαφος της Ομοσπονδιακής Γερμανίας και της Ευρώπης».
Όχι μικρότερης σημασίας ήταν οι δηλώσεις του Προέδρου της Ένωσης Γερμανών Βιομηχάνων στην Deutsche Welle, επ’ ευκαιρία σχετικού συνεδρίου τους, που τόνισε πως η συνέχιση της εφαρμογής των κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας ζημιώνει σοβαρά τα γερμανικά συμφέροντα.
Την επομένη των ως άνω ενδεικτικών αντιδράσεων, ο σοσιαλδημοκράτης νέος υπουργός των Εξωτερικών, απαντώντας σε ερώτηση εσωτερικού γερμανικού δικτύου απάντησε ότι η ρωσική κυβέρνηση μπορεί να αντικαταστήσει τους υπό απέλαση διπλωμάτες…
Τα  ως άνω εκτιθέμενα στοιχεία , διαψεύδουν την φορτικά προβαλλόμενη εικόνα «αμυντικής συσπείρωσης» και «αποφασιστικών αντιποίνων», του «ενωμένου ελευθέρου κόσμου», στην «πρώτη επίθεση με χημικό όπλο σε χώρα της Ατλαντικής Συμμαχίας» – από την Ρωσία. Και αναδεικνύουν μια διαφορετική πραγματικότητα, που φαίνεται να εγκυμονεί αντίθετες  από τις επιδιωχθείσες απολήξεις της τελευταίας «psy-op» επιχείρησης ψυχολογικού πολέμου.  Και αποδεικνύουν την  αφύπνιση και ενεργοποίηση δραστικών αντισωμάτων που εμπνέουν ενθάρρυνση και καλούν σε ενίσχυση της απώθησης και αποτροπής του φάσματος ενός επαπειλούμενου πυρηνικού ολέθρου.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας