ΑΡΔΙΝ-Φοιτητικές εκλογές 2017: Κάθε πέρσι και καλύτερα…

2804
ΑΡΔΙΝ

Άποψη του Αριστερού Δικτύου Νεολαίας (ΑΡ.ΔΙ.Ν)

Τα αποτελέσματα των φοιτητικών εκλογών του 2017 δεν χαρακτηρίζονται από κάποια ιδιαίτερη αλλαγή σε σχέση με τα αντίστοιχα του 2016. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία συμμετείχαν περίπου 61.000 φοιτητές και σπουδαστές, μειωμένοι κατά 5.000. Για το σύνολο των σχηματισμών που συμμετείχαν καταγράφεται στασιμότητα και συντήρηση των δυνάμεών τους, ενώ εμφανέστερη είναι η πτώση των, πέραν της ΚΝΕ, δυνάμεων της αριστεράς σε πανεπιστήμια και ΤΕΙ.

Κέρδισε ή έχασε κάποιος στις φετινές φοιτητικές εκλογές;

Το ερώτημα αυτό προκύπτει εύλογα και αμείλικτα μπροστά στο συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Η απάντηση είναι μάλλον όχι και αυτό είναι το πρόβλημα. Το «μια από τα ίδια» που αποτυπώνεται στη συντριπτική πλειοψηφία των σχολών, δείχνει εκλογές στις οποίες δεν αντιπαρατέθηκαν πολιτικά ρεύματα και σχέδια, ιδέες και αντιλήψεις αλλά ότι απλά «βγήκε η υποχρέωση». Από την ΔΑΠ μέχρι τα αριστερά σχήματα, σε όλους επιτρέπεται να ζητωκραυγάζουν είτε για το συνολικό αποτέλεσμα είτε για αυτό της μιας ή της άλλης σχολής. Αυτό επιβεβαιώνει, όχι απλά, το ότι δεν αντιπαρατίθενται πολιτικά σχέδια, αλλά το ότι οι φοιτητικές εκλογές απέχουν όλο και περισσότερο από το να είναι μια πολιτική διαδικασία. Ένα πράγμα όμως είναι σίγουρο: ότι από τη μια, η μονοκρατορία της ΔΑΠ για 37η χρονιά (και η μη αμφισβήτησή της από κανένα), χτυπάει ένα καμπανάκι για την φοιτητική αριστερά, ενώ από την άλλη, η σταθεροποίηση της αποχής και της απαξίωσης του φοιτητικού συνδικαλισμού πρέπει να χτυπήσει και ένα δεύτερο καμπανάκι. Εκεί συμπυκνώνεται κατά τη γνώμη μας το διπλό αδιέξοδο που επικρατεί σήμερα στους φοιτητικούς χώρους.

Καταρχήν σε σχέση με το φοιτητικό κίνημα και το φοιτητικό συνδικαλισμό. Το 2010, με την είσοδο της χώρας στο 1ο μνημόνιο, στις εκλογές συμμετείχαν 110.000 φοιτητές και σπουδαστές. Η πτώση κατά 50.000 της συμμετοχής μέσα σε επτά χρόνια και η γιγάντωση της αποχής, αποτελούν μια κατάσταση «αργού θανάτου» για τον φοιτητικό συνδικαλισμό. Πολύ περισσότερο, όταν τα εκλογικά αποτελέσματα και τα ποσοστά της αποχής αποτελούν, μέσα σε αυτά τα χρόνια, ευθεία προβολή της κατάστασης αποσυγκρότησης των φοιτητικών συλλόγων, των δομών και των διαδικασιών τους. Οι φοιτητές, στην πλειοψηφία τους, αγνοούν, αποστρέφονται, δεν βρίσκουν κάποια χρησιμότητα στο φοιτητικό συνδικαλισμό, στις διαδικασίες και τα όργανα των φοιτητικών συλλόγων. Το αποτέλεσμα είναι να κυριαρχεί η απομαζικοποίηση, οι εικόνες των μισοάδειων αμφιθεάτρων σε συνελεύσεις που δεν έχουν απαρτία, των όλο και λιγότερων φοιτητών στις κινητοποιήσεις.

Κατά δεύτερον σε σχέση με τη φοιτητική αριστερά, την παρέμβασή της και τα αποτελέσματα που αυτή έχει. Δέκα χρόνια και 4 μνημόνια μετά από το φοιτητικό κίνημα του 2006-’07, έχουμε πάει πολλά βήματα πίσω. Με τους φοιτητές να έχουν χιλιάδες λόγους να αγωνιστούν, από τα καθημερινά ζητήματα σπουδών, την υποχρηματοδότηση μέχρι την προοπτική ανεργίας, κακοπληρωμένης εργασίας και μετανάστευσης, οι άδειες αίθουσες γενικών συνελεύσεων μόνο ικανοποίηση δεν μπορούν να προσφέρουν. Το χειρότερο όμως είναι ότι η υπαρκτή αριστερά συνεχίζει να παρεμβαίνει όπως πριν, με αυτοματισμούς που δεν αποδίδουν, με ιδέες, πρακτικές και συνθήματα που στην πλειοψηφία τους διαμορφώθηκαν στην περίοδο πριν τα μνημόνια και πλέον δεν μπορούν να είναι στοιχειωδώς αποτελεσματικά. Που ακόμα και σε συλλόγους που είναι πρώτη δύναμη, η κατάσταση είναι ελάχιστα διαφορετική ως προς τη συμμετοχή κόσμου σε συλλογικές διαδικασίες και κινητοποιήσεις. Που βασικά συνθηματολογεί αντί να κάνει πολιτική, πάνω στα ζητήματα του πως σπουδάζει, δουλεύει και ζει η γενιά μας, αλλά και συνολικότερα αν και πως μπορούν η χώρα και ο λαός να βγουν από το μνημονιακό τέλμα.

«Καλά που δεν πάθαμε και τίποτα» ή αντιμέτωποι με την πραγματικότητα;

Υπάρχουν δυο επιλογές για τη φοιτητική αριστερά μπροστά σε αυτή την κατάσταση και στο ερώτημα που γεννάει «αν μπορεί και με ποιους όρους να αλλάξει η κατάσταση του φοιτητικού κινήματος». Η πρώτη είναι να συνεχίσει να κυριαρχείται από μια αίσθηση επάρκειας για τον εαυτό της και τη δράση της, από το «καλά που δεν πάθαμε και τίποτα» και για το εκλογικό αποτέλεσμα ειδικά και συνολικότερα. Η δεύτερη είναι να αντιληφθεί την πραγματικότητα του «κάθε πέρυσι και καλύτερα» στην οποία είναι καθηλωμένο το φοιτητικό κίνημα, την δική της ανεπάρκεια και αναποτελεσματικότητα και να προσπαθήσει να απαντήσει σε αυτό το διπλό πρόβλημα.

Εάν θα επιλέξει το ένα ή το άλλο θα κριθεί, όχι στις μετεκλογικές ανακοινώσεις, στο αν θα διατυπωθεί αρκετές φορές ο προβληματισμός για την υψηλή αποχή και την αποσυγκρότηση των διαδικασιών. Θα κριθεί στο αν θα ανοίξει πραγματικά η συζήτηση για το πώς μπορεί να ανατραπεί αυτή η κατάσταση και όχι η «κλασσική» συζήτηση για το ποια από τις υπαρκτές αριστερές δυνάμεις είναι μεγαλύτερη, καλύτερη, πιο επαναστατική κλπ, αν θα παρθούν πρωτοβουλίες, θα υπάρχουν ιδέες και πρακτικές που θα είναι σε κόντρα με το «πάμε όπως πηγαίναμε».

Χρειαζόμαστε άλλη φοιτητική αριστερά για να αλλάξει η κατάσταση στο φοιτητικό κίνημα.

Από την πλευρά μας επιμένουμε ότι είναι αναγκαία η ανασύνθεση της φοιτητικής αριστεράς, μόνο στο βαθμό που θα είναι προσανατολισμένη στην ανασυγκρότηση του φοιτητικού κινήματος και θα καθορίζεται από το τι συμβάλλει σε αυτή την κατεύθυνση. Μια ανασύνθεση σχημάτων και μορφών, αλλά κυρίως αντιλήψεων και πρακτικών με κριτήριο την «κοινή λογική» και όχι το πόσο σημαντικό θεωρεί τον εαυτό της κάθε δύναμη και το πόσο καλά αισθάνεται με αυτά που κάνει, τον τρόπο που παρεμβαίνει κοκ. Εν ολίγοις, ανασύνθεση που θα οδηγεί στη διαμόρφωση μιας άλλης αριστεράς και όχι στην αναπαραγωγή της αναποτελεσματικότητας των υπαρκτών εκδοχών της, είτε με την καθεμία να υπάρχει χωριστά είτε ενωμένες.

Αριστερά που θα ανοίξει τη συζήτηση για τα όργανα και τις διαδικασίες του φοιτητικού συνδικαλισμού με βάση τη σημερινή άσχημη κατάσταση των φοιτητικών συλλόγων και τις ανάγκες που γεννάει και όχι τι θεωρεί η ίδια «ιδεολογικά» σωστό ή τι ήταν αποτελεσματικό πριν 10-15 χρόνια. Ενδεικτικά, σε μια εποχή που το κύριο είναι η έλλειψη πίστης στη συλλογικότητα και στον αγώνα και όχι η απόσταση ανάμεσα στις διαθέσεις των φοιτητών και τα «γραφειοκρατικά» ΔΣ, το σύνθημα «όλη η εξουσία στις Γενικές Συνελεύσεις», ως μοναδική πρόταση οργάνωσης, μάλλον παράγει αδράνεια. Η ανυπαρξία δομών πανελλαδικού συντονισμού και έκφρασης των φοιτητικών συλλόγων, μάλλον αποσυγκροτεί τη δυνατότητα να υπάρχουν κοινές φοιτητικές διεκδικήσεις και η αίσθηση της δύναμης απέναντι στο Υπουργείο και την κυβέρνηση. Είναι διαφορετικό ζήτημα πως κάθε φοιτητικό αίτημα γρήγορα πολιτικοποιείται γιατί βρίσκει «τοίχο» στο μνημόνιο και την επιτήρηση από τους δανειστές Ε.Ε.-ΔΝΤ και άρα η τέχνη να συνδέσουμε το ειδικό με το γενικό και διαφορετικό μια υπερ-πολιτικοποιημένη – παραταξιοποιημένη λειτουργία του φοιτητικού κινήματος , όπου οι παρατάξεις και οι διάφορες δυνάμεις υποκαθιστούν την αυτόνομη λειτουργία των οργάνων και των δομών του γύρω από κεντρικά πολιτικά πλαίσια. Από το «η τάδε δύναμη πήρε στο γύρο συνελεύσεων τόσους συλλόγους», που όλο και περισσότερο εκφυλίζεται στο «στον γύρο συνελεύσεων τόσες συνελεύσεις δεν βγήκαν», πρέπει να περάσουμε στο «οι φοιτητικοί σύλλογοι και το φοιτητικό κίνημα μέσα από τις διαδικασίες του, τις αντιπαραθέσεις του και τις συνθέσεις του παλεύει τα παρακάτω».

Αριστερά που θα τροποποιήσει την ίδια της την ύπαρξη και παρέμβαση, έχοντας συνείδηση ότι σχήματα, αντιλήψεις και πρακτικές που διαμορφώθηκαν σε άλλες εποχές, σήμερα δεν μπορούν να δώσουν απαντήσεις ως τέτοια. Αριστερά «σύγχρονη», που θα αντιλαμβάνεται ότι παρεμβαίνει σε μια γενιά που σήμερα καθορίζεται από το περιβάλλον της κρίσης και της μνημονιακής κοινωνίας, τόσο στο σκέλος των υλικών ζητημάτων που αντιμετωπίζει όσο και στο σκέλος των ιδεών που διαμορφώνει. Που την ίδια στιγμή θα προωθεί αιτήματα και στόχους που αφορούν όλους τους νέους, καθώς σήμερα ένας φοιτητής καθορίζεται όχι μόνο από τα προβλήματα του ως φοιτητής αλλά και από τα προβλήματα του ως νεολαίος με τα συνολικά προβλήματα αδιεξόδου, εργασιακής προοπτικής, ανεργίας κοκ. Που θα συνδυάζει – και όχι να αναπτύσσει το ένα σε βάρος του άλλου – το συνδικαλιστικό αγώνα για τα μορφωτικά δικαιώματα με τον πολιτικό αγώνα ενάντια σε Ε.Ε., ΔΝΤ και τις κυβερνήσεις τους. Που θα πάρει διαζύγιο από τον βερμπαλισμό και τις συνήθειες παλαιότερων, πιο βολικών εποχών (κείμενα σεντόνια, αριστερή «αργκό», πολύωρες διαδικασίες και έλλειψη κανόνων στις διαδικασίες), και θα οικοδομήσει μια σύγχρονη λαϊκότητα, τέτοια που θα ανατρέψει την εικόνα αδυναμίας αυτού του χώρου στα πιο «πληβειακά» ΤΕΙ και επιπλέον θα μπορεί να φέρει σε επαφή το ριζοσπαστικό φοιτητικό κίνημα με την απορριπτόμενη νεολαία.

Προεκλογικά θέσαμε προκλητικά το ερώτημα «Τι απέγινε η φοιτητική αριστερά;». Ένα ερώτημα που δεν αφορά το αν υπάρχουν δυνάμεις και άνθρωποι της αριστεράς στα ΑΕΙ και ΤΕΙ, αλλά το έλλειμμα μιας αριστερής παρέμβασης που να είναι αποτελεσματική, να συγκροτεί και να συγκρατεί δυνάμεις, να ανατρέπει και να μην συμπληρώνει το τοπίο της αποσυγκρότησης του φοιτητικού κινήματος. Το ερώτημα αυτό παραμένει αντικειμενικά αλλά είναι ζήτημα βούλησης να απαντηθεί. Ως Αριστερό Δίκτυο Νεολαίας, σε αυτή την κατεύθυνση θέλουμε να συμβάλουμε.

*Είναι αυτονόητο ότι οι απόψεις του κειμένου εκφράζουν το συγκεκριμένο δίκτυο Νεολαίας και όχι κατ’ ανάγκην τις θέσεις της Iskra.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας