Η ρίζα του προβλήματος είναι απλή: καμία από τις δύο πλευρές δεν έχει την παραμικρή εμπιστοσύνη στην άλλη.
Αυτή η έλλειψη εμπιστοσύνης είναι το θεμέλιο του αδιεξόδου που συνεχίζεται για δεκαετίες και, παρά τις διπλωματικές πρωτοβουλίες και τις συμφωνίες κατάπαυσης του πυρός, η διαφορά δεν έχει βρει τη λύση της.
Η κόντρα αυτή δεν είναι μόνο ζήτημα εδαφικής αμφισβήτησης, αλλά και γεωπολιτικής στρατηγικής, θρησκευτικών και πολιτικών διαφορών.
Η αποτυχία των διπλωματικών πρωτοβουλιών
Η τελευταία απόπειρα για διαπραγματεύσεις έλαβε χώρα στην Κωνσταντινούπολη, όπου εκπρόσωποι του Πακιστάν και των Ταλιμπάν συναντήθηκαν υπό την μεσολάβηση της Τουρκίας και του Κατάρ.
Οι συνομιλίες, που διήρκεσαν τέσσερις ημέρες, δεν κατάφεραν να επιτύχουν έναν μόνιμο συμβιβασμό.
Αν και η συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, η οποία είχε επιτευχθεί στις 19 Οκτωβρίου μετά από φονικές συγκρούσεις στα σύνορα των δύο χωρών, είχε σκοπό να εξελιχθεί σε μια μακροπρόθεσμη εκεχειρία ή τουλάχιστον να δημιουργηθούν μηχανισμοί περιορισμού της βίας, το αποτέλεσμα ήταν απογοητευτικό, υποστηρίζει σε ανάλυσή του το National Interest.
Το Πακιστάν δήλωσε ότι δεν βλέπει «βιώσιμη λύση» στο πρόβλημα, ενώ το Αφγανιστάν αρνήθηκε να αναλάβει ευθύνες για τις επιθέσεις των Ταλιμπάν που προέρχονται από το έδαφός του.

Ανάβει φωτιές η δράση της Tehrik-e-Taliban Pakistan (TTP)
Ένα από τα κύρια σημεία τριβής μεταξύ των δύο πλευρών είναι η δράση της οργάνωσης Tehrik-e-Taliban Pakistan (TTP), η οποία θεωρείται από το Πακιστάν ως τρομοκρατική.
Το Καράτσι κατηγορεί την κυβέρνηση των Ταλιμπάν ότι επιτρέπει ή τουλάχιστον δεν καταβάλλει αρκετές προσπάθειες για να εμποδίσει τη δράση των μελών της TTP από το έδαφος του Αφγανιστάν, οι οποίοι εξαπολύουν επιθέσεις στο Πακιστάν.
Το Αφγανιστάν, από την πλευρά του, διαβεβαιώνει ότι δεν υποστηρίζει την TTP και ότι οι επιθέσεις που διαπράττονται δεν είναι πάντα υπό τον πλήρη έλεγχο της κυβέρνησης, σύμφωνα με το National Interest.
Το Καράτσι, ωστόσο, έχει εκφράσει αμφιβολίες για την ικανότητα της κυβέρνησης των Ταλιμπάν να ελέγξει το έδαφός της και να καταστείλει την TTP, η οποία συνεχώς επιτίθεται στις στρατιωτικές και πολιτικές υποδομές του Πακιστάν.
Αυτή η παρατεταμένη αμφισβήτηση του ελέγχου του Αφγανιστάν από τους Ταλιμπάν έχει δημιουργήσει ένα τοξικό κλίμα καχυποψίας που καθιστά τη διαπραγμάτευση εξαιρετικά δύσκολη.
Ειδικά στο Καράτσι είναι συγκλονισμένοι με την πολεμική απειλή που διατύπωσε η TTP: Στο Πακιστάν θα πεθάνετε όλοι ακαριαία.

Οι ιστορικές ρίζες της σύγκρουσης – Η γραμμή Durand
Η σύγκρουση είναι ενσωματωμένη σε ένα ιστορικό πλαίσιο που σχετίζεται με τη διέλευση του συνόρου, γνωστού ως «Γραμμή Durand», το οποίο δημιουργήθηκε το 1893 από τη Βρετανία για να χωρίσει τα εδάφη της Ινδίας από το ανεξάρτητο Αφγανιστάν.
Αυτή η γραμμή πέρασε μέσα από τα εδάφη των Παστούν, της εθνοτικής ομάδας που αποτελεί τη ραχοκοκαλιά των Ταλιμπάν, και στην πραγματικότητα τους χώρισε μεταξύ των δύο χωρών.
Οι Παστούν εδώ και δεκαετίες αντιτίθενται σε αυτό το σύνορο και επιθυμούν την επέκτασή του, γεγονός που καθιστά το ζήτημα της οριοθέτησης του συνόρου τόσο περίπλοκο και ακανθώδες, αποφαίνεται το αμερικανικό περιοδικό.
Η κυβέρνηση των Ταλιμπάν, που είναι κυρίως Παστούν, δεν έχει αποδεχθεί ποτέ τη γραμμή αυτή ως μόνιμο σύνορο, κάτι που εμποδίζει οποιοδήποτε μακροπρόθεσμο διακανονισμό με το Πακιστάν.
Το Πακιστάν, από την άλλη πλευρά, απαιτεί εγγυήσεις ότι το αφγανικό έδαφος δεν θα χρησιμοποιείται για να εξαπολύονται επιθέσεις εναντίον του.
Ωστόσο, το Αφγανιστάν βλέπει την ευρύτερη δομή των σχέσεων με το Πακιστάν και τις διαφωνίες γύρω από την οριοθέτηση του συνόρου ως εμπόδιο για οποιαδήποτε συμφωνία.

Η ρίζα της αποτυχίας
Αν και η πίεση των ΗΠΑ για την επίτευξη συμφωνίας ήταν σημαντική για την προσέγγιση των δύο πλευρών στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, η αποτυχία να επιτευχθεί οποιαδήποτε συμφωνία δείχνει την πλήρη έλλειψη εμπιστοσύνης και τη διαφορά στις στρατηγικές επιδιώξεις των δύο χωρών.
Οι διαπραγματεύσεις απέτυχαν κυρίως επειδή και οι δύο πλευρές προσήλθαν με εντελώς διαφορετικές προσδοκίες και χωρίς κοινό έδαφος για συμβιβασμό.
Ειδικά οι Ταλιμπάν, που διατηρούν βαθιά επιφυλακτικότητα έναντι του Πακιστάν λόγω των ιστορικών διαφορών και της υποστήριξης που δεν είχαν δεχτεί από το Καράτσι κατά τη διάρκεια της πρώτης κυβέρνησής τους, αρνήθηκαν να αναλάβουν την ευθύνη για την εξάλειψη των καταφυγίων της TTP.

Η στρατηγική του Πακιστάν
Το Πακιστάν, παρά τη συστηματική υποστήριξη που έχει προσφέρει στους Ταλιμπάν στο παρελθόν ως στρατηγικό εργαλείο για την αποδυνάμωση του μεγαλύτερου αντιπάλου του στην περιοχή, της Ινδίας, δεν μπορεί πλέον να αγνοήσει την απειλή που αποτελεί η ανυποχώρητη επιθετικότητα της TTP.
Η αποτυχία να εξαλείψει τις βάσεις της TTP στο Αφγανιστάν δεν μπορεί παρά να ενισχύσει την ανησυχία για τη συνέχιση της ασταθούς κατάστασης στην περιοχή.
Η διεθνής κοινότητα, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ και της Ρωσίας, παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις, καθώς η αποτυχία επίλυσης της σύγκρουσης μπορεί να προκαλέσει περαιτέρω αποσταθεροποίηση στη Νότια Ασία, επηρεάζοντας την ασφάλεια και τις σχέσεις των μεγάλων δυνάμεων στην περιοχή.

Ο ρόλος των ΗΠΑ
Η αποτυχία των συνομιλιών στην Κωνσταντινούπολη επιβεβαιώνει ότι, παρά τις προσπάθειες και τις διεθνείς πιέσεις, το Πακιστάν και οι Ταλιμπάν δεν είναι έτοιμοι ή ικανοί να βρουν μια βιώσιμη λύση στη σύγκρουση.
Η συνεχής αμφισβήτηση του Πακιστάν για την αποτελεσματικότητα των Ταλιμπάν στην καταπολέμηση των εξτρεμιστικών ομάδων εντός της αφγανικής επικράτειας και η έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο πλευρών καθιστούν κάθε διαπραγμάτευση εξαιρετικά δύσκολη.
Οι ΗΠΑ, αν και είχαν επιδιώξει να παίξουν έναν διαμεσολαβητικό ρόλο, ίσως να χρειαστεί να επανέλθουν, καθώς η στρατηγική της πίεσης και του συμβιβασμού θα μπορούσε να είναι η μόνη λύση για τη σταθεροποίηση της περιοχής.
Όμως, μια νέα παρέμβαση από τη Δύση πρέπει να είναι καλά υπολογισμένη και να λαμβάνει υπόψη τις πραγματικές ανάγκες και ανησυχίες των εμπλεκόμενων μερών, αν η περιοχή θέλει πραγματικά να αποφύγει έναν ακόμη κύκλο βίας και αστάθειας, καταλήγει το National Interest.














































